Θεατρο - Οπερα

Γιώργος Σκεύας: Επιστρέφω στην ιστορία του θεάτρου όπως ο ζωγράφος στην παράδοση

Μιλήσαμε με τον σκηνοθέτη με αφορμή τον «Αρχιμάστορα Σόλνες» του Ερρίκου Ίψεν

Βιολέτα Καμπουροπούλου
Βιολέτα Καμπουροπούλου
12’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Γιώργος Σκεύας: Επιστρέφω στην ιστορία του θεάτρου όπως ο ζωγράφος στην παράδοση
Γιώργος Σκεύας

Γιώργος Σκεύας: Ο «Αρχιμάστορας Σόλνες» του Ίψεν και η ελευθερία που αρχίζει τη στιγμή που ο άνθρωπος παύει να λέει ψέματα στον εαυτό του

Πλατεία Αγίου Γεωργίου, Κυψέλη. Η γειτονιά είναι ήσυχη, παρά το βράδυ Παρασκευής. Η πολυπόθητη συνέντευξη με τον σκηνοθέτη Γιώργο Σκεύα ορίστηκε σε αυτήν τη γειτονιά, για να μιλήσουμε για το νέο του σκηνοθετικό εγχείρημα, το έργο του Ερρίκου Ίψεν, «Αρχιμάστορας Σόλνες», στο θέατρο Οδού Κυκλάδων- Λευτέρης Βογιατζής. Ψηλός, επιβλητικός και ευδιάθετος, ο σκηνοθέτης, παρόλη την έντονη κίνηση της πόλης, έφτασε έγκαιρα στο ραντεβού. Κι έτσι, με αφορμή τη νέα του σκηνοθετική δουλειά, μιλήσαμε τόσο για το έργο, όσο και τη σχέση του με τη μουσική, τις παιδικές του μνήμες αλλά και την αρχή της καριέρας του. Η συζήτησή μας κύλησε όχι μόνο γύρω από το νέο έργο, αλλά και για τη σχέση του με τη μουσική, τις παιδικές του μνήμες και την προσωπική του οπτική για τον κόσμο ως δημιουργού.

Η παράσταση, σε σκηνοθεσία και σκηνογραφία Γιώργου Σκεύα και με μουσική της Σήμης Τσιλαλή, μοιάζει να αποτελεί οικογενειακή υπόθεση. Τα σκηνικά ταιριάζουν άριστα με τον χώρο: ένας γυάλινος, τετράγωνος θόλος στο κέντρο της σκηνής, τριαντάφυλλα κρεμασμένα από την οροφή και πολύχρωμο φως από τους προβολείς. Στον πρωταγωνιστικό ρόλο ο Άρης Λεμπεσόπουλος, που πλαισιώνεται από έναν θίασο αξιόλογων ηθοποιών. 

Γιώργος Σκεύας: Επιστρέφω στην ιστορία του θεάτρου όπως ο ζωγράφος στην παράδοση
«Αρχιμάστορας Σόλνες» του Ερρίκου Ίψεν © Πάτροκλος Σκαφιδάς

Αν δεν κάνω λάθος, ο «Αρχιμάστορας Σόλνες» είναι η 13η σκηνοθετική σας δουλειά από το 2016. Γυρίζοντας τον χρόνο πίσω, πότε και πού, βρίσκουμε να γεννιούνται τα πρώτα σας συναισθήματα για το θέατρο;
Εγώ ξεκίνησα από το σινεμά, και είναι αυτό που με γοήτευε από μικρός. Ο πατέρας μου, στο Λιανοκλάδι της Λαμίας, στη δεκαετία του ’70, αν και δεν ήταν αυτή η δουλειά του, άνοιξε ένα σινεμά. Δεν γνωρίζω το «γιατί» αποφάσισε να ανοίξει ένα σινεμά· είναι κάτι που ποτέ δεν τον ρώτησα. Είναι μια έκφραση που επαναλαμβάνεται και στο έργο Αρχιμάστορα Σόλνες: «Γιατί το έκανες; Νομίζω θα έπρεπε να τον ρωτήσω — γιατί το έκανες;», όσο προλαβαίνω ακόμα.

Αυτό με καθόρισε. Αγάπησα πολύ το σινεμά, και εκεί πρωτοείδα θέατρο. Θυμάμαι, είχε έρθει ένας θίασος που περιόδευε, και αυτό με σημάδεψε από μικρός. Θυμάμαι ακόμα και σήμερα κάποια στοιχεία από εκείνα τα σκηνικά.

