Κοσμος

Τσαρλς Γουίτμαν: Ο πρώτος μαζικός δολοφόνος στις ΗΠΑ

Την 1η Αυγούστου 1966 σκοτώθηκαν 14 άνθρωποι και τραυματίστηκαν 31 στην πρώτη μαζική δολοφονία στην ιστορία των ΗΠΑ  

28058828_10215807199198740_8716476474297011906_n.jpg
Μιμή Φιλιππίδη
7’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Τσαρλς Γουίτμαν
© Bettmann / Getty Images

Τσαρλς Γουίτμαν: Η υπόθεση του αμερικανού μαζικού δολοφόνου που έγινε γνωστός ως «Ελεύθερος σκοπευτής του Πύργου του Τέξας»

Η εικόνα μιας μαζικής δολοφονίας είναι κάτι που δεν μας ξαφνιάζει πλέον (το FBI ορίζει ως «μαζική δολοφονία» τη δολοφονία τεσσάρων ή περισσοτέρων ατόμων σε ένα μόνο περιστατικό και συνήθως σε ένα σημείο). Το 1966 όμως, όταν ένας ελεύθερος σκοπευτής άρχισε να θερίζει κόσμο με τις βολές του από τον Πύργο του ρολογιού σε Πανεπιστήμιο του Τέξας, ήταν κάτι πρωτόγνωρο. Είναι δύσκολο να καταλάβουμε τη φρίκη που αντιμετώπισαν οι Αμερικανοί την 1η Αυγούστου 1966, θεωρώντας έως τότε ότι είναι ασφαλείς σε δημόσιο χώρο.

Στις 11.30 εκείνο το πρωί, ο 25χρονος Τσαρλς Γουίτμαν φόρτωσε τα όπλα του (μια καραμπίνα M-1, ένα κυνηγετικό τουφέκι, ένα κυνηγετικό όπλο, πολλά πιστόλια και μαχαίρια), μαζί με άλλες προμήθειες (φαγητό, εμφιαλωμένο νερό, αμφεταμίνες, παυσίπονα, αποσμητικό κι ένα τρανζίστορ), σε ένα μπαούλο. Έχοντας φορέσει φόρμα για να μοιάζει με εργάτη, πήγε στο εμβληματικό κτήριο του Πύργου του ρολογιού του Πανεπιστήμιου του Τέξας στο Όστιν, ύψους σχεδόν 100 μέτρων. Σε 15’ ο Γουίτμαν είχε φτάσει στην αίθουσα υποδοχής του καταστρώματος παρατήρησης (ουσιαστικά στον 28ο όροφο), χτύπησε θανάσιμα τη ρεσεψιονίστ και σκότωσε δύο άτομα. Τραυμάτισε άλλους δύο που ανέβαιναν τα σκαλιά από τον 27ο όροφο.

Έχοντας φράξει την πόρτα του χώρου υποδοχής, ο Γουίτμαν βγήκε στο κατάστρωμα παρατήρησης και λίγο πριν τις 12 έριξε την πρώτη βολή στο εμπορικό κέντρο που ήταν από κάτω, πετυχαίνοντας την κοιλιά μιας εγκύου φοιτήτριας και σκοτώνοντας ακαριαία το αγέννητο μωρό της. Ο επόμενος πυροβολισμός σκότωσε τον φίλο της. Συνέχισε επί μιάμιση ώρα να πυροβολεί αδιακρίτως σε μια περιοχή έκτασης 5 οικοδομικών τετραγώνων. Ο Πύργος παρείχε ένα τεράστιο πλεονέκτημα γιατί ο Γουίτμαν μπορούσε να επιλέξει τα θύματά του, ήταν σαν να είχε χτιστεί ειδικά για αυτόν τον σκοπό. Μάλιστα, τα προηγούμενα χρόνια  είχε σχολιάσει πολλές φορές ότι ένας ελεύθερος σκοπευτής θα μπορούσε να κάνει μεγάλη ζημιά από τον Πύργο. Τελικά, είχε αποφασίσει να είναι ο ίδιος ο ελεύθερος σκοπευτής που έκανε τη «ζημιά».

