Βιβλιο

Η Κοινωνία της Πανδημίας και η Κοινωνία των Γονιδίων

Διαβάζοντας το βιβλίο είναι σαν να ακούμε τον συναρπαστικό δάσκαλο βιολογίας που θα επιθυμούσαμε να έχουμε στο σχολείο.

thanos-kapsalis.jpg
Θάνος Καψάλης
ΤΕΥΧΟΣ 773
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
«Η Κοινωνία των Γονιδίων», Ιτάι Γιανάι και Μάρτιν Λέρτσερ, εκδ. Ροπή

Παρουσίαση του βιβλίου «Η Κοινωνία των Γονιδίων» των Ιτάι Γιανάι και Μάρτιν Λέρτσερ (επιμ.: Θάνος Καψάλης), που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ροπή

Πριν από έναν χρόνο η πιθανότητα να ακούσει ή να διαβάσει κανείς στα ΜΜΕ όρους όπως mRNA, PCR, κορωνοϊός, ακίδα ιού, ήταν μικρή, αν όχι ανύπαρκτη. Από τους πρώτους μήνες όμως του 2020 –οπότε επιβεβαιώθηκαν οι υποψίες πως ο πλανήτης έμπαινε στη σκιά μιας μεγάλης υγειονομικής κρίσης– οι όροι αυτοί άρχισαν να εισβάλλουν στο λεξιλόγιό μας. Μαζί τους εισέβαλε και η ανάγκη για την κατανόησή τους, που ήταν κρίσιμη για την κατανόηση της φύσης της απειλής, των συνεπειών της και των διαθέσιμων όπλων για την αντιμετώπισή της.

Το πρώτο ξάφνιασμα από τη συνειδητοποίηση του κινδύνου, το διαδέχτηκαν κι άλλα. Μόλις λίγες βδομάδες μετά την επιβεβαίωση των πρώτων κρουσμάτων, μάθαμε ότι οι μοριακοί βιολόγοι είχαν προχωρήσει πολύ πέραν της ταυτοποίησης του νεοφερμένου ιού. Είχαν αποκρυπτογραφήσει το πλήρες γονιδίωμά του, ή με άλλα λόγια το στρατηγικό του σχέδιο για την οικειοποίηση των μηχανισμών του κυττάρου προς όφελός του. Έτσι, όμως, άρχισαν να αποκαλύπτουν τα τρωτά σημεία του, τα ίδια που θα αποτελούσαν στόχους για την ανάπτυξη εμβολίων.

Πριν τα κρούσματα φτάσουν στον αριθμό των λίγων εκατοντάδων, οι επιδημιολόγοι είχαν κατανοήσει πώς γίνεται η μετάδοση του ιού και είχαν επινοήσει τα μαθηματικά μοντέλα που προβλέπουν τη δυναμική του στην ανθρώπινη κοινότητα. Από κοντά και οι γιατροί· μέσα σε λίγους μόνο μήνες περιέγραψαν τα διαφορετικά στάδια της ασθένειας και ήταν σε θέση να εφαρμόσουν τις καλύτερες πρακτικές για την αντιμετώπισή της. Ταυτόχρονα ένα αφανές, ωστόσο γιγαντιαίο και δραστήριο πρόγραμμα, στο οποίο εμπλέκονταν ερευνητικά κέντρα, ιδιωτικές εταιρείες και πανεπιστήμια, βρισκόταν εν δράσει. Είναι αυτό που λίγο πριν ολοκληρωθεί η χρονιά οδήγησε στην κατασκευή εμβολίων που υπόσχονταν αποτελεσματική αντιμετώπιση της πανδημίας, το ίδιο πρόγραμμα που αναμένεται σύντομα να οδηγήσει και στην παραγωγή αποτελεσματικών φαρμάκων.

