Κινηματογραφος

Δώσε λίγη αγάπη στον Ελληνικό Κινηματογράφο

Τι ειπώθηκε στη δημόσια συζήτηση που διοργάνωσε η Ένωση Σκηνοθετών - Παραγωγών Ελληνικού Κινηματογράφου

328203-678198.png
Φίλιππος Κόλλιας
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
regular.jpg

Τη Δευτέρα, 26 Νοεμβρίου, η Ένωση Σκηνοθετών - Παραγωγών Ελληνικού Κινηματογράφου διοργάνωσε δημόσια συζήτηση, με βασικό αίτημα τη χάραξη ενιαίας και σταθερής πολιτικής για τον ελληνικό κινηματογράφο -από την εκπαίδευση της νέας γενιάς κινηματογραφιστών και θεατών μέχρι την παραγωγή και τη διανομή της ελληνικής ταινίας.

Σκηνοθέτες και παραγωγοί, δραστήριοι, πολυβραβευμένοι, ήδη αναγνωρισμένοι αλλά και από τη νεότερη γενιά, συγκεντρώθηκαν και διατύπωσαν τα επείγοντα αιτήματά τους και τις προτάσεις τους, ώστε τα αρμόδια υπουργεία και οι κρατικοί φορείς, το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου, η ΕΡΤ, ο ΕΚΟΜΕ, να μπορέσουν να συνεργαστούν αποτελεσματικά και να συντονιστούν για την επιβίωση του ελληνικού κινηματογράφου, του οποίου η ύπαρξη κυριολεκτικά απειλείται.

Στη συζήτηση πήραν μέρος:

Οι σκηνοθέτες-παραγωγοί: Αλέξης Αλεξίου («Ιστορία 52», «Τετάρτη 04:45»), Βασίλης Κεκάτος («Η Σιγή των Ψαριών Όταν Πεθαίνουν»), Μαργαρίτα Μαντά («Για Πάντα», «Ο Μεγάλος Περίπατος της Άλκης»), Δώρα Μασκλαβάνου («Και αν φύγω... θα ξανάρθω», «Πολυξένη»), Πέννυ Παναγιωτοπούλου («Δύσκολοι Αποχαιρετισμοί: Ο Μπαμπάς μου», «September»), Παναγιώτης Φαφούτης («Παράδεισος»), Ελίνα Ψύκου («Η αιώνια επιστροφή του Αντώνη Παρασκευά», «Ο Γιος της Σοφίας») και οι παραγωγοί: Κωνσταντίνος Βασίλαρος («Loving Vincent», «Zizotek»), Μαρἰα Δρανδάκη («A Blast», «Interruption»), Φένια Κοσσοβίτσα - με επιστολή της, μια κα δεν μπόρεσε να παρευρεθεί λόγω γυρίσματος - («Πολυξένη», «Έτερος Εγώ», συμπαραγωγός στο «Μποέμικη Ψυχή» του Τονί Γκατλίφ) και Αμάντα Λιβανού («Park», «Οίκτος»). Τη συζήτηση συντόνισε ο Μάρκος Χολέβας, σκηνοθέτης-παραγωγός («Αυτόπτης Μάρτυρας», «E-mail»).

Ακολουθούν τα βασικά σημεία, στα οποία στάθηκαν οι ομιλητές:

Την τελευταία δεκαετία, όσο το ελληνικό σινεμά αναγνωρίζεται στο εξωτερικό, τόσο στο εσωτερικό δεν υπάρχει η αντίστοιχη υποστήριξη και φροντίδα για την ανάδειξη και ενίσχυσή του. Αν η πολιτεία δεν δράσει άμεσα και συντονισμένα, θα χαθεί και η τελευταία, ιστορική ευκαιρία να χαραχθεί μια συνολική και σταθερή εθνική κινηματογραφική πολιτική, που να ξεκινάει από την παραγωγή για να προχωρήσει στη διανομή, προώθηση και διάδοση της ελληνικής ταινίας στο εσωτερικό - ως πολύτιμου πολιτισμικού αγαθού και ιστορικού τεκμηρίου - και στο εξωτερικό - ως εξαγώγιμου επικοινωνιακού προϊόντος - και να καταλήξει στην «εκπαίδευση» των θεατών και τη μύηση των νέων γενιών στην ελληνική ταινία, αλλά και τις κινηματογραφικές σχολές.

