Πολιτικη & Οικονομια

ΗΠΑ, ο πόλεμος της απόσχισης

Η βίαιη επιβολή του «Καλού» διχάζει τους Αμερικανούς με όλο και μεγαλύτερη πικρία

Σώτη Τριανταφύλλου
Σώτη Τριανταφύλλου
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
usa-ratsismos-dimokratikoi-ekloges.jpg
Το άγαλμα του ηθοποιού Τζον Γουέιν στο ομώνυμο αεροδρόμιo στο Σάντα Άνα της Καλιφόρνιας © Mario Tama / Getty Images / Ideal Image

ΗΠΑ: ο πάλαι ποτέ φυλετικός διαχωρισμός, το de facto απαρτχάιντ, έχει μεταμορφωθεί σε ταξικό και κομματικό διαχωρισμό με σχεδόν αδιαπέραστα όρια.

Αυτές τις μέρες το κίνημα της εκκαθάρισης των ρατσιστικών καταλοίπων στις ΗΠΑ διεκδικεί την αλλαγή του ονόματος του αεροδρομίου Τζον Γουέιν στο Σάντα Άνα (κομητεία Όραντζ, Καλιφόρνια). Βγήκαν στο φως ρατσιστικές δηλώσεις του Αμερικανού ηθοποιού (που πέθανε το 1979), ο οποίος έλεγε πως οι λευκοί «θα υπερέχουν μέχρι οι μαύροι να αποκτήσουν μόρφωση και αναλάβουν ευθύνες». Νομίζω ότι οι νεότερες γενιές ανακαλύπτουν με έκπληξη και φρίκη πασίγνωστα πράγματα: το αεροδρόμιο στο Σάντα Άνα δεν πήρε το όνομα του Τζον Γουέιν επειδή ο αγαπημένος Αμερικανός ηθοποιός ήταν αγωνιστής της αριστεράς ―ο Τζον Γουέιν ήταν δηλωμένος Ρεπουμπλικανός του παλιού καιρού― αλλά ακριβώς επειδή ήταν αγαπημένος ηθοποιός. Σήμερα, καθώς εκτυλίσσεται μια γκροτέσκα επανάληψη του πολέμου της Απόσχισης, βγαίνουν δήθεν στο φως απόψεις και στάσεις που δεν ήταν ποτέ στο σκοτάδι. Απλώς, δεν ασχολούμασταν με αυτές: υπήρχε, τρόπον τινά, ελευθερία του λόγου και της σκέψης· ο καθένας μπορούσε να κρίνει έναν ηθοποιό από την παρουσία του στον κινηματογράφο ή από τις πεποιθήσεις του, ή κι από τα δύο μαζί, χωρίς πρόθεση να τον φτύσει δημοσίως. Αν το αεροδρόμιο μετονομαστεί, για παράδειγμα, προς χάριν κάποιου αγωνιστή ΛΟΑΤ (υπάρχουν πολλοί στην κομητεία Όραντζ), θα είναι μια κίνηση «συμπαθητική» και ταυτοχρόνως απαράδεκτη: ο Τζον Γουέιν ήταν ίνδαλμα μιας πολύ μεγάλης μερίδας Αμερικανών μερικοί από τους οποίους δεν συμφωνούσαν με τις απόψεις του ή δεν ενδιαφέρονταν παρά μόνον για ό,τι ξεστόμιζε στα γουέστερν (Never apologize, mister, it’s a sign of weakness!). Ο Τζον Γουέιν γέμιζε την οθόνη και ξεχείλιζε μέσα στην αίθουσα -αυτό είναι όλο.

Τέτοιες διεκδικήσεις, όπως έχω ξαναγράψει με αφορμή την αποκαθήλωση αγαλμάτων που μνημονεύουν τον πόλεμο της Απόσχισης του 1861, καταδεικνύουν την αυταρχική πρόθεση μονοπώλησης του ιστορικού αφηγήματος, τη βίαιη επιβολή του «Καλού» η οποία διχάζει τους Αμερικανούς με όλο και μεγαλύτερη πικρία. Έτσι, ο πάλαι ποτέ φυλετικός διαχωρισμός, το de facto απαρτχάιντ, έχει μεταμορφωθεί σε ταξικό και κομματικό διαχωρισμό με σχεδόν αδιαπέραστα όρια. Ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια ―όχι μόνο κατά την προεδρία του Ντόναλντ Τραμπ: ο Τραμπ πρέπει να θεωρείται αποτέλεσμα, όχι αιτία― παρατηρούμε εμφυλιοπολεμική όξυνση του κομματικού μίσους και παγίωση της κομματικής στεγανοποίησης. Το 1960, μόνο το 4% των Ρεπουμπλικανών και των Δημοκρατών μισούσαν τόσο όσους ψήφιζαν το αντίπαλο κόμμα ώστε δεν άντεχαν να τους συναναστραφούν: λόγου χάρη, δυσκολεύονταν να επιτρέψουν στα παιδιά τους να παντρευτούν άτομο «από την άλλη όχθη». Σήμερα, αυτό το ποσοστό κυμαίνεται γύρω στο 35% για τους Ρεπουμπλικανούς και σε 45% για τους Δημοκρατικούς, που πιστεύουν ότι οι Ρεπουμπλικανοί είναι απλούστατα φασίστες. Πράγματι, όπως συνέβαινε και σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες μεταπολεμικά, οι Ρεπουμπλικανοί ζουν σε διαφορετικές συνοικίες, διαβάζουν διαφορετικές εφημερίδες, στέλνουν τα παιδιά τους σε διαφορετικά σχολεία, πηγαίνουν σε διαφορετικές εκκλησίες και, εν γένει, ζουν σε διαφορετικό πλανήτη τον οποίον βλέπουν με διαφορετικά μάτια. Οι Δημοκρατικοί τους θεωρούν ρατσιστές, αν και στην πραγματικότητα, ο ρατσισμός δεν μπορεί να εκτιμηθεί εύκολα: στις δημοσκοπήσεις, το 9% των Ρεπουμπλικανών κάνει λόγο για λευκή υπεροχή, αλλά το τι συμβαίνει στο μυαλό τους και στην καθημερινότητα παραμένει ακαθόριστο· από την πλευρά τους οι Ρεπουμπλικανοί φρονούν ότι οι Δημοκρατικοί δεν αγαπούν την πατρίδα τους ―είτε επειδή είναι ελαφρώς κομμουνιστές, είτε επειδή δεν στηρίζουν τις αμερικανικές επεμβάσεις στο εξωτερικό, είτε επειδή τοποθετούν προτεραιότητες που, δυνάμει, ευνοούν ξένες χώρες. Τόσο οι μεν όσο και οι δε προσκολλώνται σε στερεότυπα, σε καρικατούρες, που ανάγονται, όπως παντού στον κόσμο, στις αξίες της πατρίδας, της θρησκείας και της οικογένειας.

