Αρχειο

Σύννεφο καπνού

Μπαλκόνι με θέα Ακρόπολη, μία σόμπα να σου καψαλίζει το κούτελο ενώ ο πισινός σου γίνεται Bofrost

Μανίνα Ζουμπουλάκη
Μανίνα Ζουμπουλάκη
ΤΕΥΧΟΣ 288
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
3173-8199.jpg

Μπαλκόνι με θέα Ακρόπολη, μία σόμπα να σου καψαλίζει το κούτελο ενώ ο πισινός σου γίνεται Bofrost και επειδή είναι όλος ο κόσμος στο μπαλκόνι μ’ ένα ή και δύο τσιγάρα στο χέρι... η Αθήνα τυλίγεται σε σύννεφο καπνού. Το οποίο διαλύεται γιατί μπάζει. Χειμώνιασε, ή εκνευρίζομαι που δεν καπνίζω;

Η νύχτα είναι πάρα πολύ κατεψυγμένη, πράγμα που σημαίνει ότι χειμώνιασε κι είχαμε καλομάθει με τα εξώπλατα ως τώρα. Το φεγγάρι είναι άσπρο και θολό, πράγμα που σημαίνει ότι είναι άσπρο και θολό. Είμαστε στο roof garden του ξενοδοχείου St.George Lycabettus και καθόμαστε έξω παρόλο που δεν είναι καλή εποχή για roof garden. Το μπαρ μέσα στον 6ο όροφο είναι ωραιότατο (λέω και ξαναλέω), η μουσική τέεεεεελεια, το σέρβις άψογο, η διακόσμηση τρυφερή – γιατί δεν σβύνετε όλοι τα τσιγάρα σας να μπούμε μέσα σαν άνθρωποι; Ε;

Το ερώτημα μένει μετέωρο γιατί κανένας καπνιστής δεν κάθεται μέσα όταν μπορεί να καπνίζει έξω. Χειμώνας-ξεχειμώνας όλοι θα κάνουν ένα τσιγάρο ακόμα πριν μαζευτούν, και διαμαρτύρομαι ότι θα την αρπάξω, θα μείνω παγοκολόνα-κτέρισμα στην ευάερη ταράτσα του ξενοδοχείου. Οι ώρες περνούν ρομαντικά κάτω απ’ τη σόμπα, που είναι σα να ’χεις την κεφάλα σου μέσα σε γιουβετσάκι. Κάποια στιγμή μετά τις 2.00 όλοι άρχισαν να χάνουν κι από ένα δάχτυλο στο Τεπελένι του ένα τσιγάρο ακόμα και μπήκαμε επιτέλους μέσα. Ουφ.

  

Η μουσική στο μπαράκι, λοιπόν, στο roof garden είναι όντως τέλεια, όσο 80s χρειάζεται, με όσες διασκευές θέλεις πραγματικά να ακούσεις, με Pet Shop Boys, Robbie Williams, Eurythmics και ακόμα(ακόμα) Duran Duran… Το μπαρ είναι μικρό, λευκό, με τζαμαρίες για να χαζεύεις τη θέα. Η Ακρόπολη απέναντί σου λάμπει μέσα στη νύχτα, τα μεγάλα νοσοκομεία επίσης λάμπουν και μέχρι να καταλάβεις ότι δεν είναι υπερωκειάνεια, δεν τα βλέπεις καθόλου δυσοίωνα. Μπαινοβγαίνεις συνέχεια αν καπνίζεις, κι αν δεν καπνίζεις κάθεσαι (μέσα) στην πιο αναπαυτική καρέκλα και τρως όλα τα καλά φιστίκια. Δηλαδή από το μπολ με τα φυστίκια τρως τα Αιγίνης, τα cashews και αυτά με το πορτοκαλί καυτερό κέλυφος, που είναι μεν τα πιο εγκληματικά, τα δικαιούσαι δε επειδή δεν καπνίζεις – ας πάρεις από κάπου τις τοξίνες σου. Κι ας ήτανε μέσα οι υπόλοιποι να τα τσιμπούσαν πρώτοι. Τώρα, σόρι αλλά όταν επιστρέψουν μπαρουτοκαπνισμένοι θα φάνε μόνο φλούδια. Άντε, κι αυτά τα μικρά γυαλιστερά αράπικα που ξεμένουν αζήτητα στον πάτο της φιστικερί…

 

