Πολιτικη & Οικονομια

Το ΑΣΕΠ του μέλλοντός μας

Είναι ανάγκη να επιλεγούν όσοι διαθέτουν αποδεδειγμένα το γνωστικό υπόβαθρο και την προσωπικότητα για να εφαρμόσουν με συνέπεια τις σημαντικές αλλαγές που απαιτούνται

ΑΣΕΠ
© EUROKINISSI/ΤΑΤΙΑΝΑ ΜΠΟΛΑΡΗ

Το ΑΣΕΠ, οι προσλήψεις στο Δημόσιο και ο πελατειασμός, το πλήγμα στο διαχρονικό εχθρό της προόδου και της δημοκρατίας.

Τις τελευταίες ημέρες το Ανώτατο Συμβούλιο Επιλογής Προσωπικού (ΑΣΕΠ), η Ανεξάρτητη Αρχή για τις προσλήψεις στο Δημόσιο, βρέθηκε στο επίκεντρο αλλεπάλληλων δημόσιων συζητήσεων και διερωτήσεων για το μέλλον του. Αυτές αφορούσαν κυρίως την ικανότητά του να διαδραματίσει έναν ευρύτερο εγγυητικό ρόλο, που δεν θα περιορίζεται στις εν στενή εννοία προσλήψεις, αλλά θα καταλαμβάνει τις επιλογές των Προϊσταμένων του Δημοσίου και τις εν γένει αξιολογήσεις του υπαλληλικού προσωπικού. Προκαλεί δε εντύπωση ότι σε λιγότερο από μια τριακονταετία από τις ομηρικές μάχες της δεκαετίας του ’90 για τη θέσπιση ενός αντικειμενικού συστήματος προσλήψεων, όπου πρωταγωνιστούσε το ΠΑΣΟΚ του Σάκη Πεπονή, έχει πια διαδεχθεί, ως γενικά αποδεκτή πολιτική αξία, η επιδίωξη αξιοκρατικών επιλογών σε όλο το φάσμα και τις βαθμίδες της δημόσιας διοίκησης.

Πόσο, όμως, αντιστοιχεί στην πραγματικότητα αυτή η κοινή πολιτική ρητορική;

Η αλήθεια είναι ότι το πελατειακό σύστημα, που αποτελεί θεμέλιο του ελληνικού μοντέλου διοίκησης, έχει ανεπαρκώς μελετηθεί τα τελευταία χρόνια, υπό την έννοια της επικαιροποιημένης εξέτασης των σύγχρονων εκφάνσεών του. Όπως είναι γνωστό, στις δεκαετίες του ‘60 και του ‘70 ο πελατειασμός εκδηλωνόταν ως αναπαραγωγή της πολιτικής ισχύος και ηγεμονίας των κομμάτων εξουσίας μέσω του διορισμού «ημετέρων» στο κράτος. Στις επόμενες δεκαετίες του ‘80 και του ‘90, οι μετασχηματισμοί του πελατειακού κράτους διέλαθαν, όμως, της επιστημονικής προσοχής, καθώς οι αρχικές επισημάνσεις των Τσουκαλά και Μουζέλη, ελάχιστα εμπλουτίστηκαν για την κατανόηση των σύγχρονων λειτουργικών διαστάσεων του πελατειασμού. Οι μελετητές περιορίζονταν, συνήθως, στο να επισημαίνουν την εξαφάνιση των ακραίων ρουσφετολογικών πρακτικών του παρελθόντος, όπως ο διορισμός με «ρουσφετόχαρτα» ή οι μαζικές μονιμοποιήσεις συμβασιούχων λίγο πριν τις εκλογές.

Στο γεγονός αυτό συνέβαλε και η ίδρυση του ΑΣΕΠ, το οποίο, ήδη από τις πρώτες δεκαετίες της λειτουργίας του, κατάφερε να εμπεδώσει ένα νέο πνεύμα αντικειμενικότητας στο διοικητικό σύστημα, μέσα από την αποθέωση των τυπικών κριτηρίων πρόσληψης και των τυποποιημένων διαδικασιών επιλογής που δεν άφηναν «παραθυράκια» ή «χαραμάδες» στους επίδοξους παραβιαστές τους. Παράλληλα, η ουσιαστική αξιοκρατία, ως αξιολόγηση πραγματικών ικανοτήτων, παρέμενε μακρινός στόχος και διαρκές ζητούμενο, παρά τη διστακτική εισαγωγή ποιοτικών κριτηρίων στην πρόσληψη ορισμένων κατηγοριών προσωπικού.

