Πολιτικη & Οικονομια

Τι σημαίνει σοσιαλδημοκρατική διακυβέρνηση;

Μέσα σε ένα περιβάλλον γενικευμένου ψεύδους, το να λες την αλήθεια αποτελεί επαναστατική πράξη (Friedrich Schiller, 1759-1805)

59961-131318.JPG
Ιωακείμ Γρυσπολάκης
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
fist-mpounia.jpg

Σχόλιο για τη σοσιαλδημοκρατία, τη διακυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας και την εποικοδομητική πολιτική που αναμένεται από ΣΥΡΙΖΑ και Κίνημα Αλλαγής.

Η σοσιαλδημοκρατία προέκυψε ως μία προσπάθεια εκδημοκρατισμού του κομμουνιστικού κινήματος στην Ευρώπη. Ο Eduard Bernstein διέβλεψε ότι ο σοσιαλισμός δεν μπορεί να είναι αυτοσκοπός, αλλά προέχει η προάσπιση της δημοκρατίας, δηλαδή της ισότητας και της ελευθερίας. Δηλαδή, θα πρέπει να συνυπάρχουν η κοινωνική δικαιοσύνη, ο φιλελευθερισμός και η ανάπτυξη με την κατανομή του πλούτου, ώστε να διασφαλίζεται η συμβίωση όλων των πολιτών σε μία κοινωνία με τη διασφάλιση της αξιοπρεπούς διαβίωσης των μη εχόντων και των αδυνάμων. Ο Καρλ Μαρξ θεωρούσε τον Αριστοτέλη ως τον μεγαλύτερο φιλόσοφο της Αρχαιότητας. Ας μην ξεχνάμε ότι στα Ηθικά Νικομάχεια ο Αριστοτέλης μας δίδαξε ότι «δεν υπάρχει μεγαλύτερη αδικία από το να νέμονται και κατέχουν είτε ίσοι άνισα είτε άνισοι ίσα».

Η σοσιαλδημοκρατία, ως σύζευξη των αρχών της ορθής και δίκαιης κατανομής του παραγόμενου πλούτου και των αρχών της ελευθερίας και της ισότητας, «κατέληξε να πρεσβεύει ότι καμία κοινωνική δημοκρατία δεν μπορεί να υπάρξει εκεί όπου απουσιάζει η πολιτική δημοκρατία» (Γ. Σιακαντάρης, Το πρωτείο της Δημοκρατίας – Η σοσιαλδημοκρατία μετά τη σοσιαλδημοκρατία, Αλεξάνδρεια, 2021). Για την σοσιαλδημοκρατία η πρόοδος αποτελεί μία πρωτεύουσα αξία και το δίλημμα πρόοδος ή συντήρηση είναι μεν κυρίαρχο, αλλά δευτερεύον μπροστά στο δίλημμα δημοκρατία η αυταρχισμός.

Η σοσιαλδημοκρατία στην Ευρώπη άνθισε μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο ως αδήριτη ανάγκη ανόρθωσης των κοινωνιών, που είχαν πληγεί από την καταστροφή και την απώλεια δεκάδων εκατομμυρίων πολιτών. Βασίσθηκε δε στον εισαγόμενο πλούτο, από την σκληρή εργασία εκατομμυρίων εισαγομένων εργατών από το Νότο προς τον Βορρά και από την εκμετάλλευση των αποικιών, αλλά και των τεχνολογικών επιτευγμάτων των Ευρωπαϊκών κρατών, όπως η Γερμανία, η Γαλλία, η Ολλανδία και, βεβαίως, οι Σκανδιναβικές χώρες.

Σήμερα «οι ευρωπαίοι σοσιαλδημοκράτες –επειδή δεν τολμούν να τα βάλουν με την αρχιτεκτονική του ευρώ, την εμμονή στον πληθωρισμό, την ανυπαρξία πολιτικών στη φορολογία και στο τραπεζικό σύστημα– γαντζώνονται και αυτοί στο λαϊκισμό των προοδευτικών συμμαχιών». Η σοσιαλδημοκρατία, όμως, δεν χρειάζεται «προοδευτικές συμμαχίες (θα προσέθετα: αορίστου περιεχομένου), αλλά να κατασκευάσει τη δική της ταυτότητα στην εποχή της παγκοσμιοποίησης…» (ibidem, σελ. 315). Στο νέο περιβάλλον της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας και της μετατόπισης ενός μεγάλου ποσοστού της επιστημονικής και τεχνολογικής γνώσης, αλλά και της παραγωγής αγαθών στην Νοτιοανατολική Ασία, η Ευρώπη έχει απολέσει ένα μεγάλο μέρος των εσόδων, που συντηρούσαν μέχρι πρότινος το κοινωνικό κράτος, έναν από τους δύο θεμέλιους λίθους της σοσιαλδημοκρατίας. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, διαβλέποντας ότι το κοινωνικό κράτος κινδυνεύει, όχι από την καταστρατήγηση των αρχών της ισότητας και της ελευθερίας, δηλαδή από την καταπάτηση των αρχών του φιλελευθερισμού, αλλά από την έλλειψη πόρων, την ανεργία των νέων από την επέλαση των επιτευγμάτων της 4ης Βιομηχανικής Επανάστασης και του μεταναστευτικού προβλήματος, αποφάσισε ορθώς και συνέστησε την Ανωτέρα Επιτροπή για το Κοινωνικό Κράτος. Είναι τιμή για την Ελλάδα το γεγονός ότι η προεδρία της επιτροπής ανετέθη σε μία διεθνούς κύρους ευρωπαία πολίτη, την Άννα Διαμαντοπούλου.

