Κινηματογραφος

Χριστόφορος Παπακαλιάτης

Γράφει για όλες τις λεπτομέρειες και το παρασκήνιο της ταινίας του, για τις αγωνίες του, τους φόβους του και την εργένικη ζωή του

114699-643695.jpg
Χριστόφορος Παπακαλιάτης
ΤΕΥΧΟΣ 551
7’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
315379-622710.jpg

Λίγες ώρες πριν την προβολή της ταινίας του στις αίθουσες, ο Χ.Π. γράφει στην A.V. όλες τις λεπτομέρειες και το παρασκήνιο των τριών χρόνων προετοιμασίας της νέας κινηματογραφικής του περιπέτειας. Μιλάει για τις αγωνίες του, για τους φόβους του, για την εργένικη ζωή του, για τον Μηνά, το φίλο που έχασε πριν προβληθεί η ταινία, για τον J.K., τον υπέροχο φίλο που απόκτησε, για τις ανασφάλειές του, το πολιτικό τσουνάμι και πόσο επηρρέασε την ταινία του. Με αφορμή τον κινηματογραφικό του «Άλλο κόσμο» μιλάει εντέλει για τον «Δικό του κόσμο» με την ειλικρίνεια και την ωριμότητα ενός ανθρώπου που γνωρίσαμε όταν ήταν 17 χρονών και που σε λίγες μέρες κλείνει τα 40.


Τα φώτα άρχισαν να σβήνουν και μια σιωπή απλώθηκε σε όλη την αίθουσα. Τίτλοι αρχής κι εγώ, βυθισμένος στην καρέκλα, κοιτάζω μη γνωρίζοντας πώς πρέπει να νιώσω… Οι πρεμιέρες πάντα έχουν μια αγωνία παραπάνω.

Κόκκινα χαλιά, φωτογραφίες, δηλώσεις, κάμερες, συνάδελφοι, επίσημοι, οικογένειες, συνεργάτες και διάφοροι φίλοι σε αγκαλιάζουν, σε φιλάνε, σου εύχονται, κι εσύ χαμένος γνέφεις θετικά και ποζάρεις γιατί όλα γίνονται μπροστά σε ένα φακό. Όμως, μέρος της δουλειάς. Σε τιμούν, πρέπει να τους τιμήσεις. Μια πρεμιέρα από μόνη της είναι ένα δεύτερο παράλληλο έργο που τρέχει μαζί με το δικό σου. Κι αν είσαι ο οικοδεσπότης; Ε, τότε, το παράλληλο έργο είναι περιπέτεια. Τι θα βάλεις, τι θα πεις, πώς θα συμπεριφερθείς, πού θα καθίσουν όλοι, με ποιους μιλάνε, με ποιους όχι, να έχουν ασφάλεια, να βλέπουν σωστά, να εξυπηρετηθούν άμεσα, και χιλιάδες μάταιες αλλά απαραίτητες λεπτομέρειες που συνοδεύουν τέτοιες βραδιές. Ας είναι καλά οι ηρωίδες της Plus Productions και της Επικοινωνίας. Μαριέλλη, Λυδία, Ιόλη, Πέγκυ, Χριστίνα και τόσοι άνθρωποι από διαφορετικά τμήματα που νυχθημερόν στο γραφείο φτιάχναμε πλάνα seating, χάρτες, κατόψεις, κάναμε τηλέφωνα, πρόβες, τεστ στις προβολές, τεστ στις θέσεις,.. ασφάλεια, plan A, plan B, plan C… Μιλάμε για δεκάδες ώρες νυχτερινής υπερωρίας με όλα αυτά τα κορίτσια να έχουν παθιαστεί τόσο πολύ που νομίζω ότι θα τους είμαι για πάντα υπόχρεος.

