Θεατρο - Οπερα

Αγρυπνία: Ένα ανατρεπτικό για τη σύγχρονη ελληνική ταυτότητα έργο

Το έργο του Δημήτρη Δημητριάδη είναι ένα πραγματικό βέβηλο δώρο στη θεατρική Αθήνα. Ο Αντώνης Καλογρίδης σεβάστηκε στον μέγιστο δυνατό βαθμό το ανατρεπτικό για τη σύγχρονη ελληνική ταυτότητα πνεύμα της

dimitris_tsatsoylis.jpg
Δημήτρης Τσατσούλης
ΤΕΥΧΟΣ 911
6’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Αγρυπνία: Ένα ανατρεπτικό για τη σύγχρονη ελληνική ταυτότητα έργο
© Panos Giannakopoulos

«Αγρυπνία» σε σκηνοθεσία Αντώνη Καλογρίδη: Κριτική για την παράσταση στο Θέατρο Συγγρού 33

Ένας έφηβος διακρίνει φευγαλέα έναν άλλο ημίγυμνο έφηβο μέσα από ένα παράθυρο, καθώς εκείνος δουλεύει το ξύλο. Τα βλέμματά τους διασταυρώνονται. Εκείνος λιποθυμάει. Έκτοτε, ο Λίνος βάζει σκοπό της ζωής του να ξαναβρεί εκείνο το αγόρι. Στο ίδιο μέρος χωρίς αποτέλεσμα, στη συνέχεια σε άλλα αδιανόητα μέρη, όπως το αμαρτωλό «Μάστερ Τάουερ», όπου –επιβεβαιώνοντας το ένστικτο του Λίνου– θα αποδειχτεί ότι ο Φειδίας βρίσκεται πράγματι εκεί κρυμμένος από τον πατέρα του λόγω μιας ιδιαιτερότητας που προκαλεί τη χλεύη των άλλων.

Όπως και σε άλλα έργα του, ο Δημήτρης Δημητριάδης χρησιμοποιεί ένα φαινομενικά ομοερωτικό μοτίβο ως κινητήριο μοχλό για να πραγματευτεί ποικίλα θέματα, όπως εδώ τη μόνιμα υφέρπουσα σύγκρουση που ενυπάρχει ως συστατικό στη σύγχρονη ελληνική ταυτότητα: μεταξύ του αρχαιοελληνικού πνεύματος και της ορθοδοξίας, δύο αντιθετικά στοιχεία που η δημιουργία του νεοελληνικού έθνους κράτους όφειλε στον εαυτό του και στους Δυτικούς προστάτες του να συγκεράσει. Έτσι, στο έργο του «Αγρυπνία» (πρωτότυπος τίτλος «Τα δώρα της νύχτας», Νεφέλη, 2019) οι δύο αυτές όψεις της σύγχρονης ελληνικότητας εκπροσωπούνται από τις ακραίες περιπτώσεις αφενός του θεοσεβούμενου θεολόγου Ευσέβιου Νύσση, πατέρα του Λίνου και, αφετέρου, του ιδιοκτήτη του πύργου της ακολασίας, δολοφόνου και αδίστακτου εκμεταλλευτή Αυγουστίνου Ρόδη, ο οποίος έχει στη δούλεψή του τον Πέτρο Συμεωνίδη, πατέρα του Φειδία. Δύο ονόματα που κλείνουν περιπαικτικά το μάτι στα διακειμενικά τους πρότυπα και σε όσα αυτά, θεολογικά και φιλοσοφικά, πρέσβευαν (τον Γρηγόριο Νύσσης και τον Άγιο Αυγουστίνο).

«Αγρυπνία» στο Θέατρο Συγγρού 33
© Panos Giannakopoulos

Τι είναι όμως αυτό που συγκλόνισε τον Λίνο όταν αντίκρισε τον Φειδία; Δεν είναι άλλο από αυτό που ψάχνει, αρνούμενος ακόμη και την Ντέα, μια χορεύτρια του «Μάστερ Τάουερ» που εγκυμονεί το παιδί του. Την αλήθεια. Είναι η εφηβική του αγνότητα που του επιτρέπει να δει «μέσα» στον Φειδία την απόλυτη ομορφιά του αρχαιοελληνικού πνεύματος. Διότι, αυτό που αποτελεί αιτία χλεύης του Φειδία είναι το ότι, από την παιδική του ηλικία, διατείνεται ότι είναι ο αρχαίος γλύπτης Φειδίας και ότι φέρει μέσα του το χρυσελεφάντινο άγαλμα του Ολυμπίου Διός που δημιούργησε, και μάλιστα το περιγράφει επακριβώς, ενώ είναι αδύνατον να έχει τη συγκριμένη γνώση ένα μικρό παιδί. Εξού και αποκτά το προσωνύμιο «Φειδίας», καθώς το πραγματικό του όνομα είναι Λένος. Άλλωστε, κατά μία ετυμολογία, [Έ]λενος σημαίνει το αντικείμενο που φέρει ιερά σκεύη κατά τα ελενηφόρια. Δηλαδή, ο φέρων κάτι το ιερό. Αυτό, λοιπόν, το υπερφυσικό, του οποίου την ύπαρξη οι άλλοι αδυνατούν να «δουν», να δεχθούν, ο Λίνος θα συναισθανθεί, θα «ερωτευθεί». Τη χαμένη αρχαιοελληνική «ποιότητα» και πνεύμα που κρύβεται πίσω από το εξωτερικό κάλος του νέου.

