κτίριο με σημαίες
© unsplash/ mathias reding
Ελλαδα

Ιστορικό του όρου «βιώσιμη ανάπτυξη»

Τρία γεγονότα-σταθμοί που διαμόρφωσαν το περιεχόμενο και τις αρχές της
mjsigalou
Μαρία-Ιωάννα Σιγαλού
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ο όρος βιώσιμη ανάπτυξη εισάγεται ως έννοια στη Συνδιάσκεψη της Στοκχόλμης για το Ανθρώπινο Περιβάλλον το 1972

Βιώσιμη Ανάπτυξη. Μία φράση που κατακλύζει τον κόσμο των επιχειρήσεων τα τελευταία χρόνια και ιδιαίτερα με την εμφάνιση στο προσκήνιο παγκόσμιων προκλήσεων όπως η κλιματική αλλαγή και η πανδημία Covid-19. Γνωρίζατε όμως ότι δεν πρόκειται για new entry όρο, αλλά υφίσταται εδώ και 50 χρόνια;

Όταν αναφερόμαστε στη βιώσιμη ανάπτυξη ή αλλιώς αειφορία, πρέπει να έχουμε υπόψη μας δύο βασικά σημεία:

Πρώτον, τα τρία γεγονότα-σταθμούς που διαμόρφωσαν το περιεχόμενο και τις αρχές της: α) τη Συνδιάσκεψη του ΟΗΕ στη Στοκχόλμη για το Ανθρώπινο Περιβάλλον το 1972, β) την Έκθεση «Το Κοινό μας Μέλλον» της Παγκόσμιας Επιτροπής για το Περιβάλλον και την Ανάπτυξη το 1987 και γ) τη Συνδιάσκεψη του ΟΗΕ για το Περιβάλλον και την Ανάπτυξη στο Ρίο ντε Τζανέιρο το 1992. Δεύτερον, ότι η βιώσιμη ανάπτυξη αποτελεί έννοια οριζόντια και διέπει όλους τους τομείς της πολιτικής διακυβέρνησης εστιάζοντας σε τρεις βασικούς -περιβαλλοντικό, οικονομικό και κοινωνικό-.

Ι. Συνδιάσκεψη της Στοκχόλμης για το Ανθρώπινο Περιβάλλον, 1972

Η βιώσιμη ανάπτυξη (Sustainable Development) ουσιαστικά εισάγεται ως έννοια στην παγκόσμια κοινότητα με τη Συνδιάσκεψη της Στοκχόλμης για το Ανθρώπινο Περιβάλλον το 1972. Εκεί, συγκεντρώθηκαν εθνικές αντιπροσωπείες από 113 κράτη, αναπτυγμένα και αναπτυσσόμενα, και οριοθέτησαν τα δικαιώματα των ανθρώπινων κοινωνιών και πολιτών τους σε ένα υγιές, παραγωγικό και βιώσιμο περιβάλλον. Αυτή η Συνδιάσκεψη αποτέλεσε την απαρχή και βέβαια το κορυφαίο γεγονός σε παγκόσμιο κυβερνητικό επίπεδο για την εισαγωγή της έννοιας της βιώσιμης ανάπτυξης και αφετηρία περιβαλλοντικής δράσης σε περιφερειακό, ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο. Τα κείμενα που υιοθετήθηκαν ήταν δύο: η Διακήρυξη, από την οποία ενεργοποιήθηκαν θεμελιώδεις αρχές του Δικαίου του Περιβάλλοντος και το Σχέδιο Δράσης με τις 109 συστάσεις του για την προστασία του περιβάλλοντος.  Παράλληλα, δρομολογήθηκε η διαδικασία ίδρυσης του Προγράμματος των Ηνωμένων Εθνών για το Περιβάλλον (UNEP), που συστάθηκε λίγο μετά -τον ίδιο χρόνο- από σχετική Απόφαση της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ.

