Θεατρο - Οπερα

Δημήτρη Λιγνάδη, είσαι σίγουρος;

Πάντα ήταν σίγουρος ο Δημήτρης Λιγνάδης αλλά και εμείς πως είχε κάτι να πει

4754-202316.jpeg
Στέφανος Τσιτσόπουλος
ΤΕΥΧΟΣ 686
6’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Δημήτρης Λιγνάδης

Γιατί ξεκινήσαμε να μιλάμε για τον «Βυσσινόκηπο», που παίζει στο Θέατρο Χορν, και η συζήτηση απλώθηκε: η Αθήνα, η αριστερά, το μεταναστευτικό, η πολιτική. Γιατί ήταν σίγουρος. Πάντα ήταν σίγουρος ο Δημήτρης Λιγνάδης αλλά και εμείς πως είχε κάτι να πει.

Μπορεί ένα αστόπαιδο να παίξει τον χωριάτη;
Ο Λοπάχιν, όπως μου έλεγε και ο σκηνοθέτης, Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης, είναι ένας δεύτερος ρόλος. Πρώτος είναι, γιατί είναι πυλώνας, αλλά είναι δευτεραγωνιστής. Ζορίστηκα για τα «κυβικά» μου, το καλλιτεχνικό μου αποτύπωμα, αλλά και το αποτύπωμα ζωής μου, να παίξω τον Λοπάχιν. Είμαι ένας άνθρωπος σκεπτόμενος, το σκηνικό μου αποτύπωμα δεν είναι του Λοπάχιν. Και κάποιες κριτικές μου το «χτύπησαν», «δεν είναι δυνατόν ο Λιγνάδης να παίξει τον χωριάτη!». Αλλά και η ψυχολογία μου δεν είναι κοντά στον Λοπάχιν. Εγώ είμαι αστικός νοσταλγός. Έχω ζήσει σε ένα αστικό σπίτι, όχι πλούσιο, αλλά αστικό, και αγαπώ την ομορφιά, και την πολυτέλεια, και το περιττό ενός αστικού σπιτιού. Ο Βυσσινόκηπος είναι ένα γενέθλιο τοπίο, δεν είναι γεωγραφικό. Και πολύ δύσκολα θα έδινα το ψυχικό μου «τότε» για να είμαι πιο ήρεμος άνθρωπος, για να σωθώ από τα βαρίδια.
Ο άνθρωπος που υποδύομαι μεγάλωσε στον Βυσσινόκηπο σαν δούλος. Ωστόσο αγαπά τους ιδιοκτήτες, γιατί τον μεγάλωσαν σαν ψυχοπαίδι τους, και αγαπά και τον Βυσσινόκηπο και θέλει να σωθεί. Αλλά με έναν δικό του τρόπο. Δεν θα έχει πια δέντρα και νεοκλασικά σπίτια, αλλά μεζονέτες, και άλλους ενοίκους, και άλλου τύπου ζωή. Ευαγγελίζεται κοινώς, ως πρακτικός άνθρωπος, έναν παράδεισο, αλλά διαφορετικό σε σχέση με το παρελθόν και σε σχέση με τον παράδεισο του αδελφού του, του Τροφίμοφ. Τα δύο αδέλφια είναι ατμομηχανές της ιστορίας, ο ένας, ας το πούμε υπεραπλουστεύοντας, προς τους φιλελεύθερους και ο άλλος προς τους σοσιαλιστές. Βεβαίως το 1904 δεν ήξεραν πόσο θα προδοθούν και οι δυο.

