Αντώνης Βαρδής: Ένας χαρισματικός μουσικός, ένας ξεχωριστός άνθρωπος
Έντεκα ολόκληρα χρόνια από τον θάνατο του σπουδαίου Έλληνα συνθέτη
Αντώνης Βαρδής: Ένας χαρισματικός μουσικός, ένας ξεχωριστός άνθρωπος. Η πορεία και οι μεγάλες στιγμές του καλλιτέχνη
Σηκώθηκε απ΄ την καρέκλα και πήγε προς την πίστα. Στο πάλκο ήταν οι γίγαντες. Βασίλης Τσιτσάνης, Γιάννης Παπαϊωάννου, Γιώργος Ζαμπέτας και η Ρένα Ντάλια. Πλησίασε τον Παπαϊωάννου. Του είπε κάτι και του έδειξε τον μπόμπιρα. Τον γιό του. Ο Παπαϊωάννου, γλυκός και καλοσυνάτος όπως πάντα, χαμογέλασε. «Για τον νέο» είπε στο μικρόφωνο. 1956. Κέντρο Φαληρικόν. Πλούσιοι και φτωχοί έχουν πρόσβαση στην «επιθυμία».
Ξεκίνησε ένα ζεϊμπέκικο. Ο μικρός σηκώθηκε. Έξι χρονών. Πήγε προς τον πατέρα του. Στάθηκε στο κέντρο της πίστας και άνοιξε τα χεράκια του. Έφερε γύρα σαν να’ταν πονεμένος. Ένας μικρός με μεγάλα σεκλέτια. Δεν μιμήθηκε τους μεγάλους. Ήταν σαν μεγάλος. Χόρεψαν μαζί πατέρας και γιός. Ύστερα ο Ανδρέας, ο πατέρας του μικρού γονάτισε και χτυπούσε παλαμάκια. Στήριξε την χορευτική τελετή. Τους εντυπωσίασε όλους το πάθος και η χάρη του μικρού. «Ώπα» είπε στο μικρόφωνο ο «Μπαρμπαγιάννης». Για να τον εμψυχώσει. Ένα μαγαζί ξέσπασε σε ένα ενθουσιώδες χειροκρότημα όταν τελείωσε. Ο Παπαϊωάννου του έκανε νόημα να πλησιάσει. «Πως σε λένε»; «Αντώνη» του είπε. «Αντώνη Βαρδή». «Τραγουδάς;» Κούνησε ο Αντωνάκης κεφαλάκι του καταφατικά. «Ποιο τραγούδι ξέρεις»; «Τα καβουράκια». Ολόσωστος ο μικρός. Του έκανε σεκόντο ο «Μπαρμπα-Γιάννης». Νέος ενθουσιασμός! Ατραξιόν! Έτρεξε ο Μαργωμένος, ο ιδιοκτήτης και τον καβάτζωσε. Είπε στον Αντρέα. «Δεν τον φέρνεις κάθε βράδυ; Θα τελειώνετε νωρίς και θα τρώτε εδώ».
Θα τον δει ένας ατζέντης και τον χειμώνα τον κλείνει να εμφανίζεται στον Μανώλη Χιώτη. Κανονικό μεροκάματο. Θα λέει δύο τραγούδια. «Απόψε κάνεις μπαμ» και «Στου γιαλού τα βοτσαλάκια». Είναι λίγο ψευδός και έχει γούστο. Θα χορεύει και το ζεϊμπέκικο. Το σουξέ φτάνει στις εφημερίδες και από εκεί στην επιθεώρηση εργασίας. Πως δουλεύει το ανήλικο; Μετά πέντε μήνες επιτυχίας τον σταματούν. «Ευτυχώς» λέει η μάνα του, «προλάβαμε και αγοράσαμε ψυγείο πάγου». Έτσι ξεκίνησε η καλλιτεχνική ζωή του Αντώνη Βαρδή. Ως ένα «παιδί θαύμα». Τα χρόνια ήταν δύσκολα. Ο πατέρας του ήταν θερμαστής και λαδάς στα καράβια κι όταν δεν έβρισκε δουλειά στην θάλασσα, έκανε τον ελαιοχρωματιστή στην στεριά. Αλλάζουν πολλά σπίτια και γειτονιές γιατί τους κάνουν έξωση που δεν έχουν να πληρώσουν το νοίκι. Στην Κυριακάτικη έξοδο τσοντάρουν οι φίλοι του για να τους ακολουθήσει για σινεμά κι ένα σουβλάκι. Θα εγκαταλείψει το σχολείο. Η υπερηφάνεια θα τον σπρώξει στην βιοπάλη. Σε χρωματοπωλείο. Σε ψιλικατζίδικο. Στην οικοδομή βοηθός πλακά. Υδραυλικός. Θα γίνει ένα δοχείο με συμπιεσμένα παράπονα. Θέλει να έχει το χαρτζιλίκι του. Θέλει να βοηθήσει την οικογένεια. Σε ένα μπάρκο θα τον πάρει μαζί του ο πατέρας του. Στο πρώτο λιμάνι θα αγοράσει μια κιθάρα. Θα την μάθει μόνος του.