image

Κι ήρθε η νύχτα εκείνη. Τα χέρια μου ιδρώνουν. Έκατσαν όλοι καλά; Ακούνε σωστά; Οι λάμπες στις οθόνες λειτουργούν; Ο υποτιτλισμός; 12 αίθουσες παράλληλα παίζουν το έργο. 3.500 καλεσμένοι. Μαζί με αυτούς κι εγώ. Σηκώνομαι στο σκοτάδι, βγαίνω και τρέχω από αίθουσα σε αίθουσα να καθίσω πίσω πίσω για λίγο να τσεκάρω πώς ακούγεται ο ήχος. Είναι χαμηλά; Μήπως δυνατά; Στο σκοτάδι ακούω αντιδράσεις και για λίγο ξεχνάω την εμμονή μου με τα τεχνικά. Γελούν εκεί που γελούσα κι εγώ όταν το έγραφα. Κλαίνε εκεί που κλαίω κάθε φορά που το βλέπω. Εντυπωσιάζονται στα σημεία που ήλπιζα και τρομάζουν εκεί που πάντα τρομάζω. Φεύγω σφαίρα και παίρνω σβάρνα και τις επόμενες αίθουσες. Ίδιες αντιδράσεις κι εκεί. Οκ, καλό σημάδι αυτό. Μήπως πρέπει τώρα να επιστρέψω στη θέση μου; Μήπως πρέπει λίγο να το ευχαριστηθώ σαν θεατής κι εγώ; Αυτή η εμμονή που έχω είναι εξουθενωτική.

Ούτε έχω πάρει χαμπάρι πώς πέρασαν τρία χρόνια. Μια αίσθηση εξουθένωσης διαπερνάει όλο το κορμί μου όπως ακουμπάω στην καρέκλα μου και κοιτάζω τη μεγάλη οθόνη. Ξέρω κάθε ατάκα, κάθε νότα, κάθε ήχο, κάθε καρέ, κάθε σωστό και κάθε λάθος.

image

Έχει μονταριστεί, έχει δοκιμαστεί, έχει κοπεί, έχει μικρύνει και μεγαλώσει με χίλιους διαφορετικούς τρόπους σε όλες τις βερσιόν μέχρι να καταλήξω. Δεκάδες δοκιμαστικές προβολές όλων των ειδών, σε διαφορετικά κοινά, διαφορετικές χώρες. Όμως, πάντα υπήρχε η δικαιολογία του προσωρινού, της πρόβας.

Απόψε δεν είναι πρόβα. Απόψε φεύγει. Σαν καράβι. Εξού και εύχονται καλοτάξιδη η ταινία. Βέβαια, για να είμαι απόλυτα ειλικρινής, αυτή η ευχή σε μια ταινία που έχει τίτλο «Ένας άλλος κόσμος» είναι λίγο σουρεάλ. Χτυπάει τηλέφωνο στο γραφείο και είναι στην άλλη γραμμή καλεσμένος και λέει στην κοπέλα «πήρα να πω ότι δεν θα μπορέσω να έρθω “στον άλλο κόσμο” και πείτε στον Χριστοφοράκο καλό ταξίδι να έχει». Τι να πεις τώρα σ’ αυτό…

Αυτός ο τίτλος έχει κάτι... και γλυκό και ελπιδοφόρο και αστείο, αλλά και σκληρό. Με βασάνισε πολύ μέχρι να βρεθεί. «Έρωτας», «Έρως», «Γλυκύ μου έαρ», «Δεύτερη ευκαιρία», «Άρνηση», ήταν μερικοί από τους τίτλους που πέρασαν και όλοι ταίριαζαν. Όμως κανείς δεν περιείχε όλη την ταινία. Πόσα meeting έγιναν γι’ αυτό τον τίτλο. Σε κάθε γύρισμα, η κάθε κλακέτα έγραφε κι έναν άλλο. Οι ηθοποιοί είχαν μπερδευτεί οι άνθρωποι και δεν ήξεραν πώς λεγόταν το έργο που παίζουν.

image

Δεν θα το βαφτίσω μέχρι να το δω. Και κάθε φορά, ανάμεσα σε κάθε γύρισμα, η πραγματικότητα γύρω μου άλλαζε. Και εκλογές, και μετά ξανά εκλογές, και άλλαζαν κυβερνήσεις, και μετά δημοψηφίσματα, και τράπεζες έκλειναν, καταστροφολογίες, υστερίες και μια Ελλάδα που άλλαζε κάθε εβδομάδα, μια Ευρώπη που έτριζε συθέμελα (κι ακόμα τρίζει...). Και κάπου μέσα σε όλο αυτό το τρελό σκηνικό, εμείς είχαμε γυρίσει μια ταινία. Προσφυγικό, εργασιακό, φασισμός και θέματα που ούτε ήξερα όταν τα έγραφα το 2012-3 πως θα είχαν τέτοια θέση στην καθημερινότητά μας. Ένα σκληρό φόντο μπροστά στο οποίο θα ξεδιπλώνονται τρεις ιστορίες για τον έρωτα.

