Πολιτικη & Οικονομια

Τι θέλεις να γίνεις όταν μεγαλώσεις;

Σκέψεις με αφορμή την ταινία «Ο Έρωτας της Βασίλισσας»

89714-201619.JPG
Νίκος Καραχάλιος
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
A Royal Affair
«Ο Έρωτας της Βασίλισσας (A Royal Affair)»

Τι θέλουν να γίνουν όλα τα κορίτσια, όταν μεγαλώσουν; Πριγκίπισσες ή, ακόμα καλύτερα, βασίλισσες. Τι θέλουν όλα τα αγόρια, όταν μεγαλώνουν (εκτός από ποδοσφαιριστές); Πρωθυπουργοί ή, ακόμη καλύτερα, πρόεδροι.

Ο «Έρωτας της Βασίλισσας» είναι ένα εξαιρετικό δανέζικο φιλμ εποχής το οποίο βραβεύτηκε ήδη στο φεστιβάλ του Βερολίνου, διακρίθηκε στο φεστιβάλ των Καννών και ήταν η επίσημη συμμετοχή της χώρας για Όσκαρ ξενόγλωσσης ταινίας.

Το θέμα της είναι –προφανώς εκ του τίτλου της– μια ερωτική ιστορία που ξετυλίγεται στα τέλη του 18ου αιώνα στον παγωμένο Βορρά –εκπληκτική η φωτογραφία των χιονισμένων τοπίων– με φόντο μία από τις σημαντικότερες διαμάχες της ευρωπαϊκής ιστορίας. Την αντιπαράθεση ανάμεσα στους οπαδούς της μοναρχίας και του εκκλησιαστικού απολυταρχισμού από τη μια και τους ρεφορμιστές του Διαφωτισμού από την άλλη. Η τελική επικράτησή των δεύτερων έδωσε ουσιαστικό τέλος στον οπισθοδρομικό Μεσαίωνα.

Οι συνειρμοί με αφορμή την ταινία δεν οδηγούν στην ανάλυση της πάλης των ιδεών και της συνεπακόλουθης πάλης των τάξεων που οδήγησε μέσω της Γαλλικής Επανάστασης στην κοινωνική Ευρώπη που θα θέλαμε να ζούμε σήμερα (ή έστω την «καλή Ευρώπη», που όλοι στην Ελλάδα οραματιστήκαμε με την Ένωση το 1981, και όχι αυτή την «κακή Ευρώπη» της κυρίας Μέρκελ του 2013), αλλά επικεντρώνονται στη ζωή της Αικατερίνης Ματθίλδης, μιας ταλαντούχας Αγγλίδας νεαρής πριγκίπισσας που ανατράφηκε με ένα σκοπό: να γίνει βασίλισσα της Δανίας.

Παραδόξως, παρότι το όνειρό της να παντρευτεί το βασιλιά πέτυχε, απέτυχε στο γάμο της από μια εσωτερική διαπάλη ανάμεσα στο ρόλο της ως βασίλισσα, την κρυφή πίστη της στις ουμανιστικές αρχές του Διαφωτισμού και την πραγματικότητα ενός ημίτρελου συντρόφου. Έτσι το παιδικό της όνειρο την εγκλώβισε σιγά σιγά σε ένα χρυσό κλουβί. Χωρίς πραγματικά ενδιαφέροντα και πραγματικούς φίλους, αφού η αδίστακτη Αυλή την απομάκρυνε από ό,τι αγαπούσε: από τα βιβλία της και το αγαπημένο της πιάνο, έως την έμπιστη ακόλουθό της κυρία των τιμών, ενώ ταυτόχρονα έπρεπε να ανέχεται τα καπρίτσια και την αλλοπρόσαλλη συμπεριφορά του Κριστιανού.

A Royal Affair
«Ο Έρωτας της Βασίλισσας (A Royal Affair)»

Αυτό που φάνταζε στα μάτια της ως η «απόλυτη επιλογή» την οδήγησε στην απόλυτη απομόνωση, την κατάθλιψη, και αναπόφευκτα στην αγκαλιά ενός ταπεινού Γερμανού γιατρού φίλου και συμβούλου του ανισόρροπου μονάρχη, του Γιόχαν Στρούντζε, που μαζί με τη φλόγα των ανθρωπιστικών ιδεών του Βολταίρου, της άναψε και τη φλόγα του αληθινού έρωτα.

Το ίδιο βράδυ, με αφορμή την ταινία, τέθηκα αντιμέτωπος με μια αναπάντεχη ερώτηση από μια φίλη μου: «Και τι μου διασφαλίζει ποιος είναι η καλύτερη επιλογή για τη ζωή μου;». Αυτή είναι η απόλυτη ερώτηση-παγίδα. Αν ισχυριστεί κάποιος ότι είναι ο ιδανικός σύντροφος/σύζυγος και το έτερον ήμισυ είναι σε πολεμική διάθεση, θα δεχτεί μια επίθεση που θα συνοδεύεται από έναν καταιγισμό όλων των αρνητικών του χαρακτηριστικών και στο τέλος θα βγει χαμένος. Αν, από την άλλη, παραδεχθεί αμέσως ότι «δεν κάνει», έχει ρίξει μόνος του νερό στο μύλο της αμφιβολίας.

