TV + Series

Slow Horses: Τι είναι αυτό που κάνει τη σειρά τόσο ωραία;

Όταν μία βρετανική σειρά παραδίδει μαθήματα κατασκοπικής οικονομίας

spilios-lampropoulos.jpg
Σπήλιος Λαμπρόπουλος
ΤΕΥΧΟΣ 830
6’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Slow Horses

Slow Horses: Εντυπώσεις από τη βρετανική σειρά με πρωταγωνιστή τον Γκάρι Όλντμαν που προβάλλεται στο Apple TV+

Πλησιάζουμε πλέον στο οριακό σημείο που η προσφορά θα ξεπερνά τη ζήτηση: Netflix, CosmoteTV, Amazon Prime, HBO μέσω Vodafone TV, Nova, AppleTV+, ERTflix, έρχεται και το Disney+… Από το «δεν έχω τι να δω» φθάσαμε (καλπάζοντας) στο «δεν ξέρω τι να πρωτοδω», εκτός ασφαλώς και αν είσαι φοιτητής εθισμένος στο binge watching και απλά θέλεις να κάνεις check δίπλα από κάθε τηλεοπτική σειρά για την οποία σου μίλησε κάποιος ή για την οποία διάβασες κάτι.

Slow Horses — Official Trailer | Apple TV+

Και, ακριβώς για να επιβεβαιωθεί ο κανόνας περί αντίστροφης σχέσης ποσότητας και ποιότητας, οι περισσότερες σειρές είναι μέτριες ή αδιάφορες. Ή, έστω, ξεκινούν με μία ωραία ιδέα, αλλά από το δεύτερο-τρίτο επεισόδιο δεν ξέρουν πώς να τη διαχειριστούν. Και καταλήγουν να αναπαράγουν κλισέ, να φτιάχνουν χάρτινους χαρακτήρες, να μας θυμίζουν ταινίες και σειρές που έχουμε ήδη δει και, εντέλει, να μη μας δίνουν πολλούς λόγους να φτάνουμε μέχρι τέλους.

Και ναι μεν υπάρχει πάντοτε το νεότερο κοινό, οι κάτω των 30 που και χρόνο έχουν και δεν νυστάζουν από τις 23.30, αλλά μην ξεχνάμε πως όλη αυτή η υπεραφθονία εκπαιδεύει και τους θεατές να είναι πιο απαιτητικοί. Θα ισχυριστεί, βέβαια, κάποιος πως εδώ έχουμε θεατρόφιλους στη χώρα μας που βλέπουν 25 παραστάσεις τον χρόνο για πάνω από 15 χρόνια και εξακολουθούν και «καταναλώνουν» θέατρο με τον ίδιο ρυθμό και την ίδια προσέγγιση, χωρίς να επιστρατεύουν επιπλέον κριτήρια αυστηρότητας, χωρίς να απαιτούν κάτι διαφορετικό και χωρίς να τους πειράζει που βλέπουν τους ίδιους ηθοποιούς να υποδύονται τον… εαυτό τους και τους ίδιους σκηνοθέτες να «σπάνε τη φόρμα», όλως τυχαίως με τον ίδιο τρόπο που το έκαναν και πριν από δύο δεκαετίες… Σωστό το επιχείρημα, και η μαζικότητα του μέσου της τηλεόρασης προφανώς πατάει ακόμα πιο σταθερά πάνω του, πλην όμως, αν κρίνει ο κάθε ένας για τον εαυτό του και μόνο, γίνεται να εντυπωσιάζεσαι το 2022 τόσο εύκολα όσο εντυπωσιαζόσουν πχ τρεις δεκαετίες νωρίτερα από το «X-Files»;