Ο Πύργος του Τέξας
Ο Πύργος του Τέξας © Wikimedia Commons

Ο Τσαρλς (ή, Τσάρλι) Γουίτμαν καταγόταν από πλούσια οικογένεια της Φλόριντα. Ήταν καλός μαθητής, ταλαντούχος πιανίστας και πρόσκοπος. Αλλά αυτό που δεν ήταν ορατό στους έξω ήταν η ταραχή μέσα στην οικογένεια. Ο πατέρας Γουίτμαν, που λεγόταν επίσης Τσαρλς, ήταν ένας αυτοδημιούργητος άνθρωπος που είχε εργαστεί σκληρά, είχε πλουτίσει κι είχε μπει στην καλή κοινωνία. Δεν δικαιολογούσε καμία αδυναμία στους τρεις γιους του (ο Τσαρλς ήταν ο μεγαλύτερος) κι έκανε κουμάντο στο σπίτι δικτατορικά. Επέβαλε σκληρή πειθαρχία - χρησιμοποιούσε συχνά ζώνες, κουπιά και τις γροθιές του για να βεβαιωθεί ότι τα παιδιά συμμορφώνονταν με τους κανόνες του και ανταποκρίνονταν στις προσδοκίες του. Ο πατέρας Τσαρλς και η μητέρα Μάργκαρετ είχαν πάντα το ακριβότερο μοντέλο αυτοκινήτου ο καθένας, ενώ στα αγόρια ο πατέρας είχε χαρίσει όπλα, μοτοσικλέτες κι ό,τι άλλο έκρινε κατάλληλο. Το σπίτι τους ήταν το ωραιότερο της γειτονιάς, με όλες τις ανέσεις και με πισίνα. Αλλά οι πολυτέλειες δεν κάλμαραν τα προβλήματα μέσα στο σπιτικό των Γουίτμαν. Τον Ιούνιο του 1959, λίγο πριν τα 18α γενέθλια του Τσάρλι Γουίτμαν, η ένταση με τον πατέρα του έφτασε στο απροχώρητο. Ο Τσάρλι επέστρεψε στο σπίτι μεθυσμένος μετά από βραδινή έξοδο με φίλους, οπότε ο πατέρας του τον χτύπησε και τον πέταξε στην πισίνα, όπου παραλίγο να πνιγεί. Λίγες μέρες αργότερα έκανε αίτηση για να καταταγεί στο Σώμα Πεζοναυτών. Έφυγε για βασική εκπαίδευση στις 6 Ιουλίου 1959.

Ο Τσάρλι πέρασε το πρώτο μέρος της θητείας του με τους Πεζοναύτες στη ναυτική βάση Γκουαντάναμο στην Κούβα. Δούλεψε σκληρά για να είναι καλός πεζοναύτης και διακρίθηκε ως εξαιρετικός σκοπευτής -η ευστοχία του εντυπωσίασε τους ανωτέρους του. Μετά από χρόνια υποτίμησης και κακοποίησης από τον πατέρα, ανυπομονούσε να αποδείξει την αξία του. Κάθε ευκαιρία για πρόοδο ήταν ευκαιρία απομάκρυνσης από τη βάναυση ανατροφή του. Και μια τέτοια ευκαιρία του προσφέρθηκε από τους Πεζοναύτες με το πρόγραμμα υποτροφιών που σχεδιάστηκε για να εκπαιδεύσει μηχανικούς. Δίδακτρα και βιβλία θα πληρώνονταν από το Σώμα Πεζοναυτών και θα λάμβανε επίσης 250 δολάρια τον μήνα. Ο Τσάρλι έγινε δεκτός στο Πανεπιστήμιο του Τέξας στο Όστιν στις 15 Σεπτεμβρίου 1961.

Σε αυτό το σημείο της ζωής του, ο Τσάρλς Γουίτμαν είχε τα δυο προειδοποιητικά σημάδια που έχουν οι δράστες μαζικών δολοφονιών και που θα μπορούσαν να γίνουν αντιληπτά από τους γύρω: Εξοικείωση με τη βία και άνεση με τα όπλα (όπως αναλύει η δικαστική ψυχολόγος δρ Κάθριν Ράμσλαντ στο βιβλίο της «Inside the Minds of Mass Murderers»).

