Life

It’s a deal... It’s a deal!

Ψεύτικα τα κύματα, τα μποφόρ, ψέματα η φρίκη, η απελπισία... 

113112-648393.jpg
Σόνια Ζαχαράτου
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
113062-224326.jpg

Να κάθομαι στα ζεστά με τα κεριά αναμμένα για ντεκόρ, να αφήνομαι στο «Chocolate Jesus» του Τομ Γουέιτς, να πίνω ένα Jameson, να ακούω τα παγάκια να καμπανίζουν στο ποτήρι, να νιώθω τη θαλπωρή του οικείου χώρου, να ξεπετιούνται σε αντίστιξη «Όλες οι ευτυχισμένες οικογένειες» του Χουάν Κάρλος –πώς μου ήρθε, τώρα!–

«…δεν με σκότωσαν/ εγώ σκοτώθηκα/ επειδή αν δεν σκοτωνόμουν μου είπαν ότι θα σκοτώσουν εσάς μπαμπαμαμα…»,

το «μπαμπαμαμα» οδοστρωτήρας, δεν είναι ώρα για θλίψη, κόψ’ το το παραμύθι, να αλλάξω σκηνικό, κατεβάζω τα χειμωνιάτικα, μυρίζει η πίτα με φύλλο χειροποίητο στο φούρνο, ακομπανιάρω ψιθυριστά, σαν θριαμβικό ύμνο, άλλο τραγούδι του Γουέιτς και τα λόγια του μόλις τα αντιλαμβάνομαι, φρικάρω,

«…baby, it’s a deal… the boat is sinking…»,

βρίσκω τίτλο σε ένα κείμενο, χαμογελώ γιατί ο Χριστόφορος στο τηλέφωνο,

«…baby, it’s a deal…»,

παιδί μου! η βιβλιοθήκη ασφυκτιά, ναι, κάτι πρέπει να κάνω, να δώσω, χρυσίζουν οι χάρτινες πεταλούδες που μου έφερες, περιστρεφόμενες, σαν σε λούνα παρκ –

«…τροχός αλογάκια βαποράκια ποπκόρν με κοκαΐνη/ αναψυκτικά με μαριχουάνα καλαμάκια με κόλλα ρεζιστόλ/ γαμώτο»,

το δείπνο με τους φίλους –τι να μαγειρέψω πάλι;–, αύριο πρέπει να στηθώ στην ουρά της Τράπεζας,

«…baby, it’s a deal…»

καρφώθηκε στη γλώσσα μου –ο Γουέιτς φταίει–, εισιτήρια για το θέατρο, να διαβάσω το μέιλ του Γιώργου, η Φλώρα φλασιά στο μυαλό μου, καλύτερα κάτι ελληνικό ν’ ακούσω,

«…δι’ ευχών των αγίων ημών/ στους ναούς των μεγάλων λυγμών/ δι’ ευχών των αγίων της γης/ ορατής κι αοράτου πληγής…»,

oh! shit!, άλλο πάλι και τούτο, λες κι ακούω πρώτη φορά τους στίχους,

«… the boat is sinking…»,

το ραντεβού στο κομμωτήριο –ξάσπρισαν τα γαμημένα–, να θυμηθώ, να υπολογίσω τα λεφτά, να δω –αμάν πια, αυτός ο Λάνθιμος!–, μη ξεχάσω ν’ απαντήσω –φυσικά και θα ’ρθω!–, να προλάβω το σούπερ μάρκετ ανοιχτό –όχι πια αλλαντικά, είναι καρκινογόνα–, να λέω, πω, νιώσω, πάρω, δω, πάρε δώσε, κανονίσω –η φούστα θέλει σιδέρωμα–, σκεφτώ, απαντήσω –πότε είπαμε;–, σημειώσω, μη ξεχάσω, προλάβω, απολαύσω –υπέροχα θα είναι!–, να χαρώ, χαθώ, κοιτάξω, διαβάσω, βρω χρόνο, θυμηθώ –τέλεια! η συμφωνία κλείστηκε! με το καλό!–, στείλω, βολέψω, να τα βολέψω, να με βολέψω, να βολευτώ, να αντέξω, να βολευτώ.

