Μουσικη

Τάνια Γιαννούλη: Η μουσική που γράφουμε είναι η ζωή μας

«In Fading Light», ένας δίσκος αυτοσχεδιαστικής ευρωπαϊκής jazz, όπου δίπλα στο πιάνο τοποθετείται μια τρομπέτα κι ένα ούτι

giorgos-florakis.jpg
Γιώργος Φλωράκης
6’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Η πιανίστρια και συνθέτρια Τάνια Γιαννούλη

Συνέντευξη: Η Τάνια Γιαννούλη μιλάει στην ATHENS VOICE για το νέο της άλμπουμ «In Fading Light», την αυτοσχεδιαστική ευρωπαϊκή jazz, τη μουσική διαδρομή της

Ο πρώτος δίσκος της Τάνιας που άκουσα ήταν το «Forest Stories» που έκανε με τον Paulο Chagas, πίσω στο 2012. Δίσκος-έκπληξη, από την άποψη ότι δύσκολα περιμένεις μια τόσο προχωρημένη ηχητική προβληματική από μουσικό στην Ελλάδα. Το 2015 έρχεται το «Transcendence», μία ακόμη μεγάλη έκπληξη, όχι μόνο επειδή πρόκειται για έναν ιδιαίτερα υψηλού επιπέδου δίσκο αλλά και λόγω της ευφάνταστης επιλογής των οργάνων: σαξόφωνο, τσέλο, κρουστά και τύμπανα. Και πάνω που πιστεύεις ότι στο επόμενο βήμα θα ανοίξει ακόμα περισσότερο τον αριθμό των οργάνων, παίρνοντας δρόμους αντίστοιχους με αυτούς της –ας πούμε- της Carla Bley, εκείνη επιλέγει μόνο την τρομπέτα και το ούτι για να συνοδεύσουν το πιάνο της, οδηγώντας σε δρόμους που μπορούν να τη φέρουν πιο κοντά στο ύφος του Anouar Brahem.

Night Flight

To «In Fading Light» είναι ένας σπουδαίος δίσκος, ό,τι καλύτερο έχει κάνει η Τάνια Γιαννούλη ως τώρα. Ζωηρός και την ίδια στιγμή ατμοσφαιρικός, μία ακόμη πολύ μεγάλη έκπληξη. Και στο μέλλον; Το απίστευτο solo concerto της στις Βρυξέλλες δείχνει τον δρόμο. Δεν έχουμε παρά να περιμένουμε λίγο καιρό ακόμα μέχρι την επόμενη –ακόμα μεγαλύτερη- έκπληξη…

Γεια σου Τάνια! Πού σε βρίσκει αυτή η συζήτηση; Τι βλέπεις από το παράθυρό σου;
Γεια σου, Γιώργο, έχω επιστρέψει στην Αθήνα μετά από απουσία ενάμιση μήνα. Από το παράθυρό μου βλέπω ένα πεύκο.

Ας ξεκινήσουμε από το σχετικά πρόσφατο παρελθόν: Το «Transcendence» ήταν ένας εξαιρετικά επιτυχημένος δίσκος. Πού πιστεύεις ότι οφείλεται η επιτυχία του;
Νομίζω πως δεν μπορώ να πάρω την απαιτούμενη απόσταση για να απαντήσω στην ερώτησή σου. Πιστεύω πως, πέρα από το ότι όλοι οι μουσικοί που έπαιξαν σε αυτόν τον δίσκο είναι εξαιρετικοί, η μουσική μου γλώσσα είναι αρκετά προσωπική και πρωτότυπη. Κι αυτό ίσως είναι ένας από τους λόγους της μεγάλης απήχησης που είχε ο δίσκος αυτός.

Τι πόρτες άνοιξε για σένα αυτός ο δίσκος;
Σίγουρα ο δίσκος αυτός είχε πρόσβαση σε ένα ευρύτερο κοινό, στην Ευρώπη αλλά και αλλού. Και βέβαια, είχα τις πρώτες μου συναυλίες σε κάποια μεγάλα ευρωπαϊκά φεστιβάλ (όπως το Madrid International Jazz Festival) παίζοντας την μουσική του «Transcendence», με το Tania Giannouli Ensemble.

