Μουσικη

Υπόγεια με αυγοθήκες

 Της ΙΩΑΝΝΑΣ ΚΟΚΚΙΝΗ 

62222-137653.jpg
A.V. Team
ΤΕΥΧΟΣ 243
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
42499-95677.jpg

Υπάρχει κάτι πιο σημαντικό για ένα γκρουπ από τη λαμπερή στιγμή της συναυλίας; Ασφαλώς και υπάρχει· η πρόβα. H A.V. το έψαξε. Ανέκαθεν οι μπάντες έψαχναν για το δικό τους χώρο. Ένα «σπίτι» μέσα στο οποίο θα μπορούν να εκφραστούν ελεύθερα, χωρίς να ενοχλούν ούτε να ενοχλούνται από κανέναν. Αυτή την ανάγκη ήρθαν να καλύψουν τα προβάδικα, γύρω στα τέλη της δεκαετίας του ’80 με αρχές ’90. Οι πρώτοι που αποτόλμησαν το εγχείρημα ήταν ο Βλάσης Ερημάκης στα Εξάρχεια με το Studio II και ο Νίκος Μηλιώνης στην Κυψέλη με το Ηχουργείο, δύο χώροι που υπάρχουν μέχρι σήμερα. «Εκείνα τα χρόνια» μου λέει ο Νίκος «γεννήθηκε σε πολλούς ανθρώπους η όρεξη να εκφραστούν ομαδικά. Ένιωθαν όμορφα μόνο και μόνο με την αίσθηση ότι κάνουν κάτι μαζί. Αυτό συνεχίστηκε για περίπου μια δεκαετία. Τότε ήταν που τα προβάδικα γνώρισαν και τη μεγαλύτερη άνθηση. Αποφάσισα να φτιάξω έναν τέτοιο χώρο γιατί το είχα δει να συμβαίνει στο εξωτερικό –οργανωμένο διαφορετικά– και να σημειώνει μεγάλη επιτυχία. Για παράδειγμα, στο Άμστερνταμ ο δήμος έχει στην κατοχή του κτίρια μέσα στα οποία έχουν φτιαχτεί μόνο studio κι εκεί οι μπάντες νοικιάζουν τις αίθουσες και παίζουν μουσική». Μέσα στην επόμενη πενταετία, τα studio φυτρώνουν σαν μανιτάρια σε πολλές περιοχές της Αθήνας. Πολλά από αυτά θα κλείσουν σύντομα, κάποια άλλα θα ανοίξουν στη θέση τους, ώσπου να σταθεροποιηθεί ένας βασικός πυρήνας. Όσοι έμειναν, είναι άνθρωποι που πήραν στα σοβαρά τη δουλειά τους και κατάλαβαν από νωρίς ότι η πρόβα είναι επιστήμη. Αλλά, ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. 

Τα πρώτα χρόνια

Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι τα προβάδικα ήρθαν σαν φυσική συνέπεια της ραγδαίας ανάπτυξης των αστικών κέντρων. Στις πυκνοκατοικημένες αθηναϊκές συνοικίες, τα συγκροτήματα δεν μπορούσαν να παίξουν πλέον στο υπόγειο ή το πλυσταριό του σπιτιού τους. Επομένως, προέκυψε η επιτακτική ανάγκη για χώρους με ηχομόνωση, έτσι ώστε να προστατεύονται οι έξω από τους μέσα, αλλά και το αντίστροφο. Γιατί δεν είναι μόνο ο γείτονας που μπορεί να βρίσκει ανυπόφορο τον ήχο των ντραμς· και τα μέλη της μπάντας έχουν κάθε δίκιο να εκνευρίζονται κάθε φορά που κορναρίσματα παρεμβάλλονται στη μουσική τους. 

Την ίδια εποχή αλλάζουν και τα μουσικά γούστα. Τη δεκαετία του ’80 αφήνουμε πίσω μας τον ακουστικό ήχο και τα λαϊκά όργανα. Η νεολαία ανακαλύπτει μαζικά την ηλεκτρική κιθάρα, τα ντραμς, το ηλεκτρικό μπάσο και την ομορφιά τού να παίζουμε όλοι μαζί δυνατά μουσική. Σιγά σιγά οι παρέες φτιάχνουν γκρουπάκια, ακολουθώντας τις επιταγές του do-it-yourself, που έρχεται με καθυστέρηση μιας δεκαετίας από τη Μεγάλη Βρετανία. «Ήμουν 16 χρόνων και έβλεπα συμμαθητές μου να κυκλοφορούν με μια κιθάρα και να μπαίνουν σ’ αυτό το υπόγειο (Στούντιο Π στην Ηλιούπολη). Ήταν κάτι που μου κέντρισε την περιέργεια. Έτσι άρχισα να ασχολούμαι με τη μουσική» λέει Χρήστος, 25 χρόνων σήμερα. 

