Πολιτικη & Οικονομια

Σε εμφύλιο από το 1915;

Πρώτη προτεραιότητα αποτελεί η αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου

81922-183211.jpg
Παντελής Καψής
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Σε εμφύλιο από το 1915;
© Eurokinissi / Γιώργος Κονταρίνης

Οι οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες που διαμορφώνονται στη χώρα σε συνάρτηση με το πολιτικό σκηνικό

Το ερώτημα θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και φιλοσοφικό. Γνωρίζουμε ότι αποτελεί πρώτη προτεραιότητα η αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου. Αν δεν το πετύχουμε και μάλιστα σχετικά σύντομα, τότε κινδυνεύουμε να οδηγηθούμε ξανά σε χρεοκοπία. Την επόμενη φορά μάλιστα μπορούμε με σχετική βεβαιότητα να προβλέψουμε ότι η Δημοκρατία μας δεν θα αντέξει. Θα οδηγηθούμε σε ένα αντιδημοκρατικό, αυταρχικό, εθνολαϊκιστικό καθεστώς, πιθανότατα ακροδεξιάς κοπής. Ιδού το ερώτημα λοιπόν: μπορεί να αλλάξει το παραγωγικό μοντέλο αν προηγουμένως δεν αλλάξει το πολιτικό μοντέλο;

Αν θεωρήσουμε ότι η πολιτική έχει προτεραιότητα και ότι οι συγκεκριμένες κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες στη χώρα είναι αποτέλεσμα των πολιτικών αποφάσεων των τελευταίων δεκαετιών, τότε η απάντηση θα πρέπει να είναι αρνητική. Αν δεν αποκτήσουμε αποτελεσματικό κράτος, αν δεν αναβαθμιστεί η λειτουργία των θεσμών, αν δεν αλλάξει το κομματικό σύστημα, αν τελικά δεν αλλάξει και η νοοτροπία ημών των ψηφοφόρων, γιατί θα αλλάξει το παραγωγικό μοντέλο; Αφού όλοι αντιστεκόμαστε σε κάθε σοβαρή αλλαγή πώς και από ποιους θα έρθει η αλλαγή;

Φαντάζομαι ότι η άποψη αυτή θα μπορούσε να τεκμηριωθεί και επιστημονικά. Πριν από λίγες εβδομάδες το Νόμπελ των οικονομικών δόθηκε στον Daron Acemoglou, τον Τούρκο οικονομολόγο ο οποίος μαζί με τον James Robinson υποστήριξαν ότι οι διαφορές στην ανάπτυξη μεταξύ των κρατών, οφείλονται αποκλειστικά στον διαφορετικό τρόπο με τον οποίο λειτουργούν οι πολιτικοί και οικονομικοί θεσμοί.

