Πολιτικη & Οικονομια

Είναι το «Όσα παίρνει ο άνεμος» ρατσιστικό μελόδραμα; Και λοιπόν;

Ακόμα κι αν το κρίνουμε ως τέτοιο, μπορούμε να ζητάμε να αποσυρθεί;

34585-78037.jpg
Δήμητρα Γκρους
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
osa-pernei-o-anemos.jpg

Η συζήτηση περί λογοκρισίας και για το αν μπορούν να αναθεωρούνται έργα του παρελθόντος μετά την προσωρινή απόσυρση του «Όσα παίρνει ο άνεμος» από την HBO Max.

Οι περισσότεροι, φαντάζομαι, που έχουν γεννηθεί μετά το ’80, δεν έχουν δει την ταινία «Όσα παίρνει ο άνεμος». Πολύ πιθανό όμως να τη γνωρίζουν ως τίτλο, να την έχουν δει να φιγουράρει στην πρώτη θέση σε πωλήσεις του αμερικανικού box office και στις λίστες με τις καλύτερες ταινίες όλων των εποχών, μαζί με τον «Πολίτη Κέιν», τo «Καζαμπλάνκα», το «Singing in the rain» και τον «Λόρενς της Αραβίας». Ή στη λίστα των ταινιών με τα πεισσότερα Όσκαρ, 8 συν 2 στον αριθμό. Η δική μου η γενιά το είδε όταν ήμασταν παιδιά, τότε που πρωτομπήκαν οι τηλεοράσεις στο σπίτι. Ταινία του 1939, μιας άλλης εποχής, μιας άλλης αισθητικής, ένα ρομαντικό ιστορικό μελόδραμα, μια ιστορία χαρακτήρων –όλοι θυμόμαστε την πεισματάρα, κακομαθημένη, ατίθαση Σκάρλετ ο’ Χάρα–, τοποθετημένο στον αμερικανικό Νότο μετά τον εμφύλιο. Καλές ερμηνείες, δράμα, love story και μια ωραία ιστορία. Μια ιστορία μέσα στην Ιστορία. Όχι ουδέτερη, φυσικά. Στα μάτια εκατομμυρίων θεατών μια ταινία-έπος, διάρκειας 3 ωρών και 58 λεπτών.

Ξεχασμένη για 4 σχεδόν δεκαετίες ήρθε ξανά στο προσκήνιο με αφορμή την απόσυρσή της από την HBO Max, μια streaming πλατφόρμα που έκανε εγκαίνια πριν λίγες μέρες και τη συμπεριέλαβε στο μενού της. Λίγες μέρες μετά την απέσυρε, ανοίγοντας τη συζήτηση για το αν αυτό αποτελεί ένα είδος λογοκρισίας και αν συμφωνούμε να αναθεωρούνται έργα του παρελθόντος με βάση τις αξίες και τις ευαισθησίες που έχουμε σήμερα. Είχε προηγηθεί άρθρο του John Ridley στους The Los Angeles Times, εν μέσω του κύματος διαμαρτυρίας που προκάλεσε η δολοφονία του Τζορτζ Φλόιντ, όπου ζητούσε να αποσυρθεί η ταινία από την πλατφόρμα ως ρατσιστική. Ο βραβευμένος με Όσκαρ σεναριογράφος και σκηνοθέτης του «12 Χρόνια Σκλάβος» γράφει ότι η ταινία «υμνεί τον αμερικανικό Νότο μετά τον Εμφύλιο, αγνοεί επιδεικτικά τη φρίκη της δουλείας και διαιωνίζει επώδυνα φυλετικά στερεότυπα». Ότι δείχνει μία ρομαντική εκδοχή του εμπόλεμου νότου και του εμφυλίου και ότι ξεπλένει τη δουλεία παρουσιάζοντας μια εξωραϊσμένη εκδοχή της.