Να βολευτώ.

Να μη βλέπω, ακούω, σκέπτομαι, μαθαίνω, θυμάμαι, νιώθω, ξέρω, κοιτάζω, κρυφοκοιτάξω, να ξεχνώ, να μην πω, να μη λέω, δεν προλαβαίνω, δεν γνωρίζω – όχι, μας κοροϊδεύετε, από ταινία είναι τα πλάνα που βλέπουμε σε βίντεο, τηλεόραση, fb κι άλλα μέσα κοινωνικής δικτύωσης,

θρίλερ είναι,

ψεύτικα τα κύματα, τα μποφόρ, ψέματα η φρίκη, η απελπισία, τα γεωπολιτικά συμφέροντα, οι βόμβες, τα συρματοπλέγματα, οι αποχωρισμοί, ο σπαραγμός, οι κατατρεγμένοι λαοί, οι αποκεφαλισμοί, οι συμφορές, ο τρόμος, τα βουλιαγμένα πλοιάρια, τα νεκρά παιδιά, η ορφάνια, οι έμποροι ζωής, οι κούφιες πολιτικές, το αλισβερίσι με το θάνατο, οι κραυγές, η θάλασσα στο στόμα, η θάλασσα στα πνευμόνια, τα ορθάνοιχτα μάτια, τα μπλαβιασμένα χείλη, τα αγκυλωμένα σώματα, τα ξεβρασμένα σώματα, οι βυθισμένες ελπίδες, το μη αύριο, το τίποτα, το κενό, οι όπου γης και για πάντα σημαδεμένοι, όλοι αυτοί, αυτοί, εκείνοι και οι άλλοι,

Όσιοι και Άγιοι πασών των Θρησκειών και Θαλασσών.

Ξανά.

Όσιοι και Άγιοι πασών των Θρησκειών και Θαλασσών.

Και πάλι.

Όσιοι και Άγιοι πασών των Θρησκειών και Θαλασσών.

Να βολευτώ… να βολευτώ… να βολευτώ –βόηθα κι εσύ, καλέ μου chocolate Jesus!– μέσα στα σούπερ μάρκετ, στους Hondo’sssss με τις εκπτώσεις, στα βιβλία –κάτι ανάλαφρο, παρακαλώ! μη με σκοτίζετε!–, στις παραστάσεις, στους οβολούς για τις χίλιες και μία τύψεις, στις γεύσεις, στους εξορκισμούς, στους χαιρετισμούς, στις σιωπές, στη σιωπή, στη ζεστασιά, στο «να δώσουμε κάτι κι εμείς», στα μισά χαμόγελα, στα υποκοριστικά σε εις -ίτσα και εις -άκη και πάει λέγοντας και να αναρωτιέμαι

«Μα, τι είναι αυτός ο σπανιόλος Oscar Camps που τραβά παιδιά μέσα από τα κύματα; Πού διάβολο τα βρίσκει; Κι αυτός ο ανώνυμος Μυτιληνιός ψαράς, πώς από το πουθενά, ξαφνικά μπροστά μας; Όλοι αυτοί κι εκείνοι και οι άλλοι;

«God’s away on business… God’s away on business…»

Μπα; Έφυγε; Έφυγε; Γι’ αυτό, ε; Έτσι, λέτε, ε; Και δεν το είχα καταλάβει; Και δεν το είχα καταλάβει;

«It’s all over… It’s all over».

Και δεν το είχα καταλάβει; Και δεν το είχα καταλάβει;

 

Οι στίχοι, δάνεια από τραγούδια του Τομ Γουέιτς και των Αλεξίου-Νικολακοπούλου-Αντύπα, καθώς κι από το βιβλίο «Όλες οι ευτυχισμένες οικογένειες» του Χουάν Κάρλος.

ΕΓΓΡΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER ΜΑΣ

Tα καλύτερα άρθρα της ημέρας έρχονται στο mail σου

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