Βιβλιο

«Πόλεμος και τερεβινθίνη»: Ένας εξαφανισμένος κόσμος

Από τα πιο ωραία, στοχαστικά και συγκινητικά βιβλία που ανέγνωσα τελευταία, βασισμένο στα απομνημονεύματα του παππού του

popa.jpg
Κατερίνα Σχινά
ΤΕΥΧΟΣ 702
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Stefan Hertmans © Mirjam Devriendt
Stefan Hertmans © Mirjam Devriendt

Το βιβλίο «Πόλεμος και τερεβινθίνη» του Φλαμανδού Στέφαν Χέρτμανς -αυτοβιογραφία, δοκίμιο και μυθοπλασία- κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Καστανιώτη

«Αναρωτιέμαι, ξανά και ξανά, τι μας συνδέει με τους παππούδες μας μ’ αυτόν τον αμφίθυμο τρόπο. Είναι η απουσία της σύγκρουσης των γενεών, που υπάρχει ανάμεσα στους γονείς και τα παιδιά; Στο χάσμα που μας χωρίζει από τους παππούδες δίνεται η μάχη για την απατηλή μας ατομικότητα, και η απόσταση στον χρόνο μάς επιτρέπει να τρέφουμε την αυταπάτη ότι εκεί κρύβεται μια μεγαλύτερη αλήθεια από αυτήν που ξέρουμε από τους δικούς μας γονείς». 

Αυτά γράφει στις πρώτες κιόλας σελίδες της εκπληκτικής αναψηλάφησης της ιστορίας του παππού του, του ερασιτέχνη ζωγράφου Ουρμπέιν Μάρτιν, ο Φλαμανδός συγγραφέας Στέφαν Χέρτμανς. Διαβάζοντας το «Πόλεμος και τερεβινθίνη», ένα από τα πιο ωραία, στοχαστικά και συγκινητικά βιβλία που ανέγνωσα τελευταία, αναρωτιέμαι, με τη σειρά μου, γιατί να είναι «αυταπάτη» η βεβαιότητά μας ότι το μυστικό που μας ψιθυρίζουν οι παππούδες μας από την άλλη πλευρά του χρόνου, σαν πνεύματα βγαλμένα από τα παραμύθια τους, είναι πιο πυκνό σε σημασίες, πιο αποκαλυπτικό. Η συστολή με την οποία αντιμετώπιζαν τη ζωή τους, οι αποδραματοποιημένες αφηγήσεις τους, η εσωστρέφεια και η αυτάρκεια των γηρατειών τους μπορεί και να αποτελεί το μέτρο με το οποίο ζυγίζεται η ασθμαίνουσα αυτοαναφορικότητα της σύγχρονης ζωής, που δεν αναστέλλει λεπτό την ταχύτητά της για να αναστοχαστεί τη διαδρομή της.

Διαβάζω το βιβλίο του Χέρτμανς και σκέφτομαι τον παππού μου. Αγαπούσε κι εκείνος τα χρώματα, διακοσμούσε με περίτεχνες γιρλάντες το κουτί με τα ξυριστικά του, την ξύλινη κασετίνα όπου κρατούσε την αλληλογραφία του, είχε ζωγραφίσει πουλιά και ερωτιδείς σ’ ένα μεταλλικό τραπεζάκι του κήπου. Έστειλε τις κόρες του να μάθουν ζωγραφική – ίσως δική του απραγματοποίητη επιθυμία. Και όπως ο παρασημοφορημένος επ’ ανδραγαθία στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο Ουρμπέιν είχε γνωρίσει τα πεδία της μάχης – Βαλκανικοί, Ουκρανία, Μικρασιατική εκστρατεία. Άφησε κι αυτός μια «σύντομον περιγραφήν» των «κατά την τελευταίαν επιστράτευσιν περιπετειών του, 1921-1922», αλλά δεν έγραψε τα απομνημονεύματά του. Είχε γεννηθεί τρία χρόνια μετά τον Ουρμπέιν, το 1894, πέθανε ένα χρόνο αργότερα, το 1982. 

