Πολιτικη & Οικονομια

Lobbying: μία νόμιμη, χρήσιμη και επικίνδυνη δραστηριότητα

«Όσο υπάρχουν άνθρωποι έτοιμοι να χρηματίσουν και να χρηματιστούν, θα υπάρχει διαφθορά»

georgia-panopoulou.jpg
Γεωργία Πανοπούλου
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Το φαινόμενο lobbying διεθνώς, το σκάνδαλο διαφθοράς Qatargate και η δουλειά της νομοθετικής εξουσίας.

Το φαινόμενο lobbying διεθνώς, το σκάνδαλο διαφθοράς Qatargate και η δουλειά της νομοθετικής εξουσίας.

Μία από τις χώρες της Ευρώπης που έχουν από τα πληρέστερα θεσμικά πλαίσια διαφάνειας αναφορικά με τις δραστηριότητες lobbying είναι η Αυστρία. Στη χώρα αυτή επιβάλλεται η δημοσιοποίηση των επαφών εκπροσώπων συμφερόντων με στελέχη της νομοθετικής εξουσίας ακόμα και σε επίπεδο τοπικών κυβερνήσεων (Δήμων και Περιφερειών). Κι όμως, το 2013 ο Αυστριακός Ευρωβουλευτής Ερνστ Στράσσερ καταδικάστηκε σε τετραετή φυλάκιση ύστερα από τη δημοσιοποίηση επαφών που είχε με δημοσιογράφους της αγγλικής εφημερίδας Sunday Times, που υποδυόταν τους λομπίστες, και από τους οποίους ζήτησε αμοιβή €100 χιλ. για να προωθήσει συγκεκριμένα θέματα. Με το ίδιο τέχνασμα οι δημοσιογράφοι εξέθεσαν και δύο ακόμα ευρωβουλευτές (της ομάδας των Ευρωσοσιαλιστών), τον Σλοβένο Ζόραν Τάλερ (παραιτήθηκε) και τον Ρουμάνο Άντριαν Σεβερίν (διατήρησε την έδρα του). Κάποιες από τις συναντήσεις που μαγνητοσκοπήθηκαν είχαν γίνει σε γραφεία που είχε ενοικιάσει η εφημερίδα στο Λονδίνο και στα οποία δούλευαν κανονικοί δημοσιογράφοι της, ώστε να δίνουν την εντύπωση μίας ζωντανής και ιδιαίτερα ενεργής εταιρείας lobbying.

Παρά ταύτα και στον απόηχο του Qatar/Morocco/Mauritania-gate, δεν πρέπει να παρασυρθούμε στην άποψη ότι το lobbying είναι μία επιβλαβής δραστηριότητα που πρέπει να εξαφανιστεί. Το lobbying, η προώθηση δηλαδή συμφερόντων ομάδων στην νομοθετική εξουσία, είτε στην Ελλάδα και σε άλλες μεμονωμένες χώρες είτε στην κοινή μας πατρίδα την Ευρώπη, είναι μία δραστηριότητα που εφόρον γίνεται σωστά και οριοθετημένα, μπορεί να είναι χρήσιμη στη δημοκρατία. Οι νομοθέτες δεν μπορούν γνωρίζουν την διαρκώς εξελισσόμενη πραγματικότητα της αγοράς και της κοινωνίας, ώστε να νομοθετούν έγκαιρα και σωστά. Οι εκπρόσωποι των συμφερόντων έχουν καταρχάς αυτόν τον ρόλο, να συνδέουν τη νομοθετική εξουσία με την αγορά και την κοινωνία.

Είναι θετικό το γεγονός ότι υπάρχει αυτή η σχέση και θεωρητικά δίνεται η δυνατότητα σε όλους τους ενδιαφερόμενους να εκφραστούν. Η εναλλακτική είναι μία διοίκηση αφ’υψηλού, η οποία θα νομοθετεί ακούγοντας μόνο τα συμφέροντα που επιλέγει με ιδιοτελή κριτήρια. Στην πράξη βέβαια, οι ανισότητες στην πρόσβαση στη νομοθετική εξουσία παραμένουν: ισχυρές εταιρείες ή ομάδες εταιρειών και γερά πορτοφόλια έχουν μεγαλύτερη δύναμη.

Συνήθως τα κράτη που έχουν κάποιο θεσμικό πλαίσιο, επιβάλλουν την εγγραφή των εκπροσώπων συμφερόντων σε μητρώα (στην Ελλάδα το «μητρώο διαφάνειας»), και την ενημέρωση για τις συναντήσεις που κάνουν με στελέχη της νομοθετικής εξουσίας, καθώς και το αντικείμενο αυτών. Στην Ελλάδα το lobbying ρυθμίστηκε νομοθετικά πριν από έναν περίπου χρόνο. Το γεγονός ότι υπάρχει ένα θεσμικό πλαίσιο άσκησης αυτής της δραστηριότητας κατατάσσει τη χώρα μας μέσα στις λίγες χώρες του ΟΟΣΑ που διαθέτουν τέτοιο.