Οι ίδιοι πάντως οι ιδιοκτήτες πιστεύουν πως ο ρόλος των studio στη δημιουργία μιας μπάντας σταματάει σε πολύ πρώιμο στάδιο και σε καμία περίπτωση δεν αποδέχονται το ρόλο του ιδιότυπου μαικήνα της εναλλακτικής μουσικής σκηνής. «Η ύπαρξη ενός χώρου για πρόβες κάνει οπωσδήποτε πιο εύκολη τη δημιουργία ενός γκρουπ, χωρίς αυτό να αποτελεί πανάκεια. Δηλαδή το 1970, που δεν υπήρχαν studio, τι γινόταν; Δεν υπήρχαν γκρουπ; Η δημιουργία ενός καλού γκρουπ προϋποθέτει κι άλλα πράγματα. Όσο για την άνοδο της ελληνικής εναλλακτικής σκηνής σήμερα, πιστεύω ότι τα πάντα παίζουν το ρόλο τους. Το MTV, η παγκόσμια μουσική γενικότερα, καθώς και το ότι οι Έλληνες έχουν βαρεθεί την ψευτοκουλτούρα και το glamour» υποστηρίζει ο Στάθης Παυλάντης, ιδιοκτήτης του studio The Music House, που βρίσκεται στον Κορυδαλλό.

Στο ίδιο μοτίβο και ο Γιάννης Σκλίβας, ιδιοκτήτης του DSL στο Κουκάκι, αισιοδοξεί για τη μουσική δημιουργία αλλά και για το μέλλον των studio: «Θυμάμαι ότι το 2000, χρονιά των μεγάλων καταλήψεων στα σχολεία, το studio γέμισε με μαθητικές μπάντες. Προφανώς αυτό οφείλεται και στον ελεύθερο χρόνο που είχαν, αλλά και στο κλίμα που είχε δημιουργηθεί. Γενικά πιστεύω ότι σε περιόδους κοινωνικής αναταραχής, όπως η τωρινή, η ανάγκη για έκφραση γίνεται εντονότερη ειδικά στη νεολαία».   

Η επιστήμη της πρόβας

Μπορεί σήμερα να φαίνεται ότι τα πράγματα έχουν πάρει το δρόμο τους, αλλά και στην περίπτωση των studio ίσχυσε το «κάθε αρχή και δύσκολη». Τα πρώτα χρόνια, οι περισσότεροι ιδιοκτήτες δεν είχαν συνειδητοποιήσει πως το να λειτουργεί κάποιος έναν τέτοιο χώρο έχει πολλές δυσκολίες. Ο Γιώργος Ποντίκης, ιδιοκτήτης του Στούντιο Π στην Ηλιούπολη, μου εξηγεί γιατί το προβάδικο δεν έχει ωράριο: «Στην αρχή, ο οποιοσδήποτε διέθετε ένα χώρο και την οικονομική δυνατότητα να αγοράσει όργανα (ακόμα και β΄ ή γ΄ διαλογής) μπορούσε να ανοίξει studio. Επίσης, οι περισσότεροι δεν το αντιμετώπισαν ως την κύρια δουλειά τους, αλλά ως έναν τρόπο για να βγάζουν χαρτζιλίκι. Όμως το προβάδικο είναι κάτι παραπάνω από full-time απασχόληση. Εμένα μου έχει τύχει να γυρίσω από διακοπές και να ανοίξω το χώρο Δεκαπενταύγουστο, γιατί τα παιδιά που ήθελαν να κάνουν πρόβα έρχονται χρόνια και είχαν ανάγκη την αίθουσα». 

Όπως διαπίστωσα συζητώντας με θαμώνες, το πώς κρίνει κανείς ένα προβάδικο εξαρτάται από πολλούς παράγοντες. Η ηλικία των μελών ενός γκρουπ και ο εκάστοτε επαγγελματισμός ή ο ερασιτεχνισμός που τους διακρίνει καθορίζουν σε μεγάλο βαθμό τις απαιτήσεις τους. Για να καταλάβουμε το χάος που τους χωρίζει, αρκεί να σκεφτούμε ότι η ηλικία των ατόμων που περνούν καθημερινά το κατώφλι των studio είναι από 11 μέχρι 60 χρόνων. Επίσης, στην ίδια αίθουσα μπορεί το μεσημέρι να κάνουν πρόβα οι Ρόδες και δυο ώρες αργότερα τα ίδια ντραμς να χτυπάει ένας μαθητής λυκείου, που παίζει με το γκρουπ του διασκευές. «Για τους μη επαγγελματίες μουσικούς, για εκείνους που απλώς κάνουν το κέφι τους, τεχνικά ζητήματα, όπως ο εξοπλισμός και η μικροφωνική εγκατάσταση, παίζουν πολύ μικρό ρόλο. Περισσότερη σημασία δίνουν στη συμπεριφορά του ιδιοκτήτη» μου λέει ο 26χρονος Μιχάλης, ο οποίος κάνει πρόβα σε studio από 15 χρόνων. 

