Εικαστικα

CAFE BAR: Οι τελευταίες μέρες της ζωής σου

Η έκθεση ζωγραφικής του Βαγγέλη Πλοιαρίδη

4754-202316.jpeg
Στέφανος Τσιτσόπουλος
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
21508-52339.jpg

Μια γερασμένη πλην όμως πάντα μπαμπέσα γειτονιά: η Κωνσταντινουπόλεως και τα πέριξ της. Και μία έκθεση ζωγραφικής του Βαγγέλη Πλοιαρίδη με τίτλο «CAFE BAR: Οι τελευταίες μέρες της ζωής σου». Τι τις συνδέει; Και γιατί η βία της θνησιμότητας θα συνομιλεί πάντα με την ευθυμία και τη χαρά σε όλους τους δρόμους, όπου διασταυρώνονται τα βλέμματα και οι πράξεις των ανθρώπων;

Αν η Λεωφόρος Στρατού, έτσι ευθεία και αγέρωχη όπως πορεύεται, μοιάζει με το σώμα μιας λόγχης, η προέκτασή της, η Κωνσταντινουπόλεως, είναι σαν το μεσαίο καρφί μιας τρίαινας, που αριστερά και δεξιά της, εξίσου μυτερές και κοφτερές, αναπτύσσονται η Παπαναστασίου και η Δελφών. Η Κωνσταντινουπόλεως μοιάζει και με ξεφλουδισμένη μπανάνα! Η Παπαναστασίου και η Δελφών δεν είναι παρά οι κίτρινες φλούδες της. Όλο τέτοια σκέφτομαι αυτές τις μέρες που η τύχη με έφερε να πηγαινοέρχομαι στην παλιά μου γειτονιά. Τα Κυβέλεια, εκεί που προσεχώς προβλέπεται να κάνει στάση το μετρό, είναι ένα απέραντο εργοτάξιο. Aπέναντι, στο γραφείο τελετών «Τσίγκρος», μετά τα μεσάνυχτα καπνίζοντας γλαρώνει το κοράκι στην καρέκλα του. Χαζεύει τηλεμάρκετινγκ στην TV και περιμένει να χτυπήσει το «επείγον».

Ξέρω την Κωνσταντινουπόλεως απέξω κι ανακατωτά. Στα τέλη του '90, στο πρώτο της βιβλίο, «Ξανθιά πατημένη», η γειτόνισσά μου Σοφία Νικολαΐδου περιέγραψε τη ζωή στα στενά των γύρω δρόμων, της Ιλιάδος, της Γαμβέττα, της Αθανασίου Διάκου σαν Κυριακή πολύβουη από τα ζντρο και τις ιαχές που ρίχναν τα λυκόπουλα και οι πρόσκοποι. Έτσι ήταν! Εκτός από γραφεία κηδειών, η Κωνσταντινουπόλεως έχει και πολλά φαρμακεία. Και πολλά γυράδικα. Κι όσο ζορισμένα κι αν είναι τα πράγματα κυκλοφοριακώς, πάντα θα βρεις ταξί για να κατέβεις στο κέντρο, αν σου τη σπάει η πολλή κοινωνικότητα και οι μυρωδιές των ανθρώπων που χαρακτηρίζει το διερχόμενο λεωφορείο 31 που τη συνδέει με το κέντρο. Γιατί; θα αναρωτηθείς. Όχι γιατί η γάτα έχει ένα αυτί, φυσικά, αφού και δεν έχω δει ποτέ μια τέτοια, αλλά και γιατί εδώ στην Κωνσταντινουπόλεως υπάρχει το νοσοκομείο Ιπποκράτειο. Όλη η Κωνσταντινουπόλεως λες και δημιουργήθηκε για να το υπηρετεί.

Το Ιπποκράτειο τις νύχτες λάμπει σαν φάρος, τη μέρα, έτσι ογκώδες και τεράστιο όπως είναι, με τις πτέρυγες, τα παραρτήματα και τις διαδαλώδεις κατασκευές του, προσομοιάζει με τεράστιο διαστημόπλοιο. Σαν αυτά τα υπερμεγέθη του Galactica, που εντός τους κουβαλούσαν χιλιάδες ανθρώπους που πηγαινοέρχονταν στο γαλαξία, με φορτωμένες πάνω του μνήμες, νερά, φαγητό, παιχνίδια, κρεβάτια, οικογένειες.

Η Κωνσταντινουπόλεως, όπως καταλάβατε, ούτε για μακρινή ξαδέλφη μπορεί να περάσει με την γκλάμουρ Τσιμισκή, ούτε για ετεροθαλής της τρεντο-Μητροπόλεως.

Μετά το Λευκό Πύργο ή την Καμάρα, μετά την πλατεία Αριστοτέλους και την Εγνατία, όλοι οι δρόμοι είναι ίδιοι. Σφιγμένη, μουντή, ξεχαρβαλωμένη, με κτίρια σαν ξεχρονιασμένα καύκαλο υπέργηρης χελώνας, η Κωνσταντινουπόλεως θα μπορούσε να είναι η δίδυμη αδελφή της εν Τούμπα Λαμπράκη. Γεροντοκόρες, εννοείται, και οι δυο, κανένας development επενδυτής μεγαλογαμπρός δεν θα τις φλερτάρει για τα κάλλη τους, κανένα εμπορικό κέντρο κοινώς δεν θα ανοίξει εδώ. Μόνο νεωτερισμοί, τυροπιτάδικα, τριτοκοσμικά καφέ για ιντερνετάκι, ψιλοφρουτάκια και κάνα καλό νταλαβέρι, αν το κορίτσι πίσω από το μπαρ έχει ματάκι παιχνιδιάρικο και κορμάκι αφράτο.