Θα αφοσιωθεί. Στην στεριά θα πιάσει δουλειά σε βενζινάδικο. Μια στην μάνικα, μια στο πλυντήριο. Βάζει εφημερίδες στους πάτους των παπουτσιών να μην τον διαλύει η υγρασία. Έχει μεροκάματο, έχει και τα φιλοδωρήματα που τα μοιράζεται η βάρδια.. Εκεί θα συναντήσει φίλους με το ίδιο όνειρο. Να κάνουν συγκρότημα. Είναι το ρεύμα της εποχής. 1965 και δημιουργούν τους Vikings.
Είναι Πειραιώτες. Γιώργος Παπαδόπουλος, Γιάννης Πανταζής, Γιώργος Μυλωνάς, Το συγκρότημα θα κάνει δύο επιτυχίες. Το Francoise του Αντώνη Στεφανίδη και το Catherine που θα τραγουδήσει στα αγγλικά και το υπογράφει ως Toni Vardis. Θα τις χορέψει «μπλουζ» η νεολαία σε όλα τα πάρτυ. Η ευκαιρία να αγκαλιαστούν τα νέα ζευγάρια.
Έχει προοδεύσει στην κιθάρα και έχει εκπαιδεύσει το αυτί του. Θα βρεθεί συμπτωματικά σε ακρόαση για το πρόγραμμα Μούτσης, Μητσιάς, Γαλάνη. Ψάχνει ο Μούτσης κιθαρίστα αλλά δεν του αρέσει κανένας. Ο Βαρδής θα την πάρει την δουλειά κι ας υπηρετεί στο ναυτικό και ας μην διαβάζει παρτιτούρα και ας πήγε από σπόντα στην ακρόαση. Έχει τα άστρα με το μέρος του. Θα τακιμιάσουν με τον Μούτση για τρεις σεζόν.
Έχει μεγάλη μουσική αντίληψη και ένα ιδιαίτερο τρόπο παιξίματος. Θα γίνει περιζήτητος στις μπουάτ της Πλάκας . Η Πλάκα τότε ήταν το μεγάλο μουσικό παζάρι. Δουλεύει έξι μέρες την εβδομάδα. Τα Σάββατα δίνουν διπλές και τριπλές παραστάσεις. Θα αισθανθεί επιτέλους την οικονομική σιγουριά. Πάει και στις ηχογραφήσεις. Έντεχνα και λαϊκά. Έχει τόσο «εξασκημένο» αυτί που κανένας δεν αντιλαμβάνεται ότι είναι μουσικά «αγράμματος». Τότε στις ηχογραφήσεις έπαιζαν όλοι μαζί και με δύο πρόβες γράφανε. Ο Αντώνης προσθέτει δημιουργικά ερμηνευτικά στοιχεία που εκπλήσσουν τους μαέστρους. Έχει δώσει δύο τραγούδια για την Γαλάνη και στην ηχογράφηση μαέστρος είναι ο Κώστας Κλάββας. Διακεκριμένος στα «ελαφρά». Του προτείνει να παίξει στα δικά του τραγούδια. Όταν ολοκληρώνονται τον παρακαλεί. «Αντώνη έχω να γράψω άλλα δύο θα σε πείραζε να τα παίξεις εσύ»; Δεν έχει αντίρρηση. Ο μαέστρος τους μοιράζει τις παρτιτούρες στα αναλόγια. Προβάρουν δύο φορές και την τρίτη την γράφουν. Τον πλησιάζει ενθουσιασμένος ο μαέστρος και του λέει «Καταπληκτικό αυτό που έκανες κάτσε να το γράψω για να μείνει έτσι στην παρτιτούρα της κιθάρας». Ξαφνιάζεται και δεν το χωράει ο νους του γιατί βλέπει την παρτιτούρα ανάποδα. Κόλα λευκή. «Μα πως το έκανες» τον ρωτάει; Θα του εξηγήσει το μυστικό του. Έκτοτε στο στούντιο θα πηγαίνει μόνο σε φίλους και στα δικά του. «Μ΄αγαπούσες θυμάμαι μια φορά».
