Βιβλιο

Fast Track anesthesia: Τα «Φυτά Εσωτερικού Χώρου» της Ευαγγελίας Τάτση

Λαθραία ποιήματα, σαν άνθρωποι, χαμένα νησιά τριγύρω από μια θάλασσα που είναι το αλλιώτικο όνομα της δυσεπίλυτης απόστασης

32014-72458.jpg
A.V. Guest
6’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Ευαγγελία Τάτση

«Φυτά Εσωτερικού Χώρου» της Ευαγγελίας Τάτση: Σημείωμα για τη νέα ποιητική συλλογή που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Βακχικόν.

Γράφει ο Απόστολος Θηβαίος

Ακούστηκε το ρολόι που χτυπά κάθε μισή και κάθε μια ώρα. Είχε πέσει βαριά η νύχτα, υγρή, νύχτα παιδιών και ερωτευμένων. Μάζεψε τα ποιήματα από τα χαρτιά τους. Κάτι στίχοι που είχαν μπερδευτεί μπήκαν πρόχειρα πρόχειρα μες στις ανθολογίες. Αύριο, κάποιος θα γυρεύει τα βαθύτερα νοήματα και τις σκοτεινές σημασίες. Δεν θα έχει ιδέα για όσα συνέβησαν εκείνη την βραδιά, μα η υποψία θα του καίει την καρδιά. Και όλο θα γυρεύει μια απόκριση στον απόκρημνο στίχο που μιλά μέσα από την μοναξιά μας, την πιο δική μας μοναξιά. Αυτήν την ίδια που διδαχτήκαμε τόσο σκληρά πριν από μερικά χρόνια.

Όλα βρέθηκαν στην θέση τους. Τίποτε δεν είχε απομείνει να μαζέψει. Τα σπίτια διαθέτον μια κρυψώνα για κάθε τι είπε και ένιωσε μεμιάς πιο μόνη από ποτέ. Τότε ήταν που θυμήθηκε τα Φυτά εσωτερικού χώρου που πεθαίνουν διψασμένα στις γωνιές του σαλονιού. Στάθηκε υπομονετικά εμπρός από τις μεγάλες, πήλινες γλάστρες και είπε τις μυστικές προσευχές που προστατεύουν τα λουλούδια από τον Ιούλιο. Στο φόντο η πόλη που άχνιζε, με τα φανάρια της και τα λιγοστά της τροχοφόρα, με τους κατοίκους της βαλμένους βαθιά μες στα υπόστεγα και τις κουζίνες και τα χωλ και τις αναμνήσεις του εκλεκτισμού που γερνάει πίσω από τα οικοδομικά πανιά. Κοίταξε προσεκτικά τα φυτά. Δεν είχε απομείνει κανένα παραπονεμένο. Σε κάθε ένα από αυτά συναντούσε τον εαυτό της μα η χίμαιρα γλιστρούσε και κανένας από τους εαυτούς της δεν της έκανε εκείνη την βραδιά. Έτσι μονάχη, μες στο πολύ πέλαγο η γυναίκα εκείνη συλλογίστηκε με τι τρόπο να θεραπεύσει την παραμόρφωση της νύχτας. Σκέφτηκε τα ποιήματα, σαν καλά κρυμμένα φύλλα, έτοιμα να κρίνουν αποφασιστικά την παρτίδα. Ποιήματα που δεν γυρεύουν να επιστρέψουν στις αθωότητες μα στέκουν σαν φακοί μεγεθυντικοί παίζοντας με την αλήθεια, με την ευθύνη, με την φαντασία την ίδια. Έριξε λίγο νερό ακόμη στα φυτά του εσωτερικού χώρου, όπως κανείς ρίχνει λίγο χώμα με το τρεμάμενο χέρι του σφραγίζοντας μια εποχή, έναν έρωτα, ολοκληρώνοντας έναν σκληρό αποχαιρετισμό.