Ας έρθουμε τώρα στα καθ’ ημάς και στην ελληνική πραγματικότητα. Η σημερινή κυβέρνηση, στους 31 μήνες που κυβερνά, κλήθηκε να αντιμετωπίσει σωρεία εξωγενών προβλημάτων, με κύρια την προσπάθεια εισόδου χιλιάδων μεταναστών από τα σύνορα με την Τουρκία, ένα θερμό καλοκαίρι το 2020 στα πρόθυρα πολεμικής σύρραξης με την Τουρκία, μία πανδημία, που διαρκεί δύο χρόνια, πάγωσε την οικονομία για μεγάλο χρονικό διάστημα και υποχρέωσε την κυβέρνηση σε μεγάλο εξωτερικό δανεισμό, προκειμένου να συντηρήσει την κοινωνία, να διατηρήσει τις θέσεις εργασίας, να μεριμνήσει για τους άπορους και τους αδύναμους και να δυναμώσει το ΕΣΥ, ώστε να αντιμετωπίσει τις συνέπειες της πανδημίας. Σήμερα δε αντιμετωπίζει ένα παγκόσμιο φαινόμενο, αυτό της μεγάλης ανόδου των τιμών των ενεργειακών πόρων, που έχει ως συνέπεια την άνοδο των τιμών των προϊόντων και των υπηρεσιών. Η αντιπολίτευση ζητά από την κυβέρνηση να λύσει το θέμα της ακρίβειας, μειώνοντας τους πόρους του Κράτους (μείωση ΦΠΑ σε καύσιμα και είδη πρώτης ανάγκης). Όμως, το πρόβλημα, που καλείται να λύσει η κυβέρνηση, είναι δυσεπίλυτο. Η μείωση των εσόδων του Κράτους και η συνέχιση της ενίσχυσης του κοινωνικού κράτους λύνεται μόνον με επιπρόσθετο εξωτερικό δανεισμό, τη στιγμή μάλιστα που τα δύο χρόνια της πανδημίας το κράτος δανείστηκε 43 δισ. ευρώ για να κρατήσει όρθια την κοινωνία.

Αν παρακολουθήσει κανείς την πολιτική που ασκεί η αντιπολίτευση, θα νομίσει ότι βρίσκεται σε μία χώρα με μία κυβέρνηση, που αρέσκεται στην τιμωρία των πολιτών και έχει ως στόχο να διαλύσει την ίδια τη χώρα. Η κυβέρνηση κάνει λάθη και είναι εύκολο για έναν σκεπτόμενο πολίτη να εντοπίσει αβελτηρίες, λάθη και παραλείψεις στην πολιτική της. Όμως, δεν μπορεί να μην της αναγνωρίζει ότι απέκρουσε με επιτυχία ένα εκβιαστικό μεταναστευτικό ρεύμα στον Έβρο και στο Αιγαίο, ότι ασκεί μία πολυδιάστατη διπλωματία, που ενισχύει σταθερά την αμυντική θωράκιση της χώρας, που προχώρησε με ταχείς ρυθμούς στο ψηφιακό κράτος (8,8 εκατ. ψηφιακές συναλλαγές το 2019 έναντι 566 εκατ. Το 2021), που ανέπτυξε ένα πρόγραμμα εμβολιασμών, το οποίο κέρδισε επαίνους διεθνώς, που έδωσε πάνω από 43 δισ. ευρώ για την αντιμετώπιση των συνεπειών της πανδημίας και κράτησε όρθια την κοινωνία, που ενίσχυσε το κοινωνικό κράτος, που μείωσε την ανεργία από 17,2% το 2019 στο 12,7% το 2021, και η οποία πέτυχε το 2021 ανάπτυξη άνω του 8%. Δεν μπορεί να αγνοήσει ότι οι 556 κλίνες ΜΕΘ του 2019 αυξήθηκαν σε 1.300 (σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα) το 2021 και ότι στο ΕΣΥ προσελήφθησαν 12.000 συμβασιούχοι γιατροί, νοσηλευτές και διοικητικό προσωπικό. Δεν μπορεί κάποιος να αγνοήσει ότι το εισόδημα του εργαζομένου, που αμείβεται με κατώτατο μισθό, χάρις στις φορολογικές ρυθμίσεις, στη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών και στη μικρή αύξηση του κατώτατου μισθού, αυξάνεται κατά 4% με 5,5% ετησίως, ενώ ετοιμάζεται η Ψηφιακή Κάρτα Εργασίας, που θα λειτουργήσει ως εγγύηση για τα ωράρια και τις υπερωρίες των εργαζομένων, και πολλαπλασιάστηκαν τα προγράμματα του ΟΑΕΔ για απασχόληση των ανέργων. Να προσθέσουμε, επίσης, ότι τα αναπηρικά επιδόματα αυξήθηκαν κατά 12%, το επίδομα παιδιού κατά 14% και το επίδομα στέγασης κατά 34%. Θα ήταν άδικο να μην μνημονεύσουμε ότι δόθηκε επίδομα 2.000€ για κάθε παιδί που γεννιέται, ενώ προωθούνται προγράμματα για τη φύλαξη βρεφών σε περιοχές με χαμηλή πυκνότητα σε βρεφονηπιακούς σταθμούς. Όλα τα ανωτέρω μέτρα εντάσσονται στην ενίσχυση του κοινωνικού κράτους ή χαρακτηρίζουν μία νεοφιλελεύθερη πολιτική;