Τα πρώτα του τραγούδια θα τα ακούσει ο Λάκης Καρνέζης ο λαμπρός μπουζουξής και τον εμψυχώνει. Το 75 το περιοδικό «Επίκαιρα» διοργανώνει διαγωνισμό τραγουδιού κι ο Αντώνης θα κερδίσει το δεύτερο βραβείο σύνθεσης, με ερμηνευτή τον Γιώργο Νταλάρα. Οι πρώτες του συνθέσεις έχουνε ανάγλυφες τις επιρροές του. Με τον Νταλάρα θα γίνουν φίλοι. Θα αποπειραθούν να συνεργαστούν. Τραγούδια με μουσικές του Βαρδή και στίχους του φίλου του Γιάννη Αθανασιάδη. Η προσπάθεια δεν θα ευδοκιμήσει. Η Minos θέλει να αντικατασταθεί ο στιχουργός. Θέλουν τον Λευτέρη Παπαδόπουλο. Του τα έχουν δώσει να τα φτιάξει. Ο «Αντωνάκης» θα τους πει όχι. Είναι κάθετος. Δεν θέλει να πληγώσει τον φίλο του. «Σφίγγεται το στομάχι μου» θα πει. Τα τραγούδια με την προτροπή του Χρήστου Νικολόπουλου θα τα τραγουδήσει ο ίδιος ο Βαρδής στην Lyra. Ο πρώτος του προσωπικός δίσκος έχει την συμμετοχή της Ισιδώρας Σιδέρη. Ο Πατσιφάς τον πιστεύει και διακρίνει την ιδιαιτερότητα του. Τον αποκαλεί «ο λαϊκός Σαββόπουλος». Ο δίσκος όμως έχει άστοχο μάρκετινγκ και δεν θα πετύχει. Η απογοήτευσή του θα τον κρατήσει δύο χρόνια μακριά από την σύνθεση. Θα επανέλθει ο Νταλάρας και θα του ζητήσει να βάλει ένα τραγούδι από την παλιά τους απόπειρα με τους στίχους του Λευτέρη. «Οι Μάηδες οι ήλιοι μου». Τα τραγούδια με την επανακυκλοφορία θα γίνουν τέσσερα. Δίνει τραγούδια στην Άννα Βίσση. Θα κάνει επιτυχία με τον Γιάννη Πουλόπουλο το «Θέλω να μ' αγαπάς».
Ο Αντώνης Γούναρης ο μαέστρος είναι φίλος του. Θυμάται την καταλυτική εντύπωση που έκανε στον Βαρδή το "Mirage" του Ζαν Λουκ Ποντί. Θα ζηλέψει. Αυτό θέλει . Θέλει δυναμικό και σύγχρονο τεχνολογικά ήχο. Θα απευθυνθεί στον ειδικό. Είναι φίλοι με τον Άκη Γκολφίδη νέο ταλαντούχο ηχολήπτη στο στούντιο Σιέρρα. «Μπορούμε να βγάλουμε τέτοιον ήχο στην Ελλάδα;». «Ασφαλώς» του λέει ο Γκολφίδης. «Και τι χρειάζεται» ρωτάει ο Αντώνης. «Αγάπη, ιδέες, ώρες και μουσικοί». «Φύγαμε» λέει ο Βαρδής. Θα γίνουν αχώριστοι συνεργάτες και έτσι ο Αντώνης θα χτίσει το προσωπικό του ενορχηστρωτικό και ηχητικό στυλ. Συγκοπές. Δυναμικά tutti. Αντιχρονισμοί. Εκρηκτικά τύμπανα. Πειραγμένα ακόρντα. Παραμορφώσεις και καινοτόμα εφέ. Ένας μουσικός εξπρεσιονισμός. Αυτό θα ονομαστεί «Vardis style» λέει ο Γκολφίδης. Είναι λαϊκό παιδί και αντιρρησίας ροκάς και θα διαμορφώσει ένα υβριδικό ύφος που ενώνει την απόγνωση του ροκ με τον καημό του λαϊκού. Χρησιμοποιεί τους καλύτερους μουσικούς και τους μυεί σε αυτό που έχει στο μυαλό του. Θα ασχοληθεί με την παραγωγή δίσκων. Η πιάτσα τον θεωρεί ανανεωτή του λαϊκού τραγουδιού. Στις λίγες συνεντεύξεις που δίνει αναφέρει πως ο Αχιλλέας Θεοφίλου τον συμβούλεψε και τον καθοδήγησε στο μάρκετινγκ του τραγουδιού. Να περιορίσει τις πολλές μελωδίες. Να απλουστεύσει τα τραγούδια. Να κάνει εύστοχα τα ρεφρέν. Θα του δείξει τον δρόμο για το «εμπορικό» τραγούδι της δεκαετίας του 80. «Με βοήθησε ο Αχιλλέας» θα ομολογήσει.