Πρόβα-Συναυλία 1-0 (τελικό)

Κυριακή μεσημέρι. Παρακολουθώ μια πρόβα στο studio DSL στο Κουκάκι. Ο ντράμερ χτυπάει τις μπαγκέτες, κοιτώντας τα υπόλοιπα μέλη του γκρουπ. Ξεκινούν το κομμάτι και σε όλη τη διάρκεια έχουν οπτική επαφή, για να συγχρονιστούν στα δύσκολα σημεία. Ανταλλάσσουν απόψεις για το πώς πρέπει να παιχτεί το κομμάτι, σε ποιο σημείο θα χαμηλώσει η κιθάρα, πού θα μπει δυνατά το μπάσο, για πόσα  μέτρα θα παίζουν γρήγορα τα ντραμς. Δεν ξέρω αν τα studio κάνουν καλό στη μουσική σκηνή και μάλλον αυτό λίγο ενδιαφέρει. Αυτό που ξέρω είναι ότι ζηλεύω αυτές τις ματιές που ρίχνουν μεταξύ τους: συνεννοούνται, διαφωνούν, απολογούνται για τη λάθος νότα, επιβραβεύουν ο ένας τον άλλο. Τελικά, υπάρχει κάτι πιο σημαντικό για ένα γκρουπ από τη στιγμή της πρόβας; Η απάντηση είναι όχι. Γιατί αυτές τις ματιές δεν τις αλλάζουν με τίποτα.

DSL Studio (Νότη Μπότσαρη 9-11, Κουκάκι, 210 9244.643, www.dsl-studio.gr

Ο χώρος δημιουργήθηκε το 1993 από τον Γιάννη Σκλίβα και διαθέτει δύο άρτια εξοπλισμένες αίθουσες. Από εδώ έχει περάσει όλος ο καλός ο (μουσικός) κόσμος, από Earthbound μέχρι Bokomolech. Η ώρα κοστίζει 12 ευρώ.  

The Music House (Πλατεία Μέμου, Κορυδαλλός, 210 4950.928, www.themusichouse.gr

Δημιουργήθηκε το 1994 από τον Στάθη Παυλαντή. Βρίσκεται μισή ώρα από το κέντρο τις Αθήνας και 15 λεπτά απ’ τον Πειραιά. Προσφέρει υψηλής ποιότητας εξοπλισμό, έχει έμπειρο προσωπικό και είναι από τα μεγαλύτερα studio της περιοχής. Διαθέτει μία αίθουσα, ειδικά εξοπλισμένη για να καλύπτει ένα ευρύ φάσμα απαιτήσεων. Εδώ οι μπάντες μπορούν να παίξουν σχεδόν κάθε είδους μουσικό στιλ, από τζαζ και κλασική μέχρι χέβι μέταλ και χιπ χοπ. Ο χώρος είναι διαθέσιμος επτά ημέρες την εβδομάδα, από τις εννιά το πρωί μέχρι αρκετές ώρες μετά τα μεσάνυχτα. Η ώρα κοστίζει 10 ευρώ.

Studio II (Τραπεζούντιου 1, Εξάρχεια, 210 3640.614, www.studio2.gr

Πέρσι έκλεισε αισίως τα 20 χρόνια. Στο studio του Βλάση Ερημάκη έχουν προβάρει θρυλικές μπάντες, όπως οι Γενιά του Χάους, Last Drive, Purlple Overdose και Echo Tattoo. Ο ιδιοκτήτης του δραστηριοποιείται επίσης στον τομέα της οργάνωσης συναυλιών.

Studio Terra (Αγ. Κωνσταντίνου 63, Ηλιούπολη, 210 9751.090, www.studioterra.gr

Η λειτουργία του ξεκινά το 2001, αρχικά με μία αίθουσα, και το 2003 κατασκευάζεται και δεύτερη. Ο ιδιοκτήτης του, Σωτήρης Πανάγος, έφτιαξε μπαρ στο χώρο του studio, για να αποκτήσει άλλο ενδιαφέρον το πριν και το μετά της πρόβας. Η πρόβα κοστίζει 12 ευρώ η ώρα. 

Ηχουργείο (Κυψέλης 94, Κυψέλη, 210 8233.632)

Από τα πρώτα studio της Αθήνας, δημιουργήθηκε το 1988 από τον Νίκο Μηλιώνη. Στις αίθουσές του έχουν κάνει πρόβα σχεδόν όλα τα μεγάλα ονόματα της ελληνικής ροκ σκηνής, αρχής γενομένης από τον Παύλο Σιδηρόπουλο. Ανακαινίστηκε πριν από δύο χρόνια και σήμερα διαθέτει δύο αίθουσες, στις οποίες κάνουν πρόβα γύρω στα 20 γκρουπ. Η πρόβα κοστίζει 10 ευρώ την ώρα στη μικρή αίθουσα και 12 στη μεγάλη. Προσφέρονται και πακέτα ωρών.

ΕΓΓΡΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER ΜΑΣ

Tα καλύτερα άρθρα της ημέρας έρχονται στο mail σου

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