Πολιτικη & Οικονομια

Το κάπνισμα, ο Χάβελ και η Θεωρία του Χάους

Η Εύη Ζωγράφου εγκατέλειψε την Αθήνα πριν από 20 χρόνια στη μέση μιας μεγάλης απεργίας οδοκαθαριστών.

114740-648943.jpg
Τάκης Καμπύλης
ΤΕΥΧΟΣ 331
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
11764-26806.jpg

Η Εύη Ζωγράφου εγκατέλειψε την Αθήνα πριν από 20 χρόνια στη μέση μιας μεγάλης απεργίας οδοκαθαριστών. «Γλίστρησα ένα μεσημέρι σε ένα σωρό σκουπιδιών και ένιωσα βαθιά ταπεινωμένη». Βρήκε στην Ηρακλειά (το νησάκι των Μικρών Κυκλάδων) πολλά από αυτά που ζητούσε. Στην πόλη μας έρχεται σπάνια – κυρίως για ιατρικούς λόγους. Την ταλαιπωρεί μια δύσκολη χρόνια ασθματική πάθηση, σε συνδυασμό με τη μόνιμη παρουσία της επικίνδυνης νυχτερινής άπνοιας. Το οξύμωρο στην ιστορία της είναι πως η κατάστασή της επιδεινώνεται ραγδαία μόλις πατήσει το πόδι της στον Πειραιά για να επισκεφθεί σε προγραμματισμένο ραντεβού το «Σισμανόγλειο». Ο αέρας της πόλης φιλτράρεται δύσκολα στους βρόγχους της και η παραμονή της –ιδίως τη νύχτα– εκτός Σισμανόγλειου είναι οδυνηρή. Οι δέκτες της είναι τόσο ευαίσθητοι που πολλές φορές αντιλαμβάνεται τον καπνό του τσιγάρου από μερικές δεκάδες μέτρα μακριά. Αντιλαμβανόμαστε αμέσως, οι φίλοι της, την ενόχλησή της. Πρώτα σηκώνει εν είδει μάσκας τη μπλούζα της στο ύψος της μύτης. Μετά αρχίζει και βήχει, μέχρι να κοκκινίσει ολόκληρη. Και μετά φεύγει τρέχοντας.

Την τελευταία φορά, πριν από ένα μήνα, πήγαμε σε ταβερνάκι στα Πετράλωνα. «Δεν θα καπνίζουν;»  ήταν η πρώτη της ερώτηση. «Όχι, θα καθίσουμε σε ένα αίθριο που έχουν φτιάξει και δεν θα έχεις πρόβλημα». Αμ δε… Ακόμη και ο χώρος μη καπνιστών που διατηρούσε (!) ο ιδιοκτήτης της ταβέρνας δεν ήταν αρκετός για τους ευαίσθητους πνεύμονες της Εύης. Και μόνο το «άρωμα» τσιγάρου που η ίδια εντόπιζε με βεβαιότητα, της προκάλεσε μία από τις χειρότερες κρίσεις της. Ευτυχώς την άλλη μέρα ήταν ήδη μέσα στο θρυλικό «Σκοπελίτη» για Ηρακλειά.

Η Εύη έχει γυρίσει με αυτοκίνητο τη μισή Ευρώπη. Πουθενά δεν κινδύνεψε από αναπνευστικές κρίσεις όσο σχεδόν κάθε φορά που έρχεται στην Αθήνα. Πιθανολογώ πως ουδείς καπνιστής δέχεται να αναλάβει την ευθύνη για μία πιθανή κρίση της Εύης. Ουδείς επιχειρηματίας επίσης. Ωστόσο ένα τόσο προφανές δικαίωμα, όσο αυτό του μη καπνιστή να παραμένει σταθερός στην επιλογή του, βρίσκεται στο επίκεντρο της αμφισβήτησης στην πόλη. Για να είμαστε ειλικρινείς: Το ζήτημα, στη συγκεκριμένη περίπτωση, δεν είναι «τι αποφασίζουμε», αλλά σε τι περιβάλλον το αποφασίζουμε. Με λίγα λόγια, γνωρίζουμε την αναγκαιότητα του μέτρου, αλλά παραμένουμε στο σκοτάδι όσον αφορά την εφαρμογή του. Γιατί; 