Όπερ έδει δείξαι, θα έλεγαν τα μαθηματικά μυαλά. Για να το πούμε με περισσότερα λόγια, πριν από μια δεκαετία η χώρα γνώρισε τη χειρότερη οικονομική κρίση της μεταπολίτευσης. Ήταν εφάμιλλη στις επιπτώσεις της με το κόστος μιας πολεμικής σύρραξης. Στην κορύφωση της, το 2015, τα τρία κόμματα, Νέα Δημοκρατία, ΠΑΣΟΚ και Σύριζα, ψήφισαν από κοινού το τρίτο Μνημόνιο. Και από την επόμενη μέρα επέστρεψαν στις παραδοσιακές συμπεριφορές, στην πόλωση και την χωρίς όρια αντιπαλότητα. Η Ελλάδα είναι «σε εμφύλιο πόλεμο από το 1915» είναι ο τρόπος με τον οποίο η ιστορικός Μαρία Ευθυμίου χαρακτηρίζει τα πολιτικά μας ήθη. Κι ένας άλλος ιστορικός, ο Κώστας Κωστής εξηγεί τον αέναο κύκλο «ανεξέλεγκτου δανεισμού- πτώχευσης- ξένης παρέμβασης» ακριβώς από την απουσία «οργανωτικών δομών, δηλαδή αποτελεσματικής δημόσιας διοίκησης» που θα έπαιζε τον ρόλο του ενδιάμεσου μεταξύ του πολιτικού προσωπικού και της εκλογικής του βάσης εμποδίζοντας την κατάχρηση των πόρων. Οι πολιτικοί, εξηγεί, παρότι στις περισσότερες περιπτώσεις έχουν προειδοποιηθεί για το επερχόμενο αδιέξοδο, αποφεύγουν να προχωρήσουν στις απαιτούμενες αλλαγές επειδή γνωρίζουν πως αν δεν «παίξουν με τον τρόπο που το κάνουν δεν θα μπορούσαν να εξασφαλίσουν την πολιτική τους επιβίωση». Το πρόβλημα λοιπόν είναι σαν την κότα με το αυγό. Για να αλλάξουν τα πράγματα οι πολιτικοί πρέπει να προχωρήσουν σε ριζοσπαστικές θεσμικές αλλαγές ιδίως σε σχέση με τη λειτουργία του κράτους. Αν το κάνουν ωστόσο κινδυνεύουν να εξαφανιστούν πολιτικά καθώς εξαρτώνται από ένα εκλογικό σώμα το οποίο είναι μαθημένο διαφορετικά. Ένα εκλογικό σώμα το οποίο επιβραβεύει τις αντίθετες συμπεριφορές.

Μετά την εκλογή του Νίκου Ανδρουλάκη ο πρωθυπουργός τον κάλεσε να συναντηθούν και ο αρχηγός του ΠΑΣΟΚ αποδέχθηκε την πρόσκληση. Αυτό είναι θετικό, έστω και μόνο για λόγους πολιτικού πολιτισμού. Θα μπορούσε άραγε αυτή η συνάντηση να αποτελέσει την απαρχή ενός κλίματος συνεννόησης τουλάχιστον στα μεγάλα προβλήματα που αντιμετωπίζει η χώρα; Δεν έχουμε κανέναν λόγο να είμαστε αισιόδοξοι. Ο Μητσοτάκης, έτσι κι αλλιώς, τον τελευταίο καιρό δίνει εξετάσεις στην πιο συντηρητική και λαϊκιστική πτέρυγα του κόμματος του. Άλλωστε ξέρει καλά ότι συχνά η συναίνεση κρύβει παγίδες. Τα συμβούλια αρχηγών για παράδειγμα, για ζητήματα εξωτερικής πολιτικής, συνήθως καταλήγουν σε έναν μαξιμαλιστικό κοινό παρονομαστή που εμποδίζει παρά βοηθά την κυβέρνηση και τη χώρα.

Όσο για τον κ. Ανδρουλάκη μετά και την αμφισβήτηση που δέχθηκε από το κόμμα του, δεν έχει κανένα λόγο να κάνει κινήσεις που θα έχουν πολιτικό κόστος. Αν στο τέλος της τετραετίας δεν έχει φέρει το ΠΑΣΟΚ σε θέση που να μπορεί να αμφισβητήσει τη ΝΔ γνωρίζει ότι δεν θα έχει μέλλον. Έχει κάθε λόγο λοιπόν να ανεβάζει τους τόνους, όχι να επιδιώκει συγκλίσεις. Και βέβαια υπάρχει και η προσωπική διάσταση, η έλλειψη εμπιστοσύνης προς τον πρωθυπουργό μετά την αποκάλυψη για την παρακολούθηση του από την ΕΥΠ. Στον αντίποδα βέβαια υπάρχει η εμπειρία του 2009 όταν ο Γιώργος Παπανδρέου είχε απαντήσει αρνητικά στην πρόσκληση του Καραμανλή για μια συμφωνία σε βασικά μέτρα σταθεροποίησης της οικονομίας. Το αποτέλεσμα ήταν να κληρονομήσει το ξέσπασμα της κρίσης. Οι συνθήκες σήμερα είναι διαφορετικές. Οι κίνδυνοι ωστόσο παραμένουν και σε ένα κλίμα διαρκούς έντασης και αμφισβήτησης, καμιά κυβέρνηση δεν μπορεί να λειτουργήσει αποτελεσματικά. Ούτε η σημερινή αλλά ούτε μια αυριανή με βασικό εταίρο το ΠΑΣΟΚ.

