Ελλαδα

Η εφηβική εγκληματικότητα και η Άννα Καρίνα

Γράφοντας για τα πάντα (ή για τίποτε)

kyriakos_1.jpg
Κυριάκος Αθανασιάδης
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Η εφηβική εγκληματικότητα και η Άννα Καρίνα

Σημειώσεις για την αρχή της επαγγελματικής εβδομάδας

Είχα από καιρό στα σχέδιά μου να γράψω ένα κείμενο για την εφηβική εγκληματικότητα, κάτι που με απασχολεί πολύ, και προχθές έφτασε ο καιρός του. Πριν ξεκινήσω, συγκέντρωσα αρκετά άρθρα για το θέμα και τα διάβασα μέσα στο Σαββατοκύριακο. Έλεγαν πάνω-κάτω τα ίδια πράγματα, προφανώς, είτε ήταν γραμμένα από επιστήμονες και «ειδικούς», είτε από αρθρογράφους. Κάποιοι από τους δεύτερους —όχι πολλοί— είχαν την καλοσύνη να αναφέρουν και μερικές από τις πηγές τους. Οι περισσότεροι όχι. Κάποιοι επίσης από τους πρώτους —επίσης ελάχιστοι— είχαν και σχετική βιβλιογραφία, αν και οι περισσότεροι απλώς την παρέθεταν στο τέλος, χωρίς περισσότερες λεπτομέρειες. Έμαθα μερικά πράγματα (συνήθως προβληματικό και χαμηλής ποιότητας οικογενειακό περιβάλλον, ιστορικό παραβατικών συμπεριφορών από τους γονείς, ιστορικό κακοποίησης, φτώχεια, κοινωνικός αποκλεισμός, περιορισμένη κοινωνική-οικονομική κινητικότητα), αν και η γενική μου αίσθηση ήταν πως δεν έγινα ακριβώς σοφότερος, τα περισσότερα, αν όχι όλα, τα ήξερα· τα ξέρουμε όλοι. Και αποφάσισα να μη γράψω κι εγώ άλλο ένα γενικής φύσεως «άρθρο» για το θέμα.

Δεν είναι η πρώτη φορά. Όσο μάλιστα περνά ο καιρός, τόσο πιο εύκολα αισθάνομαι αδύναμος, απαράσκευος, απέναντι σε θέματα που είναι φύσει δύσκολα και σύνθετα, και που εν πάση περιπτώσει δεν τα κατέχω καλά. Ακόμη περισσότερο: αισθάνομαι πως δεν κατέχω τίποτε καλά. Και είναι μέρες που σκέφτομαι πως, όχι απλώς δεν είμαι ικανός, αλλά ότι δεν πρέπει να το κάν, απαγορεύεται, πως έχω δικαίωμα να γράφω μόνο για τον εαυτό μου, άντε και για τα ζωάκια που έχουμε στο σπίτι. (Γιατί αυτά τα τελευταία νομίζω ότι τα ξέρω). Άλλωστε δεν βγαίνω και πολύ, καθώς ούτε με ευχαριστεί να είμαι έξω, ούτε έχω την πολυτέλεια να το κάνω.

Αλλά τι σημαίνει «για τον εαυτό μου»; Δεν είμαι σίγουρος, καθώς δεν τον ξέρω ούτε αυτόν. Ίσως μάλιστα αυτό το πεδίο —ο εαυτός μας— να είναι και το πιο σκοτεινό από όλους τους τομείς των ενδιαφερόντων μας. Σαν το κλεμμένο γράμμα του Πόε, βρίσκεται «πάνω στο τραπέζι», σε κοινή θέα, μα η προσοχή μας είναι στραμμένη αλλού, οπουδήποτε αλλού, και δεν του δίνουμε τη σημασία που θα έπρεπε. Ή μπορεί να του κρυβόμαστε κι εμείς. Ή μπορεί να τον φοβόμαστε, ή να φοβόμαστε να δούμε τι υπάρχει εκεί μέσα. Ή μπορεί απλώς αυτό που υπάρχει εκεί μέσα να είναι μια ορμή για να «προχωρήσουμε», για να κερδίσουμε κάτι παραπάνω. Ή έστω μια μέρα παραπάνω. Άλλωστε είμαστε ένα όχημα και μια πανοπλία, ένα κινούμενο κάστρο ενός βασιλείου εγωιστικών γονιδίων — έτσι δεν είναι;

Όμως μπορεί απλώς να εννοώ ακριβώς αυτό το απλό: έχω δικαίωμα να γράφω γι’ αυτά που σκέφτομαι, γι’ αυτά που έκανα, γι’ αυτά που είδα και διάβασα. Λίγα, πολλά, ταπεινά, σοβαρά, γελοία, δεν έχει σημασία. Είμαι ένας ηθμός γεγονότων, και καλά θα κάνω να μείνω σε αυτά· τα υπόλοιπα είναι πολύ μεγάλα, πολύ γενικά —πράγμα κακό— ή πολύ ειδικά —πράγμα χειρότερο—, και πεδίο τριβής άλλων ανθρώπων, ξεσκολισμένων στο αντικείμενο, καλά εκπαιδευμένων για να το κάνουν αυτό. Ειδικών.

Από την άλλη, ακόμη και αυτά που με συγκροτούν, στην πλειονότητά τους, δεν είναι παρά η αντανάκλαση στα δικά μου μάτια, στη δική μου αντιληπτική και αναλυτική ικανότητα, μιας κοινής ανθρώπινης εμπειρίας. Επεξεργαζόμενος κάποια από αυτά, μοιάζω σαν να είμαι ένα χαμηλής ποιότητας AI chat. Μάλιστα, αυτό φοβάμαι πως συμβαίνει στ’ αλήθεια και με πολλούς άλλους σαν κι εμένα. Και πως όλοι μαζί, άλλος φταίγοντας περισσότερο άλλος λιγότερος, φτιάχνουμε ένα μεγάλο ψέμα. Αλλά μπορεί να κάνω και λάθος.

Σε κάθε περίπτωση, έμεινα έτσι χωρίς θέμα, και με μια προετοιμασία αρκετών ωρών που πήγε στράφι. Έκλεισα το αρχείο με τις σημειώσεις μου, πήγα να βράσω νερό για να φτιάξω ένα τσάι, γύρισα βιαστικά πίσω στον υπολογιστή από μια παρόρμηση της στιγμής και έσβησα το αρχείο για να μην αισθάνομαι ότι με κοιτάει, ξαναπήγα στην κουζίνα, κι όπως ετοίμαζα το τσάι μου, δεν ξέρω γιατί —αυτοί οι συνειρμοί—, θυμήθηκα που μικροί, εκεί στα δεκάξι με δεκαεφτά, γλιστρούσαμε μες στα σκοτάδια και κλέβαμε φωτογραφίες από τα σινεμά, καθώς υπήρξαμε συλλέκτες, και μια νύχτα έσπασα κατά λάθος το τζάμι μιας μεταλλικής προθήκης για να αφαιρέσω μια φωτογραφία της Άννας Καρίνα, και κόπηκε το μεσαίο δάχτυλο του δεξιού μου χεριού, ένα μεγάλο κόψιμο που κανονικά χρειαζόταν ράμματα αλλά απλώς το τύλιξα σε ένα μαντίλι, και γέμισε αίματα η προθήκη, το βρόμικο πεζοδρόμιο από κάτω, και βέβαια το πρόσωπό της.

Η εφηβική εγκληματικότητα και η Άννα Καρίνα

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