κείμενο με world και peace
@unsplash/ humphrey muleba

@unsplash/ humphrey muleba

ΙΙ. Έκθεση «Το Κοινό μας Μέλλον», 1987

Λίγο αργότερα συστήνεται η Παγκόσμια Επιτροπή για το Περιβάλλον και την Ανάπτυξη (WCED), με πρώτη της επίσημη συνεδρία το διάστημα 1 - 3 Οκτωβρίου 1984 στην έδρα της, στη Γενεύη. Πρόεδρός της ήταν ο Νορβηγός Dr. Harlem Brundtland και αντιπρόεδρος o Dr. Mansour Khalid από το Σουδάν - και οι δύο με μεγάλη πολιτική εμπειρία και επιτυχή δράση στο λειτούργημα. Παρά τον όρο ότι τα μισά μέλη πρέπει να είναι ανεπτυγμένα δυτικά κράτη, η πλειοψηφία των αναπτυσσόμενων χωρών είναι εμφανής. Με το πέρας της συνεδρίασης είχαν τεθεί στο τραπέζι θέματα-κλειδιά για την επίτευξη της βιώσιμης ανάπτυξης, τα οποία, πάντα συνυφασμένα με το περιβάλλον, αφορούν την ενέργεια, τη βιομηχανία, την επάρκεια των τροφίμων, τους ανθρώπινους οικισμούς, το δημογραφικό πρόβλημα, τις διεθνείς οικονομικές σχέσεις, τα συστήματα υποστήριξης αποφάσεων για τη διαχείριση του περιβάλλοντος και τη διεθνή συνεργασία των κρατών-ελών.

Τρία χρόνια αργότερα, το 1987, ολοκληρώθηκαν οι ουσιαστικές εργασίες της Επιτροπής και τον Απρίλιο δημοσιεύθηκε η Έκθεση «Το Κοινό μας Μέλλον», γνωστή και ως «Έκθεση Brundtland» - από το όνομα του προέδρου, η οποία τον Οκτώβριο του ίδιου έτους παρουσιάστηκε στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ. Αυτό το εκτενές έγγραφο άνω των 300 σελίδων είχε στόχο να διαμορφώσει τις εθνικές πολιτικές και να καθορίσει τα βασικά μέτρα που πρέπει να ενσωματωθούν για την προστασία του πλανήτη και της ανθρώπινης ζωής. Η «Έκθεση Brundtland» περιστρέφεται γύρω από τη διαπίστωση ότι το περιβάλλον και η ανάπτυξη βρίσκονται σε μια διαδικασία αλληλεξαρτώμενης και αλληλοτροφοδοτούμενης αδιεξοδικής κρίσης. Για την αναστροφή της πορείας αυτής κρίνεται απαραίτητη η κινητοποίηση όλων των κοινωνικών, οικονομικών και πολιτικών παραγόντων που συνθέτουν την παγκόσμια κοινωνία και η ανάληψη άμεσης κοινής δράσης για το μέλλον του πλανήτη, εντός του πλαισίου της βιώσιμης ανάπτυξης θέτοντας παγκόσμιους υλοποιήσιμους στόχους. Ο ορισμός της βιώσιμης ανάπτυξης είχε και έχει ως εξής: «βιώσιμη είναι η ανάπτυξη που ικανοποιεί τις ανάγκες του παρόντος χωρίς να μειώνει την ικανότητα των μελλοντικών γενεών να ικανοποιήσουν τις δικές τους».

Η υιοθέτηση της ατζέντας της έκθεσης ήταν επείγουσα, καθώς μόλις από το 1984 έως το 1987 σημειώνονταν όλο και περισσότερες παγκόσμιες κρίσεις. Ενδεικτικά και όχι περιοριστικά:

  • η περιβαλλοντική κρίση εξαιτίας της ξηρασίας στην Αφρική κορυφώθηκε, θέτοντας σε κίνδυνο 35 εκατομμύρια ανθρώπους και θανατώνοντας περίπου ένα εκατομμύριο.
  • μία διαρροή σε εργοστάσιο εντομοκτόνων στο Μποπάλ της Ινδίας προκάλεσε το θάνατο 2.000 ανθρώπων, τύφλωση και τραυματισμούς σε άλλους 200.000.
  • μία έκρηξη δεξαμενών υγρών καυσίμων στην πόλη του Μεξικού προκάλεσε τον θάνατο σε 1.000 ανθρώπους και άφησε άστεγους χιλιάδες άλλους.
  • η έκρηξη του πυρηνικού αντιδραστήρα στο Τσερνομπίλ σκόρπισε ραδιενεργό σκόνη σε όλη την Ευρώπη, αυξάνοντας τον κίνδυνο μελλοντικών κρουσμάτων καρκίνου.
  • περίπου 60 εκατομμύρια ανθρώπων -παιδιά τα περισσότερα- πέθαναν από ασθένειες που σχετίζονται με ανθυγιεινό νερό και υποσιτισμό.
ΟΗΕ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗ
© Unsplash/ matthew tenbruggencate

