- CITY GUIDE
- PODCAST
-
12°
Ο ρώσο-ουκρανικός πόλεμος, η Mercosur, και η απελπιστικά διχασμένη Ευρώπη
Στην κρισιμότερη φάση της ιστορίας της, η ΕΕ αδυνατεί να ανταπεξέλθει στις τεράστιες προσδοκίες των Ευρωπαίων
Η σημασία της συμφωνίας με τη Mercosur και το στάτους της Ευρωπαϊκής Ένωσης ως οικονομικής υπερδύναμης
Η Σύνοδος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της προηγούμενης εβδομάδας ήταν ίσως η κρισιμότερη της μεταπανδημικής εποχής. Οι ηγέτες των είκοσι-επτά κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης προσήλθαν στις Βρυξέλλες ώστε να καταλήξουν στους συμβιβασμούς που θα έκλειναν οριστικά τόσο το ζήτημα της ρευστοποίησης των ρωσικών παγωμένων περιουσιακών στοιχείων, όσο και τη σύναψη της – αντικειμενικά – ιστορικής εμπορικής συμφωνίας μεταξύ της Κοινής Αγοράς και της Mercosur· απέτυχαν και στις δύο περιπτώσεις. Από τη μία, τα πρόθυμα κράτη-μέλη αρκέστηκαν στην κάπως ανέμπνευστη – ιδεολογικά μιλώντας – επιλογή ενός ειδικού δανείου προς το Κίεβο μέσω αξιοποίησης ίδιων πόρων, ενώ από την άλλη, η επικύρωση της Mercosur μετακινήθηκε για τον Ιανουάριο, και βλέπουμε.
Τρεις δεκαετίες και μετά και τη Συνθήκη του Μάαστριχτ, η ΕΕ αποτυγχάνει απελπιστικά να ανταποκριθεί στις προσδοκίες της πλειοψηφίας των Ευρωπαίων πολιτών. Οι διαπραγματεύσεις τόσο στην περίπτωση της αξιοποίησης των ρωσικών περιουσιακών στοιχείων, όσο και σε εκείνη της εμπορικής συμφωνίας με τη Mercosur, αποδεικνύουν πως τα κράτη-μέλη εξακολουθούν να προτεραιοποιούν τα εσωτερικά τους οικονομικά και γεωπολιτικά συμφέροντα έναντι εκείνων του συνόλου – ή των ευρωπαϊκών, θέτοντάς το με τους όρους της Ευρωπαϊκής Κομισιόν – αλλά και πως η δομή της ΕΕ δε μπορεί να ανταποκριθεί στις προκλήσεις τις οποίες αντιμετωπίζει.
Η ρευστοποίηση των ρωσικών περιουσιακών στοιχείων που δεν έγινε
Από την πρώτη στιγμή της εισβολής των ρωσικών ενόπλων δυνάμεων στην Ουκρανία, τόσο η ΕΕ, όσο και η Δύση στο σύνολό της, προχώρησαν – ολόσωστα – σε μια σειρά κυρώσεων εναντίον της Ρωσίας, η οποία αυτονοήτως περιλάμβανε και το καθεστώς των ρωσικών περιουσιακών στοιχείων στις επικράτειές τους. Από τα συνολικά σχεδόν διακόσια-ενενήντα δισεκατομμύρια ευρώ στα οποία αποτιμάται η συνολική τους αξία, περισσότερα από διακόσια δις βρίσκονται εντός της ΕΕ, και η πλειοψηφία αυτών στο Βέλγιο, καθώς διαχειρίζονται ως επί το πλείστον από τον βελγικό χρηματοοικονομικό οίκο Euroclear. Η ιδέα της ρευστοποίησής τους στο πλαίσιο της ενίσχυσης της Ουκρανίας δεν είναι καινούργια, ωστόσο οι τρέχουσες συνθήκες στο πεδίο, όσο όμως και η απογοητευτική πορεία των έμμεσων τριμερών διαπραγματεύσεων μεταξύ των ΗΠΑ, της Ουκρανίας, και της Ρωσίας, κατέστησαν σταδιακά την εφαρμογή του συγκεκριμένου σχεδίου ως τη βέλτιστη λύση ώστε να καλυφθεί το χρηματοδοτικό κενό με το οποίο θα έρθει αντιμέτωπο το Κίεβο εντός των επόμενων δύο ετών, το οποίο θα ξεπερνάει τα εκατόν-τριάντα δις.
