Ελλαδα

Ας κάνουμε έναν λογαριασμό τώρα που κλείνει το σχολείο

«Καθόλου δεν απορώ που οι μαθητές δεν το πιστεύουν πια το σχολείο. Αυτό, κάποια στιγμή, θα πρέπει να μας απασχολήσει σοβαρά»

elisavet-papadopoulou.jpg
Ελισάβετ Παπαδοπούλου
ΤΕΥΧΟΣ 875
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Αίθουσα σχολείου
© EUROKINISSI/ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΣ

Το εκπαιδευτικό πρόγραμμα, η στείρα αποστήθιση, η έλλειψη κριτικής ικανότητας και δημιουργικής σκέψης και η ανάγκη για αλλαγή του συστήματος.

Όταν έχεις ένα παιδί αγγλικό τρένο, όπου όλα τα κάνει στην ώρα του, αποδίδει τα μέγιστα, αριστεύει στο σχολείο και έχει όλο αυτό το πακέτο απόδοσης που συναρπάζει τους καθηγητές, συναρπάζεσαι κι εσύ ως γονιός μαζί του. Κοντολογίς οι συνθήκες κάτω από τις οποίες επιτυγχάνεται αυτή η απόδοση δεν σε απασχολούν. Όχι επειδή είσαι σκληρός και αδιάφορος γονιός, αλλά επειδή το παιδί δεν δίνει δικαιώματα. Απορροφάει όλους τους κραδασμούς ενός εξουθενωτικού εκπαιδευτικού συστήματος, όπως ένα καλό αυτοκίνητο.

Μπορεί να το είδες βέβαια στις πανελλήνιες να σπάει, να μην μπορεί να πάρει ανάσα, να κλαίει με την παραμικρή αφορμή, και πολύ συχνά όλοι σε καθησυχάζουν –ειδικοί και μη– ότι «τα έχουν αυτά οι πανελλήνιες». Και βεβαίως το παιδί αριστεύει και στις πανελλήνιες, κι εσύ ως γονιός δέχεσαι συγχαρητήρια, το σχολείο μοστράρει το όνομα του παιδιού σου στις επιδόσεις του, και όλοι καταλήγουν ευχαριστημένοι. Ύστερα, όμως, σου έρχεται ένα δεύτερο παιδί καθόλου ίδιο με το πρώτο. Του αρέσει το σχολείο αλλά υπό προϋποθέσεις. Από την πρώτη δημοτικού παραπονιέται για τα μικρά διαλείμματα, για τις ατελείωτες ώρες μαθημάτων, για την οκτάωρη ακινησία. Ξέρεις ότι στο δημόσιο σχολείο τα μαθήματα τελειώνουν σε πέντε ώρες κι όχι σε οχτώ, εσύ όμως το πήγες στο ιδιωτικό για καλύτερα. Το καλοπιάνεις. Δεν καλοπιάνεται. Κι εσύ για πρώτη φορά στη ζωή σου αναρωτιέσαι αν οι οχτώ ώρες μαθήματος για ένα παιδί έξι ετών είναι κάτι λογικό. «Και τι διάολο μαθαίνει οχτώ ολόκληρες ώρες;» θέλεις να κραυγάσεις κάποια στιγμή δυνατά.

Στο σχολείο αρχίζουν τις γλύκες: «Μα δεν είναι όλα μαθήματα. Είναι μουσική, ζωγραφική». Το παιδί τους ξεμπροστιάζει: «Κι εκεί πρέπει να καθόμαστε στο θρανίο και ακίνητα». Προσπαθείς παρ’ όλα αυτά να το πείσεις για τα καλά του πράγματος, ενώ ούτε η ίδια μπορείς να πειστείς. Ο λογικός σε αυτή τη συζήτηση είναι το παιδί – και το ξέρεις. Το παιδί είναι επίμονο, ξέρει την αλήθεια του και την υπερασπίζεται. Εσύ ξέρεις την αλήθεια ενός συστήματος που το ίδιο διαβεβαιώνει για την ορθότητά του, φέρνοντας σαν παράδειγμα παιδιά που το αντέχουν. Το ίδιο το σύστημα θα έπρεπε βέβαια να αναρωτηθεί, καθώς τα παιδιά το αντέχουν αλλά δεν το αγαπούν. Το υφίστανται, αλλά δεν το απολαμβάνουν.