Αυτό ήθελα... Τρεις ιστορίες αγάπης με φόντο την Ελλάδα. Ήθελα την πόλη μου όπως είναι, πανέμορφη, και την ίδια στιγμή πάρα πολύ σκληρή. Και Ομόνοια και Πλάκα και παραλία Βοϊδοκοιλιάς και το παλιό εγκαταλελειμμένο αεροδρόμιο του Ελληνικού.

Τρεις γενιές Ελλήνων, δύο γλώσσες, πολλά εμπόδια και δυνατοί έρωτες που αλλάζουν τη ζωή τους σε μια εποχή που κάθε εβδομάδα (πλέον) όλα αλλάζουν. Ε, αν δεν είναι αυτό «Ένας άλλος κόσμος» τότε ποιος είναι;

image

Αυτό όμως που νιώθουν οι ήρωες είναι πέρα της πραγματικότητας που βιώνουν. Είναι πιο δυνατό τελικά, το πληρώνουν. Κάποιοι χάνουν, κάποιοι κερδίζουν.

Ίσως πάντα τα πράγματα γύρω μας να ήταν έτσι σκληρά, απλά εμείς τώρα να το αντιλαμβανόμαστε. Εθελοτυφλούσαμε, στρουθοκαμηλίζαμε, έτσι μας έμαθαν, έτσι τους μάθαμε. Δεν είναι αδιαφορία, άγνοια είναι. Και ξαφνικά μια μέρα, η άγνοια αυτή ήρθε να ζητήσει τα ρέστα. Έτσι συμβαίνει με τους ήρωες. Ανακαλύπτουν «Έναν άλλο κόσμο». Σημειολογικά, ποιητικά. Ερωτικά.

Τη σκέψη μου διακόπτουν απότομα γέλια του κοινού από μια ατάκα της Καβογιάννη. Πόσο εξαιρετική ηθοποιός είναι. Έχει φτάσει στη μέση η ταινία. Έχω βυθιστεί στην καρέκλα μου στο σκοτάδι. Προσπαθώ να παρακολουθήσω, όμως δεν μπορώ. Σαν να μην είναι πια δικό μου. Προσπαθώ να το ευχαριστηθώ, να συγκινηθώ, να γελάσω, να, να, να… όμως, τίποτα. Ανάβω τσιγάρο. Έχω βγει κι έχω πάει έξω σε μία βεράντα στην ταράτσα του κτιρίου, όπου βλέπεις όλη την Αθήνα πιάτο. Είναι τόσο ήρεμα από εδώ να βλέπεις τα φωτάκια της πόλης. Προς στιγμήν, σκέφτομαι γιατί ακόμα δεν έχω κάνει γύρισμα εδώ. Μα πόσο μαλάκας είμαι; Ήρθα εδώ να ηρεμήσω και πάλι σκέφτομαι ένα γύρισμα.

 

Η ταινία ήταν να βγει τον Μάρτιο του 2015. Πάσχα. Είναι η θεματολογία της τέτοια που έχει μέσα το Πάσχα, τον Επιτάφιο, τον ύμνο του «Γλυκύ μου έαρ». Η Άνοιξη που τα γεννάει όλα. Μαζί με αυτά και τον έρωτα. Όμως, τα πολιτικά γεγονότα καθυστερούσαν την έναρξη. Meeting για αλλαγή εξόδου της ταινίας. Είναι μεγάλο ρίσκο να βγει Πάσχα με όλα αυτά. Είναι πολλά τα λεφτά, Χριστόφορε. Συμπαραγωγοί, χορηγοί, παραγωγοί, όλοι φοβούνται. Και πρώτα από όλους εγώ τρέμω. Τόσες πόρτες χτύπησα, τόσα παρακάλια έριξα, σε τόσους ανθρώπους υποχρεώθηκα. Ας βγει λίγο αργότερα. Να περάσει η μπόρα. Οk, συμφωνώ. Πάμε να βγει η ταινία την επόμενη σεζόν. Βέβαια, τρέμω, αλλά από την άλλη θα έχω πιο πολύ χρόνο στο μοντάζ με τη Στέλλα.