Η αντίθεση της βελγικής κυβέρνησης να συνηγορήσει στην εφαρμογή του σχεδίου επικαλούμενη τις πιθανές μεταπολεμικές αξιώσεις αποζημίωσης της Μόσχας – με την ιταλική, τη βουλγάρικη, και τη μαλτέζικη κυβέρνηση να συντάσσονται με τη συγκεκριμένη θέση – βρίσκεται στον πυρήνα της αποτυχίας του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου. Θέτοντάς το απλά, ο soft-ευρωσκεπτικιστής Βέλγος Πρωθυπουργός, Μπαρτ ντε Βέβερ, πάτησε πάνω στην αδυναμία των λοιπών κρατών-μελών να παράσχουν ισόποσες εγγυήσεις του ποσού που θα ρευστοποιούταν σε περίπτωση εφαρμογής του σχεδίου, προσελκύοντας στη γραμμή του τους ηγέτες της Ιταλίας, της Βουλγαρίας, και της Μάλτας, Τζώρτζια Μελόνι, Ρόζεν Ζελιάσκοφ – ο οποίος είναι υπηρεσιακός – και Ρόμπερτ Αμπέλα αντίστοιχα. Θεωρητικά, το επιχείρημα των τεσσάρων κυβερνήσεων έχει μια κάποια υπόσταση, καθώς με βάσει τετελεσμένων η ρωσική κυβέρνηση θα μπορούσε όντως να προσβάλει τη ρευστοποίηση των ρωσικών περιουσιακών στοιχείων τα οποία ανήκουν κυρίως στη ρωσική κεντρική τράπεζα· η επίκληση, ωστόσο, των συγκεκριμένου επιχειρήματος στη συγκεκριμένη περίπτωση πάσχει ποικιλοτρόπως. Αρχικά, και υπό μια πολιτική οπτική, η επίκληση του διεθνούς δικαίου απέναντι στη Ρωσία ξεπερνά τα όρια του σουρεαλισμού, καθώς ο Βλαντιμίρ Πούτιν αποδεικνύει σε καθημερινή βάση πως τα λεγόμενα rogue states – ήτοι τα κράτη-μελη της διεθνούς κοινότητας τα οποία αποσκοπούν συνειδητά στη διατάραξη της διεθνούς σταθερότητας – επιδεικνύουν μηδενικό σεβασμό για τον Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, τον οποίο η Μόσχα έχει υπογράψει ήδη από την πρώιμη ψυχροπολεμική εποχή.
Φυσικά, αυτό δε σημαίνει πως η ΕΕ δε θα πρέπει να επιδεικνύει σεβασμό στο Διεθνές Δίκαιο· κάθε άλλο, καθώς ο σεβασμός της Ευρώπης σε μια σειρά δεοντολογικών αξιών είναι και εκείνος ο οποίος την καθιστά υπόδειγμα έναντι άλλων γεωπολιτικών παικτών. Εξάλλου, ακριβώς λόγω της πιθανότητας μιας ρωσικής προσβολής, αλλά και λόγω του κόστους των απαιτούμενων εγγυήσεων, η ρευστοποίηση των ρωσικών περιουσιακών στοιχείων δεν προχώρησε. Ωστόσο, η πραγματικότητα πίσω από το νομικό επιχείρημα των τεσσάρων κρατών-μελών είναι πως τόσο το Βέλγιο, όσο και οι τρεις άλλες κυβερνήσεις οι οποίες διαφώνησαν με τη ρευστοποίηση, κινήθηκαν με γνώμονα τα αμιγώς εθνικά τους συμφέροντα· το Βέλγιο είναι εδώ και δεκαετίες εκτεθειμένο απέναντι στη Ρωσία λόγω των προνομιακών συνθηκών τις οποίες παρέχει και που επέτρεψαν εξαρχής τη μεταφορά των ρωσικών κεφαλαίων στη βελγική επικράτεια, το ιταλικό τραπεζικό σύστημα και ο ιταλικός βιομηχανικός τομέας είναι δυσανάλογα εκτεθειμένοι στη ρωσική οικονομία, η βουλγαρική οικονομία και κοινωνική συνοχή εξαρτάται ενεργειακά σχεδόν