Βιβλιο

Οι «Οργισμένες μέρες» της Αρετής Καμπίτση

Οι μεταπτώσεις που βιώνει η ψυχή μιας γυναίκας όταν πληροφορείται ότι ο άνδρας της την απατάει (εκδ. Βακχικόν)

A.V. Guest
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Η Λεύκη Σαραντινού γράφει για το βιβλίο «Οργισμένες μέρες» της Αρετής Καμπίτση, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Βακχικόν

Έναν διαφορετικό Οθέλλο δημιουργεί η Αρετή Καμπίτση στην τελευταία της νουβέλα με τίτλο «Οργισμένες μέρες». Κεντρικό θέμα της αποτελούν οι μεταπτώσεις τις οποίες βιώνει η ψυχή μιας γυναίκας όταν πληροφορείται ότι ο άνδρας της την απατάει. Εν ολίγοις, πρόκειται για μία καλοζυγισμένη βουτιά στα τρίσβαθα της γυναικείας ψυχολογίας.

Η Άννα είναι μία καθ' όλα συνηθισμένη μεσήλικη γυναίκα: μητέρα, σύζυγος και νοικοκυρά. Όλα αλλάζουν στην ήρεμη ζωή της όταν δέχεται ένα μυστηριώδες τηλεφώνημα από έναν αγνώστου ταυτότητος Ιάγο, ο οποίος την πληροφορεί ότι ο άνδρας της την απατά. Αυτό αποδεικνύεται και ξεκινά η αρχή του τέλους για τη ζωή της Άννας όπως η ίδια την ήξερε και την όριζε ως τότε. Οι μέρες της είναι πλέον οργισμένες και, ανεξαρτήτως από το αν αληθεύει ή όχι η κατηγορία του Ιάγου, διακαής ο πόθος της εκδίκησης στην καρδιά της. Στον ρόλο της Δυσδαιμόνας ο σύζυγός της, ένας άνδρας του σήμερα, όπως όλοι, που εργάζεται πολύ για να μην λείψει τίποτε στην οικογένειά του και απορεί με την ξαφνική μεταστροφή της γυναίκας του. Για άλλη μία φορά λοιπόν αποδεικνύεται πως οι υποψίες για κάτι -και όχι οι βεβαιότητες- μπορούν να οδηγήσουν έναν άνθρωπο στην παραφροσύνη και να του δημιουργήσουν μανίες και εμμονές. Ποιος είναι τελικά αυτός ο άγνωστος άνδρας; Υπάρχει στ' αλήθεια ή μήπως είναι ένα παιχνίδι του μυαλού της πρωταγωνίστριας;

Βέβαια, η Άννα διαφέρει από τος άλλες γυναίκες και νοικοκυρές σε ένα πολύ λεπτό σημείο: κουβαλά ένα επώδυνο παρελθόν, με μία μητέρα καταθλιπτική και σχιζοφρενή που πολτοποίησε ανελέητα σαν οδοστρωτήρας τα όποια εφηβικά της όνειρα και την ανέμελη παιδική της αθωότητα. Αποδεικνύεται έτσι ότι οι αναμνήσεις της παιδικής μας ηλικίας παραμένουν ανεξίτηλα χαραγμένες στη μνήμη μας και καθορίζουν όλη τη μετέπειτα συμπεριφορά μας, όσο κι αν εμείς δεν το συνειδητοποιούμε κι αν δεν το θέλουμε.

Η εξέλιξη στην υπόθεση δεν είναι προβλέψιμη, απεναντίας μάλιστα ο αναγνώστης θα απορήσει με τη στάση της Άννας, η οποία μοιάζει να διακατέχεται από αυτοκαταστροφικές τάσεις. Υπάρχει άραγε γιατρειά; Το φινάλε της νουβέλας είναι εξίσου απροσδόκητο, αν και το τέλος αφήνει τον αναγνώστη με μία νότα αισιοδοξίας στα χείλη.

Συν τοις άλλοις, η νουβέλα βρίθει συμβολισμών για τον ταραγμένο ψυχισμό της Άννας: η γάτα Μιάου, η αδυναμία στον μεγάλο γιο, η πραγματική φίλη Μαίρη, τα ηλιοτρόπια στις ζωγραφιές που η ίδια δημιουργεί, αλλά και οι μισοτελειωμένες ζωγραφιές της που μένουν για απροσδιόριστο λόγο ημιτελείς.

Το μόνο βέβαιο είναι ότι διαβάζοντας ετούτη τη νουβέλα, οι παντρεμένοι ιδίως αναγνώστες και κυρίως οι γυναίκες, θα θέσουμε αρκετά ερωτήματα στον ίδιο μας τον εαυτό. Διότι αυτός ακριβώς μοιάζει να είναι και ο στόχος της συγγραφέως: η ενδοσκόπηση. Είναι σωστό τελικά μία γυναίκα να παραμερίζει τα πάντα και ιδίως την ίδια τη γυναικεία της υπόσταση, προκειμένου να αφοσιωθεί στην οικογένειά της; Υπάρχει τελικά ευτυχία και πώς αυτή ορίζεται; Είναι πλέον αργά να την αναζητήσουμε ως μεσήλικες και να αλλάξουμε γραμμή πλεύσης στη ζωή μας; Με ποιον τρόπο ακριβώς διαμορφώνουν τον ψυχισμό μας τα παιδικά μας βιώματα; Μήπως τελικά φέρουμε κι εμείς οι ίδιοι ευθύνη για όσα μας συμβαίνουν;  Το μόνο βέβαιο είναι ότι ο άνθρωπος όσο μεγαλώνει βρίσκει καταφύγιο στον έρωτα- εξωσυζυγικό ή μη και στην επιβεβαίωση μέσω του άλλου, προκειμένου να εξορκίσει την ανελέητη φθορά που επιφέρει ο χρόνος.

Ως μία πρωτοπρόσωπη αφήγηση λοιπόν σε τόνο εξομολογητικό, τάσεις ενδοσκόπησης και ελεύθερη, φυσική ροή, μπορεί, εν κατακλείδι να χαρακτηριστεί η νουβέλα της Αρετής Καμπίτση.