Θα γνωριστεί με τον Μάνο Λοΐζο και θα παίξει στα «Τραγούδια της Χαρούλας» που τον θεωρεί αξεπέραστο δίσκο. Με τον Μάνο έχουν ένα κοινό χαρακτηριστικό. Σφυράνε και οι δύο ολόσωστα. Θα μαθητεύσει δίπλα στον Λοΐζο. Ο Αχιλλέας τον πιστεύει και του ζητά να γράψει τον νέο δίσκο της Χαρούλας. Ο Αντώνης διστάζει γιατί η ευθύνη είναι μεγάλη. Του το ζητάνε ένα χρόνο μετά την μεγάλη επιτυχία που έκαναν «Τα τραγούδια της Χαρούλας». Θα το τολμήσει με στίχους του Σαράντη Αλιβιζάτου. Η Χαρούλα θα συγκινηθεί προσωπικά με δύο μελωδίες και θα γράψει η ίδια τους στίχους.. ..Θα πει σε συνέντευξη . «Οι στίχοι του "Ξημερώνει" γράφτηκαν πάνω στη μελωδία του Αντώνη, μέχρι να γράψει κάποιος “επισήμως”. Ήταν… μακέτα. Κι έμεινε… Όσο για το “Φεύγω”, είχε γράψει στίχους ο Αντώνης και απλά έβαλα κι εγώ το χέρι μου». Θα συντονιστούν με τον Αντώνη. Ο Θεοφίλου είχε ένσταση για το «Φεύγω» θεωρούσε ότι ήταν ανδρικό και έπρεπε να το πει ο Νταλάρας. Ο χρόνος έστειλε το μήνυμα του τραγουδιού στα χείλη όλων των ορθόδοξα διαμαρτυρόμενων. Με την συνεργασία του αυτή καθιερώνεται. Θα κάνει τον δίσκο του Μανώλη Λιδάκη «Κουράστηκα να υποκρίνομαι» το 84 . Θα κάνει την παραγωγή του δίσκου «Πότε Βούδας πότε Κούδας». Μανώλης Ρασούλης Πέτρος Βαγιόπουλος για την CBS.
Ο Γκολφίδης θυμάται πως έγραφαν ορχήστρες για μια διάσημη τραγουδίστρια και ο Βαρδής τραγουδάει τον «οδηγό» και το λέει καταπληκτικά. «Γιατί δεν το λες εσύ» τον ρωτάει. Ο Βαρδής είναι μέγας χιουμορίστας και δεινός σαρκαστής. « Εγώ είμαι καλός στις δεύτερες φωνές. Σκέφτομαι να κάνω ένα δίσκο με δεύτερες φωνές»! Όμως αυτός ο σαρκασμός κρύβει την επόμενη του κίνηση. Θα αλλάξει εταιρεία και θα βγάλει τον δεύτερο προσωπικό του δίσκο. Σαν καλός μαθητής του Μούτση θα συνεργαστεί με τον Τριπολίτη. Θα ξεχάσει τις συμβουλές του Αχιλλέα και θα γράψει ένα τραγούδι με πολλά «θέματα». «Συγκάτοικοι είμαστε όλοι στην τρέλα». Αυτός θα είναι και ο τίτλος του δίσκου. Θα καλέσει τους φίλους του Χάρη + Πάνο Κατσιμίχα και τον Λαυρέντη Μαχαιρίτσα. Σαν ροκ συγκρότημα θα κερδίσει με την σουρεαλιστική υπέρβαση την αγάπη της νεολαίας. Στον δίσκο παρουσιάζει και την νέα του σχέση, την Χριστίνα Μαραγκόζη.