σε αποκλειστικό βαθμό από τον ρωσικό πετρελαϊκό κολοσσό Lukoil και των εγκαταστάσεών του στο Μπουργκάς, ενώ η Μάλτα αποτελεί πλέον τον αγαπημένο μεσογειακό προορισμό των Ρώσων ολιγαρχών, με τους μισούς περίπου αιτούντες μαλτέζικου διαβατηρίου κατά τη διάρκεια της προηγούμενης δεκαετίας να είναι Ρώσοι· τα προφανή δε χρειάζονται ιδιαίτερη ανάλυση, θα έλεγε κανείς. Συνυπολογίζοντας το γεγονός πως οι Ουγγαρία, Σλοβακία, και – πλέον – Τσεχία είναι πάγια αντίθετες σε οποιαδήποτε περαιτέρω κύρωση της ΕΕ εναντίον της Μόσχας, με τις τρεις χώρες να εξαιρούνται μάλιστα και από την παροχή του δανείου των ενενήντα δις στην Ουκρανία λόγω των στενών δεσμών των ηγετών τους με τη Μόσχα, τότε αποδεικνύεται περίτρανα η ματαιότητα του εγχειρήματος της ρευστοποίησης των ρωσικών κεφαλαίων. Όταν έχεις έξι κράτη-μέλη να εναντιώνονται στη συγκεκριμένη υπαρξιακού επιπέδου στρατηγική πρωτοβουλία με την ευρωπαϊκή ασφάλεια να διακυβεύεται – και τελικά να την αποτρέπουν, ή έστω να τη νερώνουν επικίνδυνα – τότε μάλλον κάτι κάνεις και εσύ λάθος, ειδικά στον τρόπο με τον οποίο τις λαμβάνεις.
Η ιστορική συμφωνία με τη Mercosur – πάλι – κινδυνεύει
Η περίπτωση μιας πιθανής αποτυχίας της θεωρητικά επικείμενης συμφωνίας με τη Mercosur σίγουρα δε χαρακτηρίζεται από τους γεωπολιτικούς κινδύνους που ελλοχεύει μια αποτυχία της ΕΕ να ανταπεξέλθει στον ρωσικό αναθεωρητισμό. Ωστόσο, απειλεί να αποδυναμώσει την Κοινή Αγορά, ακριβώς στο ιστορικό σταυροδρόμι όπου η απελευθέρωση του διεθνούς εμπορίου δε μπορεί πλέον να θεωρείται δεδομένη. Στην πραγματικότητα, η ΕΕ και η Mercosur – ήτοι η λατινοαμερικανική κοινή αγορά μεταξύ της Αργεντινής, της Βραζιλίας, της Ουρουγουάης, και της Παραγουάης – βρίσκονταν σε διαπραγματεύσεις από το 1999, με φτάνοντας στην πρώτη επί της αρχής συμφωνία μεταξύ τους είκοσι χρόνια αργότερα, το 2019, και επικαιροποιώντας τη στη μεταπανδημική εποχή και το 2024. Εφόσον το πράγμα δε στραβώσει, τότε η συγκεκριμένη συμφωνία θα είναι και μακράν η μεγαλύτερη την οποία θα έχει συνάψει η ΕΕ στην ιστορία της, καθώς θα δημιουργήσει μια κοινή αγορά η οποία θα αριθμεί κάτι λιγότερους από οκτακόσια εκατομμύρια καταναλωτές συνδυαστικά. Ακόμα κρισιμότερα, η επισημοποίηση της συμφωνίας της με τη Mercosur θα επιτρέψει στην ΕΕ να ενισχύσει δραματικά τη γεωοικονομική της ισχύ, σε έναν πολιτικό χρόνο όπου η στροφή των ΗΠΑ προς την νέο-απομονωτική και προστατευτική εξωτερική και εμπορική πολιτική της δεύτερης θητείας του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο δημιουργεί τόσο συνθήκες κρίσης στις διατλαντικές σχέσεις, όσο όμως και πρωτοφανείς ευκαιρίες εφόσον η Κομισιόν κινηθεί εύστοχα, και άμεσα, όπως είναι εξάλλου και η πρόθεσή της.
