Πολιτισμος

Ελπίδα γλυκιά σαν σοκολάτα

Στις 12 Ιανουαρίου 1959 ο Berry Gordy, ένας νεαρός Αφρο-αμερικάνος συνθέτης, ανοίγει τις πόρτες της νέας του επιχείρησης Tamla Records...

atk_0452.jpg
Γιάννης Νένες
ΤΕΥΧΟΣ 241
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
43887-98656.jpg

Στις 12 Ιανουαρίου 1959 ο Berry Gordy, ένας νεαρός Αφρο-αμερικάνος συνθέτης που είναι πλασμένος με το υλικό των ονείρων της εποχής – αυτοκίνητα, 45άρια δισκάκια, μερσεριζέ (το νέο cool), δολάρια και γλυκό, γλυκύτατο beat γκρουβαρισμένο μέσα σε τηλεοπτικά στούντιο με ζωντανό κοινό, ανοίγει τις πόρτες της νέας του επιχείρησης Tamla Records, στο κτίριο της 2648 West Grand Boulevard, της πόλης που γυαλίζει από τα καινούργια νίκελ και τα κόκκινα λουστρινένια δέρματα, και γρυλίζει κάθε μέρα από τη σειρά παραγωγής των τεράστιων dreamcars που παράγει, πρεσάρει, μοντάρει, ρολάρει – των αυτοκινήτων της αυτοκινητούπολης, του Detroit. Ή αλλιώς και Motor Town. Ή, μάλλον, Motown.

Λίγα χρόνια πιο πριν, ο Gordy δουλεύει στις εγκαταστάσεις της αυτοκινητοβιομηχανίας Lincoln-Mercury. Κάθε μέρα από μπροστά του με σουινγκάτο ρυθμό περνούν κομμάτια μέταλλο πάνω σε λαστιχένιους ιμάντες, ακούγονται οι ρυθμικοί ήχοι – τα φσστ, τα μπόινγκ και τα woops, τα doo-woop yeah και τα mmmm, τα κλινγκ, τα κλανγκς και τα wow, σούκι-σούκι baby… μέχρι που, από την άλλη άκρη του ιμάντα, βγαίνουν έτοιμα, φτιαγμένα, όμορφα, σέξι αριστουργηματάκια. Ο Berry φτιάχνει αυτοκίνητα σαν να φτιάχνει τραγούδια. Αποφασίζει να κάνει ακριβώς το αντίθετο.

Εφτά χρόνια μετά, 1966. Ξαφνικά είναι καλοκαίρι και η μαμά του πανικοβάλ στέκεται όρθια μπροστά σε ένα τζουκ-μποξ, δίπλα σε μια τσιμεντένια πίστα, σε κάποια πλαζ με καλαμωτή. Πορτοκαλάδες, πορτοκαλί πλαστικά σκουλαρίκια, πορτοκαλί ήλιος που δύει, ηλεκτροάσπρο-κίτρινο φως που βγάζει τρεμάμενο το τεράστιο μηχάνημα μπροστά στο μικρό πανικοβάλ που απλώνει τα δάχτυλά του να αγγίξει τα πλήκτρα ενώ τα καίει το ηλεκτρικό φορτίο από τα μέταλλα. Η πορτοκαλί μαμά πατάει με τα κόκκινα ρουμπινί νύχια της τα κόκκινα ρουμπινί κουμπιά με το μαγικό συνδυασμό και τότε συμβαίνει η τέλεια ηλεκτροπληξία: ξεχύνεται από την κοιλιά του τέρατος το τραγούδι που κολλάει το μπεμπέ-πανικοβάλ στον τοίχο: “La la la la la” των LaSalles, το πιο κολλητικό κομμάτι που έβγαλε ποτέ μηχάνημα με κουμπιά. Η μαμά του πανικοβάλ χάνεται χορεύοντας μέσα στο πορτοκαλί που δύει και ξαφνικά είναι σαράντα χρόνια μετά:

«1966. Η καλύτερη χρονιά στην ιστορία της Motown. Οι Four Tops κυκλοφορούν το “Reach Out I’ll Be There”,  οι Temptations το “Get Ready” και το “Ain’t Too Proud To Beg”, οι Jr. Walker & the AllStars το “Shoot Your Shot”, ο Stevie Wonder το “Nothing’s Too Good For My Baby”, οι Supremes το “You Keep Me Hangin’ On”. Και βέβαια, αυτό το μικρό τραγουδάκι με τον παιδικό τίτλο που θα ακούσουμε τώρα, “La la la la” από τους LaSalles, με τη βραχνή, έξαλλη φωνή της Kathleen Keppen, σ’ ένα τεμπέλικο, σέξι σέικ, σαν να είναι καλοκαίρι σαββατόβραδο περασμένος αιώνας και να ετοιμάζεσαι να βγεις».