Μέσα από όλες τις πρόσφατες παραγωγές, λοιπόν, ελάχιστες ήταν εκείνες οι καλοφτιαγμένες που σε ανάγκαζαν να πεις «άλλο ένα επεισόδιο και κλείνουμε» ή να μην κάνεις αυτό το παντελώς άσκοπο browsing σε κάθε τι διαθέσιμο επί 45 λεπτά, μέχρι να νυστάξεις και τελικά να μη δεις τίποτα. Και η καλύτερη όλων, από τη σοδειά του 2022, μέχρι στιγμής τουλάχιστον, είναι το «Slow Horses», βρετανική παραγωγή του AppleTV+. Η σειρά είναι βασισμένη στο ομότιτλο βιβλίο του Mike Herron, το οποίο με τη σειρά του είναι το πρώτο μίας σειράς spy novels, υπό το γενικό τίτλο «Slough House» (μνημονεύεται και στη σειρά ως «Λάκκος»). Ο Βρετανός συγγραφέας συμμετέχει και ως σύμβουλος σεναρίου στη μεταφορά του βιβλίου του στη μικρή οθόνη. Ο πρώτος κύκλος αποτελείται από έξι επεισόδια των 45-50 λεπτών, ενώ έχει ήδη γυριστεί και ο δεύτερος, που επίσης χρησιμοποιεί το δεύτερο βιβλίο του Herron, «Dead Lions», ως σεναριακή αφετηρία και θα είναι διαθέσιμο στην πλατφόρμα της Apple στα τέλη της χρονιάς.

Η υπόθεση έχει ως εξής: Όλοι οι αποτυχημένοι πράκτορες της περίφημης MI5 (πολύ χοντρικά: η Κρατική Υπηρεσία Πληροφοριών του Ηνωμένου Βασιλείου που, σε αντίθεση με την πιο γνωστή, λόγω James Bond, ΜΙ6, συλλέγει πληροφορίες που αφορούν αποκλειστικά εσωτερικές απειλές κατά των κρατικών συμφερόντων), δηλαδή γκαφατζήδες, ατζαμήδες, απροσάρμοστοι, αλκοολικοί κ.ο.κ. καταλήγουν σε ένα καθόλου… λαμπερό παράρτημα γνωστό ως «ο Λάκκος», έχοντας ως προϊστάμενο τον βετεράνο θρύλο της Υπηρεσίας Jackson Lamb (Gary Oldman), ο οποίος, πέρα από το να τους προσβάλει θυμίζοντάς τους πόσο άχρηστοι είναι, απαιτεί απλώς να έρχονται στα γραφεία τους χωρίς να κάνουν τίποτα, μέχρι να παρέλθει το τυπικό ωράριό τους. Ο θεατής, βέβαια, από τη μία βλέπει ότι ο Lamb κουβαλά κάποια ένοχα μυστικά, από την άλλη διακρίνει ότι οι συγκεκριμένοι πράκτορες δεν είναι απαραίτητα για… τα μπάζα! Άρα… κάποιο λάκκο έχει ο… λάκκος!

Παράλληλα, μία φαινομενικά ξεκάθαρη υπόθεση ρατσιστικού εγκλήματος (ένας Βρετανός πακιστανικής καταγωγής απάγεται από τέσσερα μέλη μιας ακραίας εγκληματικής οργάνωσης που ανακοινώνει την παραδειγματική εκτέλεσή του online σε συγκεκριμένη ημέρα και ώρα) αποδεικνύεται αρκετά πιο πολυδιάστατη.

Μέσα σε όλα αυτά, η διευθύντρια της MI5, Diana Taverner (Kristin Scott Thomas), εμφανίζεται μπλεγμένη τόσο με τον Lamb, όσο και τον συντηρητικό βουλευτή Peter Judd, ενώ ο χαρισματικός αλλά παρεξηγημένος πράκτορας River Cartwright (Jack Lowden) προσπαθεί να μάθει από τον παππού του David (Jonathan Pryce), συνταξιούχο πράκτορα της Υπηρεσίας, με ποιον τρόπο θα γλιτώσει τη ρετσινιά του «Λάκκου» και θα ξαναγίνει αποδεκτός από το σύστημα.

Καθώς όμως μιλάμε για μυστικές υπηρεσίες, αντιλαμβάνεστε ότι όλοι αυτοί αφενός κάτι κρύβουν, αφετέρου είναι και εκτεθειμένοι στα ψέματα (ή μισές αλήθειες) των συνεργατών τους. Και κάπου εκεί αρχίζει η περιπέτεια – που είναι γεμάτη ανατροπές!

