Αύγουστος στη Σερβία: Guča…Εδώ είναι Βαλκάνια!
© Γιώργος Ζαρζώνης
Ταξιδια

Αύγουστος στη Σερβία: Guča…Εδώ είναι Βαλκάνια!

Επίσκεψη στην όμορφη πόλη της δυτικής Σερβίας με αφορμή το Guča Trumpet Festival
giorgos-zarzonis.jpg
Γιώργος Ζαρζώνης
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Σερβία: Guča…Εδώ είναι Βαλκάνια! Ένας εναλλακτικός Αύγουστος στη σερβική επαρχία

Αύγουστος, ο αντι-μήνας. Ο επαναστάτης του χρόνου που δεν υποτάσσεται σε κανόνες, λογική και προσδοκίες. Αυτός ο τεμπέλης που επιβάλλει την παιδικότητα, το απελευθερωτικό γέλιο, εκείνο που κάποτε μοιάζει με βαθιά κριτική στην όλη θεωρία της σοβαρότητας. Οι υπόλοιποι έχουν το προγραμματάκι τους. Από τον Ιανουάριο, που κουβαλάει την ψευδαίσθηση των νέων στόχων, μέχρι τον γλυκούλη οικογενειάρχη Δεκέμβρη. Δεν μπορώ! Αγαπώ αυτόν τον μήνα γιατί είναι ο μοναδικός που μπορεί και υποτάσσει την πραγματικότητα μπροστά στην επιθυμία. Αυτή η έσω ώθηση, που από παιδί παρεμπιπτόντως αδυνατώ να τιθασεύσω, δεν ψήνεται για αυγουστιάτικη καροτίνη και παρκάρισμα σε ξαπλώστρα.

Έτσι φέτος το είδα αλλιώς και κατευθύνθηκα προς τη δυτική Σερβία, και συγκεκριμένα την πόλη Guča, όπου κάθε χρόνο πραγματοποιείται το Guča Trumpet Festival, το μεγαλύτερο φεστιβάλ χάλκινων στα Βαλκάνια, γνωστό ως «Woodstock των Βαλκανίων». Ξεκίνησε το 1961 σαν διαγωνισμός μεταξύ τοπικών χάλκινων μπαντών και σήμερα έχει εξελιχθεί σε σημείο αναφοράς για τη βαλκανική μουσική, αφού συμμετέχουν πάνω από 100 μπάντες, με τουλάχιστον δέκα μέλη η καθεμιά τους. Σουρεαλιστικό χάος δηλαδή!

Έναρξη διαδρομής στις έξι τα ξημερώματα και μετά από πέντε ώρες το θερμόμετρο χτύπησε 38°C. Του απάντησα με έναν τρίτο double espresso. Η κοπέλα, κάπως σαν extreme αντίγραφο της Ούμα Θέρμαν, στη θέα της κάρτας με κοίταξε επιθετικά πίσω από την ξανθιά της, ξεκρέμαστη ανταύγεια.

- Not a card. The money is mine… not the bank's.

Δεν διαφωνείς, ούτε συζητάς το αυτονόητο.

Τα τελευταία 50 χιλιόμετρα είναι και το καλύτερο τμήμα της διαδρομής, καθώς κυλάει ανάμεσα σε ψηλά καλαμπόκια που αφήνουν τις κόκκινες ριχτές στέγες ίσα να αναπνέουν πάνω από το πράσινο. Φιλόξενο για τα μάτια τοπίο και ανάμεσά του ένας τροχονόμος που με τραβάει στην άκρη για έλεγχο. Ένα σβηστό φανάρι πορείας. Το προσπέρασε με χαμόγελο.

- Είμαστε αδέρφια, είπε και με επέστρεψε σε χαμένες λέξεις του νου.

Δεν χρειάζεται χάρτης για να καταλάβεις ότι βρίσκεσαι στη Guča. Στον πρώτο κυκλικό κόμβο μια γιγάντια μεταλλική τρομπέτα, που δείχνει πάντα τον βορρά, σηματοδοτεί την πόλη που συνεχίζει μέχρι σήμερα την παραγωγή χάλκινων οργάνων. Είναι κυκλωμένη από βουνά, σαν μικρό οροπέδιο που το διασχίζει ένας μικρός ποταμός. Γύρω του πάνω από 60.000 κατασκηνωτές χρωματίζουν ακατάστατα το πράσινο.