Αποφασίσαμε Οκτώβρη του 2015 που τα πράγματα θα ήταν πιο ήρεμα. Το καλοκαίρι όλα θα έφτιαχναν. Τρομάρα μας... Τον Αύγουστο η αγορά είχε παγώσει κι όλοι περίμεναν πότε θα ξαναγίνουν εκλογές. Θα είναι Σεπτέμβριο; Ή μήπως Οκτώβρη;

image

Σε όλες τις περιπτώσεις, το κοινό είναι ισοπεδωμένο από αυτά που συμβαίνουν κάθε μέρα. Ξανά meeting. Ξανά αλλαγή εξόδου της ταινίας. Νομίζω κάπου εκεί έβγαλα μυρμηγκιές, απέκτησα τικ, ημικρανίες, έρπη κι ό,τι άλλο αυτοάνοσο ψυχοσωματικό υπάρχει. Πάμε για 17 Δεκέμβρη, που είναι η μόνη ανοιχτή ημερομηνία. Οk, πάμε κι ο Θεός μαζί μας. Σάμπως έχουμε κι άλλη επιλογή;

Τσεκάρουμε με όλους τους διανομείς ώστε να μην πέσουν όλες οι ταινίες μαζί. «James Bond» Νοέμβριο, «Τσιτσάνης» βγαίνει πρώτη εβδομάδα Δεκέμβρη, «Star Wars» είναι κλειδωμένο για παραμονή Χριστουγέννων, άρα μόνο κενό στις 17 με avant premiere μια εβδομάδα νωρίτερα.

Κάνουμε το σταυρό μας κι ό,τι είναι να γίνει θα γίνει. Δεν μου έχει ξανατύχει να γράφω κάτι το ’13, να το γυρίσω το ’14 και να παιχτεί εντέλει στο τέλος του ’15. Κάποτε έγραφα μια σκηνή το βράδυ, το άλλο πρωί τη γυρίζαμε και την επoμένη την έβλεπε ο θεατής. Άλλες εποχές της τηλεόρασης. Αν κι όσο το σκέφτομαι, τότε ρίχναμε για κάθε επεισόδιο την αντίστοιχη δουλειά. Και τότε έτρεχα, αγωνιούσα, τρελαινόμουν 24ωρα ολόκληρα.

Όμως, τότε ήμουν 25, τώρα 40 (σε λίγες μέρες 41). Κανονικά θα έπρεπε να είχα ήδη παντρευτεί μια φορά, να είχα δύο παιδιά και μετά ένα διαζύγιο, μια διατροφή, ένα πρόγραμμα. Αντ’ αυτού, είμαι ακόμα εργένης και στέκομαι σε μια ταράτσα, κάνω το τσιγάρο μου κι από κάτω βλέπουν την ταινία μου και περιμένω να μου πουν πώς ένιωσαν. Τελικά, ανακαλύπτω πως σε κάθε έργο περιμένω να μου πουν πώς ένιωσαν.

Πρώτα πώς ένιωσαν και μετά αν τους άρεσε. Αυτό ήθελα πάντα, να κάνω τους άλλους να νιώσουν κάτι. Από πιτσιρίκι. Έφτιαχνα τους άλλους δικούς μου κόσμους και ταξίδευα με αυτούς. Κοινώς, ήμουν στην κοσμάρα μου. Μετά, αυτοί οι κόσμοι μετονομάστηκαν σε καριέρα, σίριαλ, εικόνα, ταινίες, και πριν προλάβω να το καταλάβω, βρέθηκα 40 χρονών σε αυτή την ταράτσα.

