Βιβλιο

Μπρίτανι Κάιζερ: Η Cambridge Analytica στο «Στόχαστρο»

Το βιβλίο της Μπρίτανι Κάιζερ είναι ό,τι πιο καυτό για τον ενεργό ρόλο των σόσιαλ μίντια στις προσπάθειες κατάλυσης της δημοκρατίας

Στέφανος Τσιτσόπουλος
ΤΕΥΧΟΣ 762
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Παρουσίαση του βιβλίου «Στο στόχαστρο» της Μπρίτανι Κάιζερ, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Καστανιώτη. Διαβάστε ένα απόσπασμα.

Όταν η Μπρίτανι Κάιζερ ξεκινά να εργάζεται στην Cambridge Analytica, τη βρετανική συμβουλευτική εταιρεία που ίδρυσε ο συντηρητικός δισεκατομμυριούχος Ρόμπερτ Μένσερ, έχει ήδη ένα αξιομνημόνευτο βιογραφικό: το 2007 συμμετέχει στην καμπάνια για την εκλογή Ομπάμα, ενώ ταυτόχρονα ως λομπίστρια της Διεθνούς Αμνηστίας δουλεύει ενεργά στο τμήμα «Εγκλήματα κατά της Ανθρωπότητας», χωρίς να έχει ιδέα τι της επιφυλάσσει το μέλλον της στην Cambridge. Η αποκλειστική μαρτυρία πρώην στελέχους της για το πώς τα Μαζικά Δεδομένα, ο Τραμπ και το Facebook κατέλυσαν τη Δημοκρατία και πώς η ιστορία μπορεί να επαναληφθεί, τον Οκτώβριο του 2019 που κυκλοφόρησε, βρήκε την πολιτική σύμβουλο και μάρτυρα δημοσίου συμφέροντος να καταθέτει την ανατριχιαστική αλήθεια για τις εταιρείες δεδομένων, αξίας πολλών δισεκατομμυρίων, που πλουτίζουν καταχρώμενες πληροφορίες προσωπικού χαρακτήρα των πολιτών.

Παρένθεση: Όσοι είδατε το ντοκιμαντέρ του Netflix «The Great Jack», γνωρίζετε πως όλη η αφήγηση «πατά» πάνω στις μαρτυρίες της από την «πιάτσα» εμπορίας ψηφιακών δεδομένων! (δεν είναι μόνο το «Social Dillema», η συζήτηση έχει ανοίξει προ καιρού!). Το «Στο στόχαστρο» όμως, που κυκλοφορεί από τον Καστανιώτη, η Κάιζερ ξεσκεπάζει τον συγκεκριμένο τρόπο με τον οποίο η Cambridge Analytica εκμεταλλεύτηκε τα νομικά κενά του δικαίου περί προστασίας της ιδιωτικής ζωής, προκειμένου να εξασφαλίσει την πρώτη εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ το 2016, εξηγώντας πώς η ίδια ιστορία θα μπορούσε εύκολα να επαναληφθεί στις αμερικανικές προεδρικές εκλογές του 2020.

Φτηνά τη γλιτώσαμε, στο φτερό ο Μπάιντεν κατάφερε να τον κερδίσει. Η εμπειρία που είχε από την Cambridge Analytica άνοιξε τα μάτια των Δημοκρατικών, που αυτή τη φορά έδρασαν ως προς τους ανυπολόγιστους κινδύνους που καραδοκούν από τον αρρύθμιστο οικονομικό κλάδο σχετικά με την ιδιωτική ζωή και τη δημοκρατία – έντεχνα καθοδηγημένη από τα επιτελεία του Τραμπ, τους στέρησε τη νίκη στις προηγούμενες εκλογές και θα μάθετε πώς!