Είναι παράξενο πώς ένα βιβλίο βασισμένο στα απομνημονεύματα ενός Φλαμανδού σιδηροδρομικού, μπορεί να ανακαλέσει τόσες αναμνήσεις από έναν Αθηναίο δικαστικό. Είχαν ελάχιστα κοινά – ίσως ένα παρόμοιο πτυσσόμενο ξυράφι με τον δερμάτινο ιμάντα του για το ακόνισμα της λεπίδας, μια γκρίζα ρεπούμπλικα. Όμως και οι δυο είδαν να βουλιάζει μέσα στην κοχλάζουσα, σαν καυτή άσφαλτο, εμπειρία των πολέμων ο κόσμος της παιδικής τους ηλικίας και να αναδύεται σαν δυσώδης ατμός «η κάψα του ηθικού κενού», όπως λέει ο Χέρτμανς, η βεβαιότητα ότι τίποτε πια δεν θα είναι ίδιο, ότι την αθωότητα του προπολεμικού κόσμου την είχε για πάντα σαρώσει η πολεμική μηχανή. Ο Ουρμπέιν, ο τρυφερός παππούς του Χέρτμανς, είναι ένας λυπημένος άνθρωπος – κι όχι μονάχα εξαιτίας των προσωπικών του ματαιώσεων. Οι εφιάλτες που τον κατατρύχουν έχουν την καταγωγή τους στο μέτωπο, στης «Φλάνδρας τους αγρούς» και ξαναγυρίζουν κάθε νύχτα σαν τις οβίδες στα χαρακώματα.

Στέφαν Χέρτμανς «Πόλεμος και τερεβινθίνη», εκδόσεις Καστανιώτη

Ο Χέρτμανς βάσισε το βιβλίο του στα απομνημονεύματα του παππού του και το χώρισε σε τρία μέρη: στο πρώτο μιλάει ένας ευαίσθητος στοχαστής που επιχειρεί να ανασυστήσει τα ντικενσιανά παιδικά χρόνια του φτωχόπαιδου «με τις ξεχειλωμένες παλιές κάλτσες, τα τεράστια ξυλοπάπουτσα και τη γκρίζα ποδίτσα, τις αχτένιστες κοριτσίστικες μπούκλες και τα αθώα γαλανά μάτια» που δούλευε σκληρά για να συντηρήσει την οικογένειά του, πάντοτε ονειροπολώντας μέσα στο μισοσκόταδο των εκκλησιών, όπου συνόδευε τον αγιογράφο πατέρα του, ή τη νιότη ενός «βαθιά θρησκευόμενου, εσωστρεφή» επίδοξου ζωγράφου· στο τρίτο ένας ερμηνευτής των σημειωματαρίων του Ουρμπέιν, επισκέπτης των τόπων που τον διαμόρφωσαν ως άνθρωπο και καλλιτέχνη, ωτακουστής μιας φωνής πνιγμένης στο χρόνο. Αλλά στη μεσαία ενότητα η αφήγηση γίνεται πρωτοπρόσωπη, μεταφέρεται στα χαρακώματα του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Και ενώ στο πρώτο και στο τρίτο μέρος το αφηγηματικό ύφος είναι ακριβές, στοχαστικό, βαθύ, στο μεσαίο είναι άμεσο, ειλικρινές, καθημερινό, το ύφος ενός στρατιώτη που μαθητεύει στη φρίκη.

Διασταύρωση αυτοβιογραφίας, δοκιμίου, χρονικού και μυθοπλασίας, το «Πόλεμος και τερεβινθίνη», βαθιά ποιητικό, χοϊκό, εκπληκτικά ζωντανό και βαθύ, υφαίνει με τα υλικά μιας απλής ζωής μιαν εξιστόρηση γεμάτη ιδέες σφυρηλατημένες στην αμεσότητα των αισθήσεων.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