Το πέπλο του καπνού πλανήθηκε για λίγο πάνω από τον εξώστη. Λίγο πιο πέρα τα γλυκύτατα φώτα έριχναν παντού σκιές αδύνατες. Η πόλη αποκοιμόταν κάτω από το γενικό απαγορευτικό. Αυτήν την μοναξιά διάλεξε η Ευαγγελία Τάτση και μες στην αθεράπευτη σιωπή που είναι πατρίδα των ποιημάτων, ψιθύρισε έναν στίχο της στιγμής. Τα πουλιά φτερούγισαν μια τελευταία φορά και έπειτα ακούμπησαν στους ώμους των ανθρώπων. Από παντού έφθαναν αντανακλάσεις της εποχής που διανύουμε, κάθε τι παλιό περνούσε στην αιωνιότητα με μια αλόγιστη έκπληξη. Σκέφτηκε τι να είναι εκείνο που μπορεί και γαληνεύει τους ανθρώπους, που προσφέρει στα ποιήματα μια δεύτερη ευκαιρία έτσι όπως τρέμει από ακεραιότητα η νύχτα. Έριξε μια ματιά στην απολιθωμένη πολιτεία και δανείστηκε λίγο από τον παλμό της που μια τέτοια ώρα ακούγεται αντίστροφα, έρχεται και πάει μες στο δωμάτιο, βραδυκαρδείς λέξεις και ακόμη πιο βραχύβιες ευτυχίες.

Δεν πάει άλλο με τα αδέσποτα τα ποιήματα, είπε. Θα πρέπει να λογαριάζουν μια ζωή με κανόνες όπως ότι ο χρόνος ήταν πάντα γέρος, πως ο χρόνος είναι ο παππούς μου, πως η τιμωρία συνιστά ένα είδος ευθανασίας, πως οι λέξεις λέει είναι κρεμασμένα πουκάμισα, -κάπου προσμένει η Ελένη-, πως η φαντασία είναι δωμάτιο ιδιωτικό με υπερήχους πόνους. Και πάλι τίποτε δεν κατόρθωσε, τα πουλιά πετούσαν τριγύρω όπως τα πλάσματα της μοναξιάς με το κατακόρυφο βάρος τους όσο οι Κασσάνδρες ουρλιάζουν την αλήθεια εδώ και εκεί. Είπε, δεν κάνουν έρωτα όπως παλιά, οι μουσικοί διαθέτουν πια δυο καλά, αριστερά χέρια για να παίζουν τις συγχορδίες τους, οι άνθρωποι πεθαίνουν στις τηλεοράσεις πια, η βροχή έχει χίλιους λόγους για να σταματήσει. Ένιωσε πως η βιογραφία αυτού του διαμερίσματος την πνίγει, πως οι τοίχοι ζυγώνουν, πως ένας ενισχυτής πολλαπλασιάζει την εξάρτησή της. Πήρε να περπατά, κατηφόριζε δρόμους μικρούς, προσπερνούσε ανθρώπους που είχαν αφήσει το κορμί τους, ποιος ξέρει σε ποια δωμάτια, σε τι αναμνήσεις. Κοίταξε τις βιτρίνες με τους χαμηλούς φωτισμούς, τα παρατημένα πράγματα, την ζωή που κρατιέται από την σιωπή. Στάθηκε έξω από το κατάστημα των εκδόσεων Βακχικόν, στο ύψος της Σόλωνος. Είχε και εκεί φυτά εσωτερικού χώρου, κάτι ποιήματα με τρυφερή φυλλωσιά που ελίσσονται ψηλά ως πάνω στην βιτρίνα. Στο βάθος του γυαλιού αντίκρισε τα παλιά σπίτια που γεννιούνται σε αυτήν την πολιτεία. Είδε μανάδες να πηγαινοέρχονται σε δικαστήρια και τάφους, είδε την ιστορία να μπλέκει με τους στίχους και τα μωρά να χορταίνουν χρόνια με τα ερείπια. Κάποιος Θεός προστάζει τα ποιήματα και εκείνα αφηγούνται σταθμούς από μια ολόκληρη εποχή. Ένα φως, μα τι φως, τόνιζε το δράμα εκείνου του δρόμου. Συλλογίστηκε τις πατρίδες των πραγμάτων, την ρίζα που συγκρατεί ανθρώπους και πράγματα στις αρχετυπικές τους θέσεις. Γύρισε και έφυγε κρατώντας σφιχτά μες στις χούφτες της μια εικόνα του ντόπιου πολιτισμού.