Βγαίνοντας από το στούντιο, καθώς πάω να αγγίξω το μεταλλικό χερούλι της βαριάς πόρτας-θησαυροφυλάκιο, με ηλεκτρίζει ρεύμα, τα δάχτυλα τρέμουν ελαφρά σαν να άγγιξα παλιό τζουκ-μποξ καλοκαιριάτικα. Έξω είναι Οκτώβριος.

Πέρσι τον Οκτώβριο, ο Kosmos έβαζε τους ακροατές του να ψηφίσουν τα αγαπημένα τους κομμάτια από την ιστορία της Motown, για να συσταθεί η λίστα της ελληνικής κυκλοφορίας με τα Best Of… της δισκογραφικής εταιρείας που έβαλε το «Μαύρο» στη λέξη «Ζάχαρη» και το γλυκό ήχο της δεκαετίας του ’60 στη μουσική της περασμένης χρονιάς, στέλνοντας (ευτυχώς) το διεφθαρμένο r’n’b στα μπουζούκια. Η Motown, γιορτάζοντας 50 χρόνια ιστορίας, αφιερώνει όλη τη χρονιά σε επετειακές ρετροσπεκτίβες, επανακυκλοφορίες σπάνιου υλικού, νέες συσκευασίες, κουτιά, ένθετα, φωτογραφίες, αφίσες, ένας groovy ήχος μαύρης μουσικής που ησυχάζει την καρδιά και στεντάρει τα πόδια στο ρυθμό των τραγουδιών της. Κάθε χώρα ψήφισε μέσω ενός ραδιοφώνου τα αγαπημένα της, για να βγουν τα αντίστοιχα “Best”.

Πριν 20 χρόνια, μερικά βράδια βγαίναμε αυτοκίνητα κονβόι βόλτα, πηγαίναμε σε ανοιχτούς δρόμους, ακούγοντας ραδιόφωνο – είχαμε λύσσα με τους νέους τότε σταθμούς, τους νέους παραγωγούς, τις φωνές και το «άλλο» που έφερναν. Μας άρεσε πόσο απολαυστικός ήταν ο Πολυχρονίου Μαύρος-Βελούδος που, χωρίς να λέει απολύτως τίποτα, ακολουθούσε τον Motown ρυθμό και έβαζε τη φωνή του μέσα στη Μαύρη Ζάχαρη, κάνοντάς την εξαιρετική γέφυρα για μια και μόνη απλή πληροφορία: τίτλο και καλλιτέχνη. Έριχνε τα “baby” τόσο καλά δεμένα, σοκολάτα στη μηχανή μας, γλιστρούσε ωραία το αυτοκίνητο με τον Stevie Wonder να παίζει “Signed Sealed Delivered I’m Yours”.

Στις 18 Ιανουαρίου 2009, 50 χρόνια και 6 μέρες μετά την ημέρα που ο Berry Gordy άνοιγε τα γραφεία της εταιρείας που θα έφτιαχνε τραγούδια όμορφα και γυαλιστερά σαν να είναι αυτοκίνητα, προχτές –την Κυριακή δηλαδή– βλέπουμε, ξαπλωμένοι στο χαλί, την παναμερικάνικη mega-συναυλία για τη νίκη του Μπαράκ Χουσεΐν Ομπάμα στην πλατεία Washington με τα συνθήματα και την αγάπη, τυλιγμένα σε χοντρά, μαύρα, μαλακά παλτό, κάτω από το παγωμένο γκρι μαρμαρί βλέμμα του Λίνκολν. Εκτός από τους λεβέντες λευκούς σταρ που παρελαύνουν “tipping their hat”, τιμητικά τραγουδώντας τα greatest hits τους για το νέο πρόεδρο –ο Springsteen, o Garth Brooks, η Sheryl Crow, o Κάποτε-Θα-Καθίσω-Εγώ-Εκεί Bono–, υπάρχει ένα μεγάλο, μαύρο, εντυπωσιακό cast που ερμηνεύει άψογα, ξεσηκωτικά, ένθερμα, τέλεια κλασικά κομμάτια αμερικάνικης ομοψυχίας, αυτά που τους κάνουν να δακρύζουν και να γλυκαίνουν. «Μα τι βλέπουμε; Το Dreamgirls;» αναρωτιόμαστε. Η κάμερα κάνει αεροπλανικά και πετάμε πάνω από ευτυχισμένες φάτσες, τους ζηλεύουμε που είναι τόσο χαρούμενοι για τον ίδιο όλοι λόγο. «Μπορεί να βλέπουμε και το Forrest Gump;». Αλλά όχι, παρασυρόμαστε κι εμείς, στην αρχή` νομίζουμε ότι είναι το μουντό ψοφόκρυο της ζωντανής εικόνας που μας κάνει να νιώθουμε ζεστή σοκολάτα και μαξιλάρια για βούλιαγμα γύρω μας και μετά, σιγοτραγουδώντας “Lean On Me”, καταλαβαίνουμε ότι είναι αυτή η γλυκιά μαύρη soul μουσική της καρδιάς που ζεσταίνει και ηλεκτρίζει σαν τζουκ-μποξ της παιδικής μας ηλικίας.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