Έτσι ο προβληματισμός και οι πληροφορίες που μερικούς μήνες πριν αφορούσαν μόνον ένα στενό κύκλο ειδικών, πλέον αποτελεί μέρος μιας δημόσιας συζήτησης που δεν έχει αφήσει κανέναν απέξω. Πολιτικοί, δημοσιογράφοι, νομικοί, κοινωνιολόγοι, οικονομολόγοι, ψυχολόγοι, αλλά και απλοί πολίτες συζητούν για τις συνέπειες της πανδημίας και τα μέτρα για την αντιμετώπισή της, καθώς αγγίζουν κάθε πτυχή του δημόσιου βίου.

Διαθέτει άραγε ο πολίτης που δεν έχει σπουδάσει βιοεπιστήμες τη βασική γνώση για να μετάσχει στη συζήτηση αυτή; Έχει τα εφόδια για να κατανοήσει από τι απειλείται; Γνωρίζει τα εγγενή όπλα του οργανισμού του για να αμυνθεί; Αντιλαμβάνεται ποιας εποποιίας καρποί είναι τα μέτρα που αντιπαρατάσσουμε κατά του ιού; Έχει αναπτύξει την κρίση να επιδοκιμάζει πολιτικές που κατατείνουν στην αποδυνάμωση της πανδημίας και να αποδοκιμάζει πολιτικές που την ενδυναμώνουν;

Η απάντηση, κρίνοντας όχι μόνο από τις δημοσκοπήσεις, την απήχηση του αντιεμβολιαστικού κινήματος κ.ά. αλλά και από την ποιότητα του λόγου που εκφέρουν για την πανδημία πολιτικοί, δημοσιογράφοι, καλλιτέχνες και ποικίλες διασημότητες, με επιρροή όμως στην κοινή γνώμη, είναι απογοητευτική.

Η πραγματικότητα είναι ότι το εκπαιδευτικό μας σύστημα, το τόσο μεθοδικά προσανατολισμένο στην παραγωγή υποψηφίων πανελλαδικών εξετάσεων, ακόμη κι όταν παρέχει στον απόφοιτό του τις βασικές επιστημονικές γνώσεις, δεν τον προετοιμάζει ώστε να μπορεί να τις εφαρμόσει για να κατανοεί και να επιλύει τα προβλήματα που ανακύπτουν στην καθημερινότητά του.

Τα είπαμε όλα αυτά για να έρθει η στιγμή να μιλήσουμε για ένα βιβλίο που «ευτύχησε» να εκδοθεί στη χώρα μας την πιο κατάλληλη στιγμή – τη στιγμή της πανδημίας. Το βιβλίο αυτό, που τιτλοφορείται: «Η Κοινωνία των Γονιδίων» και κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ροπή, συμπληρώνει πολλά από τα κενά της σχολικής εκπαίδευσης· αυτά τα κενά στα οποία σκοντάφτουμε στην προσπάθειά μας να κατανοήσουμε τι είναι αυτό που μας βρήκε και πώς θα το αντιμετωπίσουμε.

Οι συγγραφείς του, ο Ιτάι Γιανάι, διευθυντής του εργαστηρίου Υπολογιστικής Ιατρικής στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης, και ο Μάρτιν Λέρτσερ, καθηγητής Υπολογιστικής Βιολογίας στο Πανεπιστήμιο Heinrich Heine, αποδεικνύονται, εκτός από σημαντικοί ερευνητές, και σπουδαίοι αφηγητές.

Διαβάζοντας ο γενικός αναγνώστης το βιβλίο είναι σαν να ακούει τον συναρπαστικό δάσκαλο βιολογίας που θα επιθυμούσε να έχει στο σχολείο, όταν ήταν μαθητής. Δύσκολες έννοιες, όπως η συνεργασία και η αντιπαλότητα των γονιδίων, η πολυπραγμοσύνη τους, η λειτουργία και η εξέλιξη του ανοσοποιητικού συστήματος, η βιολογία της νόσου, οι λαθρεπιβάτες του γονιδιώματός μας, δηλαδή οι ιοί κ.ά. εξηγούνται διασκεδαστικά και με τη χρήση ευφάνταστων μεταφορών που θα κάνουν τον αναγνώστη να γελάσει χωρίς ενοχές, αφού εκτός από την απόλαυση ενός καλογραμμένου κειμένου, θα έχει αποκομίσει και ωφέλιμη γνώση.