© Unsplash/ matthew tenbruggencate

ΙΙΙ. Συνδιάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για το Περιβάλλον και την Ανάπτυξη, 1992

Η «Έκθεση Brundtland» ήταν η αιτία για την πραγματοποίηση μιας παγκόσμιας Συνδιάσκεψης Κορυφής για το Περιβάλλον και την Ανάπτυξη, που θα επικέντρωνε το ενδιαφέρον της σε μία συνολική και ολοκληρωμένη προοπτική των τρεχόντων ζητημάτων. Από τις 3 ως τις 14 Ιουνίου 1992, 103 αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων, χιλιάδες άνθρωποι από το χώρο της διπλωματίας, της πολιτικής, της επιστήμης και απλοί πολίτες συγκεντρώθηκαν στο Ρίο ντε Τζανέιρο. Επικεφαλής ορίστηκε ο Maurice Strong, ο οποίος είχε υπάρξει και γενικός γραμματέας της Διάσκεψης της Στοκχόλμης. Η Σύνοδος δεν ασχολήθηκε μόνο με τα πιο σοβαρά παγκόσμια περιβαλλοντικά προβλήματα (το φαινόμενο του θερμοκηπίου, την αποδάσωση, την ερημοποίηση, την ελάττωση του στρώματος του όζοντος, τη διαχείριση των αποβλήτων), αλλά και με θέματα που αφορούσαν τη φτώχεια, την υπανάπτυξη, τη μεταφορά τεχνολογίας, τα καταναλωτικά πρότυπα, το δημογραφικό και την υγεία. Και αυτό γιατί η κύρια πολιτική αντιπαράθεση εντοπιζόταν πλέον ανάμεσα στον αναπτυγμένο βιομηχανικά Βορρά και τον υπό ανάπτυξη Νότο, των οποίων οι προτεραιότητες ήταν σαφώς διαφοροποιημένες. Ο πρώτος χαρακτηρίζει ως προβλήματα άμεσης προτεραιότητας τη μείωση του στρώματος του όζοντος, το φαινόμενο του θερμοκηπίου και τη σταδιακή υποβάθμιση της βιοποικιλότητας, ενώ για τον δεύτερο τα κύρια προβλήματα εντοπίζονται στην κάλυψη ζωτικών αναγκών επιβίωσης.

Στη Συνδιάσκεψη του Ρίο υπογράφηκαν δύο Συμβάσεις (κείμενα hard law) «για την Αλλαγή του Κλίματος» και «για τη Βιολογική Ποικιλομορφία». Ακόμη, υιοθετήθηκαν και τρία soft law κείμενα, που απεικονίζουν τις προσπάθειες νέας καταγραφής και επαναπροσδιορισμού των προβλημάτων σε επίπεδο περιβαλλοντικής προστασίας με παράλληλο στόχο την αναπτυξιακή ολοκλήρωση: «Η Διακήρυξη Αρχών για μία παγκόσμια συμφωνία για τη Διαχείριση, την Προστασία και τη Διαρκή Ανάπτυξη των Δασών όλων των τύπων», «Η Διακήρυξη των Ηνωμένων Εθνών για το Περιβάλλον και την Ανάπτυξη» και η περίφημη «Agenda 21».

Όπως γίνεται αντιληπτό ο όρος της βιώσιμης ανάπτυξης δεν έκανε την εμφάνισή του τα τελευταία χρόνια, ούτε είναι “trend” της εποχής που αναμένεται να ξεχαστεί. Σίγουρα ως έννοια έχει εμπλουτιστεί από το 1972 και αποκτά και άλλες πτυχές όμως ο κορμός της έχει μείνει αναλλοίωτος μέσα στα χρόνια.

Δειτε περισσοτερα