Στη βιτρίνα πάντα τα Φυτά του Εσωτερικού Χώρου. Λαθραία ποιήματα, σαν άνθρωποι, χαμένα νησιά τριγύρω από μια θάλασσα που είναι το αλλιώτικο όνομα της δυσεπίλυτης απόστασης. Η Ευαγγελία Τάτση αφήνει αναπάντητες επικλήσεις μες στις σελίδες της καινούριας συλλογής που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Βακχικόν. Η αίσθηση του ταχτοποιημένου κόσμου γκρεμίζεται μες στις σελίδες της συλλογής που έρχεται να πλαισιώσει την πρώτη της συλλογή ακακίες στην σαβάνα από τις ίδιες εκδόσεις και μια σειρά από δημοσιεύσεις στον έντυπο και τον ηλεκτρονικό τύπο. Μεγάλη Χίμαιρα, Η Νύχτα, το τριζόνι και εγώ, Η Απόγνωση της Βρεφοκόμου, μερικοί μόνο από τους τίτλους της συλλογής που αθροίζει στίχους ξεχωριστούς και αποσπάσματα των Αλεχάντρα Πισαρνίκ και Σάμουελ Μπέκετ και Αργύρη Χιόνη. Μνήμη, απομόνωση, το πορτραίτο του εαυτού μας φωταγωγημένο όπως εκείνη η καταδικασμένη στην μαρμαρυγή της Βαβέλ. Ψηφίδα αυτού του κόσμου, μια κούκλα μπάμπουσκα που περιέχει τον κόσμο, που παρατηρεί, που αντιδρά και αφηγείται την ατμόσφαιρα μιας σκληρής εποχής. Στίχοι σε καραντίνα, άρρωστα ποιήματα, φωτισμένα μες στις δεκαετίες που στέκουν και περιμένουν σε κάποια γωνιά τον αναγνώστη. Αυτόν τον ίδιο που θα διακρίνει στο βιβλίο της Ευαγγελίας Τάτση τον χρόνο που λύνεται, αυτόν που προσφέρει στην ποίηση το αναγκαίο βήμα για να παλέψει με την αγριότητα κάθε καιρού. Πολιτείες και στίχοι και σπίτια που αναπνέουν. Τα ποιήματα από την άλλη, που δεν σημαίνουν καμιά άνεση, καμία φτηνή κομψότητα, που στριμώχνουν την ζωή, που λένε όλη την αλήθεια. Για αυτόν τον κόσμο που ολισθαίνει πότε στον συντηρητισμό, πότε στην προοδευτικότητα, όπως ακριβώς το επισήμανε ο Ζήσιμος Λορεντζάτος. Και στον μέσο αυτής της αγωνίας, μιας πυρωμένης πραγματικότητας η ποιήτρια, φωτίζοντας λοξά τα ορόσημα του καιρού της, αναλαμβάνοντας το πιο δύσκολο επάγγελμα που την θέλει να κρέμεται στο κενό που μας αφορά όλους.

«Φυτά Εσωτερικού Χώρου» της Ευαγγελίας Τάτση

Τα ποιήματα της καινούργιας έκδοσης μοιάζουν με μικρές λάμπες που φέγγουν εδώ και εκεί, αποκαλύπτοντας τον παράδεισο που χάσαμε. Ίχνη του προσμένουν την αποδεικτική διαδικασία πάνω στο τραπέζι της κουζίνας, ρήματα λησμονημένα. Άνθρωποι απαράλλαχτοι, παιδιά που δεν βρίσκουν να ταιριάξουν τα κομμάτια ενός κόσμου κατακερματισμένου, μιλούν μαζί για την ελπίδα και το αδιέξοδο. Μα έτσι συμπεριφέρονται τα ποιήματα, μικρά, μεγάλα μυστικά της ζωής, αλήθειες της που κάνουν κομμάτια τα κράματα των δισταγμών και των προκαταλήψεων.