Έχει τα πόδια του σε δύο βάρκες. Ροκάρει τα λαϊκά και εκλαϊκεύει τα ροκ. Σχεδόν βλάσφημα. Την επόμενη χρονιά θα κάνει επιτυχία με την Πίτσα Παπαδοπούλου σε στίχους του Γιάννη Πάριου. «Μη μιλάς» Είναι από τις πιο χαρακτηριστικές ενορχηστρώσεις του. Κάνει και την «δεύτερη φωνή».
Το 89 θα συνεργαστεί με τον παλιό του φίλο Μανώλη Μητσιά. Θα μοιραστούν συνθετικά τον δίσκο με τον Τάκη Μπουγά. Θα ξεχωρίσει μια ροκ μπαλάντα κι ο Μητσιάς στο εξώφυλλο με δερμάτινο μπουφάν.
Δουλεύει σε νυχτερινό κέντρο και τον ειδοποιούν ότι τον ζητά ο «βασιλιάς» στο τραπέζι του. Είναι ο Μανώλης Αγγελόπουλος με την αυλή του και τον ζητά. «Αδελφέ, μόνο εσύ μπορείς να με νοιώσεις. Κάνω δίσκο και θέλω από σένα ένα τραγούδι.» Ο Αντώνης θα συνεργαστεί με τον αγαπημένο στιχουργό του Αγγελόπουλου, τον Ανδρέα Σπυρόπουλο και θα του δώσει «Την βαρέθηκε η ψυχή μου».
Για τα επόμενα θα λανσάρει το ντουέτο Βαρδής-Μαραγκόζη. Θα δουλέψουν σε νυχτερινά κέντρα με ψυχαγωγικό πρόγραμμα. Δουλεύουν στην Θεσσαλονίκη και επιστρέφουν Δευτέρα το πρωί ξενύχτηδες με το πρώτο αεροπλάνο. Η στέγη τους είναι κοντά στο αεροδρόμιο. Δεκαέξι δραχμές η κούρσα. Παίρνουν ένα ταξί. Μόλις ακούσει τον προορισμό ο ταξιτζής αρχίζει την γκρίνια. «Τόση ώρα περίμενα στην ουρά για δύο βήματα. Μήπως να πάρετε άλλον». Ο Βαρδής τα έχει πάρει και πάει να τσακωθεί .Τον συγκρατεί η Χριστίνα. Εξηγεί στον ταρίφα ότι είναι ξεθεωμένοι και ξενύχτηδες και τον παρακαλεί να τους πάει. Ο ταξιτζής συνεχίζει την μουρμούρα αλλά τελικά φτάνει στο σπίτι. Ο σαρκαστής Αντώνης είναι άνθρωπος λαϊκός και του την έχει στημένη. Κατεβαίνοντας του λέει « Φίλε συγχώρα με αλλά κέρδισα στο λαχείο πάρα πολλά λεφτά. Να μην σου πω πόσα εκατομμύρια. Και είχα σκοπό την χαρά μου να την μοιραστώ με το ταξί που θα με πήγαινε σπίτι μου Κι εσύ πως τα κατάφερες και μου την έσπασες. Πάρε 50 δραχμές και καλημέρα. Ο γκρινιάρης ταξιτζής έμεινε κανένα μισάωρο ακίνητος με αναμένη την μηχανή για να επαναπροσδιορίσει την ζωή του.
Ο Σαράντης Αλιβιζάτος ο διακεκριμένος στιχουργός φίλος και συνεργάτης του Βαρδή, θυμάται ότι τον πήρε τηλέφωνο από το στούντιο που ετοίμαζε τα τραγούδια για τον δίσκο «Κοινή γνώμη». Ο Σαράντης του είχε δώσει «Σε αγάπησα στον μέγιστο βαθμό δεν σ΄αγάπησε ποτέ κανένας τόσο, όσο ζεις σε κάποιου άλλου το πλευρό ,ετοιμάζω ουρανό να σε σηκώσω» και του λέει «Σαράντη, η Χριστίνα λέει να το κάνουμε «μου περνάει απ’ το μυαλό να σε σκοτώσω». Ο Σαράντης που είναι καρδιακός του φίλος του λέει «κάνε ότι θέλεις Αντώνη». Που να φανταστούν και οι τρεις τους ότι μετά τριάντα χρόνια αυτά τα λόγια θα κυριολεκτούν σε πράξεις.