Ωστόσο, όπως συνέβη στην περίπτωση της ρευστοποίησης των ρωσικών περιουσιακών στοιχείων, έτσι και στην περίπτωση της Mercosur, τα αντικρουόμενα εθνικά και οικονομικά συμφέροντα των κρατών-μελών αναγκάζουν την Κομισιόν να αναζητήσει πολυμερείς συμβιβασμούς, τη στιγμή που τα κράτη-μέλη της λατινοαμερικανικής αγοράς – και ιδιαίτερα η Βραζιλία – πιέζουν εύλογα ώστε να προχωρήσουν οι σχετικές διαδικασίες. Αυτή τη φορά, το πρόβλημα δημιουργείται από τη στάση την οποία διατηρούν κυρίως η γαλλική, η ιταλική, και η πολωνική κυβέρνηση, καθώς οι πρωτογενείς τομείς και των τριών κρατών-μελών έχουν προχωρήσει σε δριμύτατες αντιδράσεις, κρίνοντας πως η εισαγωγή παρόμοιων και οικονομικότερων προϊόντων από τη Λατινική Αμερική θα πλήξει την ανταγωνιστικότητα των δικών τους. Όπως και στην περίπτωση της επίκλησης του διεθνούς δικαίου από τη βελγική κυβέρνηση αναφορικά με τη ρευστοποίηση των ρωσικών περιουσιακών στοιχείων, έτσι και το Παρίσι, η Ρώμη, και η Βαρσοβία έχουν κάποια δίκια σε ό,τι αφορά την απειλή της Mercosur για τους πρωτογενείς τους τομείς. Για αυτόν τον λόγο, ωστόσο, η Κομισιόν έσπευσε εξασφαλίσει ποσοστώσεις στην εισαγωγή ορισμένων αγροτικών προϊόντων από τη λατινοαμερικάνικη κοινή αγορά, με τις ευρωπαϊκές δασμολογικές επιβαρύνσεις να εκτοξεύονται στο 40% εφόσον ο όγκος των λατινοαμερικανικών εξαγωγών ξεπεράσει τα προβλεπόμενα όρια· το κρίσιμο σημείο εδώ είναι πως οι τρεις κυβερνήσεις εκπροσωπούν περισσότερο από το 35% του ευρωπαϊκού πληθυσμού, γεγονός που τους επιτρέπει να μπλοκάρουν τη συμφωνία, εφόσον το επιλέξουν.
Το πρόβλημα είναι και εδώ προφανές. Λόγω της παραπάνω συνθήκης, η Κομισιόν μετατόπισε την επικύρωση της συμφωνίας για τον Ιανουάριο του 2026 – με τις φωνές του Λούλα ντα Σίλβα να ακούγονται από τη Μπραζίλια ως τις Βρυξέλλες – επιχειρώντας να αξιοποιήσει τις επόμενες λίγες εβδομάδες ώστε να πετύχει τους συμβιβασμούς οι οποίοι θα κατευνάσουν τουλάχιστον ένα από τα τρία κράτη-μέλη· ιδανικά, θα συμφωνήσουν και οι τρεις με την ανανεωμένη πρόταση της Κομισιόν, ωστόσο είναι αδύνατον να αποκλειστεί το ενδεχόμενο ακόμα και μιας κατάρρευσης του εγχειρήματος. Το αποτέλεσμα φυσικά είναι να παρατείνεται περαιτέρω η αβεβαιότητα αναφορικά με την εφαρμογή μιας ακόμα στρατηγικής πρωτοβουλίας της ΕΕ, η οποία ακόμα και αν δεν έχει προεκτάσεις για την ευρωπαϊκή ασφάλεια, εντούτοις χαρακτηρίζεται από παρόμοιο βαθμό ιστορικότητας με την υπεράσπισή της απέναντι στον σύγχρονο ρωσικό επεκτατισμό. Με δεδομένη την πρόθεση της Κομισιόν ώστε η Κοινή Αγορά να ανταγωνιστεί τις δύο έτερες οικονομικές υπερδυνάμεις του διεθνούς συστήματος – με την Ουάσιγκτον να μη θεωρεί πλέον τις διατλαντικές σχέσεις αυτοσκοπό, και το Πεκίνο να απειλεί ευθέως την ευρωπαϊκή ανταγωνιστικότητα λόγω των επιδοτήσεων που παρέχει στις κινεζικές ανταγωνίστριες εταιρίες πάσης φύσεως, απολαμβάνοντας παράλληλα και ένα συντριπτικό πλεονέκτημα σε επίπεδο κρίσιμων γαιών – δεν υπάρχει απολύτως κανένα περιθώριο αποτυχίας αναφορικά με την επικύρωση της διμερούς συμφωνίας με τη Mercosur. Αν αποτύχει, η ΕΕ δε θα μπορεί καν να επικαλείται το στάτους της οικονομικής υπερδύναμης, το οποίο είναι απείρως πιο εφικτό από τη γεωπολιτική διάσταση, όπου αντικειμενικά υστερεί.
