Κοσμος

Αφγανιστάν: Τι συνέβη στις δεκαετίες 1980 και 1990

Ιστορία και μια απόπειρα ερμηνείας της αμερικανικής πολιτικής στο Αφγανιστάν σε τέσσερα άρθρα

Σώτη Τριανταφύλλου
Σώτη Τριανταφύλλου
6’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Αφγανιστάν: Τι συνέβη τις δεκαετίες 1980 και 1990
© Paula Bronstein / Getty Images / Ideal Image

Σύντομο χρονικό του Αφγανιστάν - 2ο μέρος: τι συνέβη στο Αφγανιστάν στη διάρκεια των δεκαετιών 1980 και 1990

Είχαμε μείνει στην ευρείας κλίμακας εμπλοκή των ΗΠΑ στο Αφγανιστάν το 1981-2 και στην κήρυξη πολέμου δια πληρεξουσίου με τη Σοβιετική Ένωση. [σύνδεσμος με το προηγούμενο κομμάτι]. Από το 1980, οι Σοβιετικοί στήριζαν την κυβέρνηση του Μπαμπράκ Καρμάλ, ενώ αντάρτες μουτζαχεντίν ―«ιεροί μαχητές»― πολεμούσαν τον Καρμάλ και τις σοβιετικές δυνάμεις με την άλλοτε σιωπηρή, άλλοτε ενεργή, συμμετοχή της πλειοψηφίας των Αφγανών. Ο εμφύλιος πόλεμος που συνεχίστηκε μέχρι την αποχώρηση των Ρώσων το 1989 είχε ως αποτέλεσμα ένα εκατομμύριο νεκρούς Αφγανούς και 15.000 Σοβιετικούς (οι αμερικανικές πηγές αναφέρουν 28.000 αλλά δεν έχει ιδιαίτερη σημασία), ενώ πάνω από τρία εκατομμύρια Αφγανοί κατέφυγαν στο γειτονικό Πακιστάν, το οποίο εξόπλιζε τους ισλαμιστές αντάρτες μαζί με τις ΗΠΑ. Θέλω να πω ότι οι πρόσφυγες δεν ήταν απαραιτήτως εχθροί ή θύματα των Ταλιμπάν· πολλοί κατέφυγαν σε άλλες μουσουλμανικές χώρες επειδή η ζωή στο Αφγανιστάν ήταν αβίωτη: πόλεμος, φτώχεια κτλ.

Το 1983 ο Αμερικανός πρόεδρος Ρόναλντ Ρέιγκαν καλωσόρισε πολέμαρχους μουτζαχεντίν στον Λευκό Οίκο: λίγα χρόνια αργότερα, το 1987, ο ηγέτης τους, ο Γιουνές Χαλίς (Μοχάμεντ κι αυτός όπως οι περισσότεροι), φωτογραφήθηκε μαζί με τον Ρέιγκαν στο Oval Office με πλατιά χαμόγελα: Πάρε τα λεφτά (απ’ τα ηλίθια αμερικανάκια) και τρέχα. Το άλμπουμ των φωτογραφιών των μουτζαχεντίν με Αμερικανούς αξιωματούχους φαίνεται σήμερα εντελώς ασυνάρτητο· σαν αποτέλεσμα μοντάζ και photoshop ― ασυνάρτητο ήταν εξαρχής αλλά κανείς στις ΗΠΑ δεν μιλούσε ανοιχτά: οι Αμερικανοί ήταν και είναι ικανοί να συμμαχήσουν με τον χειρότερο εχθρό τους για να στριμώξουν τη Ρωσία, ενώ συγκινούνται μέχρι δακρύων από τον θρησκευτικό πυρετό· θεωρούν τη «θρησκευτική ελευθερία» ιερό δικαίωμα. Οι άθεοι είναι εκείνοι που τους εκνευρίζουν περισσότερο και έναντι των οποίων είναι πιο καχύποπτοι. Κάνω αναπόφευκτα συγκρίσεις, πράγμα όχι τόσο ευγενικό αλλά απαραίτητο σε οποιαδήποτε ανάλυση.