Θα ξαναβρεθούν με τον στιχουργό Αντώνη Ανδρικάκη και θα μας δώσουν μια μπαλάντα που θα συγκινήσει.
Ο ΣΚΑΪ tv κάνει μια εκπομπή αφιέρωμα στον Στέλιο Καζαντζίδη και εκεί ο Στέλιος εξομολογείται στον Παύλο Τσίμα ότι του αρέσει πολύ ο Αντώνης Βαρδής σαν τραγουδιστής και σαν συνθέτης. Το κανάλι του ζητά να πει ένα τραγούδι του Καζαντζίδη. Ο Βαρδής δεν τους πιστεύει. Υποψιάζεται ότι είναι κάποια φάρσα του Βλάση Μπονάτσου. Ρωτάει και επαληθεύεται ο ΣΚΑΪ.
Έτσι θα βρει το θάρρος και θα τον καλέσει να του πει ότι έγραψε ένα τραγούδι γι’ αυτόν. Έχει συνεργαστεί με τον στιχουργό Σαράντη Αλιβιζάτο και σκέφτεται να το πουν με τους αδελφούς Κατσιμίχα. Θα τον επισκεφτεί στον Άγιο Κωνσταντίνο. Ο Καζαντζίδης είναι θερμός και θα ενδώσει. Αλλά μέχρι να μπούνε στο στούντιο η ψυχή του Βαρδή έχει πάει κι έχει έρθει. «Στην Ελλάς του 2000».Θα συγκινηθεί το πανελλήνιον.
Του ζητάνε τραγούδια και δίνει. Θα συνεργαστεί με τους καλύτερους και τις καλύτερες. Θα κάνει τον δίσκο «Η Γλυκερία τραγουδάει Αντώνη Βαρδή».
Δεν κάνει εύκολα φίλους. Αλλά αν σε συμπαθήσει είναι φίλος καλός. Είναι αυστηρός και φορτώνει και εκρήγνυται εύκολα. Όταν ο γιός του ο Γιάννης του δηλώσει ότι θέλει να γίνει τραγουδιστής θα τον περάσει από «ακρόαση». Τον εγκρίνει.
Καλεί τον Μάνο Τσιλιμίδη στο σπίτι του στην Παιανία και του δίνει παραγγελία. «Θέλω ένα ντουέτο να το πω με τον Γιάννη που θα είναι ο τίτλος του δίσκου. Θα λέγεται «Οικογενειακή Υπόθεση». Του δίνει μια κασέτα με λα λα λα. Ο Μάνος λέει «φεύγοντας πέφτει το μάτι μου σε μια οικογενειακή φωτογραφία που ο Αντώνης αγκαλιάζει την Βάνα την γυναίκα του, που κρατάει στην αγκαλιά της τον μικρό Γιάννη. Βάζω την κασέτα στο αυτοκίνητο και ετοιμάζω το καταγραφικό. Εκεί πιο κάτω συναντώ στο φανάρι ένα ζευγάρι που λέει ο άνδρας- σοβαρά δεν κατάλαβα πόσος καιρός έχει περάσει. Μέχρι να φτάσω στην Αγία Παρασκευή το είχα ολοκληρώσει. Τον παίρνω τηλέφωνο από το περίπτερο. Αντώνη το έφτιαξα. Πες μου να γυρίσω;» «Να γυρίσεις. Σε περιμένω». Δεν διόρθωσε τίποτα. Το έγραψε την επομένη. Στο Στούντιο.. Το Mega έκανε ένα διαγωνισμό τραγουδιού και μου έδωσαν το Α βραβείο στίχου.»
Η εργασία του τραγουδιστή τον κουράζει. «Μου σφίγγει το στομάχι μου» θα πει. Οι ευθύνες. Η αγωνία. «Δούλευα για να χτίσω το σπίτι μου». Μόλις το τελείωσε δεν θέλει να δουλέψει.
Στον Γιάννη Πάριο έχει δώσει πρώτη φορά τραγούδι το 1979 το «Αχ Αγάπη».
Είναι φίλοι κι έχουν γράψει τραγούδια. Το 2001 θα του κάνει τον δίσκο «Άλλη μια φορά» σε στίχους του Βασίλη Γιαννόπουλου και θα σπάσουν ταμεία.
