Πολιτικη & Οικονομια

«Against the Day»;... Και εγένετο Trump (Μέρος 3ο)

Ξυπνώντας με Εκπλήξεις

330648-684361.jpg
Νίκος Παπαδάκης
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
330940-687089.jpg

Διαβάστε το πρώτο μέρος ΕΔΩ

Διαβάστε το δεύτερο μέρος ΕΔΩ


Η εκλογική συμπεριφορά είναι αναντίλεκτα πολυπαραμετρική και συναρτάται, όλο και περισσότερο, με την υποκειμενική προσοικείωση τόσο του πραγματικού, όσο και του τι εξατομικευμένα συνιστά πρόταγμα ή διακύβευμα εντός αυτού. Διεθνώς παρακολουθούμε ισχυρές ενδείξεις σοβαρών μετασχηματισμών στις παραμέτρους διαμόρφωσης της εκλογικής συμπεριφοράς, που επίσης συναρτώνται σε αρκετές περιπτώσεις με την αποδόμηση του framework of standard biography (με όρους Peter Alheit). Τοβιβλίο με τίτλο «Coming Up Short» (2013) της Jennifer M. Silva (ίσως η πιο συζητημένη ποιοτική κοινωνική έρευνα των τελευταίων χρόνων διεθνώς), στο πλαίσιο της μελέτης της τροχιάς ενηλικίωσης των νέων της εργατικής τάξης στην Ανατολική Ακτή των ΗΠΑ, καταδεικνύει μια βίαια εξατομίκευση (παράγωγο της ματαίωσης από κάθε παραδεδεγμένη συλλογικότητα), που επιτρέπει στη Silva να αναπτύξει τη θεωρία της για την οικονομία της διάθεσης και την έννοια του “hardened self”. Μέσα στους 4 κύριους παράγοντες, στους οποίους αποδίδεται η σημαντική καθυστέρηση, ενίοτε και «διάρρηξη», της ενηλικίωσης (αξίζει να σημειωθεί ότι η έρευνα αφορά σε νέους 24-34 ετών) περιλαμβάνεται η παρακμή της βιομηχανικής εργατικής τάξης, όσο και η απονεύρωση των δικτύων κοινωνικής προστασίας. Φαινόμενα, των οποίων οι επιπτώσεις προφανώς εκτείνονται πέραν του νεανικού πληθυσμού. Με τα λόγια της Silva: «η οικονομική αβεβαιότητα…. περιορίζει τη δυνατότητα να κάνουν επιλογές, να συμμετάσχουν στη ζωή της κοινότητας, να συνδεθούν με οικειότητα… Στον πυρήνα της, η νέα ενηλικίωση περιλαμβάνει χαμηλές προσδοκίες για εργασία, ανησυχία ως προς κάθε δέσμευση, διευρυμένη δυσπιστία απέναντι σε κάθε κοινωνικό (και πολιτικό) θεσμό και βαθύ απομονωτισμό από τους άλλους. Μετακινούμενοι από τη μία ασταθή θέση εργασίας στην άλλη, αυξάνοντας το χρέος τους στις πιστωτικές κάρτες μόνο και μόνο για να τα βγάλουν πέρα, αυτοί οι νεαροί άνδρες και γυναίκες παραιτούνται από το Αμερικάνικο Όνειρο. Στο μεταξύ, οι καθημερινές εμπειρίες σύγχυσης και προδοσίας εντός της αγοράς εργασίας, των θεσμών, (ακόμα) και της οικογένειας, διδάσκουν τους νέους και νέες της εργατικής τάξης, ότι είναι εντελώς μόνοι, αποκλειστικά υπεύθυνοι για τις τύχες τους… Εγκλωβισμένοι σε ένα αποθαρρυντικό παρόν και ανήσυχοι για το μέλλον». Μόνο που όσα περιγράφει η Silva, στο πλαίσιο της έρευνας της για τους νέους, δεν αφορούν μόνο τους νέους.  

