Ελλαδα

Τα ταμπού της ελληνικής κοινωνίας

Ένας αξιοπρεπής θάνατος σε ένα πλαίσιο ηρεμίας, τη χρονική στιγμή που επιλέγει ο ίδιος ο πάσχων και ταλαιπωρούμενος, πρέπει να προσφέρεται ως επιλογή

68239-151630.jpg
Βασίλης Πεσμαζόγλου
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Χέρι που επαναποθέτει λουλούδια σε τάφο
© RODNAE Productions / Pexels

Ευθανασία, χρήση κάνναβης για λόγους αναψυχής, ελληνοτουρκικά: Τρία διαφορετικής βαρύτητας μέτωπα και το διαβόητο πολιτικό κόστος.

Πριν από μερικά χρόνια, μου ήρθε μέιλ-κεραμίδα: με πληροφορούσε ότι ένας στενότατος φίλος μου που ζούσε στη Ρώμη, ο Λουίτζι, δεν ήταν πλέον εν ζωή. Λίγες μέρες αργότερα, έλαβα χειρόγραφη επιστολή του: με αποχαιρετούσε και παρακαλούσε να τον συχωρήσω που δεν με είχε κάνει κοινωνό των ραγδαίων εξελίξεων στην υγεία του, που τον είχαν οδηγήσει στον θάνατο. Συγκεκριμένα δε, στην αυτοχειρία. Μέσω Ζυρίχης. Διότι εκεί μόνο, πληρώνοντας αδρά, μπορούσε να μεθοδεύσει το τέλος του, τη λύτρωση από μιαν ανίατη οδυνηρότατη ασθένεια που κάλπαζε. Με τη βοήθεια ειδικευμένου ιατρικού προσωπικού που παρέχει η οργάνωση Dignitas, έκλεισε μόνος του τον κύκλο της ζωής του.

Έκτοτε, έχω σκεφτεί συχνά αυτό το ζήτημα: λ.χ. παρακολουθώντας και παρατηρώντας από κοντά πολύ προχωρημένης ηλικίας πρόσωπα για τα οποία η ζωή δεν είναι παρά πόνος, ταλαιπωρία δίχως καμία προοπτική. Συμβαίνει μάλιστα οι άνθρωποι αυτοί να παρακαλούν καθημερινά τον Θεό να τους πάρει, να τους απαλλάξει, αλλά εις μάτην: ως άγαρμπος, άδικος, ουδόλως φιλεύσπλαχνος κρουπιέρης που από κει ψηλά μοιράζει την τράπουλα, εκείνος παρατείνει την οδύνη τους…

Έτσι, διάβασα με ιδιαίτερο ενδιαφέρον ότι τον περασμένο Δεκέμβριο τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση στη Γαλλία το θέμα της ευθανασίας ή, διατυπωμένο αλλιώς, του υποβοηθούμενου θανάτου. (Economist, 24/12/2022). Ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες όπως Βέλγιο, Ελβετία, Ισπανία, Ολλανδία εσχάτως δε και η Πορτογαλία έχουν ήδη υιοθετήσει νομοθεσία προς αυτήν την κατεύθυνση. Το ίδιο ισχύει και για τον Καναδά και ορισμένες πολιτείες στις ΗΠΑ. Σε γενικές γραμμές, με ευεργετικά αποτελέσματα.

Το καλοκαίρι του 2018, το περιοδικό Economist δημοσίευσε σειρά άρθρων επί του θέματος, όπου διατυπώνονταν πολλές και αντικρουόμενες απόψεις. Ανέτρεξα σε αυτό και επιβεβαιώθηκε η αρχική μου αίσθηση ότι μια σύγχρονη φιλελεύθερη πολιτεία χρειάζεται ένα τέτοιο νομοθετικό πλαίσιο. Οι αντιρρήσεις που εκφράζονται είναι εύλογες: λ.χ. ο κίνδυνος κατάχρησης από όσους έχουν συμφέρον να πεθάνει κάποιο κοντινό τους πρόσωπο ή το ενδεχόμενο υπερβολικά «πρόωρου» τερματισμού μιας ζωής. Γίνεται επίσης συζήτηση για το ποιες περιπτώσεις (ασθένεια, ηλικία κ.λπ.) θα εμπίπτουν σε μια τέτοια ρύθμιση και τι ασφαλιστικές δικλίδες χρειάζονται. Συνολικά όμως, ζυγίζοντας τα υπέρ και τα κατά, μου φαίνεται ότι τα θετικά μιας τέτοιας διευκόλυνσης υπερτερούν: ένας αξιοπρεπής θάνατος σε ένα πλαίσιο ηρεμίας, τη χρονική στιγμή που επιλέγει ο ίδιος ο πάσχων και ταλαιπωρούμενος, πρέπει να προσφέρεται ως επιλογή. Και να μη χρειάζεται να πηγαίνει κάποιος σε μια ξένη χώρα για να το επιτύχει – κάτι που από οικονομική και πρακτική άποψη δεν είναι πάντα εύκολο.