Σίγουρα δεν ήταν μια ταινία φτιαγμένη για μαύρους θεατές. Μια ιστορία που εξιδανίκευε τη ζωή στον αμερικανικό Νότο –ίσως και να υπήρχαν μαύροι σκλάβοι που αγαπούσαν τα λευκά αφεντικά τους– μπορεί εύκολα να φανταστεί κανείς πώς θα φαινόταν σε μια πολυπληθή κατηγορία ανθρώπων που λόγω του χρώματός του δέρματός τους υφίσταντο κατάφωρες διακρίσεις, πολίτες τρίτης κατηγορίας που από την ίδρυση του αμερικανικού κράτους πάλευαν για τα πολιτικά τους δικαιώματά σε μια κοινωνία άδικη και ρατσιστική, με τις φυλετικές διακρίσεις να αποτελούν ανοιχτή πληγή μιας ολόκληρης κοινωνίας. Οι διαμαρτυρίες της μαύρης κοινότητας συνόδευσαν την ταινία από την αρχή της πορείας της, όταν ήταν ακόμα στο στάδιο της παραγωγής, μέχρι τις μεγάλες της δόξες, με συχνές διαμαρτυρίες και αντιδράσεις έξω από τα θέατρα όπου παιζόταν.

Η ταινία «Όσα παίρνει ο άνεμος» είναι ένα κοινωνικό-πολιτισμικό προϊόν της εποχής της, το ίδιο και η διαδρομή της. Ως τέτοια μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο μελέτης – για την ιδεολογική της πλαισίωση, για το πώς αποτυπώνει το ιστορικό πλαίσιο στο οποίο τοποθετείται η ιστορία της, για τους υποστηρικτές και τους πολέμιούς της κ.λπ. Πρώτα από όλα, όμως, είναι κομμάτι της ιστορίας τους αμερικανικού και παγκόσμιου κινηματογράφου. Μπορούμε να κάνουμε Ιστορία με υλικό από τον κινηματογράφο, είναι όμως ο κινηματογράφος Ιστορία; Μια ταινία εποχής οφείλει να υπηρετεί τις ανθρωπιστικές μας ιδέες σήμερα; Υποκινεί, τώρα που μιλάμε, η ταινία αυτή τον ρατσισμό και το μίσος; Μας αρέσει η λογοκρισία, είναι μια αξία που υιοθετούμε;

Ακόμα κι αν θεωρήσουμε το «Όσα παίρνει ο άνεμος» ένα ρατσιστικό μελόδραμα, μπορούμε να ζητάμε να αποσυρθεί; Μήπως αυτό είναι ένα σκοινί που τεντώνει επικίνδυνα, καθώς με τη λογική αυτή θα πρέπει να βάλουμε κάτω την ιστορία του κινηματογράφου, της λογοτεχνίας, την Ιστορία της τέχνης και να αφαιρέσουμε όσα έργα δεν είναι πολιτικά ορθά με τον τρόπο που σήμερα κατανοούμε την πολιτική ορθότητα; Η πατριαρχία, ο σεξισμός, τα δικαιώματα των γυναικών, των μαύρων, των μειονοτήτων, οι κοινωνικές αδικίες, τα κοινωνικά στερεότυπα, είναι θέματα που αναπαραστάθηκαν στη λογοτεχνία, στην τέχνη, στην κοινωνία του θεάματος υπό το βλέμμα της εκάστοτε εποχής. Μπορούμε να ζητάμε να αναθεωρηθούν; Ή όλο αυτό είναι η διαδρομή μας πάνω στην οποία βαδίσαμε και βαδίζουμε για να πάμε παρακάτω;

Η καταγγελία όταν γίνεται αυτοαναφορική, ιδεολογικά περιχαρακωμένη, λειτουργεί απλουστευτικά, χωρίς να λαμβάνει υπόψη την ιστορία μας – την ιστορία του δυτικού κόσμου, που προχώρησε μέσα από αντιφάσεις και εξελικτικές διαδικασίες, που αυτές συνέθεσαν την πλουραλιστική του φυσιογνωμία, μέσα από αγώνες και διεκδικήσεις που τον έκαναν δικαιότερο, αλλά όχι αγγελικά πλασμένο. Γι’ αυτό η Δύση, με όλα όσα στεκόμαστε κριτικά ή καταγγελτικά απέναντί της, υπήρξε ο χώρος όπου άνθισαν ελευθερίες και δικαιώματα, ο πιο δημοκρατικός τόπος στον πλανήτη. Κάτι αντίστοιχο μπορούμε να σκεφτούμε και για τους βανδαλισμούς από διαδηλωτές των αγαλμάτων του Κολόμβου σε δύο αμερικανικές πόλεις τις προηγούμενες μέρες. Να γκρεμίσουμε τα αγάλματα ως κριτική στην αποικιοκρατία; (για το συγκεκριμένο θέμα, διαβάστε το πολύ ενδιαφέρον σχόλιο του ιστορικού Δημήτρη Σωτηρόπουλου στο Facebook)