© Julien Tse Photography

Το «Στο στόχαστρο» είναι το χρονικό μιας δραματικής και σκανδαλώδους ιστορίας, η άνοδος και η πτώση της συγκεκριμένης εταιρείας όπως τη βίωσε η συγγραφέας από πρώτο χέρι. Στα μεμούαρ της, η Κάιζερ αποκαλύπτει πώς η χαλαρή πολιτική προστασίας του Facebook καθώς και η τρομερή έλλειψη εθνικών νομοθετικών ρυθμίσεων επέτρεψαν τη χειραγώγηση των ψηφοφόρων τόσο στη Μεγάλη Βρετανία όσο και στις Ηνωμένες Πολιτείες. Εκεί όπου τα προσωπικά δεδομένα μετατράπηκαν σε όπλο για τη διάδοση ψευδών ειδήσεων και ρατσιστικών μηνυμάτων, τόσο κατά τη διάρκεια του δημοψηφίσματος για το Brexit όσο και στις αμερικανικές προεδρικές εκλογές του 2016.

Μια ακόμα παρένθεση, αυτή τη φορά στην πλευρά του Ειρηνικού Ωκεανού, στις Φιλιππίνες για την ακρίβεια και μάλιστα φέτος: Η Κάιζερ δίνει συνέντευξη στο Rappler και αποκαλύπτει πώς ο γιος του δικτάτορα Φερντινάντο Μάρκος και της Ιμέλντα προσέγγισε την Analytica, αναθέτοντάς της να κάνει ριμπράντινγκ(!) στην οικογενειακή εικόνα της «φίρμας» τους. Αν εσείς λέτε, ω Θεέ μου, δεν συνέβη το ίδιο με τον Ceo της Cambridge, Alexander Nix, που το βρήκε σαν μια υπέροχη οικονομική ευκαιρία. Το αναφέρω γιατί τελικά δεν είναι μόνο ο Τραμπ και ο Τζόνσον ή ο Πούτιν, αλλά και ο Μάρκος!

Στο «Στόχαστρο» η Κάιζερ περιγράφει όλο το χρονικό και την αριβιστικά επικίνδυνη κουλτούρα του let’s get the job done: Μοχλοί πίεσης, επήρειες και επιρροές, όροι και προϋποθέσεις, συναντήσεις και απανωτά ξανανταμώματα, και φυσικά από ένα σημείο και μετά ο δικός της μοναχικός δρόμος για την εξιλέωση, που έφερε τη ζωή και τη μαρτυρία της στις προθήκες των βιβλιοπωλείων όλου του πλανήτη. Η συζήτηση έχει ανάψει κι επειδή η ιστορία όχι απλώς μπορεί να επαναληφθεί, καθώς τρέχει επαναληπτικά (κάθε λεπτό στον κόσμο των Big Data προσφέρεται πως πώληση και υποθηκοθηρία), η μαρτυρία της Κάιζερ δεν πήγε χαμένη.

Απόσπασμα από το βιβλίο «Στο στόχαστρο» της Μπρίτανι Κάιζερ 

Κανένας μας δεν μπορούσε να πιστέψει ότι ίσχυαν όλα αυτά. Προσωπικά πρώτη φορά άκουγα για τον δρα Αλεξάντρ Κόγκαν. Από τις υποδείξεις που μου είχε κάνει ο Άλεξ Τέιλερ για τη βελτίωση της παρουσίασής μου, ήξερα σίγουρα ότι η SCL συνεργαζόταν με ακαδημαϊκούς από το Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ, ότι τόσο ο δρα Τέιλερ όσο και ο Τζακ Γκίλετ είχαν πάρει από εκεί τα διδακτορικά τους, καθώς και ότι το ίδιο το όνομα της εταιρείας, που, απ’ ό,τι λέγεται, είχε αποτελέσει έμπνευση του Στιβ Μπάνον, οφειλόταν στις παραπάνω σχέσεις της με το πανεπιστήμιο. Γνώριζα επίσης ότι είχαμε στη διάθεσή μας μια τεράστια τράπεζα δεδομένων από το Facebook. Το διαφημίζαμε άλλωστε και στις παρουσιάσεις μας στους πελάτες – τόσο τα φυλλάδιά μας όσο και οι διαφάνειες της εταιρείας δήλωναν ανοιχτά ότι είχαμε στην κατοχή μας τα προσωπικά δεδομένα περίπου 240 εκατομμυρίων Αμερικανών, στα οποία περιλαμβάνονταν και τα κατά μέσο όρο 570 σημεία δεδομένων ανά άτομο που είχαμε αντλήσει από το Facebook για πάνω από 30 εκατομμύρια ανθρώπους.