Σε ποια ηλικία θυμάστε ότι είχατε αυτή την πρώτη ανάμνηση;
Ήμουν πολύ μικρός, τεσσάρων νομίζω. Είναι μια θολή μνήμη αλλά ταυτόχρονα πολύ έντονη. Έτσι, γοητεύτηκα από τον κινηματογράφο. Παλαιότερα, το θέατρο δεν με έλκυε τόσο πολύ. Οπότε πήγα να σπουδάσω κάτι άλλο, και έπειτα ακολούθησα μια άλλη πορεία.

Θα μπορούσα να ρωτήσω τι σπουδάσατε και πώς προέκυψαν οι πρώτες σπουδές;
Σπούδασα γεωφυσική, ήμουν θετικής κατεύθυνσης, και στην πορεία ακολούθησα κάτι άλλο. Δεν ήξερα τι μου άρεσε τότε. Μου άρεσε, για παράδειγμα, και η αρχιτεκτονική· μετά μου άρεσε και η γεωφυσική. Είχε μια γοητεία το να βοηθάς αρχαιολόγους να σκάψουν. Ήταν στις εποχές της δεκαετίας του ’80, που όλα ήταν πρώιμα με τους υπολογιστές και τη χρήση των σύγχρονων συστημάτων. Με γοήτευε όλο αυτό – αλλά κάπως ήρθε μια συγκυρία που με έφερε σ’ ένα τέλμα. Το ότι γνωρίστηκα με τη Σήμη – τη σημερινή σύζυγό μου – έπαιξε καθοριστικό ρόλο. Μου έλεγε: «Γιατί δεν κάνεις αυτό με το οποίο καταπιάνεσαι συνεχώς;».

Δεν ήμασταν ακόμα μαζί τότε – κάναμε απλά παρέα. Η ίδια είναι μουσικός και συνθέτης, και δουλεύουμε και μαζί στο θέατρο. Έχει κάνει και τον Σόλνες, αυτή την παράσταση δηλαδή. Οπότε σκέφτηκα: γιατί να μην ασχολούμαι πιο συστηματικά με αυτό που αγαπώ; Έτσι άρχισα να ασχολούμαι με τον κινηματογράφο πιο συστηματικά, και μέσα από αυτό ήρθε το θέατρο. Ο Λευτέρης (Βογιατζής) έψαχνε να ασχοληθεί με κάποιον σκηνοθετικά, και έτσι τον γνώρισα. Νομίζω ότι αγάπησα το θέατρο λόγω του Λευτέρη Βογιατζή.

Γιώργος Σκεύας: Επιστρέφω στην ιστορία του θεάτρου όπως ο ζωγράφος στην παράδοση
«Αρχιμάστορας Σόλνες» του Ερρίκου Ίψεν © Πάτροκλος Σκαφιδάς

Ένας άνθρωπος βρέθηκε στη ζωή σας και σας επηρέασε ως προς την σημερινή σας επαγγελματική κατεύθυνση. Αν δεν υπήρχε αυτός ο άνθρωπος, που πιστεύετε ότι θα βρισκόσασταν σήμερα επαγγελματικά; Τα ερεθίσματα που συλλέγουμε από τους γύρω μας, μας επηρεάζουν τελικά στις επιλογές της ζωή μας;
Πιστεύω ότι μερικές συναντήσεις είναι καθοριστικές – και πρωτίστως σε προσωπικό επίπεδο. Θέλω να πω ότι η Σήμη με έσπρωχνε προς αυτό. Μου έλεγε: «Το θέατρο είναι ένα σημείο που θα μπορούσες να βρεθείς, γιατί νιώθω ότι σου ταιριάζει». Όταν αυτό το ακούς από κάποιον που μετράει πολύ για σένα σε προσωπικό επίπεδο, και σέβεται αυτό που είσαι και ξέρεις ότι στο λέει με αγάπη, τότε το ακούς πραγματικά. Σε απασχολεί αυτό που σου λέει. Το πρακτικό όμως κομμάτι άρχισε να μπαίνει σε λειτουργία, αφού είδα πώς λειτουργεί ο μηχανισμός του θεάτρου στις πρόβες του Λευτέρη. Κακόμαθα και καλόμαθα μαζί του. Καλόμαθα, γιατί έζησα κάτι ιδιαίτερο και μοναδικό. Οδήγησε η συνεργασία μας σε μια φιλία και σε μια βαθιά συνεργασία. Από την άλλη, κακόμαθα, γιατί έτσι νόμιζα ότι γίνεται το θέατρο. Για μένα, θέατρο ήταν οι παραστάσεις του Λευτέρη Βογιατζή. Μέσω αυτής της οδού κινήθηκα.