Θα ήταν παράλειψη να μην αναφέρουμε ότι η επαναλειτουργία και αύξηση του αριθμού των Προτύπων και των Πειραματικών Σχολείων σε όλες τις περιφέρειες της χώρας είναι προς όφελος των αδυνάμων και υπέρ της αξιοκρατίας. Θα ήταν αναλγησία να μην εκφραστούμε θετικά υπέρ της τολμηρής και αξιοκρατικής νομοθέτησης της Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής (ΕΒΕ), που αποτρέπει –επιτέλους– την είσοδο στα πανεπιστήμια υποψηφίων με επιδόσεις κάτω του μέσου όρου των επιδόσεων όλων των υποψηφίων, αλλά και την ενίσχυση της Επαγγελματικής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης. Λυπούμαι ειλικρινά για την ταύτιση του νέου αρχηγού του ΠΑΣΟΚ με την πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ στην άρνηση εφαρμογής της ΕΒΕ, δηλαδή στην εμμονή του στην αναξιοκρατία, που επικρατούσε μέχρι το 2020 και έχριζε φοιτητές υποψηφίους με επιδόσεις 2/20 και 3/20 στις πανελλαδικές εξετάσεις. Το αποτέλεσμα βιώσαμε επί χρόνια στα πανεπιστήμια. Κατά κανόνα όλοι εκείνοι, που αποκτούσαν τη φοιτητική ιδιότητα με ελλιπείς γνώσεις και επιδόσεις, ουδέποτε αποφοιτούσαν ή μετά από πολλά χρόνια τους απονεμόταν το «Πτυχίο Ανεργίας».

Έρχεται τώρα ευλόγως το ερώτημα: Όλα τα ανωτέρω μέτρα, που ελήφθησαν και υλοποιούνται, εντάσσονται ή όχι στο πλαίσιο μιας σοσιαλδημοκρατικής πολιτικής; Ενισχύουν ή όχι την αξιοκρατία, τη διευκόλυνση του πολίτη, την καταπολέμηση της ανεργίας και τη γραφειοκρατία; Ενισχύουν ή όχι το κοινωνικό κράτος, τη δημόσια υγεία και τη δημόσια παιδεία; Και τελικώς ενισχύουν ή όχι την αξιοπρέπεια και την ελευθερία των πολιτών; Από όλα αυτά, ποια μέτρα συμφωνούν με την πολιτική του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ και ποια όχι; Ποια από αυτά τα μέτρα δεν θα έπαιρνε ο κ. Ανδρουλάκης και ποια πρόσθετα θα εισηγείτο; Θέλω να ελπίζω ότι σύντομα θα αντιληφθεί ότι η σύμπλευση με την αρνητική πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ σε κύρια θέματα, όπως τα ανωτέρω, δεν θα είναι προς όφελος της κοινωνίας και του κόμματός του.

Έχουν πολλά να γίνουν ακόμη και άλλα τόσα να διορθωθούν και να συμπληρωθούν. Όμως, απαραίτητη προϋπόθεση είναι η σύμπνοια του πολιτικού κόσμου και η εποικοδομητική πολιτική, που πρέπει να ακολουθήσουν τα κόμματα που πιστεύουν στη δημοκρατία και στην πρόοδο. Δυστυχώς, από τον ΣΥΡΙΖΑ δεν περιμένουμε θετική ανταπόκριση, διότι η πολιτική του από το 2015 έως και σήμερα μας οδηγεί να τον εντάξουμε στο αντι-δημοκρατικό και στο οπισθοδρομικό μέτωπο. Από το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, όμως, οι πολίτες περιμένουν πολλά. Και κυρίως εποικοδομητική και όχι μηδενιστική πολιτική.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