Όμως και τον αναγνώστη που έχει βιολογική κατάρτιση, είτε είναι δάσκαλος είτε ερευνητής, το βιβλίο δεν θα τον αφήσει ασυγκίνητο. Καθώς οι δύο συγγραφείς παρακινήθηκαν να στραφούν προς τη βιολογία, μετά τη μελέτη του βιβλίου του Ρίτσαρντ Ντόκινς, «Εγωιστικό Γονίδιο», δεν ξεχνούν να αποτίσουν τον οφειλόμενο φόρο τιμής στον επιστήμονα που τους ενέπνευσε. Προσοχή, όμως. Στην «Κοινωνία των Γονιδίων» επεκτείνονται πέραν της συλλογιστικής του Ντόκινς επαναφέροντας –πρώτα-πρώτα– τον πληθυσμό στο επίκεντρο της εξελικτικής διαδικασίας, αντί του γονιδίου που πρότεινε ο Βρετανός βιολόγος – μια επιλογή για την οποία άλλωστε είχε επικριθεί. Επίσης, δεν προσλαμβάνουν τα γονίδια ως μεμονωμένες και ακραιφνώς εγωιστικές οντότητες, που ανταγωνίζονται ανηλεώς για την επιβίωσή τους. Τα αντιλαμβάνονται ως μέλη μιας σφύζουσας και διαρκώς εξελισσόμενης κοινότητας, που αναπτύσσουν, εκτός των αντιπαλοτήτων, και συνέργειες, για να διασφαλίζουν την ακεραιότητα και τη λειτουργία του «οχήματος» που θα τα μεταφέρει στην επόμενη γενιά, δηλαδή του ίδιου του οργανισμού μας.

Αυτή η νέα οπτική του γονιδιώματος ως εξελισσόμενου όλου λειτουργεί ως εννοιολογικό πλαίσιο που θέτει τις βάσεις για να κατανοηθούν τόσο οι παλαιές γνώσεις –με μια φρέσκια ματιά– όσο και για να ενσωματωθούν οι νέες, με τρόπο που εγγυάται την περαιτέρω ανάπτυξή τους.

Κλείνοντας την παρουσίαση αυτού του αξιανάγνωστου βιβλίου σκόπιμο είναι να λεχθεί πως το συνθετικό εγχείρημα των δύο συγγραφέων –αναγωγικό ως προς την εστίαση στη μονάδα του γονιδίου, ολιστικό ως προς τη συμπερίληψη των συνεργειών των γονιδίων– απέχει από το να είναι αιτιοκρατικό. Στον επίλογό του το βιβλίο κλείνει με έναν ιδιαιτέρως αισιόδοξο τρόπο, καθώς δηλώνει πως δεν είμαστε σκλάβοι των γονιδίων μας.

«Αναμφίβολα ζούμε σε ενδιαφέροντες καιρούς. Για εκατομμύρια χρόνια οι πρόγονοί μας αποδέχτηκαν ότι τους επέτασσαν τα γονίδιά τους, και όλη η υπόλοιπη ζωή στη γη προφανώς εξακολουθεί να κάνει το ίδιο. Έχουμε ωστόσο αρχίσει να υπερβαίνουμε ένα τμήμα της κληρονομιάς μας, διευρύνοντας βαθμιαία τον κύκλο των πραγμάτων που θεωρούμε ότι είναι άξια προστασίας, από την οικογένειά μας, τα χωριά μας και τα έθνη μας, ως την ανθρωπότητα εν συνόλω, αλλά και πέραν αυτής, όταν αναλογιζόμαστε τα δικαιώματα των ζώων.  Για να παραφράσουμε έναν παλιό ύμνο, είναι η κοινωνία των γονιδίων που μας έφερε ως εδώ, αλλά είναι η ανθρωπιά που θα μας επιστρέψει στο σπίτι μας».

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