Το πρόβλημα είναι το ευρύτερο καθεστώς ανομίας που επικρατεί στην κοινωνία μας: Διόδια, εισιτήρια αστικών συγκοινωνιών και κάπνισμα. Ομάδες πολιτών, όλο και μεγαλύτερες, όλο και πιο μαζικές, διεκδικούν την απείθεια απέναντι στην κεντρική εξουσία, στο πλαίσιο μιας γενικότερης απαξίωσης του μεταπολιτευτικού πολιτικού συστήματος. Το «καλό» συναντάει το «κακό»: «Ο νόμος είναι σωστός, αλλά, αυτοί που τον υιοθετούν και θέλουν να τον εφαρμόσουν είναι αναξιόπιστοι». (Ή περίπου κάτι τέτοιο). Επομένως, οποιαδήποτε δράση δικαιολογείται από το… Βατοπέδι. Το παράλογο ενός νέου είδους αστικού παραλογισμού ξεκινάει περίπου από εδώ: «Δεν οφείλουμε κανενός είδους υποταγή (ή συμμόρφωση) σε όποιο νόμο (ακόμη και… κοινώς αποδεκτό), εφόσον αυτός προέρχεται από αφερέγγυες  πηγές».

Πριν από 19 χρόνια ο γνωστός συγγραφέας και πολιτικός της Τσεχίας Βλάτσισλαφ Χάβελ είχε δημοσιεύσει ένα άρθρο σχετικά με την αόρατη δύναμη που κρατούσε τους πολίτες στην Ανατολική Ευρώπη εγκλωβισμένους στον ασφυκτικό  καθημερινό κώδικα ολοκληρωτισμού. «Πώς τέτοια καθεστώτα άντεξαν τόσα χρόνια;» αναρωτήθηκε ο Χάβελ, καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι η δύναμη στη χώρα του –και κατ’ επέκταση σε πολλούς ισχυρούς παγκόσμιους οργανισμούς και συστήματα– δεν συντηρούνταν από τις παραδοσιακές μορφές ιεραρχικής ηγεσίας, αλλά από την ενεργή συνεργασία  των πλέον αδύναμων μελών της κοινωνίας, τα οποία λειτουργούσαν μέσα σε αυτό που αποκάλεσε «αυτοματισμό».

Το παράδειγμα που χρησιμοποίησε ο Χάβελ το χρησιμοποίησαν δύο φυσικοί ειδικευμένοι στη Θεωρία του Χάους, για να δείξουν και την κοινωνική δυναμική που μπορούν να εξηγήσουν θεωρίες όπως αυτή του Χάους. Ο Χάβελ, λοιπόν, για να δείξει τη συνέργεια και τον αυτοματισμό, χρησιμοποίησε το παράδειγμα του μανάβη στην Πράγα που βάζει στη βιτρίνα του μαγαζιού του την πινακίδα «προλετάριοι όλων των χωρών ενωθείτε» κατόπιν εντολής του καθεστώτος. Ο Χάβελ ερμηνεύει τη «συμμόρφωση» του μανάβη με τον εξής τρόπο: «Ο μανάβης λέει στον κόσμο: “Εγώ ο μανάβης ζω εδώ και ξέρω τι πρέπει να κάνω. Συμπεριφέρομαι με τον τρόπο που περιμένουν από μένα να συμπεριφερθώ (…) Είμαι υπάκουος και γι’ αυτό δικαιούμαι να με αφήσουν στην ησυχία μου”».