Άλλωστε, ο Δημητριάδης έχει γράψει: «Όσοι δεν προσπαθούμε να γίνουμε Έλληνες, ούτε είμαστε ούτε θα γίνουμε ποτέ Έλληνες». Εννοώντας φυσικά ότι η ισχύουσα τάξη πραγμάτων, τα στερεότυπα, η τουριστικής αντίληψης αρχαιολατρία, αλλά και η επικρατούσα σήψη, το κέρδος ή οι παρωπίδες των «ευλαβών» θρησκευόμενων οδηγούν στην αδυναμία αναγνώρισης του «ωραίου» με την έννοια του καλού, του αποκαλυψιακού, του αυθεντικού νοήματος. Αυτών που θα μας επέτρεπαν να θεωρούμαστε, πράγματι, απόγονοι του Αρχαίων Ελλήνων.

«Αγρυπνία» στο Θέατρο Συγγρού 33
© Panos Giannakopoulos

Η απρόσμενη συνεύρεση όλων των προσώπων θα φέρει αντιμέτωπους εκείνους που πιστεύουν ότι ο Φειδίας φέρει μέσα του το άγαλμα και του ζητούν επιτακτικά να το φανερώσει (όπως ο Αυγουστίνος Ρόδης) και εκείνους που αρνούνται μια τέτοια πιθανότητα, καθ’ ότι βέβηλη για τη χριστιανική πίστη, όπως ο Ευσέβιος : «[…] αυτό το άγαλμα δεν υπάρχει πια, εμείς το σπάσαμε πολλούς αιώνες πριν, ω Θεοδόσιε, εμείς το διαμελίσαμε…», υπενθυμίζοντας τη βιαιότητα αποκαθήλωσης της αρχαιοελληνικής θρησκείας από τον χριστιανισμό.

Αν, ωστόσο, ο Ρόδης επιμένει να δει το άγαλμα, δεν είναι άλλος ο λόγος παρά για να το οικειοποιηθεί, να το εκμεταλλευτεί, βλέποντας σε αυτό (όπως και η σύγχρονη πρακτική) ένα προσοδοφόρο αντικείμενο. Άλλωστε, στην έντονη αντιπαράθεσή του με τον Ευσέβιο θα επισημάνει τη στενή τους συνεργασία, αποκαλύπτοντας τον ανόσιο συγκερασμό των δύο κοσμοθεωριών τους, αλλά σε ένα άλλο πλέον επίπεδο.

«Αγρυπνία» στο Θέατρο Συγγρού 33
© Panos Giannakopoulos

Όταν ο Λένος-Φειδίας αποκαλύψει το άγαλμα που φέρει μέσα του, ο Ρόδης πράγματι θα το οικειοποιηθεί, έχοντας πριν προστάξει τον πατέρα του, Πέτρο, να τον δολοφονήσει ώστε να εκλείψει ο πραγματικός, αγνός φορέας του. Μια θυσία εφήβου που παραπέμπει σε πλείστα αρχαιοελληνικά διακείμενα θυσιών νέων, προκειμένου να πραγματωθεί ο κερδοσκοπικός στόχος. Η δολοφονία του Φειδία θα οδηγήσει τον απεγνωσμένο Λίνο να ριχθεί οικειοθελώς βορά στα σκυλιά της αστυνομίας, η οποία έχει περικυκλώσει τον χώρο. Το κατακρεουργημένο σώμα του θα φέρει στο σπίτι ο Ευσέβιος, ως ένας άλλος Θησέας που έστειλε τον γιο του Ιππόλυτο στον όλεθρο γιατί δεν τον πίστεψε. Έτσι ο Λίνος θα δικαιώσει το αρχαιοελληνικό του πρότυπο, τον Λίνο, γιο του Απόλλωνα και της Ψαμάθης, που, σύμφωνα με μια μυθολογική εκδοχή, κατασπαράχθηκε από τσοπανόσκυλα. 