Το πασιφανές πρόβλημα και ο ευρωπαϊκός ρεαλισμός
Οι δύο φαινομενικά διαφορετικές περιπτώσεις έχουν στην πραγματικότητα κοινό πυρήνα: το πρόβλημα της ΕΕ είναι πως τα κράτη-μέλη της φαίνονται καταδικασμένα να υπηρετούν πρωτίστως τα αμιγώς εθνικά τους συμφέροντα, με την υποστήριξη των αντίστοιχων ευρωπαϊκών να έρχεται σε δεύτερη μοίρα, και να είναι διαπραγματεύσιμη, αν όχι και ευθέως αμφισβητήσιμη. Από την πλευρά της, η Κομισιόν έχει προσπαθήσει να προσαρμοστεί, καθώς τόσο το δάνειο το οποίο εξασφάλισαν τα πρόθυμα κράτη-μέλη στην Ουκρανία – έστω και αν απαιτηθεί ευρωπαϊκός δανεισμός – όπως και οι προσαρμογές στις οποίες πιθανώς να προχωρήσει με τη Mercosur θα αποτρέψουν μια καθολική αποτυχία και των δύο στρατηγικών στόχων. Όμως, ακόμα και έτσι, η ΕΕ δείχνει την εντύπωση απέναντι σε εταίρους και αντιπάλους πως ακόμα και για το ελάχιστο, πρέπει πρώτα να προηγηθεί μια εσωτερική διαμάχη μέχρις εσχάτων στις μαρτυρικές και ψυχρά φωτισμένες αίθουσες των ευρωπαϊκών θεσμών, όπου δημιουργούνται ευκαιριακές και μη συμμαχίες, απ’ όπου κανείς δε βγαίνει απολύτως ικανοποιημένος, και η Ευρώπη σίγουρα λιγότερο ισχυρή απ’ όσο θα επιθυμούσε.
Την ίδια στιγμή, ο Ντόναλντ Τραμπ, ο Βλαντιμίρ Πούτιν, ο Σι Τζινπίνγκ, όπως και οι ηγέτες τρίτων υπολογίσιμων δυνάμεων του διεθνούς συστήματος ελίσσονται με εκπληκτική – για τα ευρωπαϊκά δεδομένα – ταχύτητα, αναγκάζοντας την Ευρώπη να παρακολουθεί από απόσταση, και να προσπαθεί ξέπνοη να προλάβει τις εξελίξεις· για να τις συνδιαμορφώσει ούτε λόγος. Δεδομένα, η ΕΕ οφείλει να σέβεται το διεθνές δίκαιο, αλλά δε μπορεί πλέον να κρύβει τις συστημικές της αδυναμίες από πίσω του ώστε να μην προχωρά στις τομές οι οποίες μπορούν να την αναδείξουν ως μια πραγματική γεωπολιτική υπερδύναμη. Αδιαμφισβήτητα, σε μια εμπορική συμφωνία με έναν έτερο εμπορικό κολοσσό, η ΕΕ θα αντιμετωπίσει εσωτερικές συγκρούσεις, αλλά δεν είναι δυνατόν να τους επιτρέπει να λαμβάνουν διαστάσεις αμφισβήτησης της συνοχής της. Το γεγονός πως κάθε κράτος-μέλος του διεθνούς συστήματος θα προτεραιοποιεί εσαεί πρωτίστως τα δικά του συμφέροντα αποτελεί θεμελιώδες αξίωμα του ρεαλισμού, το οποίο αμφισβητείται μόνο από αιθεροβάμονες επαγγελματίες διεθνοσχετίστες και αφελείς προπολεμικούς στοχαστές μιας εξιδανικευμένης φιλελεύθερης