 Μετά από χρόνια άκαμπτης πειθαρχίας στο σπίτι και ρυθμισμένης ζωής στους Πεζοναύτες, στο Πανεπιστήμιο ο Τσάρλι ήταν ελεύθερος να χρησιμοποιήσει το χρόνο του όπως ήθελε. Σχεδόν αμέσως άρχισε να έχει μπελάδες. Συσσώρευσε χρέη από τζόγο κι αρνιόταν να τα ξεπληρώσει. Οι βαθμοί του δεν ήταν εντυπωσιακοί, αλλά τους βελτίωσε, αφού παντρεύτηκε την κοπέλα του, την Κάθι, τον Αύγουστο του 1962. Το Σώμα Πεζοναυτών όμως δε συγχωρούσε την προηγούμενη διαγωγή του. Η υποτροφία του ακυρώθηκε κι επέστρεψε στην ενεργό δράση τον Φεβρουάριο του 1963.

Ο Τσαρλς Γουίτμαν και η Κάθι την ημέρα του γάμου τους
Ο Τσαρλς Γουίτμαν και η Κάθι την ημέρα του γάμου τους © Wikimedia Commons

Μετά από ενάμιση χρόνο ελευθερίας, βρήκε την πειθαρχία της στρατιωτικής ζωής καταπιεστική. Δυσανασχετούσε κι αυτό φαινόταν στη συμπεριφορά του. Στράφηκε στον πατέρα του για βοήθεια και τελικά η θητεία του μειώθηκε κατά ένα χρόνο και τον Δεκέμβριο του 1964 απολύθηκε. Επέστρεψε στο Όστιν με μια αίσθηση σκοπού. Ένιωθε ότι είχε αποτύχει ως πεζοναύτης και ως φοιτητής και ήταν αποφασισμένος να λυτρωθεί. Αντιμετώπιζε κρίσεις θυμού κι απογοήτευσης. Η Κάθι συντηρούσε το σπιτικό τους, δουλεύοντας ως καθηγήτρια, και ο Τσάρλι γνώριζε καλά ότι η γυναίκα του έβγαζε περισσότερα από εκείνον. Επιπλέον, συνέχισε να δέχεται χρήματα και ακριβά δώρα από τον πατέρα του και μισούσε τον εαυτό του γι’ αυτό. Μισούσε την αποτυχία, αλλά δεν είχε καταφέρει να κάνει τίποτα από τότε που έφυγε από το σπίτι στα 18. Έβλεπε ότι δεν μπορούσε να διατηρήσει την περιποιημένη εμφάνιση που είχε ως πεζοναύτης, έπαιρνε βάρος κι αυτό το θεωρούσε ένδειξη αδυναμίας. Εξωτερικά, ήταν επιμελής κι ευσυνείδητος, αφοσιωμένος σύζυγος, σκληρά εργαζόμενος πολίτης. Μέσα του όμως έβραζε από μίσος για τον εαυτό του. Η Κάθι Γουίτμαν παρατήρησε την όλο και πιο ζοφερή θεώρησή του για τη ζωή και το μέλλον και τον παρότρυνε να συμβουλευτεί ειδικό.

Texas University Clock-tower Sniper 1966

Στο μεταξύ, οι γονείς του Τσαρλι χώρισαν μετά από έναν ακόμη βίαιο καβγά και η μητέρα του μετακόμισε στο Όστιν, καθώς κι ο ένας αδερφός του. Οι ταραγμένες σχέσεις των συγγενών του τον ακολουθούσαν. Σε αυτό το μέρος όπου ήταν αποφασισμένος να κάνει μια νέα αρχή του θύμιζαν συνεχώς το παρελθόν του. Η κατάθλιψη και το άγχος επιδεινώθηκαν και η Κάθι τελικά τον έπεισε να δει τον ψυχίατρο του Πανεπιστημιακού Κέντρου Υγείας. Ο Τσάρλι μίλησε κυρίως για την απουσία επιτευγμάτων στη ζωή του και το μίσος του για τον πατέρα του. Είπε στον ψυχίατρο πως φανταζόταν ότι ανεβαίνει στον Πύργο με ένα τουφέκι και πυροβολεί ανθρώπους. Ο ψυχίατρος δεν ενοχλήθηκε, πολλοί από τους ασθενείς του είχαν κάνει αναφορές στον Πύργο κι ο Τσάρλι δε φαινόταν να μιλάει σοβαρά. Δεν τον θεώρησε απειλή για τον εαυτό του ή για τους άλλους (τίποτα άλλο δεν υποδήλωνε ότι θα έκανε ό,τι έκανε).

