Πολιτικη & Οικονομια

Οι πολέμιοι της συνεπιμέλειας

H δικαιοσύνη δεν είναι η καταλληλότερη οδός για να ρυθμιστούν οι σχέσεις γονέων-τέκνων μετά τη λύση ενός γάμου

32014-72458.jpg
A.V. Guest
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
mpampas-paidia.jpg
© Juliane Liebermann / Unsplash

Ο Κωνσταντίνος Λαδάκης γράφει για τη Συνεπιμέλεια και τις προτάσεις που απέστειλε η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων (ΕΝΔΕ) για το Οικογενειακό Δίκαιο.

«Όπως το ίσιο δεν χρειάζεται χάρακα, έτσι και το δίκαιο δεν χρειάζεται δικαιοσύνη», Επίκτητος, Στωικός φιλόσοφος.

Πρόσφατα η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων (ΕΝΔΕ), επικαλούμενη την πρόθεσή της να συμβάλει στη βελτίωση της νομοθεσίας, απέστειλε στο Υπουργείο Δικαιοσύνης και στα κοινοβουλευτικά πολιτικά κόμματα τις προτάσεις της για τις μεταρρυθμίσεις στο Οικογενειακό Δίκαιο.

Τα ερωτήματα που προκύπτουν από την παραπάνω ενέργεια είναι σε πόσα και με τι αντικείμενο νομοσχέδια έχει παρέμβει η ΕΝΔΕ, αν έχει το δικαίωμα να παρεμβαίνει στο νομοθετικό έργο δεδομένου ότι το Σύνταγμα των Ελλήνων επιβάλλει τη διάκριση των εξουσιών και γιατί η ΕΝΔΕ αναρωτιέται για τη σιωπηρή απόρριψη του σχεδίου της Νομοπαρασκευαστικής Επιτροπής αφού, αν ένα σχέδιο μιας Νομοπαρασκευαστικής δεν είναι σύμφωνο με το σκοπό του Νομοσχεδίου, ο Νομοθέτης είναι αναγκασμένος να το απορρίψει.

Η ΕΝΔΕ ζητάει τη συγκρότηση δικαστικών κοινωνικών υπηρεσιών, τη συμβουλευτική γονέων και επιμορφωτικά σεμινάρια για τους δικαστικούς λειτουργούς. Άραγε όλα βαίνουν καλώς στην τρέχουσα δικαστική πρακτική και οι παραπάνω αναγκαιότητες θα προκύψουν με την επικείμενη μεταρρύθμιση;

Η αντίδραση της ΕΝΔΕ δείχνει ότι είναι αντίθετη με τον σκοπό του νομοσχεδίου. Οι δικαστές έχουν βαθιά ριζωμένη την πεποίθηση ότι η αποκλειστική επιμέλεια εξυπηρετεί το συμφέρον του παιδιού. Η πεποίθηση αυτή δεν έχει νομικό υπόβαθρο αφού δεν βασίζεται στο Νόμο και τις Διεθνείς Συμβάσεις για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα αλλά σε νομικισμούς. Δηλαδή, αντί οι αποφάσεις να είναι αποτέλεσμα της αυθεντικής ερμηνείας των νόμων και του Δικαίου, η ερμηνεία των νόμων και του Δικαίου γίνεται αυθαίρετα ώστε να οδηγεί στην αποκλειστική επιμέλεια. Η πεποίθησή τους δεν έχει ούτε επιστημονικό υπόβαθρο. Η μοναδική μελέτη που έχει προβληθεί ως αντίθετη με τη συνεπιμέλεια είναι μία του 2008 της οποίας όμως έχουν παραποιηθεί τα συμπεράσματα, ενώ στην πραγματικότητα και αυτή η μελέτη είναι υπέρ της συνεπιμέλειας. Γενικώς οι απόψεις των πολέμιων της συνεπιμέλειας είναι παρωχημένες και παντελώς αστήρικτες-αβάσιμες.