Σας λείπει ο κινηματογράφος;
Μου λείπει πάρα πολύ, αν και δεν σταμάτησα ποτέ να ασχολούμαι. Δούλεψα πολύ στο Παρασκήνιο ως σκηνοθέτης (τηλεοπτική σειρά ντοκιμαντέρ της ΕΡΤ). Ο Λάκης Παπαστάθης είναι ένας άλλος άνθρωπος με τον οποίο συνδέθηκα βαθιά. Επίσης, επιμελήθηκα την έκθεση που έγινε στην Πειραιώς, στο Μουσείο Μπενάκη, μαζί με φίλους και συνοδοιπόρους σε όλη την ιστορία του Παρασκηνίου. Ήταν καθαρτική η περίοδος του Παρασκηνίου για μένα.

Τι κρατάτε από αυτό;
Πάνω από όλα, η ίδια η εμπειρία του να είσαι σε μια συνθήκη ελευθερίας για κάτι που προορίζεται για ένα δημόσιο κανάλι ήταν μοναδική. Ο Λάκης Παπαστράτης και ο Τάκης Χατζόπουλος προσέφεραν σε πάρα πολλούς, αλλά και σε μένα, τη δυνατότητα να δουλέψουμε και να ζήσουμε από αυτό, κάνοντας, με έναν τρόπο, πειράματα και δοκιμές. Θυμάμαι μου είπαν: «Τράβα το μόνος σου», και έτσι άρχισα να τραβάω μόνος μου.

Η εμπειρία του να είσαι σε μια συνθήκη ελευθερίας για κάτι που προορίζεται για ένα δημόσιο κανάλι ήταν μοναδική

Το Δημόσιο Θέατρο δίνει τελικά ελευθερία στους δημιουργούς του;
Είναι ενδιαφέρον αυτό που με ρωτάτε, γιατί είναι ένα από τα θέματα του καινούριου έργου που ετοιμάζω στην Εναλλακτική Σκηνή τον Γενάρη, έργο του Μαρκ Ρέιβενχιλ. Θέτει το ερώτημα: έχει τελικά νόημα το Δημόσιο να επιχορηγεί, να επεμβαίνει και να παρεμβαίνει με το άλλοθι ότι έχει δώσει τα χρήματα; Πόσο πραγματικά βοηθιέται η τέχνη; Είναι μια περίεργη ισορροπία αυτή που συμβαίνει μέσα στο πεδίο των τεχνών και την κρατική «βοήθεια».

Προσωπικά πώς εισπράττετε την εμπειρία όλων αυτών των χρόνων; Νιώθετε ότι όλα αυτά τα χρόνια είχατε την ελευθερία να δημιουργήσετε παρόλο που ήταν δημόσια η βοήθεια; Σήμερα αλλάζει όλο αυτό;
Νομίζω ότι βρίσκεται όλο αυτό σε μια φάση τεράστιας μετάβασης. Σε κάτι που δεν γνωρίζουμε. Σήμερα, τα πράγματα δυσκολεύουν δραστικά.

Γιώργος Σκεύας: Επιστρέφω στην ιστορία του θεάτρου όπως ο ζωγράφος στην παράδοση
«Αρχιμάστορας Σόλνες» του Ερρίκου Ίψεν © Πάτροκλος Σκαφιδάς

Δυσκολεύουν δραστικά, όσον αφορά την ελευθερία επιλογής του έργου ή όσον αφορά την ελευθερία στην απόδοσή του;
Θεωρώ ως προς όλα. Νιώθω διαρκώς μια πίεση που αυξάνεται, ως προς το να «έχεις μια επιλογή». Πολλές φορές δεν είναι εύκολο ούτε καν «να φτάσεις στην επιλογή». Για να φτάσεις στο σημείο να διαλέξεις πρέπει να «μπορείς» να διαλέξεις. Αυτό γίνεται όλο ένα και δυσκολότερο. Πρώτον είναι δύσκολο να μπορείς να κάνεις μια δουλειά. Δεύτερον, είναι δύσκολο το να διαλέξεις τι θα ήθελες να κάνεις και τρίτον είναι δύσκολο το να μπορείς να το κάνεις με μια υποστήριξη. Υπήρξαν εποχές κατά τις οποίες το θέατρο είχε ενισχυθεί, και αυτό απέδωσε σημαντικό έργο στον κόσμο. Στις δεκαετίες του ’80 και του ’90, θεωρώ ότι κάτι σημαντικό συνέβη για το θέατρο. Υπήρξαν ομάδες που στηρίχθηκαν όσο γινόταν από την πολιτεία, και το θέατρο του Λευτέρη έπαιρνε ένα είδος επιχορήγησης, όπως και άλλα θέατρα που έκαναν σπουδαία δουλειά. Σήμερα, όμως, το τοπίο φαίνεται κάπως διαφορετικό. Νιώθει κανείς όλο και περισσότερο μόνος σε όλη αυτή την ιστορία που λέγεται «κάνω θέατρο», «κάνω σινεμά», «κάνω τέχνη». Αισθάνομαι ότι όλο αυτό, γίνεται δυσκολότερο και πιο πιεσμένο.