Το ημερολόγιο που κρατούσε ο Τσαρλς Γουίτμαν
Το ημερολόγιο που κρατούσε ο Τσαρλς Γουίτμαν © Wikimedia Commons

Το καλοκαίρι του 1966 ο Τσάρλι ήταν επιμελής στα μαθήματά του και στη δουλειά του, ως βοηθός ερευνητή, με τη βοήθεια της αμφεταμίνης Dexedrine. Αλλά παρότι μελετούσε και δούλευε πολλές ώρες, δεν κατάφερνε όσα ήθελε. Η αυτοεκτίμησή του έπεσε ακόμη πιο χαμηλά, ήταν υπό πίεση και πορευόταν προς τη βία. Καθώς η ζέστη εντεινόταν, οι φαντασιώσεις του γίνονταν φονικές, ονειρευόταν ότι σκότωνε ανθρώπους. Από το 1963 έγραφε ακατάπαυστα και εκτενώς στο ημερολόγιό του (Υπεργραφία είναι η παθολογική κατάσταση με την ασταμάτητη κι ακατανίκητη επιθυμία για γραφή). Έγραφε για τους αφόρητους πονοκεφάλους που είχε τον τελευταίο χρόνο και για την επιθυμία του να διενεργηθεί νεκροψία στον εγκέφαλό του, όταν θα έχει σκοτωθεί, όπως προέβλεπε. 

«Και οι δυο νεκρές» έγραψε τα ξημερώματα της 1ης Αυγούστου 1966, αφού είχε μαχαιρώσει τη μητέρα του και μετά τη γυναίκα του, για να τις απαλλάξει από τον πόνο και τη ντροπή. Μετά έγραψε σημειώματα για τους αδελφούς και για τον πατέρα του. Στη συνέχεια ξεκίνησε τις προετοιμασίες για το φονικό ξεφάντωμα που θα ακολουθούσε σε λίγες ώρες.

Ήταν πραγματικό μακελειό: 14 άνθρωποι -φοιτητές, επαγγελματίες, παιδιά, νέοι- κείτονταν νεκροί και 31 τραυματισμένοι και αβοήθητοι, όταν γύρω στη 1.24 μμ. η αστυνομία, με τη συνδρομή δυο οπλισμένων πολιτών, πλησίασε τον Πύργο, διαπίστωσε ότι επρόκειτο για έναν μόνο ελεύθερο σκοπευτή και όχι για… έναν λόχο όπως είχε υποθέσει, και εξουδετέρωσε τον Γουίτμαν σκοτώνοντάς τον. Στη νεκροψία οι γιατροί ανακάλυψαν έναν όγκο στον εγκέφαλό του. Μερικοί θεωρούν τον όγκο αιτία των πράξεών του, ενώ άλλοι το αμφισβητούν.

[Αναζητώντας παλιά πληροφορίες για την «Υπεργραφία» σε περιπτώσεις επιληπτικών δολοφόνων είχα οδηγηθεί στον Τσαρλς Γουίτμαν. Θυμήθηκα την ιστορία του την περασμένη βδομάδα, που ο συγγραφέας Chris Carter στην επίσκεψή του στην Αθήνα ρωτήθηκε από αναγνώστρια αν ένας σίριαλ κίλερ γεννιέται ή γίνεται. Ο Carter απάντησε ότι μπορεί να ισχύουν και τα δυο, αναφερόμενος στον μαζικό δολοφόνο Τσαρλς Γουίτμαν, όπου υπήρχε η προδιάθεση, αλλά υπήρχε ίσως και ιατρική εξήγηση].

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