Το πολυπρισματικό, τολμηρό και πολυεπίπεδο ιδεολογικά, αλλά σύμφωνο με την κοσμοθεωρία του Δημητριάδη έργο, θα φέρει επί σκηνής του νεοσύστατου θεάτρου του στη Λεωφόρο Συγγρού ο Αντώνης Καλογρίδης. Τον ανόσιο συγκερασμό του «Πύργου της Κολάσεως» που διευθύνει ο Ρόδης με τον οίκο του Ευσέβιου θα τον αποδώσει σκηνογραφικά ο ίδιος ο σκηνοθέτης με τον Βαγγέλη Τάκο με ευφυή τρόπο: μετατρέπει το θέατρο, ήδη από την είσοδό του, σε «Μάστερ Τάουερ», με το μαύρο χρώμα και το ημίφως να κυριαρχούν, εγκιβωτίζοντας ασφυκτικά τον χώρο του Ευσέβιου. Μια τετράγωνη ημιδιαφανής κατασκευή υποκρύπτει-φανερώνει λειτουργικά στοιχεία, όπως το διαμορφωμένο σε Πανάγιο Τάφο δωμάτιο του Λίνου, όπου οι γονείς του προσεύχονται με αναμμένα κεριά για τη σωτηρία του, ενώ άλλοτε γίνεται υποδοχέας περίτεχνων βιντεοπροβολών του Κάρολου Πορφύρη, που δημιουργούν, μεταξύ άλλων, την εντυπωσιακή εμφάνιση του αγάλματος.

«Αγρυπνία» στο Θέατρο Συγγρού 33
© Panos Giannakopoulos

Η πρωτότυπη μουσική του Κωνσταντίνου Βήτα άλλοτε δημιουργεί λανθάνοντες εκκλησιαστικούς ήχους και άλλοτε αφήνει να εισβάλουν οι έντονοι ήχοι του κλαμπ, ενώ συχνά επεμβαίνει ως ομοβροντία θεϊκής καταγωγής.

Τα κοστούμια της Λένας Κατσανίδου είναι απόλυτα ενδεικτικά των προσώπων, είτε πρόκειται για το μαύρο ράσο του Ευσέβιου, το κιτσάτο κοστούμι του Ρόδη ή τα προκλητικά ρούχα της Ντέας και τα σύγχρονα ρούχα των νέων.

Ομολογουμένως, κυρίαρχος της σκηνής, αεικίνητος, εντυπωσιακά αμετροεπής και γλοιώδης στον ρόλο του Ρόδη, με ευρηματική κινησιολογία στη σύλληψη και την υλοποίηση, με εντυπωσιακές τονικές εναλλαγές στη φωνή, ο Ντένης Μακρής δίνει ένα πραγματικό ρεσιτάλ υποκριτικής, εντυπωσιακός όσο ποτέ άλλοτε, αποκαλύπτοντας νέες προεκτάσεις του υποκριτικού του οπλοστασίου.

Δίπλα και γύρω του, επιβλητικός ως αντίπαλο δέος ο Τάκης Σακελλαρίου ως Ευσέβιος, μετρημένη και με ιδιαίτερη ευαισθησία στο τραγούδι στον ρόλο της γυναίκας του Δροσούλας η Ιωάννα Ασημακοπούλου, με καλή είσοδο, αλλά με φωνητική υπερβολή στη συνέχεια η Νικολέτα Κοτσαηλίδου ως Ντέα.

«Αγρυπνία» στο Θέατρο Συγγρού 33
© Panos Giannakopoulos

Οι ως επί το πλείστον υψηλοί φωνητικοί τόνοι και ταχυλογία αδικούσαν τη σημασία των ιδιαίτερης σημασίας λεγομένων του Λίνου, όπως ερμηνεύτηκε από τον Σταύρο Τσουμάνη, ο οποίος στάθηκε μάλλον αμήχανα απέναντι στον ρόλο. Καίριος ο Δημήτρης Δρόσος στον ρόλο του Πέτρου, πατέρα του Φειδία. Ο τελευταίος ευτύχησε με την ερμηνεία και σκηνική παρουσία του νεαρού Νικόλα Χαλκιαδάκη, με την ωραία, καθαρή φωνή με την οποία θα εκφέρει και τον λόγο του οργισμένου με τους σύγχρονους Έλληνες Δία.

Η επιμέλεια της καλοσχεδιασμένης κινησιολογίας οφείλεται στην Νικολέτα Γκριμέκη, οι καλομελετημένοι φωτισμοί στην Κατερίνα Μαραγκουδάκη και τον σκηνοθέτη, ενώ οι επιτυχείς κομμώσεις στον Γιώργο Δουδέση.

Η «Αγρυπνία» του Δημήτρη Δημητριάδη είναι ένα πραγματικό βέβηλο δώρο στη θεατρική Αθήνα και θεωρώ ότι ο Αντώνης Καλογρίδης σεβάστηκε στον μέγιστο δυνατό βαθμό το ανατρεπτικό για τη σύγχρονη ελληνική ταυτότητα πνεύμα της.

INFO
«Αγρυπνία» στο Θέατρο Συγγρού 33 Ελληνικό
Διάρκεια: 80'

  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Αντώνης Καλογρίδης
  • ΗΘΟΠΟΙΟΙ: Τάκης Σακελλαρίου, Ιωάννα Ασημακοπούλου, Νικολέτα Κοτσαηλίδου, Σταύρος Τσουμάνης, Ντένης Μακρής, Δημήτρης Δρόσος, Νικόλας Χαλκιαδάκης
Δες αναλυτικά

ΕΓΓΡΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER ΜΑΣ

Tα καλύτερα άρθρα της ημέρας έρχονται στο mail σου

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