Σίγουρα η υπόθεση δεν ακούγεται πρωτότυπη – τα έχουμε ξαναδεί αυτά. Πλην όμως… δεν τα έχουμε ξαναδεί τόσο καλογυρισμένα, τουλάχιστον όχι εδώ και πολλά χρόνια. Τι είναι λοιπόν αυτό που κάνει το «Slow Horses» τόσο… ωραίο;

Κατ’ αρχάς, οι βασικοί πρωταγωνιστές τους. Ο βραβευμένος με Όσκαρ Gary Oldman σε πείθει ότι είναι αλκοολικός, ότι ζει με περιττά κιλά λίπους στην κοιλιά του, άλουστο μαλλί, ότι σαβουρώνει junk food και το μοναδικό που ξεπερνά σε πλήθος τις τρύπες στις κάλτσες του είναι οι… πορδές που αφήνει και τα ειρωνικά σχόλια που κάνει! Η υποψήφια για Όσκαρ Kristin Scott Thomas σε πείθει ότι είναι μία ψυχρή bitch χωρίς αναστολές, ο υποψήφιος για Όσκαρ Jonathan Pryce σε πείθει ότι ξέρει τα πάντα για τους πάντες, κυρίως αυτά που θα έπρεπε να μείνουν κρυφά, ενώ και όλοι οι υπόλοιποι φοράνε «γάντι» τους ρόλους τους.

Κατά δεύτερον, ο σκηνοθετικός ρυθμός. Μπορεί ο υπεύθυνος γι' αυτόν, James Hawes, να μην έχει σπουδαία διαπιστευτήρια, πέρα από κάποια επεισόδια «Black Mirror» και… «Doctor Who», αλλά καταφέρνει και κρατάει το επίπεδο σε κινηματογραφικά ύψη, μας παραδίδει ένα Λονδίνο μακριά από την τουριστική προσέγγιση που έχουμε συνηθίσει, παίζει συχνά με το ημίφως και δεν ξεχνά ότι παρακολουθεί ανθρώπους που έχουν μάθει να κινούνται στο σκοτάδι, κυριολεκτικά και μεταφορικά.

Κατά τρίτον, η μουσική. Όχι, δεν είναι μόνο το υπέροχο τραγούδι τίτλων του Mick Jagger (το «Strange Game» είναι ό,τι καλύτερο συνδέεται με μέλος των Rolling Stones τον 21ο αιώνα), αλλά και το score του εξαιρετικού συνθέτη Daniel Pemberton και τα electronica κομμάτια των Toydrum (δύο πρώην μέλη των UNKLE).

Strange Game (From The ATV+ Original Series "Slow Horses”)

Τέταρτον, η ίδια η υπόθεση. Τίποτα δεν μοιάζει ακραία τραβηγμένο, τίποτα δεν φαντάζει εξωπραγματικό, τίποτα δεν είναι παντελώς ξένο με τα όσα συμβαίνουν γύρω μας και ακόμα και κάποιες υπερβολές προς χάριν της δραματουργικής εξέλιξης υπηρετούν απλώς την πλοκή και την ατμόσφαιρα και δεν προσβάλλουν τη νοημοσύνη μας.

Πέμπτον, η διάρκεια. Έλεος με τους ατελείωτους κύκλους των 14 επεισοδίων και τις σειρές με τους 8 κύκλους – αυτοί οι αριθμοί είναι εγγύηση αποτυχίας. Έξι χορταστικά επεισόδια στον πρώτο κύκλο, αλλά τόσα στο δεύτερο και… τέλος. Για την ώρα τουλάχιστον!