Πηγαίνοντας στο γραφείο την άλλη μέρα θεωρητικοποίησα το πρόβλημα. Πάντα μια μικρή απόσταση από τα πράγματα βοηθάει.

Ζούμε στην εποχή των πολλαπλών επιλογών. Ή, τουλάχιστον, ζούσαμε μέχρι να μας βρει η κρίση. Αν οι επιλογές έχουν να κάνουν μόνο με καταναλωτικές συνήθειες, τότε, ναι, η οικονομική ανέχεια τις περιορίζει σημαντικά. Όμως, αν όχι, αναλογιστείτε την πιο καθημερινή ευκαιρία πολλαπλής επιλογής, το πρόγραμμα της τηλεόρασης, και θα διαπιστώσετε ότι μπορεί πλέον από τους δέκτες μας να λείπουν  1-2 κανάλια εθνικής εμβέλειας, αλλά υπάρχουν πολλά άλλα –ειδικά αν είστε χρήστης συνδρομητικού πακέτου– που κάνουν τις επιλογές μας υπεραρκετές.

Η ιδέα ότι η ελευθερία επιλογής οδηγεί σε πλούτο και ικανοποίηση είναι μύθος. Αναμφίβολα, κοινωνίες που οι επιλογές είναι ανύπαρκτες δεν αποτελούνται από ικανοποιημένους πολίτες. Σκεφθείτε να ζούσατε στη Νότιο Κορέα ή το Ιράν…

Όμως, αντίθετα από ό,τι θα περίμενε κανείς, ούτε οι κοινωνίες πολλαπλών επιλογών οδηγούν στην απόλυτη ικανοποίηση.

Κοινωνικές και ψυχολογικές έρευνες έχουν αποδείξει ότι όταν υπάρχει «υπερφόρτωση επιλογών», «choice overload», οι άνθρωποι δεν δείχνουν τα σωστά αντανακλαστικά. Και μάλιστα όσες πιο πολλές αποφάσεις καλείται κανείς να πάρει, τόσο χειρότερες είναι οι αποφάσεις που τελικά παίρνει. Ο κλινικός όρος είναι «κόπωση επιλογών», «choice fatigue».

Αν κάποιοι το γνωρίζουν αυτό καλά είναι οι πολιτικοί από τη μια άκρη του πλανήτη ως την άλλη. Γι’ αυτό, τα σύγχρονα κόμματα –ειδικά τα κόμματα εξουσίας– θέλουν να φαίνονται ως κόμματα πολλαπλών επιλογών. Γι’ αυτό και φτιάχνουν αυτούς τους τόμους με τα υπερ-αναλυτικά κυβερνητικά προγράμματα. Βέβαια, όπως γνωρίζουμε όλοι πολύ καλά, όσο πλησιάζουμε στις εκλογές τόσο βαθαίνουν οι διαχωριστικές γραμμές. Ο μάστερ αυτής της τακτικής ήταν ο Ανδρέας Παπανδρέου. Ποιος θα ξεχάσει «τα γαλάζια και τα πράσινα καφενεία» ή «τους έχοντες και κατέχοντες». Άξιος μαθητής του αποδεικνύεται 30 χρόνια μετά ο Αλέξης Τσίπρας, με τον ασαφή διαχωρισμό των πολιτών και των κομμάτων σε «μνημονιακούς και αντιμνημονιακούς». Ακόμη και ο Κώστας Καραμανλής, οπαδός της «σύνθεσης» και του «μεσαίου χώρου» που μιλούσε εμφατικά για «κατάργηση των διαχωριστικών γραμμών», τραβούσε υποσυνείδητα στους ψηφοφόρους μια γραμμή ανάμεσα σ’ αυτούς που είχαν την ικανότητα «να ξεπεράσουν τις πληγές που προήλθαν από τα σφάλματα του παρελθόντος» και σε όσους «στήριζαν ακόμη τη συντήρηση του διχασμού του χθες»…

Ποιος άλλος γνωρίζει επίσης καλά το θέμα; Ο Μπάρακ Ομπάμα ο σημερινός πλανητάρχης. Επειδή μάλιστα είναι ο #1 λήπτης αποφάσεων «decision maker» στον κόσμο, αποφάσεων τόσο σύνθετων που αποτελούνται από τόσο πολλές επιμέρους επιλογές και που επηρεάζουν εκατομμύρια ανθρώπους, έχει πάρει –κατά δήλωσή του– μία μεγάλη απόφαση στην καθημερινότητά του: «Δεν μπορώ να προβληματίζομαι για το τι θα φορέσω ή τι θα φάω κάθε μέρα. Έχω τόσα άλλα θέματα να ασχοληθώ, γι’ αυτό για παράδειγμα η γκαρνταρόμπα μου πλέον περιορίζεται σε δύο ειδών κοστούμια: μπλε και γκρι».