Στρίμωξα το αυτοκίνητο με τη σκηνή οροφής κάτω από τα δέντρα για να μην μου κάνει «τζα» ο ήλιος και μου το χαλάσει το επόμενο πρωί. Πίσω από το πάρκο η γη τρέμει κάτω από τον ξέφρενο ρυθμό της χάλκινης μουσικής. Ο αέρας φορτωμένος με βαριές νότες και φωνές. Οι Σέρβοι είναι λαός της βαβούρας όταν η δυνατή μουσική ταρακουνάει το σύμπαν, όταν τα ποτήρια είναι γεμάτα. Μπαίνω στο πρώτο μαγαζί. Σάλπιγγες ουρλιάζουν, τρομπόνια βρυχώνται και οι τούμπες αναστενάζουν βαριά. Ο ιδρώτας τρέχει ποτάμι στα πρόσωπα των μουσικών. Ξέφρενη, ηλεκτρισμένη και γεμάτη ενέργεια ατμόσφαιρα, που δυσκολεύομαι να περιγράψω. Κάποιοι χορεύουν, κάποιοι τραγουδούν με πάθος, αλλά ο ενθουσιασμός είναι ζωγραφισμένος σε όλα τα μάτια. Μια γιορτή ζωής που σε παρασέρνει σε ένα ντελίριο απρόσμενης χαράς. Κορμιά λικνίζονται όπου βρουν κενό ανάμεσα σε κορμιά. Διάχυτος ενθουσιασμός πλημμυρίζει τα πάντα, καθώς το φεστιβάλ χώνεται στα μαγαζιά, στα στενά, στα αυτιά μου με τις υπαίθριες μπάντες σε κακό χαμό.

Chaos!

«Εδώ είναι Βαλκάνια, δεν είναι παίξε γέλασε!»

Το σκηνικό μοιάζει με κομμένες σκηνές από το «Underground» του Εμίρ Κουστουρίτσα. Μου θύμισε εκείνο το μεγάλο γλέντι που οργάνωσαν οι ήρωες επιδιώκοντας να γιορτάσουν την ελευθερία και τη ζωή. Έντονη και ρυθμική τσιγγάνικη μουσική που εναλλάσσει με τη χαρά και τη λύπη της ιστορίας τους, φτιάχνοντας μια ατμόσφαιρα γεμάτη ζωντάνια και συγκίνηση. Εδώ τα χάλκινα δεν είναι μουσικά όργανα αλλά εργαλεία επανάστασης. Τρελοί και ζωντανοί Σέρβοι που χορεύουν πάνω στα τραπέζια, φωνάζουν δυνατά σαν επαναστάτες χωρίς αιτία. Το έχει το DNA τους. Τρομπέτες κολλημένες στα κρανία και ευρώ σφηνωμένα ανάμεσα στα πλήκτρα να κυματίζουν. Αυθόρμητο σε όλη του την υπερβολή. Χρόνια είχα να χορέψω. Έμοιαζα βέβαια σαν Αμερικανός τουρίστας σε ζεϊμπέκικο, αλλά… και τι μ' αυτό; Εδώ η τρέλα μπορεί να είναι μεταδοτική, θεραπευτική ή και λυτρωτική. Είναι αυτή η ποιητική της διάσταση που αναπαράγεται με τον πιο μαγευτικό τρόπο. Φεστιβάλ των πέντε αισθήσεων. Ήχοι ξέφρενοι, χρώμα και κίνηση στα μάτια, καπνός και τσίκνα στη μύτη, γεύση αλκοόλ και βρασμένου λάχανου που διαρκεί στο στόμα, και ιδρώτας, πολύς ιδρώτας, που κάνει την αφή μετέωρη. Και δεν ξέρω τελικά πώς να περιγράψω τη χαρά που από βαθιά μου ανασύρθηκε, παρέα με έναν βαθύ αναστεναγμό, σαν προμνησία άλλων δεκαετιών. Ίσως στιγμιαία να μου θυμίσει ότι η ζωή είναι μια χορευτική παράσταση, εμπειρία που έτσι αξίζει να βιώνεται· με ένταση!

«Ziveli…»

«Στην υγειά μας!»

Οι χρυσόξανθες τοπικές μπίρες Jelen Pivo lager, με το έντονο άρωμα της βύνης, παριστάνουν τα συγκρουόμενα σε λούνα παρκ...