Όλα αυτά δεν σημαίνουν ότι το ΠΑΣΟΚ και η ΝΔ δεν πρόκειται να συνεργαστούν. Αν στις επόμενες εκλογές δεν προκύψει αυτοδυναμία, πράγμα πολύ πιθανό αν οι σημερινές τάσεις στις δημοσκοπήσεις επιβεβαιωθούν, τότε αυτή θα είναι η πιο λογική λύση. Ακόμα και αν επιτευχθεί όμως, θα είναι μια συνεργασία στην οποία τα δύο μέρη θα πάνε συρόμενα και εξ ανάγκης, με όλα τα προβλήματα που μια τέτοια εκδοχή συνεπάγεται. Δεν έχει αυτό ανάγκη η χώρα. Όταν μιλάμε για συναίνεση μιλάμε για ένα στρατηγικό πλαίσιο συμφωνίας πάνω στα μεγάλα, γνωστά προβλήματα που απειλούν το αύριο: παραγωγικό μοντέλο, κλιματική αλλαγή, ελληνοτουρκικά, δημογραφικό. Μια συμφωνία που θα επιτρέψει να υπάρχει συνέχεια και συνέπεια στα μέτρα πολιτικής, οι δύο βασικές προϋποθέσεις δηλαδή για την επιτυχία κάθε μεταρρύθμισης.

Το παράδοξο είναι ότι αυτή τη φορά τους κινδύνους τους βλέπουμε σχεδόν καθημερινά μπροστά μας με χίλιους δυο τρόπους. Αν βρεθούμε ξανά μπροστά σε αδιέξοδο, κανείς δεν θα μπορεί να ισχυριστεί πως δεν είχαμε προειδοποιηθεί. Συνεχίζουμε ωστόσο, οι πολιτικοί, τα μίντια αλλά και οι ψηφοφόροι, όπως εκφράζονται στις δημοσκοπήσεις, σαν να μην υπάρχει αύριο. Θέλουμε με κάποιο μαγικό τρόπο να επιστρέψουμε στα επίπεδα προ κρίσης, ξεχνώντας ή αποκρύπτοντας ότι τότε η ευημερία οφειλόταν στα δανεικά.

Θυμάμαι μια παλιότερη συνέντευξη πρωθυπουργού χώρας της Βαλτικής, έχω ξεχάσει ποια ήταν, η οποία έλεγε πώς όταν εντοπίζουν ένα μελλοντικό πρόβλημα, υιοθετούν το πιο απαισιόδοξο σενάριο και παίρνουν εγκαίρως τα απαιτούμενα μέτρα. Το ακριβώς αντίθετο δηλαδή από ότι συμβαίνει στην Ελλάδα. Εδώ περιμένουμε να σκάσει η κρίση και μετά (να μας υποχρεώσουν) να πάρουμε τα αναγκαία μέτρα. Και να ξαναγυρίσουμε βέβαια στις αγαπημένες μας συνήθειες μόλις ο έλεγχος χαλαρώσει. Ο τέλειος φαύλος κύκλος.

ΕΓΓΡΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER ΜΑΣ

Tα καλύτερα άρθρα της ημέρας έρχονται στο mail σου

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

ΔΙΑΒΑΖΟΝΤΑΙ ΠΑΝΤΑ

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Η υποκειμενική και η αντικειμενική φτώχεια των Ελλήνων
Η υποκειμενική και η αντικειμενική φτώχεια των Ελλήνων

Η Ελλάδα κατέχει μία θλιβερή πρωτιά: ενώ το ποσοστό του πληθυσμού που βρίκεται στο στατιστικό όριο της φτώχειας υπολογίζεται στο 18,9 για το 2023, το 67% των ερωτηθέντων θεωρούν εαυτούς φτωχούς

Έχετε δει 20 από 200 άρθρα.