Στον βαθμό που οι συνθέσεις των δίσκων σου είναι σχεδόν ολοκληρωτικά δικές σου, ποιο είναι το κριτήριο που επιλέγεις τα όργανα και τους μουσικούς που θα έχεις κοντά σου για κάποιον δίσκο;
Πάντα έχει να κάνει με τον ήχο που στον οποίο θέλω να φτάσω, τα ηχοχρώματα, τις ιδιαίτερες χροιές που είναι ήδη εκεί αλλά κι αυτές που θα ήθελα να εξερευνήσω, γράφοντας μουσική. Φυσικά έχει να κάνει και με την προσωπική σχέση που αναπτύσσεται με τους μουσικούς. Χωρίς μια καλή σχέση, δεν μπορεί να είναι καλή και η μουσική. Οι συνεργασίες δεν είναι εύκολες.

Η πιανίστρια και συνθέτρια Τάνια Γιαννούλη
© Πηνελόπη Γερασίμου

Το «Rewa» βέβαια με το Rob Thorne και τον Steve Garden ήταν μια διαφορετική περίπτωση. Πού βασιζόταν αυτός ο δίσκος;
Ο Rob, ένας καταπληκτικός Νεοζηλανδός μουσικός, εκτελεστής των taonga puoro -τα παραδοσιακά όργανα των Μαορί- ήρθε για λίγες μέρες στην Αθήνα το 2017, για να κάνει μια συναυλία στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση. Είχαμε συμφωνήσει να μπούμε σε ένα στούντιο για δυο μέρες και να ηχογραφήσουμε. Αν το υλικό μας ικανοποιούσε, θα το κυκλοφορούσαμε στην Rattle (το νεοζηλανδικό label που εκδίδει τη μουσική και των δυο μας). Ολόκληρος ο δίσκος βασίζεται στον ελεύθερο αυτοσχεδιασμό. Τίποτα δεν ήταν γραμμένο από πριν. Δεν θα μπορούσε άλλωστε, μιας και ο τρόπος που ο Rob προσεγγίζει τη μουσική μέσω όλων αυτών των περίεργων οργάνων που είναι κοχύλια, κέρατα ζώων, πέτρες κτλ, είναι εντελώς διαφορετικός από την προσέγγιση της Δυτικής μουσικής - ο κόσμος από τον οποίο προέρχομαι εγώ. Ο Steve Garden ήρθε αργότερα και «πείραξε» με τρόπο σχεδόν ανεπαίσθητο αυτό που ηχογραφήθηκε τις δύο αυτές μέρες στην Αθήνα. Είμαι πραγματικά περήφανη για τον δίσκο αυτό.

Η πιανίστρια και συνθέτρια Τάνια Γιαννούλη

Το «Transcendence» ήταν ένας δίσκος πολύ υψηλών προδιαγραφών. Τι ένιωθες να χρειάζεται για να προχωρήσεις ακόμη πιο μπροστά;
Για μένα δεν τίθεται θέμα «πιο μπροστά». Αυτό όμως που πραγματικά με ενδιαφέρει είναι να κάνω, κάθε φορά, κάτι που θα είναι (για μένα, βασικά) συναρπαστικό και προκλητικό. Δεν θα ήθελα καθόλου να μπω σε μία κατάσταση επανάληψης του «Transcendence» ή οποιουδήποτε άλλου έργου μου, όσο και αν ήταν ένας πολύ καλός δίσκος. Ακόμη και αν ηχογραφούσα ξανά νέο υλικό με το Tania Giannouli Ensemble, θα το έκανα σίγουρα με διαφορετικό τρόπο σήμερα.

Το σχήμα πιάνο - τρομπέτα - ούτι είναι απολύτως ασυνήθιστο. Γιατί διαλέγεις αυτά τα όργανα;
Πολύ απλά, γιατί είναι δύο από τα όργανα που πραγματικά αγαπώ. Για λόγους που δεν ξέρω εντελώς συνειδητά.