Υπάρχουν ψεγάδια; Προφανώς ναι, δεν είναι εύκολο να τους ικανοποιήσεις όλους: όπως κάθε σειρά/ταινία με πρωταγωνιστές κατάσκοπους, διπλούς πράκτορες, δημοσιογράφους, πολιτικούς και μυστικές υπηρεσίες, κάποια στιγμή μπερδεύεις ένα-δυο ονόματα και δεν είσαι σίγουρος για όλα τα flashbacks, αλλά σταδιακά όλες οι πληροφορίες μπαίνουν στη θέση τους και δεν μένουν –ουσιαστικά– κενά στην αφήγηση. Επίσης, οφείλουμε να ομολογήσουμε ότι η πολιτική προϊσταμένη της MI5, Ingrid Tierney (Sophie Okonedo) είναι μία καρικατούρα μονίμως πιεσμένη, μονίμως εκνευρισμένη, μονίμως με περιορισμένο χρόνο, μοιράζοντας μονίμως απειλές και αυθαίρετα deadlines. Αλλά αυτά είναι πταίσματα που κανείς δεν θυμάται μετά την ολοκλήρωση του πρώτου κύκλου και κανέναν δεν θα αποθαρρύνουν από το να απολαύσει και τον δεύτερο!

Τέλος, παρόλο που το αναφέραμε ήδη, πρέπει να σταθούμε και άλλο στον Gary Oldman. Μπορεί να συνιστά κλισέ, πλέον, όποιο κοπλιμέντο και αν του προσάψεις, πλην όμως ο 64χρονος Εγγλέζος μάς θυμίζει ότι οι σπουδαίοι ηθοποιοί μπορούν να καλύψουν πλήρως οποιονδήποτε ρόλο – αρκεί να τον βρουν ενδιαφέροντα. Είναι τρομερό πως κάποιοι ηθοποιοί μεταμορφώνονται παντελώς και αφήνουν πίσω τους, σαν ευέλικτα ερπετά, κάθε παλιό δέρμα που έχουν κληθεί να φορέσουν. Σε αυτή την κατηγορία ανήκουν οι παλιοί, όπως ο Al Pacino, αλλά και νεότεροι, όπως ο Gary Oldman και ο Ray Fiennes, αλλά και ο Christian Bale.

Ναι, ο Gary Oldman ανήκει στην ελίτ εκείνων που παίρνουν έναν ρόλο και τον αναδεικνύουν, που αν, για παράδειγμα, αποφάσιζε να μην τον επαναλάβει στον δεύτερο κύκλο, η ίδια η σειρά θα έκανε χαρακίρι, καθώς δεν θα είχε λόγο ύπαρξης. Δείτε για παράδειγμα πώς «κάνει δικό του» ένα τραγούδι των Proclaimers από το 1988, σε μία σκηνή που δεν είχε γραφτεί ποτέ από τον Mike Herron, αλλά ο ίδιος την ευλόγησε ως «εξαίρετο αυτοσχεδιασμό».

Slow Horses 500 miles scene

Γενικά, η AppleTV+, χωρίς υπερβολές, δείχνει να κάνει τα σωστά βήματα: χαμηλό μηνιαίο κόστος συνδρομής, εύχρηστο μενού, επιλογές στο on demand και πρωτότυπο περιεχόμενο που ξεχωρίζει: για το «That Morning Show» έχουν γραφτεί πάρα πολλά και δύσκολα θα υπάρξει καλύτερη #metoo προσέγγιση στη μικρή οθόνη. Για τα «Trying» και «Mr. Corman» δεν έχουν γραφτεί αρκετά, οπότε ίσως χρειαστεί να επανέλθουμε. Μέχρι τότε, κρατήστε για επίλογο τον πιο απολαυστικό «συγκινητικό ηγετικό λόγο» που εκφωνεί ο Gary Oldman σε ένα νεκροταφείο: «Δεν είμαι συνηθισμένος σε τέτοιες ομιλίες, αλλά κάπως αισθάνομαι ότι τώρα μοιραζόμαστε μία σημαντική στιγμή. Επομένως, αν όλα πάνε κατά διαόλου, πολύ πιθανό να μην σας ξαναδώ ποτέ. Είστε παντελώς άχρηστοι, άπαντες. Η συνεργασία μου μαζί σας ήταν η πιο μελανή σελίδα μίας καριέρας γεμάτης απογοητεύσεις»!

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