Βιβλιο

Πώς σκέφτονται οι Ρώσοι;

Η Σβετλάνα Αλεξιέβιτς βάζει ένα μικρόφωνο στα χείλη δεκάδων πρώην Σοβιετικών στο βιβλίο «Το τέλος του κόκκινου ανθρώπου»

elisavet-papadopoulou.jpg
Ελισάβετ Παπαδοπούλου
ΤΕΥΧΟΣ 844
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Μόσχα, Ρωσία
© Lubov Tandit / Pexels

Σκέψεις και περιγραφές Ρώσων, πρώην Σοβιετικών, στο βιβλίο «Το τέλος του κόκκινου ανθρώπου» της Σβετλάνα Αλεξιέβιτς.

Αν θέλεις να μάθεις πώς σκέφτονται οι άνθρωποι σε μια χώρα, δεν έχεις παρά να βάλεις ένα μαγνητόφωνο μπροστά τους και να τους αφήσεις να μιλήσουν. Αν θέλεις να μάθεις για την εξουσία της, δεν αρχίζεις με μαγνητόφωνο, δεν αρχίζεις με τον λόγο, οι πολιτικοί είναι εξασκημένοι σ’ αυτόν. Φωτογραφίζεις. Αρχίζεις με εικόνες. Αυτό έκανε η βραβευμένη με νόμπελ Σβετλάνα Αλεξιέβιτς στο βιβλίο «Το τέλος του κόκκινου ανθρώπου»*. Βάζει ένα μικρόφωνο στα χείλη δεκάδων πρώην Σοβιετικών. Και κάνει ένα φωτογραφικό κλικ στο πρωινό που ο Πούτιν οδηγείται ξανά νικητής στο Κρεμλίνο, ενώ οι φήμες για στημένες εκλογές είναι εκκωφαντικές. «7 Μαΐου 2012. Στην τηλεόραση δείχνουν: η θριαμβευτική αυτοκινητοπομπή του Πούτιν μπαίνει στο Κρεμλίνο για την ανάληψη της εξουσίας, περνώντας μέσα από μια κυριολεκτικά άδεια πόλη. Ούτε άνθρωποι ούτε αυτοκίνητα. Υποδειγματική καθαριότητα. Χιλιάδες περιπολικά και στρατιωτικά αυτοκίνητα και οι στρατιώτες του ΟΜΟΝ φυλάνε τις εξόδους από το μετρό και τις εισόδους των σπιτιών. Μια καθαρή από τους κατοίκους της και από τα από τα ατελείωτα μοσχοβίτικα μποτιλιαρίσματα πόλη. Μια νεκρή πόλη. Αληθινός τσάρος!»

Η περιγραφή αυτή είναι μια από τις ελάχιστες στιγμές και σελίδες όπου ακούγεται η φωνή της Αλεξιέβιτς. Στις υπόλοιπες μιλάνε οι Ρώσοι, οι πρώην Σοβιετικοί. Μιλάνε οι γενιές που μεγάλωσαν με μπαμπάδες που είχαν γυρίσει είτε από το στρατόπεδο είτε από τον πόλεμο, με μπαμπάδες που είχαν μπει φυλακή ως εχθροί της επανάστασης, και άλλοι που δεν είχαν μπει φυλακή αλλά φοβούνταν πως θα τους έβαζαν. Μιλάνε αυτοί που έχτισαν εκείνη την σκληρή εποχή, αυτοί που νίκησαν τον Χίτλερ, αυτοί που διαμορφώθηκαν σε συνθήκες πείνας και βίας, συνεχούς τρόμου, κάτω από αρχηγούς που είχαν πολεμήσει, που πίστευαν στα τανκς και τα αεροπλάνα. Μιλάνε για το πριν, αλλά και για το μετά. Για την ΕΣΣΔ που άντεξε μέχρι τον Αύγουστο του 1991. Κάποιοι αναθεματίζουν τη Σοβιετική Ένωση, της χρεώνουν μόνο γκουλάγκ, Κα Βε Ντε κι εκείνη «τη μούμια, τον Σοβιετικό Φαραώ στην κόκκινη πλατεία σαν κατάρα». Κάποιοι χαριτολογώντας παρομοιάζουν τον κομμουνισμό με τον νόμο για το αλκοόλ: «Η ιδέα είναι καλή, αλλά δεν τραβάει». Υπάρχουν κι εκείνοι που δεν αντέχουν χωρίς κομμουνισμό, χωρίς τον Στάλιν για εικόνισμα «Ήμουν καιρό κοριτσάκι του Στάλιν, πολύ καιρό. Χωρίς εκείνη την εποχή, έχω μείνει με άδεια χέρια, μια ζητιάνα». Αυτοί που αναπολούν: «Η αυτοκρατορία ήταν μεγάλη, εκτεινόταν από τη μια θάλασσα στην άλλη, από τον πολικό κύκλο έως την υποτροπική ζώνη. Νικήθηκε χωρίς μια βόμβα. Τη νίκησε η αυτού μεγαλειότης το σαλάμι! Η Μερτσέντες Μπεντς». Αυτοί που αρνούνται: «Ο καπιταλισμός σ’ εμάς δεν θα πιάσει ρίζες. Πιο πέρα από τη Μόσχα δεν κατάφερε να εξαπλωθεί. Ο Ρώσος δεν θέλει απλά να ζήσει, θέλει να ζήσει για μια μεγάλη ιδέα. Η συσσώρευση χρημάτων δεν αποτελεί γι’ αυτόν ιδανικό, βαριέται να μαζεύει». Υπάρχουν και οι κυνικοί ερμηνευτές της σημερινής εξουσίας: «Οι Ρώσοι ολιγάρχες δεν είναι καπιταλιστές, είναι απλώς ληστές. Και τι σόι καπιταλιστές μπορεί να προκύψουν από πρώην κομμουνιστές και κομσομόλους;» Υπάρχουν και οι ρεαλιστές: «Έχω ζήσει πάρα πολύ καιρό στο σοσιαλισμό. Σήμερα είναι καλύτερη η ζωή, αλλά πιο αντιπαθητική».