Τι αντιπροσωπεύει το καθένα από αυτά για σένα;
Δεν ξέρω ακριβώς την απάντηση σε αυτό που με ρωτάς. Μου αρέσει το «εξομολογητικό» που έχει το ούτι και το «ταξίδι» -όπως μπορεί κανείς να το ερμηνεύσει αυτό- που έχει η τρομπέτα.

Τι προσφέρει καθένα από τα τρία όργανα στο συνολικό σου όραμα;
Μου αρέσει πολύ ο τρόπος που ο Κυριάκος και ο Ανδρέας παίζουν το ούτι και την τρομπέτα, αντίστοιχα. Και χαίρομαι που και οι δύο ήταν πολύ ανοιχτοί στο να δοκιμάσουν  καινούργια πράγματα, ήχους, τεχνικές, «γλώσσες» αλλά φυσικά να βάλουν και τη δική τους προσωπικότητα σε όλο αυτό. Είναι δύο εξαιρετικοί μουσικοί.

Tania Giannouli Trio at Jazzfest Berlin 2018 (Labyrinth)

Με ποιον τρόπο έστησες τη διαδικασία ηχογράφησης του «In Fading Light»;
Είχαμε ήδη σχεδόν δύο χρόνια συναυλιών πίσω μας, σε κάποια πολύ σημαντικά φεστιβάλ, όπως το Jazzfest Berlin του Berliner Festspiele, πριν τελικά μπούμε στο στούντιο. Κι αυτό πιστεύω πως φαίνεται στην ωριμότητα των κομματιών και το δέσιμό μας. Ο δίσκος γράφτηκε τελικά σε δύο δόσεις, με απόσταση μερικών μηνών.

Πώς έφτασες στο solo piano κοντσέρτο στις Βρυξέλλες; Τι απαιτήσεις έχει ένα τέτοιο εγχείρημα;
Μετά το δίπλωμά μου σαν σολίστ πιάνου είχα παίξει ελάχιστα μόνη. Πάντα με ενδιέφερε περισσότερο να παίζω με άλλους. Τον Μάρτιο του 2020, λίγο πριν το lockdown, ο Δημήτρης Τρίκας μου πρότεινε να πάω στο στούντιο της ΕΡΤ για μια συνέντευξη κι ένα solo piano κοντσέρτο σε ζωντανή μετάδοση. Η ιδέα με ιντρίγκαρε και με έβαλε στην διαδικασία να ψάξω το υλικό μου –έπαιξα μόνο δικές μου συνθέσεις- και να στήσω ένα πρόγραμμα μόνο με το πιάνο μου. Τους μήνες του εγκλεισμού που ακολούθησαν, μπήκα σε μια διαδικασία μελέτης και σύνθεσης νέας μουσικής για πιάνο. Όλα αυτά κατέληξαν σε μια πρόσκληση για ένα solo piano κοντσέρτο από το γερμανικό Enjoy Jazz Festival, τον περασμένο Οκτώβριο. Έπαιξα στην Kunsthalle του Mannheim, το κοινό με αποδέχτηκε με ενθουσιασμό και μια καταπληκτική κριτική γράφτηκε για τη συναυλία αυτή από το αγγλικό περιοδικό Jazzwise. Η συναυλία στο φεστιβάλ σύγχρονης μουσικής Ars Musica στις Βρυξέλλες, ήταν, αρχικά, μια συναυλία του The Book of Lost Songs - το νέο μου project με την τραγουδίστρια Maria Pia De Vito και τον Michele Rabbia. Οι συνθήκες όμως δεν επέτρεψαν στους συνεργάτες μου να ταξιδέψουν κι έτσι τελικά βρέθηκα να δίνω ένα δεύτερο solo κοντσέρτο, στις Βρυξέλλες αυτή τη φορά.