Οι πολέμιοι της συνεπιμέλειας, επειδή δεν μπορούν να απαντήσουν στα επιχειρήματά μας, έχουν προσφύγει σε έναν πόλεμο λάσπης εναντίον μας. Μας παρουσιάζουν ως ακροδεξιούς και ως αδιάφορους γονείς που έχουμε εγκαταλείψει τα παιδιά μας και το μόνο που μας ενδιαφέρει είναι το να μην πληρώνουμε διατροφή. Παρόλο που πολλοί από εμάς είμαστε θύματα κακοποίησης (από τη στιγμή που μας έχουν καταστρέψει τη σχέση μας με τα τέκνα μας), μας κουνούν το δάκτυλο και μας παρουσιάζουν όλους γενικώς και ανεξαιρέτως ως εν δυνάμει κακοποιητές. Μας κατηγορούν ότι έχουμε κάποια ύποπτη, κρυφή χρηματοδότηση και ότι επιδιώκουμε αντιμεταρρύθμιση ώστε να ξαναγυρίσουμε στην προ του 1983 κατάσταση. Όμως πριν το 1983 δεν είχαμε συνεπιμέλεια. Ισχυρίζονται επίσης ότι, επειδή δεν είμαστε Σουηδία, η συνεπιμέλεια δεν μπορεί να εφαρμοστεί στη χώρα μας. Όμως ούτε το 1983 ήμασταν Σουηδία, όταν και έγινε η προηγούμενη μεταρρύθμιση την οποία ασπάζονται οι πολέμιοι της συνεπιμέλειας. Αρνούνται τον όρο γονική αποξένωση, αλλά και την οποιαδήποτε τυχόν επιστημονική διερεύνηση του συνδρόμου αυτού και μέσα από αυτές τις αρνήσεις αρνούνται και αυτήν-καθαυτή την πράξη και τις συνέπειες της αποκοπής του ενός γονέα από το/τα τέκνο/α του.

Τα περισσότερα από τα προσωπικά μας τραυματικά βιώματα προέρχονται από πράξεις και παραλήψεις των ίδιων των δικαστικών λειτουργών και όχι από τους/τις πρώην συζύγους μας. Οι δικαστές θεωρούν χρέος τους να επιλύουν διαφορές και να λειτουργούν ως διχαστές. Με έναν διεκπεραιωτικό, αυτοματοποιημένο και ισοπεδωτικό τρόπο αφαιρούν την επιμέλεια χωρίς να εξατομικεύουν κατά περίπτωση. Ο καλός γονέας αντιμετωπίζεται ως παράνομος, παρόλο που δεν έχει διαπράξει κάποιο αδίκημα. Στις περιπτώσεις αντιδικίας, η λέξη συνεπιμέλεια αντιμετωπίζεται ως ύβρις εντός της δικαστικής αίθουσας και ο γονέας που την ζητάει αντιμετωπίζεται ως ασεβής προς το δικαστήριο. Όμως οι σχέσεις γονέων-τέκνων χρειάζονται ρύθμιση και όχι διάλυση.

Όλα τα παραπάνω δείχνουν ότι η δικαιοσύνη δεν είναι η καταλληλότερη οδός για να ρυθμιστούν οι σχέσεις γονέων-τέκνων μετά τη λύση ενός γάμου. Ένας επιπλέον λόγος είναι η απαράδεκτα μεγάλη χρονική διάρκεια έως ότου τελεσιδικήσει μια υπόθεση. Μέχρι να συμβεί αυτό, ο χρόνος έχει δημιουργήσει μη αναστρέψιμες συνέπειες και η πρόχειρη προσωρινή απόφαση των ασφαλιστικών μέτρων έχει προδικάσει και το αποτέλεσμα της κυρίως δίκης, μετατρέποντάς την έτσι σε μια προσχηματική διαδικασία. Εύκολα λοιπόν συμπεραίνει κανείς ότι οι δικαστικοί λειτουργοί θα προσπαθήσουν να ακυρώσουν στην πράξη τις διατάξεις που εξυπηρετούν το σκοπό του υπό ψήφιση νόμου.