Οι Ρεπουμπλικανοί εκτιμούν ότι το 39% των Δημοκρατικών είναι Αφρο-αμερικανοί -στην πραγματικότητα, αντιπροσωπεύουν γύρω στο 25% των Δημοκρατικών ψηφοφόρων- κι ότι ίσο ποσοστό είναι ΛΟΑΤ, ενώ, στην πραγματικότητα, αυτό το ποσοστό κυμαίνεται γύρω στο 8%, δηλαδή περίπου όσο στον γενικό πληθυσμό. Οι Δημοκρατικοί διατηρούν ακόμα την παλιά εντύπωση ότι οι Ρεπουμπλικανοί είναι πάνω από 65 ετών, «γκαγκά» (αν και μόνο το 21% των Ρεπουμπλικανών είναι «γέροι») και πλούσιοι (αν και μόνο το 2% έχει εισόδημα πάνω από 250.000 δολάρια ετησίως). Γενικά μιλώντας, ήδη από τη δεκαετία του 1980, το Ρεπουμπλικανικό κόμμα εκπροσωπεί όλο και περισσότερους φτωχούς και χωρίς ανώτερη μόρφωση, ενώ το Δημοκρατικό εκπροσωπεί όλο και περισσότερους εύπορους και πτυχιούχους. Οι καπιταλιστές της ψηφιακής εποχής, εκείνοι που δεν καπνίζουν τα στερεοτυπικά καπιταλιστικά πούρα και δεν έχουν μεγάλη κοιλιά, στηρίζουν τους Δημοκρατικούς. Όχι επειδή οι Δημοκρατικοί έγιναν δεξιότεροι· δεν έγιναν -αντιθέτως, το αριστερό ρεύμα στο Δημοκρατικό Κόμμα είναι ισχυρότερο από ποτέ, πράγμα που αποτελεί μία από τις αιτίες της επιτυχίας του Ντόναλντ Τραμπ.

Ο διαχωρισμός και η πόλωση αφορούν τις τάξεις, τις φυλές (οι οποίες ορίζονται, αυθαιρέτως, βάσει της απόχρωσης του δέρματος), τα φύλα (πάνω από τους μισούς Αμερικανούς κάτω των 35 ετών ζουν μόνοι, όπως και το 1/3 μεταξύ 35-54 ετών) και εντείνονται από την έξαρση της πολιτικής μισαλλοδοξίας, της προπαγάνδας: καθώς είναι πολύ εύκολο να χαρακτηριστεί κανείς ρατσιστής, μισογύνης, ομοφοβικός, τρανσφοβικός και τα τοιαύτα, οι ρατσιστές (αληθινοί και φαντασιακοί) διαχωρίζονται από τους μη ρατσιστές (αληθινούς και φαντασιακούς), όπως εξάλλου και οι μισογύνηδες, οι ομοφοβικοί, οι τρανσφοβικοί και τα τοιαύτα. Ο ένας δεν πλησιάζει τον άλλον από φόβο μήπως μολυνθεί. Παλιότερα, οι λευκοί συντηρητικοί Αμερικανοί δεν ήθελαν στο σπίτι τους και στην οικογένειά τους κομμουνιστές, μαύρους, γυναίκες που θεωρούσαν εξώλης και προώλης, άθεους· οι Δημοκρατικοί ήταν γενικά πιο γενναιόδωροι έναντι των πολιτικών τους αντιπάλων. Σήμερα, ο κοινοτισμός και ο ιδεολογικός δογματισμός έχουν προχωρήσει τόσο βαθιά ώστε δεν θα εκπλαγώ αν οι ορθώς σκεπτόμενοι Δημοκρατικοί αρνούνται να προσγειωθούν στο αεροδρόμιο του Σάντα Άνα ώσπου να αλλάξει όνομα.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