Μετά από όλα αυτά τα χρόνια της πορείας σας, πώς θα συστηνόσασταν σε κάποιον που δεν σας γνωρίζει;
Είμαι κάποιος που προσπαθεί να έχει την δυνατότητα να δημιουργήσει είτε στο πεδίο του θεάτρου, είτε στο πεδίο του κινηματογράφου. Μ' έχει απασχολήσει πολύ το ντοκιμαντέρ και η μυθοπλασία και ο συνδυασμός τους. Δεν νιώθω ότι έχω φύγει από όλο αυτό, παρόλο που κάνω πολύ περισσότερο θέατρο. Πάντα βρισκόμουν ανάμεσα στον κινηματογράφο και το θέατρο. Μου αρέσουν και οι κινηματογραφικοί κωδικοί και στο θέατρο.

Η τέχνη αποτελεί μέρος της κοινωνίας και, με τον τρόπο της, μπορεί να επηρεάσει τον τρόπο που η κοινή γνώμη ακούει και βλέπει τα πράγματα. Ταυτίζεστε με αυτή την άποψη; Ποια μηνύματα επιθυμείτε να μεταδώσετε στο κοινό σας;
Το «τι» θα ήθελα να περάσω στο κοινό, δεν μπορώ να το προσδιορίσω με ακρίβεια. Θέλω, όταν επιλέγω κάτι, να μπορεί να μεταδοθεί στο κοινό ένα αίσθημα. Να μπορεί, να επικοινωνήσει αυτό που συμβαίνει στη σκηνή. Αυτό είναι μέγα ζητούμενο, γιατί αυτή είναι και η λειτουργία της τέχνης, και συγκεκριμένα του θεάτρου. Το θέατρο είναι η μορφή τέχνης που γεννιέται και πεθαίνει την ίδια στιγμή και έχει μια μοναδικότητα· καμία παράσταση δεν είναι ίδια με την άλλη. Αυτό το «ζωντανό» στοιχείο είναι που του επιτρέπει να αντέξει σε ένα δύσκολο μέλλον που έρχεται.

Πώς βλέπετε το μέλλον σήμερα;
Αυτά που διαβάζαμε στη λογοτεχνία και βλέπαμε να συμβαίνουν στις ταινίες αλλά και τα ορίζαμε ως επιστημονική φαντασία είναι δίπλα μας πλέον και μας έχουν κατακλίσει. Το λέω με χιούμορ και τρόμο μαζί.

Τι μας συμβαίνει σήμερα και τι μπορούμε να κάνουμε γι’ αυτό;
Πάμε προς κάτι το οποίο αφορά ένα είδος κατάργησης πολλών πραγμάτων που θεωρούσαμε ότι ορίζουν την ύπαρξη μας. Είμαστε οντότητες σε αυτή τη γη, και κάποιες αξίες που είχαμε ο καθένας ξεχωριστά, από γενιά σε γενιά, αλλά και οι μελλοντικές αξίες, αντιμετωπίζουν ένα είδος επιβολής - τουλάχιστον έτσι το αισθάνομαι. Αν ανοίξει κανείς τα μάτια του και τα αυτιά του, βλέπει αν θέλει να δει, γιατί δεν είναι αυτονόητο. Ακούει, αν θέλει να ακούσει. Το να προσπαθείς να κάνεις αυτό που έχεις διαλέξει, είναι εξ ορισμού μια μορφή αντίστασης. Το να προσπαθείς, είναι σημαντικό και είναι το μόνο που μπορεί, να κάνει κανείς. Να ανθίσταται και να αντιστέκεται σε κάτι, προσπαθώντας να εξασφαλίζει μια λειτουργία μέσα στο πεδίο του. Αυτό δεν είναι καθόλου θεωρητικό και είναι μια επιτακτική ανάγκη αυτής της στιγμής.