Αναρωτιέμαι, γιατί το απολαμβάναμε εμείς; Εγώ δηλαδή –για να μιλήσω για τον εαυτό μου–, αλλά τολμώ να πω κι οι φίλοι μου. Εντάξει, ήμασταν φτωχά παιδιά, θα μου πεις, πιστεύαμε στο σχολείο, περιμέναμε από το σχολείο να μας οδηγήσει σε μια καλύτερη ζωή. Ναι, σίγουρα ήταν αυτό, όμως σε κάθε περίπτωση, το σχολείο είχε πιο ήπιους ρυθμούς,  είχαμε λιγότερη ύλη, λιγότερες ώρες διδασκαλίας, τα μαθήματα είχαν λιγότερη πολυπλοκότητα.  Η ιστορία, ας πούμε, απλωνόταν φαρδιά πλατιά μέσα στην τάξη, αφήγηση κανονική –με κουτσομπολιά και λεπτομέρειες–, κι όχι αυτό το αφυδατωμένο συμπέρασμα που τους δίνουν σήμερα δίχως να τους έχουν πει την ιστορία. Για του λόγου του αληθές, δεν έχει παρά να κοιτάξει κανείς τα βιβλία που διδάσκονται τα παιδιά σήμερα. Στο βιβλίο της Α΄ Λυκείου, ο κλασικός αιώνας της Αθήνας ή αλλιώς ο χρυσός αιώνας του Περικλή σε τρεις σελίδες. Φύρδην μίγδην Σωκράτης και Ευριπίδης, Πεισίστρατος και κιονόκρανα. Άντε μετά να σου μιλήσει η Ακρόπολη... Από το δημοτικό αρχίζει αυτό. Η ιστορία έπαψε να είναι αφήγηση. Σε όλα τα μαθήματα, οι πληροφορίες που τους δίνονται είναι υπερβολικά πολλές και αποσπασματικές. Ο χρόνος που έχουν για να τις αφομοιώσουν ελάχιστος.

Το παιδί μου, που ποτέ δεν αγάπησε το ακριβοπληρωμένο του σχολείο, επιστρέφει από αυτό καθημερινά στο σπίτι ώρα 16.00, για να φάει και να συνεχίζει να εργάζεται. Αν θυμάμαι καλά, οι ανθρακωρύχοι είχαν λιγότερες ώρες εργασίας. Αλλά δεν του το λέω. Αντίθετα ανοίγω χαμογελαστά την πόρτα στους καθηγητές για τα ιδιαίτερα, μέχρι που εξουθενώνομαι να χαμογελώ. Εκείνο έχει εξουθενωθεί προ πολλού, όμως εγώ επιμένω να περατώσει τις υποχρεώσεις του. Καθόλου δεν απορώ που οι μαθητές δεν το πιστεύουν πια το σχολείο. Ούτε το δημόσιο, ούτε το ιδιωτικό. Αυτό, κάποια στιγμή, θα πρέπει να μας απασχολήσει σοβαρά. Ο αριθμός των διδακτικών ωρών, το μέγεθος της ύλης, ο βαθμός δυσκολίας, ο τρόπος διδασκαλίας, το περιεχόμενο των βιβλίων, η εξάρτηση από τα φροντιστηριακά μαθήματα. Αν μας ενδιαφέρει, δηλαδή, να έχουμε μορφωμένους ανθρώπους από τα σχολεία μας και όχι απλά και μόνο αποφοίτους. Επίσης, αν μας ενδιαφέρει να έχουμε παιδιά τα οποία θα πάψουν να αντιμετωπίζουν το σχολείο σαν τόπο καταναγκαστικών έργων. 

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