Έτσι κι αλλιώς, η αμερικανική πολιτική σε όλη τη δεκαετία του 1980 ήταν μια σειρά εξωφρενικών συμμαχιών με απατεώνες και καθάρματα, από τους Κόντρας της Νικαράγουα μέχρι τους Σαουδάραβες και τους Πακιστανούς οι οποίοι είχαν, φυσικά, τη δική τους ισλαμιστική ατζέντα. Το 1986, αναβάθμισαν το στρατιωτικό υλικό που έστελναν στους μουτζαχεντίν οι οποίοι στο εξής, χρησιμοποιώντας αντιαεροπορικούς πυραύλους Stinger, άρχισαν να κατατροπώνουν τις σοβιετικές εναέριες δυνάμεις: στο έδαφος οι Ρώσοι δεν είχαν καμιά ελπίδα, δεν γνώριζαν επαρκώς τη γεωγραφία και σε μάχες σώμα με σώμα ―τρόπος του λέγειν― ήταν χαμένοι από χέρι· οι μουτζαχεντίν τους έγδερναν ζωντανούς. Εκείνη την εποχή, ο Καρμάλ πάσχιζε να δημιουργήσει λαϊκή βάση για το μαρξιστικό Λαϊκό Δημοκρατικό Κόμμα εισάγοντας αρκετές μεταρρυθμίσεις, μεταξύ των οποίων ήταν οι Θεμελιώδεις Αρχές της Λαϊκής Δημοκρατίας του Αφγανιστάν μέσω των οποίων παραχωρούσε αμνηστία σε όσους είχαν φυλακιστεί κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησης του Νουρ Μουχάμαντ Ταράκι και του Αμίν. Επίσης, η κυβέρνηση Καρμάλ, για να κατευνάσει τα πλήθη, αντικατέστησε την κόκκινη σημαία της πτέρυγας Χαλκ με μια πιο παραδοσιακή: παρ’ όλ’ αυτά, στα μάτια του αφγανικού λαού και των ανταρτών μουτζαχεντίν, το μαρξιστικό κόμμα παρέμενε εχθρικό και ξένο «προς τις παραδόσεις».

Το 1985, οι αποτυχίες της πολιτικής του Καρμάλ και το αδιέξοδο που ακολούθησε οδήγησαν τη σοβιετική ηγεσία ―τον ίδιο τον Γκορμπατσόφ― να αποφασίσει την απομάκρυνσή του Καρμάλ και την αντικατάστασή του από τον Μοχάμαντ Νατζιμπουλάχ. Αλλά, ούτε ο Νατζιμπουλάχ κατάφερε τίποτα: οι Αφγανοί μισούσαν εγκάρδια τους Ρώσους και τους ρωσόφιλους, όπως μισούσαν τους Αμερικανούς και τους αμερικανόφιλους παρότι οι Αμερικανοί τούς βοηθούσαν εναντίον των Ρώσων. Το 1988, μετά από μια συμφωνία στη Γενεύη, η ΕΣΣΔ, οι ΗΠΑ και το Πακιστάν δέχτηκαν να αποχωρήσουν από το Αφγανιστάν. Οι Ρώσοι είχαν απογοητευτεί: τι λαός ήταν αυτός που δεν ήθελε σχολεία και βιομηχανίες; Και που άλλη δουλειά δεν είχε από το να προσεύχεται πέντε φορές την ημέρα με το βλέμμα στραμμένο στη Μέκκα; Τι ήταν αυτή η Μέκκα επιτέλους;; Εξάλλου, το 1989-1991 η Σοβιετική Ένωση είχε άλλες δουλειές: το θωρηκτό βούλιαζε. Μαζί της βούλιαζε το φιλοκομμουνιστικό καθεστώς του Νατζιμπουλάχ. Τελικά, ο Νατζιμπουλάχ κατέφυγε στο κτίριο του ΟΗΕ στην Καμπούλ απ’ όπου δεν ξεμύτισε επί τέσσερα χρόνια. Όταν ξεμύτισε βρήκε φρικτό θάνατο.