Όλοι αυτοί, όμως, προδότες και προδομένοι, ανήκουν στις πρώτες δύο γενιές. Πατεράδες και γιοι, μανάδες και κόρες. Η τρίτη γενιά, οι εγγονοί κι οι εγγονές, λένε πολύ διαφορετικά πράγματα. Το μαγνητόφωνο στα χείλη των Ρώσων αυτών καταγράφει διαλόγους ή απαντήσεις σαν αυτές:

«-Ο Αχρομέγιεφ; Ποιος είναι αυτός; -Σας ρωτάω για την επανάσταση του Αυγούστου. -Να με συγχωρείτε, δεν είμαι ενημερωμένος. -Πόσων χρονών είστε; -Δεκαεννιά. Δεν ενδιαφέρομαι για πολιτική».

«Η γιαγιά μου λέει ότι, αν δεν ήταν ο Στάλιν, τώρα θα γλείφαμε τους κώλους των Γερμανών. Η μαμά μου πάλι τον λέει κακούργο και δολοφόνο. Θα ήταν ψέματα αν έλεγα ότι με είχε απασχολήσει το θέμα. Εγώ ζούσα, χαιρόμουν τη ζωή, τον πρώτο μου έρωτα». 

«Μόλις που άρχισα να ζω κανονικά. Αφήστε με να ζήσω λιγάκι».

«Οι άνθρωποι θέλουν να ζουν όμορφα, αυτό είναι το σπουδαιότερο που συμβαίνει σήμερα στις ζωές μας».

«Ο παππούς μου πέθανε στο Στάλινγκραντ, για τη Σοβιετική πατρίδα, για τον κομμουνισμό. Εγώ πάλι ήθελα να ζήσω σε μια κανονική χώρα, να ζω σ’ ένα σπίτι με τα κουρτινάκια του, τα μαξιλαράκια του, να έρχεται ο άντρας μου απ’ τη δουλειά και να φοράει τη ρόμπα του».

«Είμαι δεκαεπτά ετών. Τι ξέρω για τον Πούτιν; Ξέρω πως είναι πρωταθλητής του τζούντο, πως έχει μαύρη ζώνη με οκτώ νταν. Κι απ’ ό,τι φαίνεται, αυτά είναι όλα όσα ξέρω». 