Ανάγκη συντονισμού και συνέργειας μεταξύ των φορέων της πολιτείας, δηλαδή όλων των αρμόδιων άσκησης κινηματογραφικής πολιτικής και της κινηματογραφικής κοινότητας. Συγκεκριμένα, συνεργασία όλων των υπουργείων που εμπλέκονται στον κινηματογραφικό κύκλο, εννέα στον αριθμό, τα Υπουργεία Πολιτισμού, Ψηφιακής Πολιτικής - Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης, Οικονομικών, Ανάπτυξης (ως προς το πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων), Εργασίας, Προστασίας του Πολίτη, Εσωτερικών (ως προς τις περιφέρειες και τους δήμους), Τουρισμού και Παιδείας.

Η έλλειψη σχεδιασμού της πολιτείας εμποδίζει αυτόματα την οποιαδήποτε δυνατότητα σχεδιασμού, βραχυπρόθεσμου και κυρίως μακροπρόθεσμου, των εταιριών παραγωγής και των συνεργασιών τους με ξένες εταιρίες παραγωγής και ευρωπαϊκούς οργανισμούς.

«Αποκατάσταση» του Νόμου για τον Κινηματογράφο που χωρίς τον ειδικό φόρο επί του εισιτηρίου που καταργήθηκε το 2015 (όταν από λάθος θεωρήθηκε φόρος υπέρ τρίτων) και την μη απόδοση του 1,5% από όλα τα κανάλια, έχει χάσει τους δύο βασικούς πυλώνες που χρηματοδοτούν τον ελληνικό κινηματογράφο και έτσι έχει απωλέσει την ουσία του. Να θυμίσουμε πως ο ειδικός φόρος αυτοχρηματοδοτούσε το ελληνικό σινεμά, καθώς προερχόταν απ’ ευθείας από το box office και άρα τους θεατές, αλλά παρόλες τις διαβεβαιώσεις των αρμοδίων υπουργείων ότι το “λάθος” της κατάργησης θα διορθωθεί, τα ίδια αυτά Υπουργεία τρία χρόνια τώρα δεν τον έχουν αποκαταστήσει

Ισορροπημένη συνύπαρξη του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου και του ΕΚΟΜΕ με κοινό στόχο την οπτικοακουστική ανάπτυξη. Αυτή τη στιγμή, το ΕΚΚ έχει στη διάθεσή του 2.500.000 ευρώ τον χρόνο από τον τακτικό προϋπολογισμό, ως επιλεκτικό σύστημα χρηματοδότησης, βάση κυρίως καλλιτεχνικών κριτηρίων (σενάριο, προηγούμενο έργο σκηνοθέτη κλπ), τη στιγμή που ο ΕΚΟΜΕ έχει στη διάθεσή του 25.000.000 ευρώ (ως αυτοματοποιημένο σύστημα αναχρηματοδότησης, χωρίς καλλιτεχνικά κριτήρια).

Το αίτημα μας δεν είναι για περισσότερα χρήματα, αλλά για ισορροπημένη κατανομή τους, στήριξη των θεσμών, συντονισμό και όραμα. Δεν νοείται Ευρωπαϊκή χώρα χωρίς cultural fund, το οποίο να διαχειρίζεται το Εθνικό Κέντρο Κινηματογράφου και να στοχεύει στην ενίσχυση της εθνικής κινηματογραφίας, στην ανάδειξη νέων κινηματογραφιστών, την πρόληψη και καταπολέμηση του brain drain και την ανάπτυξη της πολιτισμικής ταυτότητας. Μάλιστα χώρες με πολύ μικρότερα ΑΕΠ από την Ελλάδα, όπως η Βουλγαρία, η Σερβία και η Σλοβενία δίνουν στα εθνικά κέντρα κινηματογράφου τους σχεδόν τριπλάσια χρήματα. Ας μην ξεχνάμε πως ο κινηματογράφος όταν εξάγεται συνιστά πολιτική και, για την ακρίβεια, εξωτερική πολιτική της χώρας προς τον υπόλοιπο κόσμο.

Το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου πρέπει να ενισχυθεί ως θεσμός και να επιταχύνει τα αντανακλαστικά του, ώστε να ασκεί πολιτική με όραμα (από την παραγωγή μέχρι τη διανομή) και να μην είναι απλώς ένας γραφειοκρατικός οργανισμός, δομημένος με τρόπο που δεν ανταποκρίνεται στις σύγχρονες ανάγκες της δημιουργίας των ταινιών.