Το 1991 οι μουτζαχεντίν είχαν φτάσει στην περιοχή της πρωτεύουσας. Και παρότι το Πακιστάν τούς είχε εξοπλίσει, συνέχισε να δέχεται πρόσφυγες που, όπως είπα, ήταν, υποτίθεται, εχθροί τους. Όσο για τους σιίτες, προτίμησαν όπως ήταν φυσικό να ζητήσουν άσυλο στο Ιράν αν και η θέση τους ως μειονότητα στο Πακιστάν δεν θεωρείται προβληματική: παρά κάποια βίαια επεισόδια που σημειώνονται κατά καιρούς, στο Πακιστάν οι σουνίτες συνυπάρχουν ειρηνικά με τους σιίτες. Παραλλήλως, οι μουτζαχεντίν βάλθηκαν να τσακώνονται μεταξύ τους: στη διάρκεια των μαχών στα περίχωρα της Καμπούλ το 1991, σκοτώθηκαν 50.000 άνθρωποι και η πόλη μισοκαταστράφηκε. Οι μουτζαχεντίν που ήταν αφοσιωμένοι στον Γκουλμπουντίν Χακματγιάρ ―που ήταν γνωστό ότι εισέπραττε μεγάλα ποσά από την Πακιστανική Υπηρεσία Πληροφοριών και ότι οργάνωνε επιθέσεις με βιτριόλι εναντίον ακάλυπτων γυναικών― επετέθησαν ακόμα και στο μουσείο της πόλης βανδαλίζοντας και λεηλατώντας το. Από αυτούς τους μουτζαχεντίν προέκυψαν οι Ταλιμπάν, νεαροί που είχαν σπουδάσει σε ισλαμικές σχολές στο Πακιστάν και σε επαρχιακές αφγανικές πόλεις, οι οποίοι κατέλαβαν για πάρτη τους την Κανταχάρ υποσχόμενοι στους κατοίκους τάξη, θρησκεία και ασφάλεια. Με λίγα λόγια, τη σοβιετόφιλη κεντρική διοίκηση αντικατέστησαν οι πιο εξτρεμιστικές φράξιες των μουτζαχεντίν: δεν μιλάμε ακριβώς για κυβέρνηση· μιλάμε μάλλον για τοπικές εξουσίες φυλάρχων οι οποίοι είχαν οικειοποιηθεί τα χωράφια με τις παπαρούνες. Με τα χρήματα από το όπιο αγόραζαν όπλα από οποιαδήποτε πηγή τους συνέφερε.

Μια από τις διαφορές μεταξύ των φατριών ήταν ―και είναι― το ζήτημα της πρόθεσης εξισλαμισμού και κατάκτησης της Δύσης: μια μερίδα φονταμενταλιστών ενδιαφερόταν για τη δημιουργία περίκλειστης ισλαμικής κοινωνίας, ενώ μια άλλη επιθυμούσε την εξαγωγή ισλαμισμού στη Δύση με σκοπό την εκδίκηση και την ταπείνωσή της. Το φαινομενικά παράδοξο ήταν ότι οι Ταλιμπάν, παρότι τους είχαν εξοπλίσει οι ΗΠΑ, στράφηκαν εναντίον των Αμερικανών όχι εναντίον των Ρώσων οι οποίοι τους είχαν πολεμήσει επί εννέα χρόνια. Υπήρχε βεβαίως η πρόθεση αλλά έλειπε η ευκαιρία. Στο μεταξύ, εμφανίστηκε δημοσίως η Αλ-Κάιντα ως διεθνές τρομοκρατικό δίκτυο στο οποίο συμμετείχαν πολλές τρομοκρατικές οργανώσεις Αράβων και Αφγανών. Τα μέλη της Αλ-Κάιντα εκπαιδεύονταν σε στρατόπεδα στο Αφγανιστάν στρατολογώντας όσους μουτζαχεντίν ήταν πρόθυμοι να συμμετέχουν να τρομοκρατικές ενέργειες και αποστολές αυτοκτονίας. Έτσι, στα μέσα της δεκαετίας του 1990, έφτασε στο Αφγανιστάν το ανώτερο στέλεχος της Αλ-Κάιντα Οσάμα μπιν Λάντεν, ο οποίος είχε απελαθεί από το Σουδάν: στο Αφγανιστάν, ο Μπιν Λάντεν συνάντησε τον μονόφθαλμο (το αναφέρω ως εξωτική λεπτομέρεια) ηγέτη Μουλάχ Μοχάμαντ Ομάρ· η συνάντηση πυροδότησε καινούργια φάση τζιχάντ εναντίον της Δύσης. Σ’ αυτή τη φάση συμμετείχε όλος ο ισλαμικός κόσμος συμπεριλαμβανομένων των χωρών που διατηρούσαν εμπορικές και φιλικές σχέσεις με τις ΗΠΑ όπως η Τουρκία, το Πακιστάν ―το οποίο, υπογραμμίζω, έχει πληθυσμό πάνω από 220 εκατομμύρια, συν πυρηνικό οπλοστάσιο: δεν μπορείς εύκολα να το αγνοήσεις― το Κατάρ και η Σαουδική Αραβία. Ο Μπιν Λάντεν, που είχε στηρίξει τους Αφγανούς μουτζαχεντίν στη διάρκεια των αφγανο-σοβιετικού πολέμου, πήγε στο Αφγανιστάν για να βοηθήσει στην ολοκληρωτική κατάληψη της Καμπούλ και στη δολοφονία του Νατζιμπουλάχ, τον οποίον οι Ταλιμπάν κρέμασαν δημοσίως το φθινόπωρο του 1996. 