Πού μπορεί να μας οδηγήσει κάτι τέτοιο; Σίγουρα όχι σε ένα διπολικό τρόπο σκέψης για όλα. Το άσπρο-μαύρο οδηγεί σε μεγαλύτερα προβλήματα. Το έχει περιγράψει πριν από χρόνια ο Γάλλος φιλόσοφος Baridan με το παράδειγμα του συμπαθούς γαϊδαράκου. Σύμφωνα με αυτό, ο γάιδαρος εμφανίζει δύο ισομεγέθεις ποσότητες νερού και σανού. Αναποφάσιστος στο τι να επιλέξει, αφού είναι το ίδιο διψασμένος και πιωμένος, πεθαίνει από την ασιτία.

A Royal Affair
«Ο Έρωτας της Βασίλισσας (A Royal Affair)»

Κατ’ αναλογία, το μυαλό μας δυσκολεύεται, όταν κουρασμένο από μια συνεχή ανάγκη πλοήγησης καλείται να πάρει τις σωστές αποφάσεις σε ένα αρχιπέλαγος πολλαπλών επιλογών.

Μελέτες επίσης δείχνουν ότι υπάρχουν δύο βασικές κατηγορίες ανθρώπων, αυτοί που επιδιώκουν συνεχώς το μάξιμουμ (οι «μαξιμαλιστές») και αυτοί που ψάχνουν την σωστή αναλογία ανάμεσα στην ικανοποίηση και την απόδοση της επιλογής τους (οι ισορροπιστές).

Οι μαξιμαλιστές μπορεί με μια πρώτη ματιά να επιτυγχάνουν περισσότερα (καλύτερη δουλειά, μισθό κ.λπ.), αλλά βασανίζονται συνεχώς, γιατί δεν σταματούν να σκέπτονται πώς θα κάνουν την επόμενη «καλύτερη επιλογή» σε κάθε τομέα της ζωής τους και ταυτόχρονα φοβούνται μήπως υπάρχει καλύτερη επιλογή που δεν έχουν εξετάσει.

Αντίθετα, οι ισορροπιστές, μπορεί φαινομενικά ή αντικειμενικά να «λαμβάνουν λιγότερα», αλλά ουσιαστικά «απολαμβάνουν περισσότερα». Ίσως, τελικά, να είναι καλύτερα να στοχεύεις στο «καλό» και όχι πάντα στο «τέλειο».

Έχοντας διαπαιδαγωγηθεί με το δόγμα του «εχθρός του καλού είναι το καλύτερο», δεν ησυχάζουμε βάζοντας νέους στόχους, αναζητώντας περισσότερες ευκαιρίες, επιδιώκοντας περισσότερα πλούτη, με αδικαιολόγητη απληστία, σε μια αέναη αναζήτηση ευδαιμονισμού, χωρίς να εμβαθύνουμε, χωρίς να αναζητούμε το αυθεντικό, το αληθινό. Χωρίς να στρέφουμε το βλέμμα μας, την ψυχή μας και την καρδιά μας στα «ποιοτικότερα».

Ίσως, αυτή η εποχή της κρίσης να μας κάνει ένα καλό. Να μας στρέψει στην αναζήτηση μιας ποιοτικότερης ζωής, αφού και να θέλουμε δεν θα έχουμε τη δυνατότητα να επιστρέψουμε στο ξέφρενο καταναλωτικό μοντέλο της ποσότητας και της πολλαπλότητας των επιλογών που μας κακόμαθε η εποχή της αφθονίας.

Γυρίζοντας πίσω στη «Βασίλισσα της Δανίας» και διαβάζοντας κανείς τα απομνημονεύματά της, όταν η ζωή της περιορίστηκε ανάμεσα ή συγκεντρώθηκε στον έρωτα και τα δύο παιδιά της, ολοκληρώθηκε και έγινε πραγματικά ευτυχισμένη.

Σκεπτόμενος τα παραπάνω, όταν συνάντησα την επόμενη μέρα τη φίλη μου της απάντησα εκ του ασφαλούς: «Ας εμφανιστεί πρώτα ο πρίγκιπας πάνω στο λευκό άλογο και το ξανασυζητάμε». Γνώριζα πολύ καλά ότι ούτε τα άλογα της πολυάρεσαν ούτε τόσοι πολλοί πρίγκιπες κυκλοφορούν σήμερα ελεύθεροι.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