Ενώ, όμως, έκλειναν οι παλιές δίοδοι χειραγώγησης των επιλογών, άνοιγαν συνεχώς νέες, ακόμη πιο ευρηματικές, προκειμένου να αιματωθεί το πελατειακό σύστημα. Πιο χαρακτηριστική είναι η περίπτωση των έκτακτων υπαλλήλων που συγκροτεί το κατ’ εξοχήν πεδίο αναζωπύρωσης του πελατειασμού, τα τελευταία χρόνια, καθώς οι έκτακτοι, με πρόσχημα τις αλλεπάλληλες κρίσεις, πολλαπλασιάζονται με ιλιγγιώδη ταχύτητα, με αποτέλεσμα να ξεπερνούν πλέον τους 200.000 και να συγκροτούν το ένα τρίτο περίπου της διοικητικής μηχανής.

Υποκατηγορία, μάλιστα, των εκτάκτων αποτελούν οι μετακλητοί υπάλληλοι, που αυξάνονται με σταθερό ρυθμό αποτελώντας, ήδη, ένα μικρό στρατό «πραιτωριανών», που εντοπίζεται πλέον, όχι μόνον σε γραφεία υπουργών και βουλευτών αλλά και σε υπηρεσίες αιρετών και στελεχών όλων των επιπέδων διοίκησης. Από το σώμα αυτό, μάλιστα, αντλούνται -για πρώτη φορά στη σύγχρονη διοικητική ιστορία- και οι «προϊστάμενοι» συγκεκριμένων δημόσιων υπηρεσιών, προκαλώντας κωμικοτραγικές καταστάσεις στις δημόσιες λειτουργίες. Μια κλασική «εκσυγχρονιστική» διοικητική αξία, η αποδοτικότητα, αξιοποιείται έτσι ως άλλοθι του νέου πελατειασμού και της ωμής παραβίασης του Υπαλληλικού Κώδικα. Πολλές, μάλιστα, από αυτές τις γραφικότητες και υπαναχωρήσεις από τους διακηρυγμένους στόχους του εξορθολογισμού ή της αποπολιτικοποίησης της διοίκησης δεν θα έβρισκαν έδαφος να αναπτυχθούν, εάν δεν προσφερόταν επισήμως η δυνατότητα του «ρυθμιστικού εγκιβωτισμού» τους, με τη συστηματική χρήση τροπολογιών που παραβιάζουν κάθε αρχή καλής νομοθέτησης.

Κι ενώ γινόμαστε καθημερινά θεατές μιας εξόχως αντιφατικής πρακτικής, από τη μια να περιέρχονται στο ΑΣΕΠ ολοένα και περισσότερες αρμοδιότητες για κρίσεις προϊσταμένων και από την άλλη να πασχίζει ο πελατειασμός να προσαρμοστεί στις νέες συνθήκες αγνοώντας το ΑΣΕΠ, η κυβέρνηση δείχνει αίφνης πρόθυμη να προβεί σε μια ριζική αμφισβήτηση της Αρχής, παραδόξως μέσω της αναβάθμισής της. Εξηγούμαστε: Ο πρόσφατα ψηφισμένος νόμος του Υπουργείου Εσωτερικών αποδίδει στο ΑΣΕΠ την αρμοδιότητα να κρίνει κατ’ ουσίαν τις αξιολογήσεις των δημοσίων υπαλλήλων, παρέχοντας, έτσι, μια απολύτως κρίσιμη λειτουργία της διοίκησης του ανθρώπινου δυναμικού του Δημοσίου σε μια Ανεξάρτητη Αρχή. Εάν, μάλιστα, δεν υπήρχε η μακρά ιστορία του πελατειασμού, τότε, ίσως, να ήμασταν έτοιμοι να πανηγυρίσουμε άλλη μια αποφασιστική νίκη εναντίον του. Γνωρίζοντας, όμως, ότι το ΑΣΕΠ δεν μπορεί στοιχειωδώς να ανταποκριθεί, με την παρούσα θεσμική και οργανωτική διάρθρωσή του, στις υποχρεώσεις του για τις κρίσεις των προϊσταμένων (περίπου 8 χρόνια για κάλυψη 15 χιλιάδων θέσεων!), διερωτόμαστε κατά πόσον η κίνηση αυτή επιφέρει την ήττα του πελατειασμού ή την οριστική υποχώρηση του ΑΣΕΠ στο πολιτικο-διοικητικό σύστημα. Ένας λιγότερο καλόπιστος παρατηρητής θα μπορούσε μάλιστα να αναρωτηθεί ποια αξία θα έχει πλέον ένα ΑΣΕΠ απαξιωμένο στον κόσμο της δημοσιοϋπαλληλίας, καθώς θα αδυνατεί να εκπληρώνει σε εύλογο χρόνο την απαιτητική αποστολή που του εμπιστεύονται οι κυβερνώντες. Με άλλα λόγια, μήπως -έστω αθέλητα- ανοίγει διάπλατα ένα νέο παράθυρο πελατειακών διευθετήσεων για χειραγωγημένες αξιολογικές κρίσεις από απογοητευμένους φορείς που θα έχουν αποχωρήσει από το επίσημο σύστημα αξιολόγησης, επειδή θα έχουν πλέον απαυδήσει με το «απελπιστικά αργό ΑΣΕΠ»; Ο ΕΦΚΑ και ο ΔΕΔΗΕ έχουν άλλωστε ανοίξει το δρόμο για παρόμοιες εξαιρέσεις.