Αφγανιστάν: Τι συνέβη τις δεκαετίες 1980 και 1990
Δημοσίευμα του Ιndependent υπέρ του Οσάμα μπιν Λάντεν το 1993. Το 30% της βρετανικής εφημερίδας αγόρασε Σαουδάραβας επιχειρηματίας

Το 1997-1998 οι ζηλωτές επικράτησαν σε ολόκληρη τη χώρα επιβάλλοντας τη θεοκρατία όπως την αντιλαμβάνονταν: κλείνοντας τα σχολεία, απαγορεύοντας την ιατρική περίθαλψη των γυναικών (μιας και, αποκλείοντας τις γυναίκες από την εργασία, δεν υπήρχε γυναικείο υγειονομικό προσωπικό), τιμωρώντας με ακρωτηριασμούς, εκτελέσεις και τα τοιαύτα. Μόνο τρεις χώρες αναγνώρισαν τη νομιμότητά τους: το Πακιστάν (όπου μόλις είχε απομακρυνθεί η Μπεναζίρ Μπούτο, κόρη του πρωθυπουργού τον οποίον το 1979 είχε καθαρίσει ο δικτάτορας Ζία, ο κολλητός του Τσάρλι Γουίλσον, του Αβράκωτου και της Τζόαν Χέριγκ), η Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Και ενώ μέχρι πρότινος οι ΗΠΑ είχαν ενώσει τις δυνάμεις τους με αυτές τις χώρες   ―grosso modo με το σουνιτικό Ισλάμ και εναντίον του Ιράν― είπαν γράψε λάθος: μετά τις τρομοκρατικές επιθέσεις της Αλ-Κάιντα στις αμερικανικές πρεσβείες στην Κένυα και στην Τανζανία, το καλοκαίρι του 1998, έπληξαν με πυραύλους την πόλη Χοστ στο ανατολικό Αφγανιστάν και ένα χρόνο αργότερα το συμβούλιο ασφαλείας του ΟΗΕ επέβαλε κυρώσεις στους Ταλιμπάν και στην Αλ-Κάιντα. (Είχαν μια σκασίλα για τις «κυρώσεις»…) Με λίγα λόγια, οι Αμερικανοί άλλαξαν στρατόπεδο, ή μάλλον έγιναν το αντίπαλο στρατόπεδο. Στο μεταξύ αναρωτιούνταν απορημένοι: Μα, γιατί μας μισούν;

Η απάντηση χάνεται στα βάθη του παρελθόντος και στην αντιδυτική παράδοση του Ισλάμ. Αλλά στο μίσος εναντίον των απίστων Αμερικανών έπαιζε ρόλο, εκτός από τη θρησκεία, ο εθνικισμός: μετά την αποχώρηση των Ρώσων εισήλθαν οι αμερικανικές στρατιωτικές βάσεις παρέμειναν στο αφγανικό έδαφος διευκολύνοντας τις «ξένες» επιχειρήσεις στην κατασκευή δρόμων και αρδευτικών έργων. Η επέμβαση στα εσωτερικά της χώρας απάλλαξε τις ισλαμιστικές ομάδες από την «υποχρέωση» που ένιωθαν έναντι των ΗΠΑ και μπορούσαν πια να στραφούν εναντίον τους ―την αρχηγία αυτής της καινούργιας εκστρατείας φέρεται να ανέλαβε, μεταξύ άλλων, ο Οσάμα Μπιν Λάντεν. Για να στρατολογήσουν τρομοκράτες εναντίον των ΗΠΑ, οι φονταμενταλιστές χρησιμοποιούσαν ως επιχείρημα τη συμμαχία ΗΠΑ-Ισραήλ ―το Ισραήλ ήταν ο υπ’ αριθμόν 1 εχθρός― και τον δυτικό πολιτιστικό ιμπεριαλισμό ο οποίος διέβρωνε τις συνειδήσεις των μουσουλμάνων σε όλο τον κόσμο. H απάντηση στον εκδυτισμό ήταν ο εξισλαμισμός της Δύσης και η επιστροφή της Ανατολής στο καθαρό από προσμίξεις Ισλάμ. Πώς θα γινόταν αυτό; Με δίκτυο σαλαφιστικών και γενικά φονταμενταλιστιών τζαμιών παντού στον κόσμο: όπως οι ισλαμιστές είχαν εκμεταλλευτεί την αντισοβιετική μανία των Αμερικανών, εκμεταλλεύτηκαν τη δυτική δημοκρατία με τη θρησκευτική της ελευθερία και προπάντων με μια άλλη μανία, τη μανία της εθνικής, φυλετικής και θρησκευτικής πολυμορφίας. [συνεχίζεται]

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