Ενώ είναι φίλοι με τον Ρέμο δεν θα κάνουν ποτέ ολόκληρο δίσκο. Ο Βασίλης Γιαννόπουλος που ήταν ο βασικός του συνεργάτης στιχουργός τα τελευταία χρόνια θυμάται « Ήταν Κυριακή και πηγαίναμε με την γυναίκα μου να φάμε εκτός πόλης. Χτυπάει το τηλέφωνο και είναι ο Αντώνης. «Που είσαι;» Κατάλαβα ότι με ήθελε για δουλειά. «Επιστρέφω σπίτι» του λέω. «Σου έστειλα μια ωραία μελωδία και περιμένω ένα ωραίο στίχο», «Έχεις κανένα θέμα;» «Αυτό είναι δουλειά σου» μου λέει. Παραγγέλνουμε ντελίβερι και γράφω τα «Δύο ψέματα». Του άρεσε. Το ηχογραφούμε σε τρεις μέρες. Στο στούντιο μόλις πάει να το τραγουδήσει ο Ρέμος κομπιάζει. Συγκινείται και λέει «Άστο για μετά». Την επομένη πάλι, όταν φτάνει στο τραγούδι από το κουπλέ κιόλας βουρκώνει. «Άστο για μετά». Πάμε και την τρίτη μέρα. Ο Βαρδής του την έχει στημένη. Μόλις πάει να μπει στην αίθουσα του λέει «Για πάρε» και του δίνει χαρτομάντηλα. «Γιατί ;» ρωτάει ο Ρέμος. «Γιατί θα σε πάρουν πάλι τα ζουμιά» Γελάμε όλοι, του έφυγε η πολύ συγκίνηση και το είπε».
«Με σφίγγει το στομάχι μου»…
Κανένας μας δεν ήθελε να πιστέψει αυτό το «με σφίγγει το στομάχι μου» που έλεγε συχνά. Και ο Αντώνης αυτός ο χαρισματικός μουσικός έφυγε μέσα από τα χέρια μας έντεκα χρόνια τώρα.
* Ιδιαίτερες ευχαριστίες στον Γιάννη Βαρδή για την παραχώρηση του φωτογραφικού υλικού.
ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ
ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Ο διαγωνισμός τραγουδιού θα πραγματοποιηθεί στην Αυστρία τον Μάιο
Ο πρόεδρος Χέρτσογκ χαιρετίζει την απόφαση της EBU
Υπήρξε βασικό μέλος των Blues Brothers, του συγκροτήματος των Τζον Μπελούσι και Νταν Ακρόιντ
Η σπουδαία καλλιτέχνιδα επιστρέφει στη χώρα μας
Ποιες χώρες ανακοίνωσαν ότι θα απέχουν από τον διαγωνισμό
Με το νέο του άλμπουμ «Ανάμεσα» ανανεώνει το ελληνικό τραγούδι. Πριν βρεθεί «Ανάμεσα σε φίλους» στο Παλλάς, ταξιδέψαμε μαζί του ακούγοντας και μιλώντας
Ένα από τα σημαντικότερα ονόματα του σύγχρονου metal ήχου
Οι παραγωγοί του Voice 102.5 μιλούν για το ραδιόφωνο
Σχέδιο με το σύνθημα «Another Prick in the Wall» μετά τις προσβλητικές δηλώσεις
Το βίντεο φαινόταν να προωθεί τη καμπάνια του κατά της παράνομης μετανάστευσης
Το πρόγραμμα της εορταστικής μουσικής βραδιάς - Με έργα από την Αναγέννηση έως τον 20ό αιώνα
Η ποπ σταρ μοιράστηκε το επίσημο τρέιλερ του φιλμ «The Eras Tour: The Final Show»
Μια ονειρική βραδιά για τους νοσταλγούς του πανκ ροκ των 90s
Ο Ασάφ Αβιντάν μιλάει στην Athens Voice για τον νέο του δίσκο, τις δυσκολίες και όσα του έλειψαν από τις ζωντανές εμφανίσεις
Η θέση των διαχειριστών των πνευματικών δικαιωμάτων του Μίκη με αφορμή το ζήτημα της περιοδείας
Σχεδόν 21 χρόνια από το μουσικό του ντεμπούτο
Κατέκτησαν την κορυφή των charts με το άλμπουμ One More Time, σε συνεργασία με τον Yungblud
Έχετε δει 20 από 200 άρθρα.