Το να προσπαθείς να κάνεις αυτό που έχεις διαλέξει, είναι εξ ορισμού μια μορφή αντίστασης

Το προηγούμενο έργο σας ήταν η «Ράβδος», σήμερα ο «Αρχιμάστορας Σόλνες». Με ποια κριτήρια επιλέγετε τα έργα που σκηνοθετείτε;
Η «Ράβδος» ήταν ένα έργο που το αγάπησα πολύ από την πρώτη στιγμή που το διάβασα. Αγαπώ να διαβάζω θέατρο και το τι συμβαίνει σήμερα στο Θέατρο. Είναι δύσκολο να βρεθούν κείμενα που να σε κάνουν να θέλεις να ασχοληθείς μαζί τους. Θεωρώ ότι, ναι μεν υπάρχουν πολλά κείμενα, λίγα όμως είναι αυτά με τα οποία θα άξιζε τον κόπο να ασχοληθεί κανείς.

Γιώργος Σκεύας: Επιστρέφω στην ιστορία του θεάτρου όπως ο ζωγράφος στην παράδοση
«Αρχιμάστορας Σόλνες» του Ερρίκου Ίψεν © Πάτροκλος Σκαφιδάς

Τα τελευταία σας έργα ανήκουν σε ξένους συγγραφείς. Θεωρείτε ότι τα ξένα έργα σας εκφράζουν περισσότερο από τα ελληνικά;
Όχι, αγαπώ πολύ και τα ελληνικά έργα. Έχω κάνει την «Επαρχία» του Βιρβιδάκη και μάλιστα με έναν τρόπο που προκάλεσα το ίδιο το έργο. Είπα στον Βιρβιδάκη ότι θέλω να γράψει ένα έργο ώστε να συνεργαστούμε.

Πώς επιλέξατε να σκηνοθετήσετε τον «Αρχιμάστορα Σόλνες»; Πώς δουλέψατε πάνω στο κείμενο του Ίψεν;
Έχει να κάνει με το ζήτημα του Ίψεν, που με απασχολεί πολύ. Διαβάζω θέατρο διαρκώς, εστιάζοντας στα κλασικά κείμενα. Επιστρέφω συνεχώς στην ιστορία του θεάτρου, και αυτό έχει τεράστια σημασία. Όπως ένας ζωγράφος επιστρέφει στην παράδοση, έτσι και για κάποιον που κάνει θέατρο είναι σημαντικό να διαβάζει πολύ θέατρο. Πριν από δέκα χρόνια είχα σκηνοθετήσει το «Κουκλόσπιτο» εδώ, στο Θέατρο Κυκλάδων. Δέκα χρόνια μετά ήρθε ο «Αρχιμάστορας Σόλνες», ένα έργο που είχα πρωτοδιαβάσει και το είχα πολύ στο μυαλό μου. Έχει σημασία ότι το σκεφτόμουν πολύ αυτό το έργο, όπως και ότι σκεφτόμουν τον Άρη Λεμπεσόπουλο για τον ρόλο του πρωταγωνιστή. Είναι σημαντικό για μένα να έχω βρει τον κατάλληλο πρωταγωνιστή.

Μπορώ όμως να πω ότι με γοητεύει ο κόσμος του Ίψεν. Αυτό που μου έδωσε το έργο στην αυθεντική του μορφή με βοήθησε να μετακινηθώ, γιατί η παράσταση είναι διασκευή. Η διασκευή αυτή δημιουργήθηκε σιγά σιγά· τη δούλεψα πολύ καιρό και είναι πιστή στο πνεύμα του έργου. Έχω παρέμβει σε μερικά σημεία που θεωρούσα ότι χρειάζονταν ανάδειξη. Όταν κάποιος ασχολείται με έργο του Ίψεν, θέλει ή δεν θέλει παίρνει θέση στον κόσμο που ανοίγεται μέσα από αυτό.