Παρ' όλα αυτά, αυτή τη γειτονιά θα την αγαπώ για πάντα. Είναι η γειτονιά των νεανικών μου χρόνων, κάθε φορά που τη διασχίζω με πιάνει μια ρετρό νοσταλγία. Σχεδόν είναι σαν να εξαφανίζεται το κιτς και η ασχήμια της κι όλα να ξαναγίνονται τρυφερά, ζωντανά και ενθουσιώδη, καθώς από το αρχείο της μνήμης μου ανασύρονται εικόνες του τότε: Εκεί που τώρα είναι η Εθνική Τράπεζα, τότε ήταν το ζυθεστιατόριο «Χατζής», τίγκα στο φοιτηταριό από τον παρακείμενο Ευκλείδη αλλά και τα ΤΕΙ της Σίνδου, καθότι δεχόταν το κουπόνι σίτισης. Μετά ο λαός χτυπούσε τα ξακουστά εκλεράκια του ομώνυμου ζαχαροπλαστείου και κατηφόριζε για την ταινία στο «Ράδιο Σίτι», χαζεύοντας στο ενδιάμεσο τα φανταχτερά ρούχα του καταστήματος «Saluti». Αυτή η Κωνσταντινουπόλεως δεν υπάρχει πια, όπως και δεν παίζει πια ταινίες το «Ράδιο Σίτι».

Αυτά σκεφτόμουν στο ταξί όπως επέστρεφα για το κέντρο προκειμένου να επισκεφτώ τη ζωγραφική του Βαγγέλη Πλοιαρίδη να κρέμεται στους τοίχους της Donopoulos International Fine Arts. Η έκθεση έχει τίτλο «CAFE BAR: Οι τελευταίες μέρες της ζωής σου». Επίκουρος καθηγητής της Σχολής Καλών Τεχνών, με άπειρες ατομικές και ομαδικές εκθέσεις στην Ελλάδα και το εξωτερικό, με έργα του να βρίσκονται σε πλήθος δημόσιων συλλογών, από Fulbright Foundation και Mamco Geneva έως συλλογή Φρυσσίρα, ο «Βανζέλ Πλοιαρί» είναι ένας χορτασμένος καλλιτέχνης και ισορροπημένος στο έπακρο.

Τον αποκαλώ Βανζέλ, διότι το νευρώδες κορμί του, όπως διασχίζει το κέντρο με τη μηχανάρα του ή το πλαγιοκοπεί με το γρήγορο βηματισμό του, μου φέρνουν στο μυαλό μαρσεγιέζους ήρωες λογοτεχνικών βιβλίων ή ταινιών, όπως ας πούμε εκείνος ο κοντός τσατίλας που κυνηγούσε το νεαρό ταχυδρόμο στην «Ντίβα» του Μπενέξ. Κάπως έτσι ζωγραφίζει κιόλας ο Πλοιαρίδης: νευρικά, τσατισμένα, οι πίνακές του μοιάζουν με καρτ ποστάλ εισβολείς από το υποσυνείδητο. Τα ξεπλυμένα χρώματά του, οι ειδυλλιακοί συμβολισμοί του, η μηχανική του παρελθόντος όπως μπουκάρει και καταλύει τον ιστορικό χρόνο, η ειρωνεία αλλά και η ευθυμία, τα οικεία αλλά και τα ασύμβατα, είτε πρόσωπα των ηρώων είτε τοπία που εντός τους παράγεται η δράση, φτιάχνουν μια ζωγραφική που μοιάζει με διαδραστική σύγκρουση.

Κοιτάζω τα έργα του σαν θεατής, αλλά είμαι σίγουρος ότι με κοιτάζουν και αυτά. Και υπάρχει και εδώ αυτή η ρετρό νοσταλγία που με πιάνει κάθε φορά που επιστρέφω στην Κωνσταντινουπόλεως, αλλά και τώρα που μαγεύομαι από τη ζωγραφική του Πλοιαρίδη. Οι ζωγραφικές του επιφάνειες αποπνέουν μια αίσθηση ματαιότητας, παρόμοιας με τις σκέψεις που μπορεί να κάνουν μια ντουζίνα ηλικιωμένων ανθρώπων που ξέρω και κατοικούν εκεί.

Σου τη συνιστώ ανεπιφύλακτα την έκθεση «CAFE BAR: Οι τελευταίες μέρες της ζωής σου». Τίτλος δαιμονικά πονηρός, μιας και οι αδαείς φραπεδαριστές μπορεί να την επισκεφτούν πιστεύοντας πως θα δουν ειδυλλιακά τοπία σαν αυτά που χαλαρώνουν το μάτι με θέες θάλασσες, χιονισμένους Όλυμπους, φωτισμένα καράβια να κοιμούνται στο νερό. Πού να ξέρουν τι χαστούκι θα φάνε!

image

«CAFE BAR: Οι τελευταίες μέρες της ζωής σου», 2011. Λάδι σε μουσαμά, 100 x 120 εκ.


image

«Πεθαίνοντας στο Μουί Νε», 2010. Λάδι σε μουσαμά, 185 x 200 εκ.


image

Άτιτλο, 2010. Λάδι σε μουσαμά, 120 x 100 εκ.


image

«Ζήσε ή πέθανε», 2011. Λάδι σε μουσαμά, 100 x 120 εκ.


image

«Μεταμεσονύχτιο ψάρεμα», 2010. Λάδι σε μουσαμά, 185 x 200 εκ.


Vangelis Pliarides

«CAFE BAR: Οι τελευταίες μέρες της ζωής σου»

Donopoulos International Fine Arts, Αγίας Θεοδώρας 3, Τ: 2310 552 663.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