Αλλά, με τον ίδιο τρόπο, δικαιούται να υποθέσει κανείς ότι κατέρρευσαν τα συγκεκριμένα καθεστώτα. Φανταστείτε ότι κάποια στιγμή ένας μανάβης στην Πράγα έκανε την αρχή και ξεκρέμασε το «προλετάριοι όλων των χωρών ενωθείτε» και πως σε μια μέρα τον ακολούθησαν όλοι οι επαγγελματίες της Πράγας. Η απονομιμοποίηση του καθεστώτος ήταν (θα ήταν) τέτοια ώστε να λειτουργήσει αυτή η αντίδραση που με τρόπο χαοτικό θα μεταδιδόταν πολύ γρήγορα σε όλο το αστικό σύμπλεγμα της Πράγας. Η πινακίδα («προλετάριοι» κ.λπ.) γνωστοποιούσε την υποταγή του μανάβη στην εσωτερική δύναμη ενός συστήματος που εξαρτάται από όλους όσοι συμμετέχουν σ’ αυτό. Το ίδιο ισχυρή αποδείχθηκε και η ανυπακοή του. Η Θεωρία του Χάους, λένε εκείνοι που πιστεύουν στη σχέση των κοινωνικών επιστημών με τη Φυσική, υποστηρίζει πως έστω κι αν δεν διαθέτουμε τη δύναμη εκείνου που ασκεί τον έλεγχο με την παραδοσιακή έννοια, όλοι μας έχουμε τη «δύναμη της πεταλούδας», της σύνθετης επίδρασης στην πορεία των πραγμάτων». Με λίγα λόγια: Η ανυποληψία της πολιτικής  χρησιμοποιείται ως ευκαιρία ανυπακοής, αλλά με ποιο στόχο; Μια «εν γένει» αριστεροβαρβατίλα;

Στο μνημειώδες αλλά και ημιτελές έργο του «Ο άνθρωπος χωρίς ιδιότητες» ο Ρόμπερτ Μούζιλ δίνει (πριν από 70 χρόνια) την απάντηση: «Το κοινωνικό σύνολο των μικρών καθημερινών προσπαθειών του καθενός μας, ειδικά αν προστεθούν με τις ενέργειες των άλλων, αποδίδει στον κόσμο, χωρίς αμφιβολία μεγαλύτερη ενέργεια απ’ όση τα σπάνια ηρωικά έργα. Μάλιστα, αυτό το σύνολο μπορεί να κάνει ένα ηρωικό έργο να μοιάζει μικροσκοπικό και ασήμαντο, σαν έναν κόκκο άμμου στην κορυφή ενός βουνού με μία αίσθηση μεγαλομανίας για τη σπουδαιότητά του».

Καταλήγοντας: Μπορεί να μην πήγε κάποιος φυλακή για το Βατοπέδι, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι η Εύη πρέπει να πάει στο νοσοκομείο. Κι ακόμη, όταν η νομιμοποίηση μιας πράξης ή ενός νόμου καθίσταται προβληματική, το τελευταίο οχυρό είναι οι πολίτες. Όχι για να τον ακυρώσουν, προσβλέποντας χαιρέκακα στην αποκάλυψη της αδυναμίας της κεντρικής εξουσίας (ως να επίκειται η επανάσταση), αλλά για να τον επιβάλλουν ακριβώς για τον ίδιο λόγο. Αν ο αντικαπνιστικός νόμος είναι σημάδι της ανεπάρκειας του πολιτικού μας συστήματος, μπορεί κανείς βάσιμα να το αντιστρέψει. Να πολεμήσει γι’ αυτόν, να μια επαναστατική προοπτική. Ας ελπίσουμε ότι μετά τους «ατενίστας» θα έρθουν και οι «αντικαπνίστας»… Χρειάζεται ένα τέτοιο κίνημα πόλης που να μη δέχεται το λαϊκισμό όταν όλα οδηγούν με ευκολία σε αυτόν.

INFO

Tζορτζ  Όργουελ «Βιβλία εναντίον τσιγάρου» Αθήνα 2010, Μεταίχμιο

Μυριάμ Ρεβό ντ’ Αλόμ «Πρέπει η πολιτική να γίνει ηθική;» Αθήνα 2003, Εστία

F. David Peat, John Briggs «Μια αιρετική άποψη για το χάος στην καθημερινή μας ζωή»

Βασίλης Καραποστόλης «Περί πολιτικής ηθικής των Ελλήνων» Αθήνα 2010, Πατάκης

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