Βυσσινόκηπος, μια άλλου είδους ανάγνωση
Ο Γιάσα, ο υπηρέτης, έχει κομβικό ρόλο. Ακολουθεί τους πλούσιους, τους αντιπαθεί, ενώ κουβαλάει τη βαλίτσα καπνίζει ένα πούρο και λέει τι ωραίο που είναι το πούρο και η σαμπάνια. Είναι από τους πρώτους που δεν νοιάζεται που γκρεμίζεται ο Βυσσινόκηπος. Ο Γιάσα, για τα ελληνικά δεδομένα, είναι το ΠΑΣΟΚ του ’80, με το ουίσκι, την γκόμενα, τον σοσιαλισμό φυσικά, τη λαμογιά και τη μαγκιά. Δεν εννοώ το ΠΑΣΟΚ ως κόμμα, αλλά ως τρόπο ζωής και σκέψης του Νεοέλληνα, που πλέον μεταλλάχτηκε σε ΣΥΡΙΖΑ.
Η Λιούμπα προσωποποιεί την τραγωδία του ανθρώπου που καταλαβαίνει αυτό που έρχεται, αλλά την ίδια στιγμή προτιμά να χορέψει ένα ωραίο βαλς, γυρνάει την πλάτη στο πρόβλημα, εθελοτυφλεί. Και αυτή και ο αδελφός της. Και αυτή είναι η τραγωδία της. Τα μεγάλα έργα είναι μεγάλα ακριβώς γιατί οι ήρωες καλούνται να αναμετρηθούν με ένα μεγάλο ερώτημα υπαρξιακό. Η Λιούμπα αποφεύγει την αναμέτρηση, επίσης ένα σύμπτωμα των Ελλήνων. 

Δημήτρης Λιγνάδης

Η Αθήνα σαν Βυσσινόκηπος
Για μένα, το γενέθλιο τοπίο είναι γεμάτο από αναμνήσεις, ανθρώπους, γεγονότα. Το πατρικό μου σπίτι υπάρχει στην Πλατεία Αμερικής, ωστόσο το σκηνικό έχει αλλάξει δραματικά. Παλιά έβλεπα αστές κυρίες να πηγαίνουν στον χασάπη ή τον μπακάλη, τώρα βλέπω μόνο αλλοδαπούς να κάνουν ντιλ για ναρκωτικά. Δυσκολεύομαι να απαρνηθώ τον γενέθλιο τόπο. Εγώ δίνω πνοή στα αντικείμενα, έχω βγάλει λόγους σε αντικείμενα μπροστά. Όχι μόνο όταν ήμουν παιδάκι, και τώρα. Ζω μέσα σε ένα νοητό πατάρι από φαντασιώσεις και μνήμες, δηλαδή από μέλλον και παρελθόν. Και καλώς ή κακώς, έτσι κάνω τη δουλειά μου. Πιστεύω πως με τα σκοτάδια κάποιος παράγει φως στην τέχνη, στη μίμηση της ζωής. Γι’ αυτό και η τέχνη μιλά για ένα γεγονός σημαντικό και εν πολλοίς δυσάρεστο. Δεν υπάρχει αναίμακτη τέχνη.

Δημήτρης Λιγνάδης

Πολίτης Λιγνάδης
Επειδή είμαι μεγάλος, έχω γίνει αναγκαστικά πολιτικό ον. Αρνούμαι να μείνω στον αυτιστικό μικρόκοσμό μου και να προβληματίζομαι «πώς παίζεται ο Λιοπάχιν». Δεν μου επιτρέπει ο εαυτός μου να μη δω τη μεγάλη εικόνα, την πολιτική του θεάτρου. Η πολιτική έχει να κάνει με την πόλη, με τη συγκρότηση μιας κοινωνίας, από την οποία όλοι κερδίζουμε. Το θέατρο μου δίνει μεγάλες δυνατότητες να ιδιωτεύσω.  Από τη στιγμή που βλέπω όμως ότι κάτι γύρω μου με ενοχλεί, δεν μπορώ να λέω, «ε εντάξει, έχω την παράστασή μου».
Η παγκοσμιοποίηση δεν έχει ηθικό πρόσημο. Είναι εξέλιξη, δεν είναι πρόοδος. Τα άσπρα μου μαλλιά είναι εξέλιξη, δεν είναι πρόοδος. Η πρόοδος έχει σχέση με την ηθική. Η διάσπαση του ατόμου είναι εξέλιξη. Η χρήση της στην ιατρική είναι πρόοδος, στην ατομική βόμβα είναι εξέλιξη. Η παγκοσμιοποίηση είναι ένα γεγονός. Ως Ευρώπη, ενώ μιλούσαμε για τον άνθρωπο, τον αφήσαμε απέξω. Τον αντιμετωπίσαμε ως άτομο. Άτομο ίσον οικονομική μονάδα. Ειδικά στην Ελλάδα έχουμε ένα κράτος που αποτελεί άθροισμα ιδιωτών κι όχι πολιτών. Ο πολίτης ως μέλος της πόλης έχει συνείδηση συνεισφοράς στο σύνολο.
Η ιστορία μιας οικογένειας, διασταλτικά, είναι η ιστορία μιας κοινωνίας. Ο κορμός που λέγεται Ευρώπη θεώρησε ότι δεν χρειαζόμαστε ιδέες, οποιεσδήποτε ιδέες. Η διαχείριση της πραγματικότητας αφέθηκε στα μαθηματικά, τα λογιστικά. Το θέμα είναι το επιχειρείν και η ευμάρεια. Ποια ευμάρεια όμως; Του οισοφάγου; Δεν έφτανε αυτό. Κι όσο εμείς σκεφτόμασταν εξισώσεις, άλλοι βρήκαν αφορμή να καπηλευτούν ιστορία, και άλλοι να τη θεωρήσουν περιττή γνώση. Λες και το παρελθόν σου είναι περιττό! Αν δεν έχεις μνήμη, δεν φτιάχνεις συνείδηση πολίτη, παραμένεις άτομο. Πρέπει να επαναδιατυπώσουμε κάποιες έννοιες αποενοχοποιημένα. Να μην αφήσουμε στα άκρα το παιχνίδι του αύριο, και μετά να κλαίμε. Πρέπει να μη φοβηθούμε να ξαναπούμε τη λέξη «πατρίδα» και «έθνος». Ναι, είμαστε Ευρωπαίοι, αλλά πρέπει να δούμε και τις ρίζες μας, την καταγωγή μας με όλες τις παθογένειες. Παθογένειες έχουν όλες οι καταγωγές.

