Πολιτικη & Οικονομια

Υπάλληλος στα διόδια, είδος προς εξαφάνιση

Με καύσωνα ή με κατακλυσμό, εγώ πάντα στο πόστο μου, στα δεύτερα

maria-mavrikaki.jpg
Μαρία Μαυρικάκη
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
diodia.jpg
© EUROKINISSI/ΜΙΧΑΛΗΣ ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗΣ

Πώς περνάει η μέρα ενός υπαλλήλου στα διόδια - Οι οδηγοί, η πληρωμή και τα νέα μηχανήματα

Με καύσωνα ή με κατακλυσμό, εγώ πάντα στο πόστο μου, στα δεύτερα. Με τον καιρό προστέθηκαν νέα στον κύριο άξονα, χώρια αυτά στους παραδρόμους, οπότε λέω «στα πρώην δεύτερα». Σε όποια κατεύθυνση κι αν κάνω βάρδια, κάθοδο-άνοδο το ίδιο χέρι δουλεύω. Το παράθυρο έχει αντίσταση, το τζάμι είναι βαρύ και κολλάει, έχω αρχίσει βαράκια με το δεξί μπας και αποφύγω την παραμόρφωση. Ανοίγω το παράθυρό μου αφού ανοίξει πρώτα ο οδηγός το δικό του. Ώσπου να κοιταχτούμε, μια γερή δόση από μουσική χώνεται στο καβούκι μου δίχως να ρωτηθώ - χώρια τα καυσαέρια. Αμέσως μετά τη συναλλαγή κλείνω, με την ελπίδα ο επόμενος να έχει χαμηλώσει την ένταση του ήχου. Συμβαίνει σπάνια.

Όλους τους βλέπω από ψηλά, το μόνο καλό της θέσης. Κατά τα άλλα, πιο στενός από του περιπτερά ο χώρος και χωρίς σοκολάτες και προφυλακτικά. Άσε το τι αναπνέω. Τις καθημερινές για να περάσει η ώρα μαντεύω τι μοντέλο θα είναι το επόμενο αμάξι. Η ψυχολόγος μου λέει ότι οι άνδρες παρατηρούν τη μάρκα, οι γυναίκες το χρώμα και οι ψυχαναγκαστικοί τον αριθμό της πινακίδας κάθε αυτοκινήτου. Δεν τσιμπάω στις γνωματεύσεις της, αν και έγινε της μόδας να πάσχεις από κάποιου είδους κόλλημα, ιδεοψυχαναγκασμό νομίζω το λένε.

Με το χέρι της καρδιάς, με το αριστερό, γίνεται η συναλλαγή. Παίρνω ψιλά, δίνω χαρτάκι. Οι άνθρωποι θέλουν να τα ξεφορτωθούν και τα πασάρουν σε εμένα, αφού κερί δεν ανάβουν συχνά (ειδικά μετά τις δηλώσεις του Ποιμενάρχη όταν επικαλέστηκε δύο φορές τη βοήθεια των γιατρών και καμία του Θεού). Μου ‘χει τύχει να παραλάβω εβδομήντα έξι χάλκινα μαζεμένα. Τους είχα εκεί μέχρι να τα μετρήσω ένα προς ένα και μετά σήκωσα τη μπάρα.

Τα πρώτα χρόνια ελάχιστοι πλήρωναν με κάρτα από φόβο μην τους κλέψουν τον αριθμό και κάνουν χρεώσεις. Πλέον έχουν χάσει το λογαριασμό αφού ψωμί, καφέδες, τσιγάρα, τα πληρώνουν με πιστωτική μπας και μπουν στην κλήρωση. Ειδικά με την πανδημία πολλοί αποφεύγουν να πιάσουν κέρματα, φαντάσου εγώ. Ούτε την κάρτα αγγίζω, κρεμάω το μηχανάκι απ’ έξω για σιγουριά όλων και λέω ένα ευχαριστώ που σκεπάζεται από το μπιπ της καταχώρησης. Παλιότερα δεν μιλούσα. Μετά, που άρχισαν τις χαιρετούρες και τα γελάκια οι συνάδελφοι της Αττικής οδού, άλλαξαν και οι δικές μας οδηγίες.

Το παράπονό μου είναι πως κανείς δεν διανοείται να αφήσει φιλοδώρημα. Όλοι μετρούν και τη δεκάρα στα διόδια, όπως κάνουν και με τους ταμίες των σούπερ μάρκετ, ενώ στους σερβιτόρους και τους ντελιβεράδες πάντα δίνουν το κατιτίς τους. Μυστήρια πράματα, αφού κι εμείς υπηρεσίες προσφέρουμε. Φαίνεται προτιμούν να ακούν «καλή απόλαυση». Το «καλό ταξίδι» δεν τους λέει και πολλά. Εντάξει, αφήνω τη γκρίνια για τα έξτρα και αρκούμαι στο μισθό μου, για όσο ακόμη υπάρχει. Στη διπλανή θέση έβαλαν ήδη ένα καλάθι όπου πετάνε τα λεφτά οι οδηγοί κι αυτό τους «φτύνει» πίσω την απόδειξη. Διαβολικό μηχάνημα, άσε που δεν δίνει ρέστα. Και τα υπόλοιπα πόστα, χωρίς υπαλλήλους είναι. Οι οδηγοί προστάζουν την μπάρα να μεριάσει χωρίς καθυστέρηση, δείχνοντας απλά ένα ηλεκτρονικό πάσο στο παρπρίζ. Το στρίγκλισμά του κάθε τόσο μου τρυπάει τα μηνίγγια. Όσο για το κουβούκλιό μου, το αισθάνομαι να στενεύει μέρα με τη μέρα. Αν συνεχίσει έτσι, ίσως ένα πρωί με συνθλίψει χωρίς κανείς να το προσέξει, αφού όλοι σταματούν εδώ για μερικά δευτερόλεπτα και βιάζονται να συνεχίσουν τον δρόμο τους.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