Στους δρόμους της Γενεύης ο Μπόρχες ψιθυρίζει τις προσευχές του. Μια αποκάλυψη που δεν συντελείται συνιστά ένα αισθητικό γεγονός. Απομένει στον αναγνώστη, να νιώσει την εκκρεμότητα που αφήνει για εμάς η Ευαγγελία Τάτση. Απομένει πάντα σε εκείνον να ακούσει όσα κρύβουν οι ποιητές μες στην καρδιά τους. Η κυριολεξία παραμένει προκλητική μα στα ποιήματα και τα ανεπίδοτα τηλεγραφήματα εκεί έξω κρύβονται οι πιο αφοπλιστικές αλήθειες. Ίσως κάποιος να πει πως οι στίχοι συνιστούν ένα λεπτό βόλι μες στο άπειρο πέλαγο της πληροφορίας και της τεχνολογίας που μαστιγώνουν την πραγματικότητα της εποχής μας. Και όμως, είναι το πνεύμα και όχι το γράμμα που αναλαμβάνει να βάλει σε σειρά τους στίχους των Φυτών. Και όμως, είναι απέναντι στην ετοιμοθάνατη κουλτούρα της εποχής που εναντιώνεται η αυθεντική τέχνη της Ευαγγελίας Τάτση.

Διάβασε μερικούς στίχους. Την καταδίωκαν τα όνειρα που μας κάνουν να νιώθουμε Θεοί και ας μην θυμόμαστε τίποτε. Θυμήθηκε την βιτρίνα της οδού Σόλωνος, τα Φυτά, τους εσωτερικούς χώρους, την περίκλειστη ζωή μας. Εκεί, που μες στο φόντο της νύχτας οι στίχοι της ποιήτριας αποτυπώνουν την ολική έκφραση του ανθρώπου. Τα ποιήματά της συλλογής ποτίζονται όπως τα σολωμικά πουλιά. Επιμένουν και κυκλώνουν το βράδυ, επειδή η αξία τους δεν πυκνώνει στον χαρακτήρα ενός περιποιητικού υπηρέτη που υμνεί την ζωή αλλά αφοσιώνεται στο βαρύ αίσθημα και την ευθύνη που πάντα μας αναλογεί. Ποιήματα σκηνοθετικά, μορφές αδύναμες, ελαττωμένες, που χαρίζουν έναν κάποιο χτύπο στην καρδιά του χειρουργημένου κόσμου. Κείμενα σπαρμένα με ραγισμένους καθρέφτες γεμάτους από το είδωλο της τωρινής ζωής. Γραμμένοι με την γλώσσα την απλή, την θαυμάσια που συνιστά μια υπόθεση δύσκολη, γεμάτη από τον φόβο που δοκιμάζει κανείς σαν κοιτάζει την άβυσσο. Η καινούρια έκδοση του Βακχικόν, διά χειρός Ευαγγελίας Τάση στοχάζεται το βαθύ και αγαπά το ζωντανό, καθώς το κέντρο της ποίησης της δημιουργού εκτείνεται σε στίχους με οικονομία θαυμάσια που εκρήγνυνται την κρίσιμη, καθώς λένε στιγμή. Η πρόθεση της ανταρσίας, οι μικροί και οι μεγάλοι συμβιβασμοί, σκηνογραφίες του καιρού μας. Όλα βρίσκουν την θέση τους σε αυτήν την εξαιρετική συλλογή που φθάνει από ένα ρεύμα αντίθετο και γυρεύει την καταξίωση, όχι από πείσμα αλλά από την πιο επώδυνη άρνηση, την βαθύτερη συλλογή μιας ψυχής που μας κάνει να αναμένουμε με ακόμη περισσότερο ενδιαφέρον τους στίχους της.

Τα Φυτά εσωτερικού Χώρου στήνουν γέφυρες πρόσκαιρες μα στέρεες, γεμάτες από μεράκι. Στο τέλος στεριώνουν στα σπίτια μας, ανασαίνουν βαριά μες στο σκοτάδι του χολ. Τα βλέπει κανείς που τινάζουν τους λαιμούς τους, υπακούοντας στο φαινόμενο του ηλιοτροπισμού. Πρόκειται για το ρευστό υλικό και την μεθοδολογία του παρόντος χρόνου, αυτός ο τελευταίος τα φταίει όλα, έτσι που αναθεωρείται συθέμελα ο κόσμος, ταξιδεύοντας από το γενικό στο ειδικό και αντίστροφα. Από τις εκδόσεις Βακχικόν για τους λάτρεις των Φυτών Εσωτερικού Χώρου και εκείνους που αγαπούν ολόψυχα την ζωή η νέα, ποιητική συλλογή της Ευαγγελίας Τάτση. Για όσους παραδίδονται στο λόγο, το ένστικτο και την φαντασία που θέλει απόψε και πάντα, την νύχτα να τρίζει. Τρ, τρ, τρ.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