image

Θυμάμαι τον J.K., που όταν είχε έρθει στην Ελλάδα τον έβγαζα βόλτες για φαγητό σε διάφορα ωραία μέρη της πόλης. Γίναμε φίλοι, τρώγαμε, πίναμε και μιλούσαμε για τις ζωές μας. Άκουγα συμβουλές. Φανατικός εργένης που γνώρισε τον άνθρωπό του κάπου εκεί μετά τα 40 κι άλλαξε όλη η ζωή του. Τώρα έχει δυο υπέροχα παιδιά που λατρεύει και ούτε διαζύγια, ούτε υστερίες, ούτε ανασφάλειες, ούτε θυσίες. Πώς τα κατάφερε; Ήρθε η σωστή στιγμή που τον βρήκε έτοιμο και χορτάτο. Ωραίο συναίσθημα, αρχίζω να το επιζητώ.

Κάνει κρύο, πρέπει να μπω μέσα. Σε λίγο θα τελειώσει το έργο κι εγώ θα πρέπει να μιλήσω στον κόσμο, να τους ευχαριστήσω που ήρθαν, να μιλήσω για τον Μηνά.

Ούτε το έχω συνειδητοποιήσει ακόμα όλο αυτό που έγινε με τον Μηνά. Πριν 10 μέρες στο τηλέφωνο να μου λέει πόση αγωνία έχει για τις σκηνές του και πόσο χαρούμενος είναι που επιτέλους θα το δούμε τελειωμένο. «Θα τα πούμε τη Δευτέρα και μην αγχώνεσαι, είσαι εξαιρετικός». Και όντως είναι. Έδωσε ρεσιτάλ. Όλοι είναι εξαιρετικοί, όμως ο Μηνάς είχε να παίξει ένα ρόλο τόσο κόντρα με τον ίδιο. Από κάπου θα το βλέπει και θα είναι πολύ περήφανος που όλοι τον χειροκρότησαν τόσο δυνατά και υποκλίθηκαν, για άλλη μια φορά, στο ταλέντο και στη φινέτσα του.

Αρχίζουν να βγαίνουν από τις αίθουσες κλαμένοι. Ωχ... καλό είναι τώρα αυτό; Συγκινημένοι, άλλοι πολύ φορτισμένοι, άλλοι λιγότερο. Αρχίσουν να μου μιλάνε τόσο θερμά, που εγώ θέλω να ανοίξει η γη και να με καταπιεί. Μήπως με δουλεύουν...;

Η νύχτα της πρεμιέρας θα περάσει με εμένα να χαιρετάω, να φιλάω, να μιλάω, χωρίς όμως να είμαι σε θέση να συγκρατήσω το παραμικρό. Παρά μόνο ότι τα κατάφερα, το έγραψα, το γύρισα και το είδανε.

Το ίδιο συνέβη και στην Κύπρο. Έβγαιναν από την αίθουσα με κλάματα και φώναζαν «Πολλάν μας άρεσε, κύριε Παπακαλιάτη μας!». Το ίδιο και με Θεσσαλονίκη, Κρήτη (το κάθε κοινό με τη δική του προφορά). Με ρωτάνε σε όλες τις συνεντεύξεις αν έχω στο μυαλό μου το επόμενο σενάριο. Μα τώρα μόλις γεννήθηκε αυτό. Είναι σαν να ρωτάς γονείς στο μαιευτήριο μόλις έχει γεννηθεί το παιδί τους, αν σκέφτονται να κάνουν κι άλλο.

Πρέπει να αρχίσω να χαλαρώνω και να το απολαμβάνω. Στο κάτω κάτω είναι τρία χρόνια από τη ζωή μου. Είναι τρία Χριστούγεννα, τρία καλοκαίρια, τα 38, 39 και 40 μου. Είναι οι ατελείωτες ώρες που πάλευα μόνος με ανεμόμυλους, σε γραφεία, αεροπλάνα, αεροδρόμια, ξενοδοχεία και ξένες πόλεις. Είναι έρωτες που δεν άφησα να γεννηθούν, σχέσεις που έκανα στην άκρη, άνθρωποι που έκοψα και άλλοι που κολλήσαμε μαζί ακόμα πιο δυνατά.

Το βάφτισα για όλους «Ένας άλλος κόσμος». Για μένα όμως είναι «Ο δικός μου κόσμος».

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