Αυτό το υποθετικό σενάριο ελπίζουμε να διαψευστεί, πρωτίστως με πρωτοβουλίες της ίδιας της κυβέρνησης. Αυτή πρέπει, χωρίς άλλη χρονοτριβή, να παρουσιάσει τον οδικό χάρτη των αλλαγών, λειτουργικών και οργανωτικών, που πρέπει επειγόντως να δρομολογηθούν για να μπορέσει το ΑΣΕΠ να συγχρονιστεί με τις προσδοκίες του νομοθέτη και της κοινωνίας. Λειτουργικές αλλαγές που θα εξοπλίζουν το «νέο ΑΣΕΠ» με ουσιαστικές αρμοδιότητες προγραμματισμού των κρίσεων και των αξιολογήσεων, μεταφέροντας σε αυτό την ευθύνη των τελικών σχετικών αποφάσεων και καθιστώντας το κεντρικό φορέα διοίκησης του ανθρώπινου δυναμικού του Δημοσίου. Οργανωτικές αλλαγές, επίσης, που θα οδηγούν σε ένα ενιαίο αλλά και διαφοροποιημένο Συμβούλιο («ΑΣΕΠ πολλαπλών ταχυτήτων»), με το σύγχρονο «ψηφιακό ΑΣΕΠ» να συνυπάρχει με το κλασικό «φυσικό ΑΣΕΠ» των 34 Συμβούλων σε ένα απλουστευμένο τεχνολογικό και διοικητικό περιβάλλον εκπλήρωσης διαφοροποιημένων ρόλων.

Για να υποστηριχθούν, όμως, όλες αυτές οι αλλαγές, το ΑΣΕΠ χρειάζεται στελέχη και προσωπικό όντως «εγνωσμένης αξίας και κύρους». Όπερ σημαίνει ότι τα πρόσωπα που θα επιλεγούν από τα αρμόδια συνταγματικά όργανα στην κρίσιμη αυτή φάση του θεσμικού μετασχηματισμού δεν θα πρέπει να απηχούν απλώς τη μηχανική εφαρμογή του αριθμητικού κανόνα με βάση την κοινοβουλευτική δύναμη των κομμάτων. Στο αρνητικό αυτό φαινόμενο, που δυστυχώς επέτεινε η πρόσφατη συνταγματική αναθεώρηση και έχει ήδη τραυματίσει το συναινετικό προφίλ του ΑΣΕΠ και την οφειλόμενη σε αυτό διακομματική εμπιστοσύνη, πρέπει να μπει ένα τέρμα. Στην παρούσα φάση είναι ανάγκη να επιλεγούν όσες και όσοι διαθέτουν αποδεδειγμένα το γνωστικό υπόβαθρο και την προσωπικότητα για να εφαρμόσουν με συνέπεια τις σημαντικές αλλαγές που απαιτούνται στη μεγαλύτερη Ανεξάρτητη Αρχή της χώρας. Είναι η μόνη λύση για να καταφέρουμε ένα ακόμη καίριο πλήγμα στο διαχρονικό εχθρό της προόδου και της δημοκρατίας στον τόπο μας: Στον πελατειασμό.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