Ταξιδια

Η Ερείκουσα της Λένας Διβάνη

«Όλα λίγα ώστε να περάσεις πολύυυυ ήσυχα. Το µόνο πολύ είναι η θάλασσα».

32014-72458.jpg
A.V. Guest
ΤΕΥΧΟΣ 836
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Η Λένα Διβάνη στην Ερείκουσα.

Η Λένα Διβάνη, συγγραφέας, γράφει για τη δική της Ερείκουσα 

Ξέρετε πού είναι η Ερείκουσα; Όχι, ε; Ε, λοιπόν ούτε κι εγώ ήξερα µέχρι πέρσι. Πέρσι τέτοιο καιρό, όπως θυµόσαστε, βγαίναµε κουτσά στραβά από την πανδηµία και είχαµε όλοι ένα µούδιασµα σε όλα τα µέλη του σώµατός µας, του εγκεφάλου συµπεριλαµβανοµένου. Θέλαµε να ξεφαντώσουµε αλλά δεν ξέραµε πώς. Θέλαµε διακοπές αλλά να διακόψουµε τι; Κυρίως από τον καναπέ και τις βλαβερές επιπτώσεις του πάνω στους µύες µας. Πού να πάω ο λαπάς... σκεφτόµουνα. «Για σκάψιµο», είπε τότε µια φωνή από το τηλέφωνο. Ήταν η αρχηγός της ορειβατικής µας οµάδας που µας προέτρεπε να σώσουµε µαζί µε το σώµα και την ψυχή µας πηγαίνοντας να ανοίξουµε εθελοντικά µονοπάτια στην Ερείκουσα! «Να την πάρω την τσάπα ευχαρίστως αλλά πού είναι η Ερείκουσα, ρε παιδιά;» ψέλλισα εγώ. «Πάνω από την Κέρκυρα, βορειότερα δεν έχει, στη θάλασσα ανάµεσα Ελλάδα και Ιταλία. Ανήκει στις λεγόµενες διαπόντιες νήσους». «Ε τότε να πάµε», είπα.

Για να είµαι ειλικρινής και στον διάολο να µου έλεγαν να πάω θα πήγαινα, παίδες µου αγαπηµένοι. «Και πού θα µείνουµε;» πέρασα στο παρασύνθηµα. Συνήθως στα εθελοντικά µένουµε σε δηµοτικά κάµπιγκ αλλά είπα µήπως ο δήµαρχος της Ερείκουσας φιλοτιµιόταν για κάτι πιο λουξ. Μπα, όχι. Στην αυλή του σχολείου θα στήναµε τις σκηνές µας, στο τσιµέντο δηλαδή. Εκεί κάτι αγανάκτησε µέσα µου. Ε, όχι, µετά από τόση κλεισούρα αξίζω ένα ζεστό ντους µετά το σκάψιµο, µια καθαρή πετσέτα, ένα µαλακό κρεβατάκι. Στα µουλωχτά λοιπόν βρήκα συνένοχο µια φίλη συνορειβάτισσα και κλείσαµε στα τυφλά ένα δωµάτιο στο Μπουτίκ Χοτέλ Άκανθα. Προσδοκίες πολλές δεν είχαµε, βεβαίως. Περισσότερο µπουτίκ (=κουτί) παρά χοτέλ το περιµέναµε.

Η Λένα Διβάνη στην Ερείκουσα.

Ε, λοιπόν, κάναµε τεράστιο λάθος! Όταν το βαρκάκι µας πέρασε από την Κέρκυρα στη λιλιπούτεια Ερείκουσα διαπιστώσαµε ότι η Άκανθα ήταν ένα κα-τα-πλη-κτικό µίνι αλλά πολύ σικάτο ξενοδοχείο. Η Φράνκα η ιδιοκτήτρια, µια υπέρκοµψη 70άρα Μιλανέζα, ήρθε εκεί µε το σκάφος και τον πλούσιο σύζυγο, ερωτεύτηκε κατακούτελα το νησάκι όπου άραζαν πολλοί Ιταλοί και µη σκαφάτοι, έχτισε ένα σπίτι στην ακρογιαλιά και µετά το µετέτρεψε σε ξενοδοχείο µε ελάχιστα δωµάτια αλλά µε πολυτελείς λεπτοµέρειες: είχε σεφ φοβερή στην κουζίνα, µασάζ στην αµµουδιά µετά µουσικής κ.λπ. κ.λπ. Μόλις µάλιστα έµαθε πως ήµουν συγγραφέας µε ρώτησε αν ήµουν διάσηµη (#not) γιατί είχε, λέει, φιλοξενήσει πολλές σελέµπριτις – µεταξύ των οποίων ο Αλέξης Τσίπρας που ξέπλυνε εκεί (στην ερηµιά µε χάρη) τον πόνο του µετά το διαβόητο δηµοψήφισµα.

Έτσι ζήσαµε 7 µέρες στην ολοστρόγγυλη και καταπράσινη Ερείκουσα: Το πρωί ξεχορταριάζαµε, σκάβαµε, τσαπίζαµε και το απόγευµα κάναµε µασάζ για να φάµε χαλαρά τις νοστιµιές της σεφ. Στο λιµάνι, το Πόρτο, υπάρχουν λίγα σπίτια, λίγες ταβέρνες, λίγα ξενοδοχεία και λίγα µπαρ όπου επιτρέπεται ωστόσο να κάνεις χαµό άµα σου ’ρθει το κέφι. Όλα λίγα ώστε να περάσεις πολύυυυ ήσυχα. Το µόνο πολύ είναι η θάλασσα. Μπροστά σου είναι γαλαζοπράσινη, απέραντη, αγκαλιά µε τη χρυσή αµµουδιά. Τι άλλο µπορεί να θέλει ο άνθρωπος µετά την καραντίνα για να ’ρθει στα ίσα του;

* Η Λένα Διβάνη είναι συγγραφέας. Το τελευταίο της βιβλίο «Ονειρεύτηκα τη Διδώ» κυκλοφορεί από τις εκδ. Πατάκης.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