Μαθήματα πολέμου: Από τον Θουκυδίδη έως τον Καποδίστρια και τον Μαρξ
Δεν πιστεύω στον όρο «αριστερά». Εμένα η ιδεολογία μου είναι μη αριστερή, δεν είναι δεξιά. Δεν ξέρω καν αν η δεξιά είχε ποτέ ιδεολογία. Το δίπολο που έβλεπα από μικρός ήταν κρατισμός – ιδιωτική πρωτοβουλία, επιβαλλόμενη (όχι εμπνεόμενη) κοινοκτημοσύνη – φιλελεύθερη οικονομία. Τις αριστερές μου αγωνίες μέχρι κάποια ηλικία μου τις κάλυπτε ο Χριστός. Πλέον, ενώ δεν είμαι αριστερός, ζω αριστερά. Ζω λιτά, δεν έχω λεφτά, δεν είμαι κεφαλαιοκράτης, αλλά δεν πίστεψα ποτέ στην αριστερά. Υπάρχει κάποιος έργω αριστερός; Κάτι μοναχοί μονάχα, κάτι νηστευτές…
Αγαπώ την αρχαία σκέψη, τη θεωρώ πολύ σύγχρονη και πολύχρωμη. Μεγάλωσα σε ένα σπίτι, όπως και ο αδελφός μου Γιάννης, που είναι κλασικός φιλόλογος, και θεατρολόγος, και μετέφρασε και Θουκυδίδη, με πατέρα τον Τάσο Λιγνάδη που ήταν θα έλεγε κανείς το «αλλόμορφο» του Σωκράτη. Και ξυπόλητος, και ερωτύλος, και με τρύπιο παντελόνι, και καθηγητής πανεπιστημίου, και πάντα σε διάλογο με τους μαθητές του. Έζησα την έννοια αρχαίος κόσμος in vivo, όχι in vitro. Τα αρχαία κείμενα ήταν, επομένως, ζωτικά για μένα, γιατί είναι πολύ ροκ.
Στα «Μαθήματα πολέμου» διαπιστώνει κανείς ότι υπάρχει συνέχεια στην ελληνική ιστορία. Δέκα χρόνια μετά τον θρίαμβο των Ελλήνων στους Περσικούς Πολέμους έρχεται ο Πελοποννησιακός Πόλεμος. Πατέρας σκότωνε τον γιο και γιος τον πατέρα λέγοντας ότι καταλύεται η δημοκρατία, ενώ στην πραγματικότητα είχαν προσωπικές διαφορές. Πάμε στο νεότερο ελληνικό κράτος. Ήρθε ένας φωτισμένος άνθρωπος, ο Καποδίστριας, με σκοπό να φτιάξει κράτος. Και θα το έφτιαχνε. Θα είχε άλλη μορφή το κράτος σήμερα. Και τον σκότωσαν οι ίδιοι οι Έλληνες. Υπάρχει συνέχεια επομένως σε αυτό που λέγεται ελληνική ιστορία. Τη διδάχτηκαν οι Έλληνες; Ποτέ ή με λάθος τρόπο. Η με οποιαδήποτε τρόπο διδασκαλία του οποιουδήποτε παρελθόντος μπορεί να γίνει μια καλή διδασκαλία για το παρόν και το μέλλον. Αυτή ακριβώς τη διαδικασία δεν θέλω να την αφήσω ούτε σε αυτούς που την καπηλεύονται ούτε σε αυτούς που την απαλείφουν. Γιατί θα λογοδοτήσω στον εαυτό μου και στις επόμενες γενιές. Ο Θουκυδίδης περιγράφει όλα τα αρνητικά των Ελλήνων με πολύ θετικό τρόπο, γιατί ξέρει μάλλον και από θέατρο. Και μη μου μιλάτε για αρχαιοπληξία! Πόσο βλάχοι πρέπει να είμαστε για να φοβόμαστε να μιλήσουμε για την ελληνική αρχαία ιστορία!