Ποιες είναι οι βασικές αλλαγές που κάνατε στο κείμενο του Ίψεν στη δική σας διασκευή;
Έκανα μια σκηνοθετική επιλογή η οποία είναι οποία είναι σαφής: ο ρόλος της Χίλντα μοιράζεται σε δύο ηθοποιούς, και πρόκειται για μια επιλογή καθοριστικής φύσεως. Επίσης κατήργησα ένα πρόσωπο και ενίσχυσα σημαντικά την παρουσία του γιατρού. Μ’ ενδιέφερε πολύ το πρόσωπο του γιατρού. Γιατί το πρόσωπο αυτό διατρέχει υπόγεια όλη τη φύση του υλικού αυτού και δούλεψα δραματουργικά προς αυτήν την κατεύθυνση και την διασκευή. Πολλά πράγματα εμπνεύστηκα από το πρόσωπο του Άρη Κωνσταντινίδη. Είναι ένας αρχιτέκτονας που θαυμάζω πολύ. Το έργο του είναι συνδεδεμένο με ένα τρόπο με μνήμες παιδικές και μια αίσθηση ιδιαίτερη. Κατάλαβα ότι ένα κτήριο μπορεί να έχει και μια άλλη λειτουργία πέρα από αυτή που φαντάζεται κανείς μέσω του Κωνσταντινίδη. Τα ξενοδοχεία Ξενία για παράδειγμα είναι ταυτισμένα με το καλοκαίρι μου, με κάποιον τρόπο. Έχω υιοθετήσει μάλιστα κάποιες εκφράσεις του αρχιτέκτονα μέσα στη διασκευή του κειμένου.

Τον Άρη Λεμπεσόπουλο τον είδαμε σε πρωταγωνιστικό ρόλο τόσο στη «Ράβδο» όσο και στο έργο σας που ανεβαίνει τώρα, τον «Σόλνες». Θεωρείτε ότι αυτός ο ηθοποιός εμπνέει τα έργα σας και έχει ταυτιστεί με τη δουλειά σας; Ποια είναι τα κριτήρια με τα οποία επιλέγετε έναν πρωταγωνιστή;
Είναι η τρίτη φορά που συνεργαζόμαστε με τον Άρη Λεμπεσόπουλο. Από την στιγμή που έχεις ένα έργο μπροστά σου και είναι από αυτά που θα ήθελες να κάνεις, αναζητάς κάποιους ηθοποιούς. Με τον Άρη υπάρχει ένας κώδικας που καλλιεργήθηκε μέσα από τη δουλειά, αλλά και μια βαθιά συνεννόηση.

Το έργο χαρακτηρίζεται ως φιλοσοφικό δράμα, που μιλά για το πώς τα όνειρα πλάθουν την πραγματικότητα και για το τίμημα της ανόδου αλλά και της πτώσης. Αλήθεια, ονειρευόμαστε σήμερα;
Το όνειρο είναι μια λειτουργία στην οποία πιστεύω βαθιά. Έχει πολλές έννοιες. Πιστεύω στη μαγεία των ονείρων, γιατί στο όνειρο βιώνεις κάτι· στη φαντασία δεν το βιώνεις με τον ίδιο τρόπο. Μπορεί να κοιμάσαι μέσα σε ένα όνειρο και να νιώθεις ελευθερία. Εκεί όλα είναι απρόβλεπτα και δεν υπάρχουν αναστολές, ή γίνονται πράγματα που στην κανονική ζωή δεν θα μπορούσαν ποτέ να συμβούν.

Αυτή η ελευθερία της περιοχής του ονείρου είναι υπέροχη, αλλά μπορεί να είναι και εφιαλτική· είναι σχεδόν σωματική εμπειρία. Το να ονειρεύομαι όμως -η έννοια της λέξης με το μέλλον και το πώς μπορώ να λειτουργήσω σε μια συνθήκη- είναι σπουδαίο.

Γιώργος Σκεύας: Επιστρέφω στην ιστορία του θεάτρου όπως ο ζωγράφος στην παράδοση
«Αρχιμάστορας Σόλνες» του Ερρίκου Ίψεν © Πάτροκλος Σκαφιδάς

Ποια ήταν η μεγαλύτερη πρόκληση του έργου;

Όλο είναι μια τεράστια πρόκληση, είναι μια βουτιά. Η βουτιά είναι πολύ επικίνδυνο πράγμα, αλλά ταυτόχρονα είναι μια απελευθερωτική λειτουργία.

Υπάρχει κοινό στοιχείο μεταξύ των έργων που επιλέγετε να σκηνοθετείτε; Στην προκειμένη περίπτωση, μεταξύ της «Ράβδου» και του «Αρχιμάστορα Σόλνες»;
Όλο το υλικό έχει μια βαθύτερη σύνδεση, την οποία προσωπικά εντοπίζω. Διαλέγω έργα, που στην ουσία κινούνται στο πεδίο που με απασχολεί τη συγκεκριμένη περίοδο. Οπότε, υπάρχει και κάποια συνέχεια μεταξύ των έργων. Υπάρχει μια ιδιαίτερη δόνηση στις παραστάσεις, και ελπίζω ότι αυτή παράγεται. Είναι δύο παραστάσεις διαφορετικές ως προς το πρωτογενές υλικό. Στην επιφάνεια φαίνονται διαφορετικές, αλλά από κάτω υπάρχει σύνδεση.