διεθνοποίησης. Όμως, ο μόνος πραγματικός υπαρξιακός στόχος για την ΕΕ είναι να αποδείξει τουλάχιστον στα κράτη-μέλη της πως η υποβάθμιση των εθνικών τους συμφερόντων δεν αποτελεί υποχώρηση, αλλά υπό συνθήκες τη μόνη στρατηγική η οποία εξυπηρετεί το έτερο θεμελιώδες αξίωμα του ρεαλισμού: πρώτα απ’ όλα, κάθε κράτος προτεραιοποιεί την επιβίωσή του· ανάμεσα στις υπερδυνάμεις, τα πρόθυμα κράτη-μέλη της ΕΕ δεν έχουν άλλη επιλογή ώστε να συνειδητοποιήσουν πως οι ιστορικές συγκυρίες απαιτούν κοινές ιστορικές αποφάσεις, και αυτές με τη σειρά τους κατά περίπτωση δύσκολους, μα αναγκαίους συμβιβασμούς.
ΠΡΟΣΦΑΤΑ
ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ
ΔΙΑΒΑΖΟΝΤΑΙ ΠΑΝΤΑ
ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Η γειτονική χώρα θα αναγκαστεί να χρησιμοποιήσει κρατικά αποθέματα
Η έρευνα είναι σε εξέλιξη και οι αρχές προτρέπουν όποιον έχει πληροφορίες να μιλήσει στην αστυνομία
Ένας αριθμός πριν τα Χριστούγεννα θα κάνει καποιον δισεκατομμυριούχο
Τα αρχεία που εκλάπησαν καλύπτουν μουσική που «ανέβηκε» μεταξύ 2007 και 2025
Ο πυρηνικός σταθμός υπέστη σοβαρές ζημιές σε μια επίθεση με μη επανδρωμένο αεροσκάφος τον Φεβρουάριο
Στην κρισιμότερη φάση της ιστορίας της, η ΕΕ αδυνατεί να ανταπεξέλθει στις τεράστιες προσδοκίες των Ευρωπαίων
Η τροποποίηση δεν έγινε για κανέναν πολιτικό λόγο, αλλά για λόγους καθαρότητας
Είχαν ερωτική σχέση εδώ και μήνες
Σήμα κινδύνου για τα μέλη της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας
Ο γιος του πρώην προέδρου των ΗΠΑ στο podcast «The Shawn Ryan Show»
«Όλοι ήταν φιλικοί μ’ αυτόν τον τύπο», είπε ο Αμερικανός πρόεδρος
Η δήλωσή του έρχεται σε αντίθεση με το αμερικανικό ειρηνευτικό σχέδιο
Η εξάσκηση 90 λεπτών περιελάμβανε τρέξιμο, αναρρίχηση σε σχοινί και άσκηση μεταφοράς κορμών
Η στιγμή της σύλληψης
Ο Δρ Τζον Γκότμαν καυχιέται ότι μπορεί να προβλέψει αν ένα ζευγάρι πάρει διαζύγιο με ακρίβεια 91%
Η επίθεση που προκάλεσε σοκ στη χώρα
Οι αντιδράσεις της ΕΚΤ και τα ζητήματα θεσμικής ανεξαρτησίας της Τράπεζας της Ιταλίας
Ορισμένοι σύνδεσμοι δεν οδηγούν πουθενά
Η αδελφή του Λιονέλ Μέσι τραυματίστηκε σοβαρά σε τροχαίο ατύχημα στο Μαϊάμι
Ορίζει ειδικό απεσταλμένο, με σαφές μήνυμα στη Δανία για τη στρατηγική σημασία της Γροιλανδίας
Έχετε δει 20 από 200 άρθρα.