REWA live at Enjoy Jazz festival 2019 (Tania Giannouli/ Rob Thorne feat. Michele Rabbia)

Το «In Fading Light» μου φάνηκε ένα από τα πιο ζωντανά, σύγχρονα άλμπουμ ευρωπαϊκής αυτοσχεδιαζόμενης μουσικής. Σε περνάει σε ένα άλλο επίπεδο, όπως ακριβώς και το solo piano κοντσέρτο σου στις Βρυξέλλες. Η ευκολία σου να περνάς από το ένα σχήμα στο άλλο και από το ένα ύφος στο άλλο, να οδηγείσαι ακόμη και σε ένα τόσο επιτυχημένο solo piano κοντσέρτο σε κάνει άραγε να νιώθεις σαν ένας εκκολαπτόμενος ευρωπαίος Keith Jarrett ή είναι μόνο δική μου σκέψη αυτή;
Με κολακεύει φυσικά αυτό που λες... Νομίζω πως συμβαίνει αυτό που είπα και πριν. Έχω ανάγκη να κάνω διαφορετικά πράγματα. Από το Tania Giannouli Ensemble στα Μαορί όργανα και από το ιδιόρρυθμο τρίο με το ούτι και την τρομπέτα στο ηλεκτροακουστικό The Book of Lost Songs. Δεν θα άντεχα να μπω σε μια ρουτίνα, παίζοντας με το ίδιο σχήμα συνέχεια.

Πώς ισορροπείς ανάμεσα στη λόγια και την αυτοσχεδιαζόμενη μουσική;
Δεν σκέφτομαι καθόλου με αυτούς τους όρους και φυσικά δεν αναλύω με τον τρόπο αυτό την μουσική μου, ειδικά όταν συνθέτω. Για μένα η μουσική είναι μια. Φυσικά κουβαλάω τις επιρροές μου, τις κλασικές σπουδές του πιάνου, τη μελέτη των συνθετών του 20ού και 21ου αιώνα από τις σπουδές μου στη σύνθεση, το παραδοσιακό, μερικές φορές ιδίωμα, μόνο και μόνο επειδή είμαι Ελληνίδα. Και βέβαια τον αυτοσχεδιασμό. Αυτά δεν μπορεί να τα αποφύγει κανείς. Η μουσική που γράφουμε όμως δεν είναι μόνο οι επιρροές μας. Είναι κυρίως η ζωή μας.

Η πιανίστρια και συνθέτρια Τάνια Γιαννούλη

Θα ήθελες να μας πεις δυο λόγια για τη συνεργασία σου με την Maria Pia De Vito και τον περκασιονίστα Michele Rabbia;
Πριν περίπου ενάμιση χρόνο ήρθε μια πρόσκληση από το φεστιβάλ σύγχρονης μουσικής Ars Musica, για να παρουσιάσω ένα έργο με βάση τη φωνή. H Maria Pia De Vito είναι μια μουσικός με μεγάλη καριέρα, με πολύ ευρύ ρεπερτόριο -από όπερα και μεσαιωνική μουσική, έως jazz και ελεύθερο αυτοσχεδιασμό και φυσικά ήταν η ιδανική για αυτό που είχα στο μυαλό μου. Ο Michele Rabbia, είναι ένας μάγος των κρουστών. Με τον Michele είχαμε παίξει και πριν από έναν χρόνο στην πρώτη και μοναδική ίσως παρουσίαση του «Rewa» στη Γερμανία. Η πρεμιέρα του ηλεκτροακουστικού αυτού project -που είναι στην ουσία ένα κουιντέτο- έγινε στο Ludwigshafen στο πλαίσιο του φετινού Enjoy Jazz Festival. Είναι πραγματικά μεγάλη τιμή και χαρά να παίζω με αυτούς τους δύο μουσικούς.

Τι ακούς αυτό τον καιρό;
Brahms, Costello, David Sylvian, Anja Lechner και Francois Couturier, Iva Bittova, Rolan Dyens… και πολλά ακόμη.

Τι να περιμένουμε στο άμεσο μέλλον Τάνια;
Νομίζω ότι πλησιάζει η ώρα για ένα solo piano άλμπουμ!

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