Είναι τα κτήρια, μνήμες;
Απόλυτα. Ο χώρος και η έννοια του και αυτό συμπαρασύρει η έννοια του χώρου είναι καθοριστική Ο χώρος έχει ένα ιδιαίτερο και περίεργο αποτύπωμα Μπαίνουμε σε κάτι βρισκόμαστε σε κάτι και αυτό δημιουργεί ερεθίσματα και ξυπνά μνήμες, κρύβει πράγματα ανοίγει άλλα πράγματα μέσα μας. Ο χώρος είναι καθοριστικός κα έχει να κάνει και με το ίδιο το θέατρο. Το ότι κάνω το έργο και το σκηνογραφώ κιόλας στο θέατρο Κυκλάδων, κάτι σημαίνει. Ο χώρος είναι καθοριστικός για μένα. Άλλωστε, αγαπώ το θέατρο Κυκλάδων. Είναι ένα ιδιαίτερο θέατρο, έχω μνήμες πολύτιμες είναι βίωμα και κάθε φορά που είμαι στων Κυκλάδων είναι σημαντικό.

Η οικειότητά βοηθά στην απόδοση του έργου;
Δεν ξέρω αν βοηθά η οικειότητα, ξέρω ότι είσαι σε ένα χώρο που μπορείς να τον ακουμπήσεις και να βρεθείς εκεί μέσα. Η ενέργεια του είναι κάπως σπίτι μου εκεί και όλα αυτά καθορίζουν την παρουσία και την απουσία του Λευτέρη Βογιατζή.

Μιλήστε μου για τα φώτα, τον ήχο και τη μουσική της παράστασης
Δίνω ιδιαίτερη βαρύτητα στο φως, αλλά και στη μουσική. Δουλεύοντας μαζί με την Σήμη Τσιλάλη πάνω στον Σόλνες και παρακολουθώντας το υλικό έτσι όπως εξελισσόταν, πηγαίναμε προς μια κατεύθυνση, μαζί. Ένα πράγμα που έρχεται από μέσα.

Επηρεάζεται το έργο σας από το γεγονός ότι είστε ζευγάρι;
Προσωπικά το βλέπω ότι είναι θετικό όλο, έτσι όπως το βιώνω. Ο καθένας έχει τον τρόπο του και τον χώρο του και συναντιόμαστε σε μια περιοχή. Και αν το βρίσκεις αυτό δεν το αφήνεις.

Η σύνδεση όμως είναι συνεχής με την Σήμη Τσιλαλή. Είστε μαζί στη δουλειά αλλά και στο σπίτι. Οι ρόλοι σας αλλάζουν ή παραμένουν οι ίδιοι; Αφήνετε το έργο στην άκρη όταν μπαίνετέ στο σπίτι;
Είναι μια ζύμωση που γίνεται αβίαστα και αυτό έχει ενδιαφέρον. Ο καθένα είναι αυστηρός με τον εαυτό του και απέναντι στον άλλο. Ακούει ο ένας τον άλλο. Το νιώθω αυτό, να συμβαίνει. Είναι πολύτιμο να μπορείς να πεις, πραγματικά στον άλλο αυτό που αισθάνεσαι και είναι κάτι που κατακτιέται μέσα στο χρόνο. Αλλά, θεωρώ ότι είναι μεγάλη τύχη όταν συμβαίνει. Και δεν είναι εύκολο να συμβούν αυτά τα πράγματα όπως ξέρουμε.

Είναι αποτέλεσμα της σχέσης που έχετε μεταξύ σας, η δουλειά αυτή;
Εξορισμού συμβαίνει αυτό όταν συνεργαζόμαστε. Όταν συνεργάζεσαι με τους άλλους, συμβαίνει μια περίεργη ώσμωση και αυτό είναι κάτι μαγικό.