Ωστόσο, η προώθηση συμφερόντων από ομάδες πίεσης δεν γίνεται να οριοθετηθεί πλήρως. Στις περισσότερες χώρες ο ορισμός του lobbying είναι σχετικά περιοριστικός – όπως και στην Ελλάδα, όπου ορίζεται ως «κάθε είδους άμεση επικοινωνία εκπροσώπου συμφερόντων με θεσμικούς φορείς, η οποία αποσκοπεί να επηρεάσει τη διαδικασία λήψης απόφασης, και ιδίως, ως προς στο περιεχόμενο νόμου, προεδρικού διατάγματος, υπουργικής απόφασης, άλλης κανονιστικής διοικητικής πράξης ή εγκυκλίου και η οποία διεξάγεται με αμοιβή, στο πλαίσιο εκπροσώπησης των συμφερόντων του πελάτη […], ανεξάρτητα από το αν η διαδικασία βρίσκεται σε εξέλιξη, ή έπεται της επικοινωνίας, και ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα της επικοινωνίας».

Είναι προφανές από τον ορισμό που είδαμε ότι στο πλαίσιο του νόμου δεν περιλαμβάνονται δραστηριότητες όπως η διεξαγωγή και δημοσιοποίηση μελετών, εξειδικευμένα συνέδρια και άλλες εκδηλώσεις, η επιρροή της κοινής γνώμης μέσω των μέσων κοινωνικής δικτύωσης για την προώθηση θέσεων, οι ΜΚΟ, μεμονωμένες εταιρείες (όχι lobbying) που δραστηριοποιούνται και κυριαρχούν σε συγκεκριμένους κλάδους, φιλικές σχέσεις και γνωριμίες, κ.α. Σήμερα όμως, όλα αυτά τα μέσα χρησιμοποιούνται για να επηρεαστεί και να διαμορφωθεί η κοινή γνώμη, και για να ασκηθεί πίεση στις κυβερνήσεις, σε εθνικό και υπερεθνικό επίπεδο. Αυτό δεν σημαίνει ότι αυτές οι δραστηριότητες είναι οπωσδήποτε κακόβουλες, μπορεί όμως να είναι, ή να προωθούν απόψεις και θέσεις που είναι επιστημονικά λανθασμένες, επιβλαβείς για το κοινωνικό σύνολο, ή υστερόβουλες προς το συμφέρον συγκεκριμένων υποκειμένων (όπως ξένα κράτη).

Δεν είναι εύκολο να ελεγχθούν όλες αυτές οι δραστηριότητες – και μάλλον δεν είναι και θεμιτό, γιατί θα περιόριζε πολύ την ελευθερία των συντελεστών. Ωστόσο, η διαφάνεια στις πηγές χρηματοδότησης διαφόρων ΜΚΟ, ερευνητικών ινστιτούτων και διαφημιστικών εκστρατειών και άλλων μεθόδων στα κοινωνικά δίκτυα βοηθούν σε αυτή την κατεύθυνση.

Ανάλογα με το μέγεθος της επιρροής τους, οι δραστηριότητες lobbying μπορούν πάντως να διευκολύνουν, αλλά και να εμποδίσουν τη λήψη αποφάσεων για κρίσιμα ζητήματα, ή να προωθήσουν τη διάθεση δημοσίων πόρων με μη βέλτιστο τρόπο. Γνωστό είναι το παράδειγμα του λόμπι των καπνοβιομηχανιών, που για πολλά χρόνια αποδυνάμωνε μέσω προσεκτικά σχεδιασμένων ενεργειών την επιστημονική συναίνεση αναφορικά με τους κινδύνους του καπνίσματος, πετυχαίνοντας έτσι να καθυστερήσει τη θεσμοθέτηση περιοριστικών μέτρων για πολλές δεκαετίες. Έχουνε επίσης συζητηθεί εκτενώς οι ενέργειες της βιομηχανίας ορυκτών καυσίμων για την αναβολή μέτρων κατά της κλιματικής αλλαγής, οι πρωτοβουλίες για την πρόληψη συγκεκριμένων παθήσεων που εμφανίζονται ουδέτερες αλλά χρηματοδοτούνται από μεγάλες φαρμακευτικές εταιρείες, κ.α.

Σε κάθε περίπτωση, παρά την κακή του φήμη, το lobbying είναι μία νόμιμη και χρήσιμη στη δημοκρατία μορφή πολιτικής συμμετοχής. Τα ενδιαφερόμενα μέρη έχουν τη δυνατότητα να συμμετέχουν από νωρίς στη νομοθετική διαδικασία και στη διαμόρφωση πολιτικών, ενημερώνουν τους νομοθέτες για την πραγματικότητα της αγοράς και την κοινωνίας και τους εφοδιάζουν με χρήσιμα δεδομένα. Είναι δουλειά της νομοθετικής εξουσίας να ζυγίσει τα συμφέροντα, να επιλέξει τους απαραίτητους συμβιβασμούς και να καταλήξει στις καλύτερες πολιτικές. Κι επίσης είναι δική της δουλειά να υπάρχουν και να λειτουργούν αποτελεσματικά οι δικλείδες ασφαλείας και διαφάνειας, οι οποίες θα πρέπει συνεχώς να εμπλουτίζονται.

Γιατί το γεγονός παραμένει, ότι όσο υπάρχουν άνθρωποι έτοιμοι να χρηματίσουν και να χρηματιστούν, θα υπάρχει διαφθορά.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