Γιατί να το διαφημίζουμε αν είχαμε αποκτήσει παράνομα τα εν λόγω δεδομένα; Δεν διαθέταμε ήδη αρκετά δεδομένα από άλλες πηγές ώστε να μπορούμε να επιτύχουμε σπουδαία αποτελέσματα ακόμα και χωρίς το Facebook;

Ήδη από το 2010 η περιβόητη πύλη Friends API είχε δώσει τη δυνατότητα σε εταιρείες όπως η SCL να εγκαταστήσουν στο Facebook τις δικές τους εφαρμογές με σκοπό να συλλέξουν τα δεδομένα των χρηστών της ιστοσελίδας αλλά και όλων των φίλων τους. Όλα αυτά μας ήταν ήδη γνωστά, οπότε πού ήταν το πρόβλημα; Κάθε φορά που οι χρήστες αποφάσιζαν να ανοίξουν μια εφαρμογή στο Facebook, έπρεπε να επιλέξουν ένα κουτί με τους «Όρους χρήσης» της. Κανένας τους βέβαια δεν έμπαινε ουσιαστικά στον κόπο να διαβάσει ότι, χρησιμοποιώντας την εν λόγω εφαρμογή, έδινε ταυτόχρονα τη συγκατάθεσή του να παραχωρήσει 570 σημεία δεδομένων για τον εαυτό τους, αλλά και 570 σημεία δεδομένων για τον καθέναν από τους φίλους τους. Εφόσον το άτομο έδινε τη συγκατάθεσή του, η συναλλαγή αυτή ήταν καθ’ όλα νόμιμη – οι όροι της συμφωνίας παρατίθεντο αναλυτικά για τους λίγους που ήταν διατεθειμένοι να κάτσουν να αποκωδικοποιήσουν τη νομική ορολογία. Οι περισσότεροι ωστόσο, στη βιασύνη τους να ανοίξουν το κουίζ ή το παιχνίδι της εκάστοτε εφαρμογής, παρέλειπαν να διαβάσουν τα όσα προέβλεπε η συμφωνία και παρέδιδαν εν αγνοία τους όλα τους τα δεδομένα. Το βασικότερο πρόβλημα ήταν ότι, μαζί με τα δικά τους, παραχωρούσαν και τα δεδομένα των φίλων τους, οι οποίοι δεν είχαν συγκατατεθεί νόμιμα σε κάτι τέτοιο.

Ήξερα ότι κάποια από τα δεδομένα που είχαμε συλλέξει από το Facebook προέρχονταν από τεστ προσωπικότητας, όπως την «Πυξίδα του Σεξ» και τον «Θαλάσσιο Ίππο της Μουσικής» (τα ο- ποία μάλιστα είχαμε δοκιμάσει και όλοι όσοι δουλεύαμε τότε στα γραφεία της εταιρείας στο Λονδίνο). Γνώριζα όμως επίσης ότι η Cambridge Analytica είχε σχεδιάσει και είχε αξιοποιήσει τις εφαρμογές αυτές στο Facebook πολύ πριν τις 30 Απριλίου 2015, όταν και η ιστοσελίδα απαγόρευσε την πρόσβαση τρίτων μερών στα δεδομένα των χρηστών της. Άλλωστε ήμουν κι εγώ ανάμεσα σε εκείνους που ο Άλεξ Τέιλερ είχε ενημερώσει την περασμένη άνοιξη για την κρίσιμη αυτή ημερομηνία. Ορμώμενη μάλιστα από αυτό το γεγονός, είχα κοσκινίσει μια λίστα με τα σύνολα δεδομένων του Facebook που θα παρέμεναν προς πώληση μέχρι τις 30 Απριλίου και είχα βοηθήσει τον Τέιλερ να εντοπίσει αυτά που μπορεί να φαίνονταν χρήσιμα στην Cambridge. Το άρθρο της Guardian υπαινισσόταν ότι ο δρ. Κόγκαν είχε συλλέξει τα συγκεκριμένα δεδομένα το 2013, πολλά χρόνια προτού επιβληθεί η απαγόρευση.