Η HBO, λοιπόν, ανακοίνωσε πως θα αποσύρει την ταινία, αλλά προσωρινά, για να την επαναφέρει με ένα είδος σήμανσης που θα εξηγεί τα κακώς κείμενα και θα «διαφωτίζει» τον αναγνώστη για τη λάθος πλευρά της Ιστορίας. Όμως τότε πρέπει να βάλουμε παντού υποσημειώσεις. Το έκανε πέρσι και η Disnay με το «Ντάμπο το ελεφαντάκι» και άλλα κινούμενα σχέδια. Να το κάνουμε και με τις ελληνικές ταινίες με τον Σταύρο Παράβα, που παρουσιάζουν τους γκέι σαν καρτούν, με όσες ταινίες και βιβλία παρουσιάζουν τις γυναίκες άβουλες και εξαρτώμενες από άνδρες ή λολίτες –και το βιβλίο του Ναμπόκοφ;–, με τις ταινίες του Γούντι Άλεν που επικεντρώνονται στις νευρώσεις του αρσενικού λευκού νεοϋορκέζου, αυτό είναι σεξιστικό, το τάδε είναι προϊόν πατριαρχίας, εδώ απουσιάζουν οι μαύροι κ.λπ. Το ερώτημα τότε είναι: Πού τελειώνει όλο αυτό; 

Η μεταχρονολογημένη λογοκρισία ενός πολιτισμικού δημιουργήματος, η επισήμανσή του εξωκειμενικά, είναι μια «δήλωση» πολιτικής ορθότητας και δεν αναδεικνύει τις ανισότητες στο παρόν. Η HBO συμμορφώθηκε με το ρεύμα των ημερών, όπως και άλλες εταιρείες παραγωγής προέβησαν σε αντίστοιχες κινήσεις. Από την άλλη πήρε μια καλή δόση διαφήμισης. Τόσο η εταιρεία όσο και η ίδια η ταινία, που πλέον αυτές τις μέρες είναι νούμερο ένα σε πωλήσεις στο σάιτ της Amazon. Συνεισφέρει αυτό κάτι στη βελτίωση της θέσης των μαύρων στην αμερικανική κοινωνία; Νιώθουν κάποιοι πιο ήσυχοι με τη συνείδησή τους; Θα νιώσουν οι καταπιεσμένοι μαύροι ανά τους αιώνες δικαιωμένοι; Οι οδηγίες ηθικής τάξης αποκατάστασης της ιστορικής μνήμης στην ορθή της διάσταση, που θα συνοδεύουν την ταινία –την κάθε ταινία, την κάθε λογοτεχνία, τα έργα ζωγραφικής– θα διαφωτίσουν τον θεατή σε σχέση με τον ρατσισμό; Δεν είναι υπεραπλουστευτικό όλο αυτό; Δεν είναι ζήτημα συμμόρφωσης σε κυρίαρχες εξουσιαστικές επιταγές; Δεν αντιμετωπίζεται έτσι ο θεατής, ο αποδέκτης οποιουδήποτε πολιτισμικού προϊόντος, ως νήπιο; 

Ίσως το μόνο καλό από όλη αυτή την ιστορία είναι το ότι μπαίνουν ερωτήματα. Κι ότι ανοίγει η συζήτηση για να ξανασκεφτούμε την Ιστορία. Να κατανοήσουμε τις συνθήκες που παρήγαγαν τη συγκεκριμένη ταινία. Γενικά να σκεφτούμε. Να πάρουμε θέση. Να συμφωνήσουμε ή να διαφωνήσουμε. Ζούμε σε κοινωνίες που όλα αυτά όχι μόνο επιτρέπονται, αλλά θεωρούνται δεδομένα. Ο δυτικός πολιτισμός είναι και ο μόνος που ανέχεται την αυτο-αμφισβήτησή του, αυτό άλλωστε είναι που τον πάει μπροστά. Για αυτό η κάθε μορφής λογοκρισία δεν έχει θέση. Κι ίσως, τελικά, το να υποδεικνύουμε στους ανθρώπους πώς να σκεφτούν για κάτι που βλέπουν, να γεννάει περισσότερη απουσία σκέψης και αντίδραση. Ή μήπως να το πάρουμε κι αυτό ως δεδομένο; Καλύτερα όχι.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