Αναμνήσεις από το μέλλον
Έχουμε φτιάξει έναν φορέα, τον Dramaticus, ώστε να αλλάξει τελείως ο τρόπος διδασκαλίας της ιστορίας και των ανθρωπιστικών σπουδών. Να γίνει πιο βιωματικός. Έχουμε φτιάξει ένα πιλοτικό πρόγραμμα, ενώ από τον Μάιο και μετά θα ανεβάσουμε τον Θουκυδίδη Νο2. Η δουλειά μου πάει μια χαρά, αλλά θέλω και η πατρίδα μου να πάει μια χαρά. Θέλω να αλλάξει η θεατρική εκπαίδευση, ώστε να προκύψουν πνευματικά άτομα. Έχουμε ένα κόμπλεξ με την έννοια «πνευματικό άτομο». Δεν είναι αυτός που έχει ένα εκατομμύριο βιβλία, είναι αυτός που έχει καλλιέργεια. Όμως και η λάσπη καλλιέργεια είναι. Επειδή οι λέξεις έχουν μεγάλη δύναμη, πρέπει να αναδιατυπώσουμε, να επαναφορτίσουμε τις λέξεις από βαρίδια. Ένθεν κακείθεν.
Στην παράσταση του Θουκυδίδη χαίρομαι και θλίβομαι για κάτι που μας λέει κόσμος. Έχω δύο ηθοποιούς, έναν από την Αλβανία και μία από τη Ρουάντα, που πυρακτώθηκαν από το κείμενο, πιο πολύ και από μένα.. Ο κόσμος απορεί πώς αγάπησαν αυτοί οι άνθρωποι το κείμενο. Μια χαρά αυτά τα κείμενα μιλούν και για το μεταναστευτικό! Δεν χρειάζεται να κάνουμε με τους μετανάστες θεατρικά παιχνίδια και να λένε τις ιστορίες τους από τη Συρία. Φτάνει, έγινε αυτό, και κάποιοι βγάζουν λεφτά από αυτό. Ντροπή και όνειδος σε όσους κεφαλαιοποίησαν το μεταναστευτικό. Όταν η συμφορά συμφέρει, λογάριαζέ την για πόρνη.

_elg9281.jpg

«Ο βυσσινόκηπος» του Άντον Τσέχωφ στο Θέατρο Χορν
Σκηνοθεσία: Κ. Μαρκουλάκης 
Ερμηνεύουν: Θ. Μπαζάκα, Δ. Λιγνάδης, Κ. Καρβούνη, Αθ. Μαξίμου, Γ. Κότσιφας, Γ. Μπινιάρης, Αλ. Μαυρόπουλος, Γ. Νταλάρα. Σκην.: Α. Σμαραγδή. Κοστ.: Μ. Κοντοδήμα. Μουσ.: Μ. Μάτσας.

Περισσότερες πληροφορίες στο City Guide της A.V. 

ΕΓΓΡΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER ΜΑΣ

Tα καλύτερα άρθρα της ημέρας έρχονται στο mail σου

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