Είναι φανερό ότι πολλοί ανέμεναν μια ολιστική αντιπρόταση σε εξατομικευμένα αδιέξοδα. Και θα την αναζητούσαν οπουδήποτε. Ακόμα και στον Trump. Όσο κι αν φαίνεται περίεργο, ο δισεκατομμυριούχος Ρεπουμπλικάνος Trump πρότεινε μια κάποιας μορφής ρύθμιση, σε ό,τι μεγάλα τμήματα του εκλογικού σώματος αντιλαμβάνονταν ως αρρύθμιστο. Ρύθμιση της μετανάστευσης, ρύθμιση του εμπορίου, φορολογική μεταρρύθμιση. Κι όλα αυτά, σε μια περίοδο που αν λάβει κανείς υπόψη τις ερευνητικά θεμελιωμένες διαπιστώσεις των R.Wilkinson και K. Pickett στο πλαίσιο του βιβλίου τους «The Spirit Level» (βιβλίο του 2009, παράγωγο ερευνητικής εργασίας 40 χρόνων), κατανοεί ότι οι (διευρυμένες) ανισότητες συνιστούν ίσως την μεγαλύτερη πρόκληση για κάθε πρόταση διακυβέρνησης. Αντελήφθη το πρόβλημα στην ολότητα του ο Donald Trump που έθεσε ως προτεραιότητα, στο πλαίσιο της προεκλογικής του εκστρατείας, την κατάργηση του Obama-care; Προφανώς όχι. Άλλωστε θα του ήταν και ιδεολογικά δυσάρεστο. Το αξιοποίησε όμως; Προφανώς ναι.  

Η Silva μίλησε πρώτη για τον hardened self στις ΗΠΑ. Κάποιοι εξ ημών, αποτυπώνουμε αυτό που βλέπουμε σε μια Ευρώπη, στην οποία η δυσανεξία ενδυναμώνεται ως μια disengaged generation. Έχουν πολιτική σημασία όλα αυτά;

Ενδεχομένως. Σίγουρα όμως, για όσους δεν επιθυμούν να συνεχίζουν να κοιμούνται με remain και να ξυπνούν με leave (βλ. βρετανικό δημοψήφισμα), να κοιμούνται με Clinton και να ξυπνούν με Trump, ίσως ήρθε η στιγμή να αντιληφθούν ότι κάτι αλλάζει. Και αλλάζει πολύ. Προφανώς δεν επιχειρείται εδώ μια (έτσι κι αλλιώς) μεθοδολογικά έωλη σύγκριση του βρετανικού δημοψηφίσματος με τις προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ. Κάτι τέτοιο θα ήταν εξίσου ανεπίτρεπτο, με το να υποδυθεί κανείς ότι δεν αντιλαμβάνεται σημαίνοντες και επιδραστικούς μετασχηματισμούς σε μεγάλα τμήματα δυτικών κοινωνιών. Κοντολογίς, όσοι δεν επιθυμούν να ξυπνούν με τέτοιας τάξεως εκπλήξεις, καλό είναι να ενσκήψουν, στα σοβαρά, σε (όχι απαραίτητα «βουβές»)  διεργασίες στον κοινωνικό ιστό. Άρα και να πάψουν να υποδύονται ότι το κάνουν. Για κάποιους από τους υπόλοιπους στην πολιτική αρένα, προσωπικά δεν έχω καμία αμφιβολία: θα συνεχίσουν να τις εργαλειοποιούν. Το έπραξε ο (και σύμβουλος του Trump) Nigel Farage στη M. Βρετανία. Το έπραξε ακόμα πιο επιτυχημένα ο ίδιος ο Donald Trump στις ΗΠΑ, κατηγάγοντας θρίαμβο περηφανή, είτε μας αρέσει είτε όχι. Αμφιβάλει κανείς ότι θα το επιχειρήσουν και (πολλοί) άλλοι;  

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