Ακούμε υπέροχες μουσικές λοιπόν και πίνουμε συζητώντας για την απαγόρευση του καπνίσματος: έχει επιβληθεί σχεδόν παντού. Στην Ιταλία, την πρώτη χρονιά της απαγόρευσης, είχανε κάνει χρυσές δουλειές οι εταιρείες που πουλάγανε σόμπες εξωτερικού χώρου κι απ’ ό,τι φαίνεται το ίδιο θα γίνει κι εδώ: έχει-δεν έχει αυλή το οποιοδήποτε μαγαζί, στήνει στην πόρτα του δύο σομπίτσες μ’ ένα σεμεδάκι στη μέση κι είναι τακτοποιημένο. Η συζήτηση δεν μ’ ενδιαφέρει καθόλου, θεωρητικά, μια και το ’χω κόψει. Αλλά συμβαίνει το εξής παράξενο με το τσιγάρο: το συζητάνε κι αυτοί που το ’χουνε κόψει! Άλλοι με ένταση («μυρίζουν τσιγαρίλα τα μαλλιά/χαλιά μας!»), άλλοι με νοσταλγία («όταν κάπνιζα μου άρεσε η τασακίλα») κι άλλοι πάλι με εξωραϊστική διάθεση («εγώ, μπα, ίσα που άναβα κι από κανένα πότε πότε»). Η αλήθεια είναι ότι απ’ όλα τα ανθρώπινα βίτσια  –ντραγκς, κουλά σεξουαλικά, μόλες, χάπες, ενέσεις, παρτούζες, μπάτσες, κτηνοβασίες, μάτι, ξύλο, γκολφ κ.λπ.– το τσιγάρο είναι το μόνο που μπορούμε να συζητάμε ανοιχτά στις παρέες. Όχι γιατί δεν έχουμε τι άλλο να πούμε, μόνο ν’ αρχίσουμε να θάβουμε ο ένας τον άλλον χρειαζόμαστε οκτώ μερόνυχτα. Το συζητάμε γιατί είναι ένα βίτσιο που μας συνδέει, είτε το είχαμε κάποτε είτε το ’χουμε ακόμα… είτε δεν το ’χαμε ποτέ – ειδικά τότε είμαστε πολύ μουτζαχεντίν. Είναι το δίκιο με το μέρος μας (το κάπνισμα σκοτώνει), δεν είχαμε ποτέ βίτσια, δεν καταλαβαίνουμε αυτούς που έχουνε (βίτσια) κι επιπλέον μυρίζουν τα μαλλιά/χαλιά μας όταν κάποιος καπνίζει, που πεθαίνει σιγά-σιγά κι όλας, σα να μην έφτανε η μπόχα. Ορίστε μας.

Ήταν ένα ωραίο βράδυ στο roof garden του Lycabettus με τον τέλειο dj και την (τέλεια θα πω πάλι) θέα. Το ποτήρι κρασί κάνει 8,50 ευρώ, που είναι οκέι για μπαρ ξενοδοχείου. Άλλο ένα βράδυ, επίσης ωραίο, φάγαμε πολύ νόστιμα στο “Cilentio”, στον πάνω όροφο που ανεβαίνει η ζέστη κι οι ημίχοντροι διαμαρτύρονται ότι σκάνε ενώ οι άλλοι διατηρούν την ψυχραιμία τους. Οι σαλάτες ήταν ωραίες, περίεργες, νόστιμες και γενικά ό,τι φάγαμε, έλεγε (30 ευρώ το άτομο). Όλοι στο τραπέζι έμειναν ευχαριστημένοι, το σέρβις ήταν άψογο, το περιβάλλον ζεστό όχι με την έννοια «άναψα», τα τραπέζια μακριά το ένα από το άλλο ώστε να μην ακούς αν μιλάνε οι παραδιπλανοί για το τσιγάρο ή για άλλα, πιο ενδιαφέροντα και πιτσικωτά βίτσια.

Το κακό με το τσιγάρο δηλαδή είναι ότι ξεχνάς τα υπόλοιπα βίτσια, μερικά από τα οποία είναι πολύ ιδιαίτερα, κι είναι κρίμα να μένουν στην απέξω…    

St George Lycabettus, Roof Garden, Κλεομένους 2, Κολωνάκι, 210 7214.368

Cilentio all day restaurant, Ματζάρου 3 & Σόλωνος 54, 210 3633.144

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