Με σκοπό την πραγματική συμμετοχή της ΕΡΤ στην ελληνική κινηματογραφία, είναι απαραίτητο στην Επιτροπή του 1,5% να μπουν επαγγελματίες του χώρου, που να αντιλαμβάνονται τις ανάγκες και τον τρόπο υλοποίησής των ταινιών, όπως επίσης είναι απαραίτητο και τα υπόλοιπα τηλεοπτικά κανάλια, όπως ορίζει ο νόμος, ν’ αποδίδουν το 1,5%. Επίσης, το πρόγραμμα μικροfilm της ΕΡΤ βρίσκεται σε αδράνεια, στερώντας από την παραγωγή ένα σημαντικό εργαλείο.

Για να γίνει πιο αποτελεσματική η ενίσχυση της ελληνικής ταινίας μέσω του ΕΚΟΜΕ (cash rebate), πρέπει να ξεκαθαριστεί ότι η έννοια της «κρατικής συμμετοχής» που καθορίζει και το ποσοστό συμμετοχής της κρατικής ενίσχυσης  (θυμίζουμε ότι το όριο της κρατικής ενίσχυσης ανά ταινία ορίζεται στο 60% της συνολικής χρηματοδότησης) δεν αφορά στην κρατική τηλεόραση. Όπως ισχύει και στο εξωτερικό – σε χώρες όπως η Γαλλία – η συμμετοχή κρατικών καναλιών δεν συνυπολογίζεται στο ποσοστό κρατικής ενίσχυσης. Με τον τρόπο αυτό η ελληνική παραγωγή θα μπορέσει να ωφεληθεί στο μέγιστο από το κίνητρο. Η νέα ΚΥΑ πρέπει να ορίζει ξεκάθαρα ποια χρηματοδότηση είναι κρατική και ποια όχι έτσι ώστε να αποφεύγονται οι παρανοήσεις. Αίτημα από την πολιτεία είναι, με το ίδιο πάθος που υποστηρίζει τον ΕΚΟΜΕ, να στηρίζει το ελληνικό σινεμά γενικότερα.

Ανάγκη να ισχύσει το Εργόσημο και στον κινηματογράφο, όπως και να θεσπιστεί ένα πλαίσιο συνεργασίας με υπηρεσίες όπως η αστυνομία, η πυροσβεστική, το λιμενικό και να υπάρξει πολιτική στην έκδοση αδειών γυρίσματος σε αρχαιολογικούς χώρους.

Ανάγκη «εκπαίδευσης» του θεατή, της ύπαρξης του σινεμά στην εκπαίδευση, ώστε από μικροί να μαθαίνουμε να βλέπουμε ταινίες γενικά, αλλά και ελληνικές ειδικά, με κριτική άποψη και προσωπική εμπλοκή, ώστε να σκορπιστεί η δυσπιστία απέναντι στο σύγχρονο ελληνικό σινεμά.

Μετά τις τοποθετήσεις των ομιλητών, ακολούθησε συζήτηση. Μεταξύ άλλων, τον λόγο πήρε ο Γενικός Διευθυντής του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου, Βασίλης Κοσμόπουλος λέγοντας πως δεν έχει καμία διάθεση να ωραιοποιήσει την κατάσταση, ούτε και για το ίδιο το ΕΚΚ. Υπάρχει ανάγκη εθνικής χάραξης συντονισμένης πολιτικής. Υπάρχει, πράγματι, μια ανισομέρεια μεταξύ της πολύ θετικής πρωτοβουλίας του ΕΚΟΜΕ για το cash rebate το οποίο, ωστόσο, δεν θα ενισχύσει την ελληνική κινηματογραφία στοχευμένα. Πρέπει ν’ ανοίξει ο διάλογος, προκειμένου η επιλεκτική χρηματοδότηση, μέσω του ΕΚΚ, να έχει ένα ανάλογο σχήμα και να υπάρξει συντονισμός μεταξύ των φορέων και το ΕΚΚ θα προσπαθήσει να πάρει πρωτοβουλία γι' αυτό το διάλογο».

Η ΕΣΠΕΚ θα συνεχίσει με παρόμοιες πρωτοβουλίες ελπίζοντας πως στο άμεσο μέλλον η πολιτεία θα ανταποκριθεί με πράξεις, που παράλληλα με  τη βιομηχανική υπόσταση του κινηματογράφου, θα στηρίζουν την ανάπτυξη της κινηματογραφικής τέχνης,  επιδιώκοντας την  προώθηση της εθνικής κινηματογραφίας. Η ουσία του σινεμά είναι τρέλα, πάθος, αγάπη, εμείς αυτό διεκδικούμε, δεν θέλουμε να είμαστε γκρινιάρηδες, εσωστρεφείς, αλλά να κάνουμε σινεμά και ν’ αγαπιέται, είμαστε μαχητές.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