Στη χώρα μας, η δημόσια συζήτηση περί αυτού είναι βασικά ανύπαρκτη. Πρόκειται για ακόμη ένα ταμπού που έρχεται να προστεθεί σε πολλά άλλα που μας συντροφεύουν εδώ στην Ελλάδα. Ας αναφερθώ συνοπτικά σε δύο ακόμη, πολύ διαφορετικά.

  1. Η χρήση κάνναβης για λόγους αναψυχής. Σε αρκετές χώρες είναι πλέον νόμιμη εδώ και πολλά χρόνια. Δεν έχουν παρατηρηθεί δυσμενείς επιπτώσεις, όπως αύξηση των σκληρών ναρκωτικών (η συνηθέστερη ένσταση). Εσχάτως στη Γερμανία έχει αρχίσει να συζητείται σοβαρά η νομιμοποίηση και μάλιστα σε «καθετοποιημένη» μορφή, που να περιλαμβάνει όχι μόνο την εμπορία, αλλά και την ίδια την παραγωγή – πράμα που δημιουργεί ευρωπαϊκές περιπλοκές, λόγω της Ενιαίας εσωτερικής αγοράς: ενδέχεται μάλιστα να αναγκαστεί η Κομισιόν να λάβει πρωτοβουλίες επί του θέματος, που να επηρεάσει το συνολικό ευρωπαϊκό τοπίο. (Politico,29/12/2022)
  2. Τα Ελληνοτουρκικά. Έχω κουραστεί να ακούω συνεχώς τη λέξη «πρόκληση» και τα παράγωγά της στα ΜΜΕ όποτε γίνεται αναφορά στην Τουρκία. Χωρίς να υποτιμώ τη διολίσθηση της γειτονικής χώρας προς επιθετικότερη ρητορεία (εν πολλοίς και λόγω εσωτερικών προβλημάτων), διερωτώμαι κατά πόσον η Ελληνική πλευρά διαχειρίζεται το ζήτημα σωστά: μήπως δηλαδή αρέσκεται να ρίχνει ενίοτε λάδι στη φωτιά (πάλι, για εσωτερική κατανάλωση), έχοντας μιαν υπερβολική ίσως αίσθηση ασφάλειας/στήριξης από Ευρώπη/ΗΠΑ. Συγκεκριμένα, η προσφυγή στο διεθνές δίκαιο που η Ελλάδα ορθώς επικαλείται, απαιτεί κάποιο συνυποσχετικό: αυτό με τη σειρά του προϋποθέτει διμερή συνεργασία και το ανάλογο κλίμα συναίνεσης. Αλλά υποπτεύομαι ότι (κοινή συναινέσει…) κάτι τέτοιο δεν γίνεται. Αρκετοί τα σκέφτονται αυτά, εδώ στην Ελλάδα. Αλλά ουδείς δεν βγαίνει θαρρετά να τα πει. Η δε κοινή γνώμη εθίζεται, ζυμώνεται, ντοπάρεται, στην υπερήφανη ακαμψία δυσχεραίνοντας οιαδήποτε εκλογίκευση.

Τα τρία αυτά διαφορετικής βαρύτητας μέτωπα έχουν κάτι κοινό: όλοι φοβούνται το διαβόητο πολιτικό κόστος. Απαξάπαντες. Διστάζουν: μήπως δυσαρεστηθεί η εκκλησία (Ευθανασία; Αδιανόητα πράματα, αντιχριστιανικά!), μην τυχόν και δυσανασχετήσει η δεξιά ή αριστερή συντηρητικούρα (Νόμιμη η φούντα; Πού καταντήσαμε!), μην ξεσπαθώσουν οι κοκορόμυαλοι εθνικιστές (Ενδοτισμός! Προδοσία!). Και έτσι συνεχίζουμε να πορευόμαστε, αγέρωχοι, αμέριμνοι, ηθικά άμεμπτοι, χωρίς να θίγουμε ποικίλα θέματα σημαντικά και δύσκολα, προτιμώντας μικροπολιτικές κοκορομαχίες. 

 

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