Ποια θεωρείται ότι είναι η πιο δυνατή στιγμή της παράστασης;
Δεν μπορώ να απαντήσω σε αυτή την ερώτηση, γιατί δεν μπορώ να το κρίνω. Εγώ από τη θέση μου, ελπίζω να είναι πολλές οι δυνατές στιγμές για το κοινό. Εγώ ως θεατής επίσης δεν μπορώ να μιλήσω, γιατί είναι πολύ δύσκολο να πάρω απόσταση από το έργο. Πολλές φορές, μπορεί να τελειώσει ένα έργο και μετά από πολύ καιρό, να νιώσεις ότι «δεν το έκανες» το έργο αυτό. Είναι κάτι άλλο και έχεις μια απόσταση. Αλλά χρειάζεται γι αυτό χρόνος.

Ως θεατής, ποια φράση ή πρόταση κρατάτε για εσάς προσωπικά, μέσα από αυτή την παράσταση;
Θα έλεγα είναι ένα κομμάτι που έχει σχέση με το ότι πολλές φορές μπορεί «να εύχεσαι κάτι μέσα σου, να το επιθυμείς τόσο βαθιά να το θέλεις τόσο πολύ και αυτό να συμβαίνει». Το οποίο συνδυάζεται και με κάτι που αφορά τον Κωνσταντινίδη, η αγωνία της δημιουργίας. Ότι χωρίς την αγωνία δεν μπορεί να δημιουργήσεις. Η αγωνία είναι μέρος της διαδικασίας της λειτουργίας αυτής. Μέσα από αυτό προσπαθείς να πορευτείς και να υπάρξεις.

Ποιος είναι ο αγαπημένος σας θεατρικός συγγραφέας;
Αγαπώ πολλούς συγγραφείς και δεν έχω έναν μόνο αγαπημένο. Αγαπώ τόσο παλαιότερους όσο και νεότερους. Διαβάζω συνεχώς τον Ίψεν, τον Αντόν Παύλοβιτς Τσέχοφ, τον Ουίλλιαμ Σαίξπηρ, καθώς και τους αρχαίους κλασικούς. Για τη λογοτεχνία μπορώ να μιλήσω πιο εύκολα. Ένα από τα αγαπημένα μου έργα είναι το «Μόμπι-Ντικ» του Χέρμαν Μέλβιλ και «Οι Αδελφοί Καραμάζοφ» του Φιοντόρ Μιχαήλοβιτς Ντοστογιέφσκι.

Τι μουσική ακούτε σπίτι;
Ζω σ ‘ένα σπίτι που τα παιδιά μας παίζουν μουσική. Ό ένας είναι βιολονίστας ο άλλος είναι βιολοντσελίστας και η μητέρα τους πιανίστρια, συνθέτρια και δασκάλα μουσικής, οπότε είμαι ο μόνος στο σπίτι που δεν διαβάζει παρτιτούρα.

Θα γίνει κάποιος σκηνοθέτης;
(σ.σ. γέλια) Δεν ξέρω.

Τι θα θέλατε μελλοντικά από την ζωή σας στο επαγγελματικά και τι προσωπικά;
Προσωπικά θα ήθελα να εξακολουθώ να έχω αυτή την αγάπη που έχω την μεγάλη τύχη να βιώνω, μέσα στον στενό πυρήνα της οικογένειας μου και υγεία. Επαγγελματικά δεν το σκέφτομαι. Θα μπορούσα να πω γενικότερα, να μπορώ να δουλεύω και να μπορώ να δουλεύω μέσα σε ένα πλαίσιο που κάθε φορά μου δίνει την δυνατότητα να κάνω αυτό που γεννιέται ως επιθυμία να κάνω.

INFO
«Αρχιμάστορας Σόλνες» του Χένρικ Ίψεν Σύγχρονο
Διάρκεια: '

<p><span>Ένα ψυχολογικό και φιλοσοφικό δράμα για το πώς τα όνειρα, η μνήμη και η ενοχή πλάθουν την πραγματικότητα</span></p>

  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Γιώργος Σκεύας
  • ΗΘΟΠΟΙΟΙ: Άρης Λεμπεσόπουλους, Άγγελος Μπούρας, Νικολίτσα Ντριζη, Γιάννης Εγγλέζος, Γιούλη Γεωργακοπούλου, Ιωάννα Καλλιτσαντζή, Λουίζα Παυλάκη
  • ΘΕΑΤΡΟ: Θέατρο Οδού Κυκλάδων "Λευτέρης Βογιατζής"
Δες αναλυτικά

ΕΓΓΡΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER ΜΑΣ

Tα καλύτερα άρθρα της ημέρας έρχονται στο mail σου

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

ΔΙΑΒΑΖΟΝΤΑΙ ΠΑΝΤΑ

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Έχετε δει 20 από 200 άρθρα.

// EMPTY