«Ο Καύκασος την έφαγε γερά από ρωσικά όπλα. Ποιος θα είναι ο επόμενος τώρα; Στις διαδηλώσεις ουρλιάζουν “Η Ρωσία στους Ρώσους”, η “Μόσχα στους Μοσχοβίτες”. Η μαμά μου είναι Ουκρανίδα, ο πατέρας Μολδαβός, η γιαγιά απ’ τη μεριά της μητέρας μου είναι Ρωσίδα. Εγώ τι είμαι;»

Τι είναι στ’ αλήθεια; Είναι αυτός που ζει σε μια εποχή που τη χωρίζει πολύς καιρός από τότε που οι Σοβιετικοί ζούσαν σαν στρατιώτες. Πολύς καιρός από τότε που οι Σοβιετικοί πολεμούσαν για την πατρίδα τους. Και άλλος τόσος από τότε που μοιράστηκε ο εθνικός πλούτος, από τότε που αποφασίστηκε ποιος θα πάρει το εργοστάσιο, ποιος το ορυχείο, ποιος τα πετρέλαια, ποιος το αέριο. Πολύς καιρός από τότε που με τα ξύλα από τις παράγκες των στρατοπέδων εργασίας φτιάχτηκαν σάουνες, που η γη των στρατοπέδων έγινε οικόπεδα για εξοχικές κατοικίες. Γενικά έχει περάσει πολύς καιρός. Και αρκετός καιρός ώστε να καταλάβουν ότι ο Πούτιν ως δημοκρατικός ηγέτης είναι το πιο σύντομο ανέκδοτο του κόσμου. Κι ότι αυτή η πατρίδα των ολιγαρχών, είναι μια πατρίδα για την οποία δεν αξίζει να χύσεις ούτε μια στάλα αίμα.

«Tο τέλος του κόκκινου ανθρώπου» της Σβετλάνα Αλεξιέβιτς, εκδόσεις Πατάκη

Κάποτε είχαν τη σοβιετική πατρίδα και τη μεγάλη ιδέα. Κάποτε τράβηξαν στον πόλεμο κατά του Χίτλερ με ένα όπλο ανά τέσσερις. Σκότωναν τον πρώτο έπαιρνε το όπλο ο δεύτερος, σκότωναν τον δεύτερο ο επόμενος. Τότε όμως πολεμούσαν για την πατρίδα τους. Τώρα για πιο πράγμα τους καλούν να πολεμήσουν; Τους καλούν σε έναν επιθετικό πόλεμο. Τους καλούν να πολεμήσουν ενάντια σε στρατιώτες που υπερασπίζονται την πατρίδα τους, την Ουκρανία. Και ο Ρώσος δεν το θέλει αυτό. Όχι ο Ρώσος που ξέρουμε όσοι διαβάζαμε με μανία ρωσική λογοτεχνία. Όχι ο Ρώσος που πίστεψε στη μεγάλη ιδέα, επειδή όσοι είναι σε θέση να πιστεύουν στις μεγάλες ιδέες και να θυσιάζονται γι’ αυτές, έχουν αυξημένη αίσθηση δικαιοσύνης.

Αυτό τον πόλεμο τον ξεκίνησε η περί γεωπολιτικής και δύναμης αντίληψη ενός σύγχρονου τσάρου, που η σχέση του με την κοινωνία αναπαριστάται απόλυτα με την εικόνα της εισόδου του στην πόλη για την ανάληψη της εξουσίας εκείνο το πρωινό της 12ης Μαΐου του 2012: «Μια θριαμβευτική αυτοκινητοπομπή, σε μια άδεια πόλη». Εξακολουθούν να αδειάζουν με τον ίδιο τρόπο την πόλη, στο πέρασμα του τσάρου. Επειδή στην πραγματικότητα ο τσάρος δεν εμπιστεύεται τον λαό του. Ειδικά καθώς μεγαλώνει και καταλαβαίνει πόσο πολύ δεν τον ξέρει. Η αλήθεια είναι ότι δεν είναι εύκολο να μάθεις τους Ρώσους. Ίσως επειδή μέσα τους, περισσότερο απ’ ό,τι σε οποιοδήποτε άλλο μέρος του κόσμου, παλεύουν ο γόνος και ο γεννήτορας, ο πολίτης της Σοβιετικής Ένωσης με τον πολίτη της ελεύθερης αγοράς, η ανάγκη για καλοπέραση με την ανάγκη για μια μεγάλη ιδέα. Δεν είναι τυχαία η μπάμπουσκα. Αυτό όμως που σίγουρα θα ήξερε αν δεν διάλεγε στο πέρασμά του να αδειάζει την πόλη, είναι πως οι Ρώσοι δεν θέλουν να πάνε να σκοτωθούν στον πόλεμό του, που εκτός από άδικος είναι και καταδικασμένος, επειδή η μεγάλη ιδέα αυτή τη φορά είναι από την άλλη μεριά. Και οι Ρώσοι τιμούν τις μεγάλες ιδέες.

*Tο βιβλίο «Tο τέλος του κόκκινου ανθρώπου» της Σβετλάνα Αλεξιέβιτς κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη 

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