Πολιτικη & Οικονομια

Εθνικός στόχος η δημιουργία διατηρήσιμων θέσεων εργασίας

Η ανεργία παραμένει σε δυσθεώρητα ύψη και η όποια μείωσή της προέρχεται από τη δημιουργία θέσεων των 378 ευρώ

32014-72458.jpg
A.V. Guest
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
long-term-unemployed.jpg

*Των Ζαφείρη Βάλβη, Γιώργου Καλλιαμπάκου

Το τέλος των μνημονίων βρίσκει τη χώρα μας με ποσοστό ανεργίας 19,5% (το υψηλότερο στην Ευρώπη, όταν ο ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι στο 6.8%, βάσει στοιχειών Eurostat, Ιουλίου 2018) και με μια νέα γενιά εργαζομένων μερικής απασχόλησης που αμείβεται με 378 ευρώ τον μήνα κατά μέσο όρο. Σύμφωνα με στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, το 2017 είχαμε 4,17 εκατομμύρια απασχολούμενους, αυξημένους μεν κατά 130 χιλιάδες σε σύγκριση με το 2014, αλλά μειωμένους κατά 700 χιλιάδες σε σύγκριση με το 2008, που έφθαναν τα 4,85 εκατομμύρια. Τα επίσημα στοιχεία του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης δείχνουν ότι το 2013, όταν η ανεργία έφθανε στο αποκορύφωμά της, οι νέες προσλήψεις πλήρους απασχόλησης αποτελούσαν το 53,85% των συνολικών προσλήψεων, ενώ οι προσλήψεις μερικής ή εκ περιτροπής απασχόλησης το 46,15%.

Το 2017 η εικόνα είχε αντιστραφεί πλήρως, με τις νέες προσλήψεις πλήρους απασχόλησης να έχουν πέσει στο 45,13% και τις προσλήψεις μερικής/εκ περιτροπής απασχόλησης να έχουν αυξηθεί στο 54,87%. Η κατανομή νέων προσλήψεων ανά είδος σύμβασης συνεχίζει την ίδια τάση και για το 2018, καθώς, με εξαίρεση τον Απρίλιο, όλους τους υπόλοιπους μήνες η μερική ή εκ περιτροπής απασχόληση αποτέλεσε την πλειοψηφία των νέων προσλήψεων. Για να καταλάβει κανείς το πόσο δραματική αλλαγή έχει επέλθει στη μισθωτή εργασία, το 2009 οι ευέλικτες μορφές απασχόλησης αποτελούσαν μόλις το 21% του συνόλου των νέων προσλήψεων.

Επιπλέον, σύμφωνα με τη Eurostat, η Ελλάδα είναι τελευταία στην ευρωζώνη στο ποσοστό διαθέσιμων θέσεων εργασίας με μόλις 0,7%, όταν ο ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι 2,2%, ενώ βάσει στοιχείων του ΕΦΚΑ ο συνολικός αριθμός ασφαλισμένων που απασχολούνται σε επιχειρήσεις με μερική απασχόληση έχουν πλέον φθάσει τους 613.119 με μέση μηνιαία αμοιβή τα 378 ευρώ μεικτά. Οι αμοιβές αυτές δεν μπαίνουν καν στο σύνολό τους στην τσέπη των εργαζομένων, αφού παρακρατείται περίπου ένα 15% για ασφαλιστικές εισφορές, ενώ ένα επιπλέον 25% επιβαρύνει τον εργοδότη (το κόστος εργασίας για τον εργοδότη είναι μεγαλύτερο του μεικτού μισθού), με τις εισφορές έτσι να φθάνουν συνολικά περίπου το 40% (από τις μεγαλύτερες στην Ευρώπη).

Η μεγάλη πλειονότητα των θέσεων εργασίας που δημιουργούνται αφορούν θέσεις εργασίας σε κλάδους και επαγγέλματα χαμηλής προστιθέμενης αξίας για μεσαία και χαμηλά προσόντα και δεξιότητες, που σε συνδυασμό με τη διαρροή εγκεφάλων (το γνωστό brain drain) διαμορφώνουν συνθήκες εγκλωβισμού της οικονομίας. Βάσει στοιχείων της ΕΛΣΤΑΤ, ενώ την περίοδο 2002-2009 είχαμε ένα σταθερό αριθμό ατόμων που έφευγαν στο εξωτερικό (περίπου 40.000 ετησίως), μετά την κρίση η εκροή αυξήθηκε δραματικά, φτάνοντας για την περίοδο 2010-2016 κατά μέσο όρο τους 102.000 ετησίως.

Εν κατακλείδι, όταν η ανεργία παραμένει σε δυσθεώρητα ύψη και η όποια μείωσή της προέρχεται από τη δημιουργία θέσεων μερικής απασχόλησης χαμηλών δεξιοτήτων τον οποίων ο μέσος μισθός είναι στα 378 ευρώ, που δεν δίνουν προοπτικές στους νέους, οι οποίοι κοιτάζουν πως θα φύγουν στο εξωτερικό, τότε σημαίνει πως η ανηφόρα βρίσκεται ακόμη μπροστά μας. Και ο μόνος τρόπος για να την ανέβουμε είναι μέσω της δημιουργίας ενός σταθερού πολιτικού περιβάλλοντος φιλικού προς την επιχειρηματικότητα και τις μεγάλες επενδύσεις, με επικέντρωση στη μείωση της γραφειοκρατίας για τις επιχειρήσεις, στην επίσπευση της δικαιοσύνης και στη δημιουργία κινήτρων επενδύσεων και απασχόλησης με την σταδιακή αποκλιμάκωση των φορολογικών συντελεστών και των ασφαλιστικών εισφορών.

*Κέντρο Επιστημονικής Υποστήριξης Κοινοβουλευτικής Ομάδας ΤΟ ΠΟΤΑΜΙ

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