Η εφαρμογή μιας ισοπεδωτικής ψυχιατρικοποίησης των διαζυγίων θα έχει επίσης αρνητικές συνέπειες. Κατ’ αρχάς το κράτος δεν δικαιούται να παρεμβαίνει παρά μόνο εκεί που παραβιάζεται ο νόμος. Δεν πρέπει λοιπόν να επιτραπεί οι παιδοψυχολόγοι-παιδοψυχίατροι να χρησιμοποιούνται για την επιλογή του ποιος γονέας είναι καταλληλότερος από τον άλλο, εφόσον και οι δύο είναι κατάλληλοι. Επιπλέον εάν γίνει κατάχρηση των υπηρεσιών αυτών από τους δικαστές, θα επαυξηθεί η διάρκεια των δικών, γεγονός που θα ενισχύσει την αρνησιδικία.

Όταν οι γονείς αντιμετωπίζονται ως ίσοι, τα ποσοστά συμφωνίας μεταξύ τους αυξάνονται θεαματικά. Στην Αυστραλία για παράδειγμα μόνον το 3% των περιπτώσεων χρησιμοποιεί ως κύρια οδό τα δικαστήρια για τα θέματα που αφορούν στην επιμέλεια των τέκνων. Για αυτούς που χρησιμοποιούν το επιχείρημα ότι δεν είμαστε Σουηδία, υπενθυμίζω ότι το Δίκαιο επιβάλλει την κοινή αντίληψη και τον κοινό σεβασμό των δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών.

Τα σχέδια ανατροφής (parenting plans) είναι η λύση. Θα πρέπει να υπάρχουν έτοιμα τυποποιημένα σχέδια που θα αφήνουν όσον το δυνατόν λιγότερα κενά και τα οποία θα καλούνται να συμπληρώσουν οι γονείς και στη συνέχεια θα επικυρώνονται από το δικαστή χωρίς τακτική δικάσιμο. Η προσφυγή στη διαμεσολάβηση να γίνεται μόνο όταν οι γονείς επιμένουν στις διαφωνίες τους και η πραγματική προσφυγή στη δικαιοσύνη να γίνεται μόνον κατ’ εξαίρεση στις περιπτώσεις που πραγματικά χρειάζεται.

Η μείωση της προσφυγής στη δικαιοσύνη θα έχει ως αποτέλεσμα να απελευθερωθούν τα δικαστήρια από ένα μεγάλο φόρτο εργασίας και θα επιτρέψει στους δικαστές να διεκπεραιώσουν ταχύτερα τις υποθέσεις που πραγματικά είναι αναγκαία η παρέμβαση της δικαιοσύνης (ενδοοικογενειακή βία-κακοποίηση-παραμέληση). Μάλιστα θα πρέπει να υπάρχει συγκεκριμένο χρονικό όριο λίγων μηνών και να προβλέπονται αρνητικές συνέπειες για το δικαστή που δεν αντιμετωπίζει έγκαιρα μία τέτοια περίπτωση.

Η ΕΝΔΕ διαφωνεί με τη χρήση της λέξης «πρωτίστως» στη φράση: «Στο συμφέρον του τέκνου, που εξυπηρετείται πρωτίστως από την ουσιαστική συμμετοχή και των δύο γονέων στην ανατροφή και φροντίδα του…» και ζητάει την αντικατάσταση της από τη λέξη «ιδίως». Η λέξη πρωτίστως πρέπει να παραμείνει για να υπενθυμίζει στο δικαστή ποιος είναι ο σκοπός του Νομοθέτη.

Ο νόμος θα πρέπει να αναφέρει ρητά ότι οδηγός του είναι η Διεθνής Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Παιδιού (ολόκληρη και όχι ακρωτηριασμένη όπως επιθυμούν οι πολέμιοι της συνεπιμέλειας).

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