Αργά το απόγευμα κατευθύνθηκα προς το ποτάμι. Πρόχειροι πάγκοι στη σειρά. Χρωματιστά παιδικά παιχνίδια και ροζ μαλλί της εκείνης ροκ γριάς. Ποπ κορν. Λευκά, μάλλινα ρούχα με κόκκινα κεντήματα κρεμασμένα στην ευθεία· αγροτικά, άλλης εποχής, ξεπουλάνε στην εποχή μιας «άλλης νοημοσύνης». Πάγκοι με ολόκληρα ψημένα γουρουνόπουλα. Λίπος που ξεροψήνεται σε μακριές, σαν ξίφη σούβλες. Πήλινα δοχεία ανοιγοκλείνουν απελευθερώνοντας τη μυρωδιά από το βραστό με λάχανο χοιρινό κρέας. Παραδοσιακή συνταγή που μεταβιβάζεται στα χρόνια. Μου έκανε πολύ βαριά όμως για Αύγουστο και προτίμησα την καπνιστή μπριζόλα. Στανταράκι στη Σερβία. Το σκηνικό με τους περιφερόμενους τσιγγάνους ακριβώς το ίδιο. Κοντά στις 10 κατευθύνθηκα προς το στάδιο για να ακούσω από κοντά τον Boban Marković που γέννησε αυτό φεστιβάλ. Ξεκίνησε να παίζει στα πέντε του και πέντε φορές κέρδισε την «Πρώτη Τρομπέτα». Όλοι μαγευτήκαμε από τη μουσική του, στην ταινία «Underground» και «Arizona Dream». Μια φαντασμαγορική για το τοπίο, πολύχρωμη και τεράστια σκηνή με γιγαντοοθόνες, ώστε να διακρίνεις καλά τα φουσκωμένα μάγουλα και τα γυαλισμένα από ιδρώτα πρόσωπα των μουσικών, απλωνόταν στο βάθος του κόσμου. Δεν ξέρω τι ώρα έπιασαν θέση, αλλά έμεινα πολύ πίσω. Με μαύρα γυαλιά και μια χρυσή τρομπέτα ο πρωταγωνιστής έπαιζε και τραγουδούσε με μια βραχνή φωνή ποτισμένη με νοσταλγία. Ο κόσμος διασκεδάζει σε κατάσταση παραφοράς.

«Η μουσική μου νικάει τον χρόνο. Είναι ήρεμη, άγρια, τρελή, κόβει την ανάσα και παρατείνει τη ζωή όσων την ακούνε», είχε πει. Το ακούω, όπως άκουσα και τον Miles Davis, που είχε πει όταν βρέθηκε εδώ: «Δεν ήξερα ότι μπορεί να παίξει κανείς τρομπέτα με αυτό τον τρόπο…»

Στο όριο της σκέψης με την εξέδρα εμφανίστηκε η πανσέληνος του Αυγούστου, που εντάξει! Εδώ μπορούσε και είχε το ακαταλόγιστο. Μεγάλη, σαν γυαλισμένο στόμα δισκοπότηρου κρεμασμένου πάνω από τις χρυσές τρομπέτες.

«Balkan, Balkan, Balkan, Balkan, Balkan!

Hajde!

Op, op, op, ovo je Balkan!»

Αυτό δεν είναι απλώς γιορτή, αλλά πνευματικό συναίσθημα υπέρβασης.

Πήγε τέσσερις. Ας γίνει πρωί! Ας γίνει Σεπτέμβρης, ας γίνει και η επόμενη χρονιά, που οι τρομπέτες θα ξανακλαίνε σαν σκιές λύκων μπροστά στον φωτεινό κύκλο.

Ο ύπνος μου optional. Κατά τις έντεκα ένιωσα αθλητής που σηκώνεται με την τρίτη προσπάθεια. Ο ήχος δεν σταμάτησα ποτέ. Συνάντησα στην πόλη τον άρχοντα Boban. Φιλικότατος, με ένα διάφανο χαμόγελο.

«Greek, huh? We love the Greeks!»

Δεύτερη μέρα και μια τελευταία.

Ώρα επιστροφής. Αλλά αρνήθηκα να πιάσω Θεσσαλονίκη και έτσι κατέληξα εδώ στα αγαπημένα Τζουμέρκα. Εκεί στην πλήρη αφωνία της φύσης. Η σκηνή οροφής άνοιξε ξανά ακριβώς κάτω από την κορυφή Αγκάθι στα 1600 μέτρα. Πρωινά με ηχητικό σβήσιμο και απογεύματα στα χωριά για τσίπουρο, παρενέργειες και κλαρίνα στης Παναγιάς αντί για τρομπέτες.

Κάνει διαφορά!

Δεν κάνει διαφορά!

Ποια η διαφορά…

Είναι ακόμη Αύγουστος εκεί έξω!

protergia-long-story

Δειτε περισσοτερα

Φραντσέσκα Ντιοταλέβι
Φραντσέσκα Ντιοταλέβι: Το να γράψω για τη Βίβιαν Μάιερ υπήρξε άσκηση λεπτότητας, σεβασμού και θάρρους

Με αφορμή το βιβλίο «Με τη δική σου ματιά μονάχα», η συγγραφέας μιλά αποκλειστικά στην Athens Voice για την πρόκληση να μετατρέψει την κρυφή ζωή της Μάιερ σε μια δυνατή μυθοπλαστική αφήγηση