- CITY GUIDE
- PODCAST
-
15°
Η θεατρική παράσταση «Μια φωτεινή ελεγεία για την Ανθούλα Σταθοπούλου» στο Μετοχιακό συγκρότημα Νέων Φλογητών- Κέντρο Βυζαντινού Πολιτισμού-Βυζαντινό Μουσείο Χαλκιδικής στις 13.07 και 14.07.2024 γίνεται στα πλαίσια του εξαιρετικά επιτυχημένου θεσμού του Υπουργείου Πολιτισμού «Όλη η Ελλάδα ένας πολιτισμός», που επιστρέφει το φετινό καλοκαίρι με την πέμπτη φιλόδοξη διοργάνωσή του, δίνοντας νέα ζωή στο μοναδικό σκηνικό των αρχαιολογικών χώρων, μνημείων και μουσείων σε κάθε γωνιά της Ελλάδας και οργανώνεται απο την Αστική Μη Κερδοσκοπική Εταιρεία Αρχείων Πηνελόπης Μασούρη. Το θεατρικό έργο σκηνοθέτει ο Γιάννης Σολδάτος και η Έφη Βενιανάκη.
Ο Διονύσης Στεργιούλας, ποιητής που ζει στη Θεσσαλονίκη, μελέτησε τον βίο και το έργο της ποιήτριας, το βιαστικό της πέρασμα από τα ελληνικά γράμματα και το απέδωσε στον θεατρικό μονόλογο με τίτλο ''Στο ίδιο δωμάτιο''(Νησίδες, 2022), επαναφέροντας την στο λογοτεχνικό και θεατρικό προσκήνιο της εποχής μας εννέα δεκαετίες μετά τον θάνατό της αναφερόμενος στο έργο θα πει τα εξής:
''Ο βασικότερος λόγος που με απασχόλησε η ζωή και το έργο της Ανθούλας Σταθοπούλου είναι η ποιότητα των ποιημάτων της, ορισμένα από τα οποια συγκαταλέγονται, κατά την άποψή μου, στα καλύτερα που γράφτηκαν κατά τον Μεσοπόλεμο από ποιητές του παραδοσιακού στίχου. Ο δεύτερος λόγος έχει να κάνει με την ανθρώπινη διάσταση και αφορά την τραγικότητα του βίου της. Υπάρχει όμως και ένας τρίτος λόγος, που σχετίζεται κυρίως με τη μεταθανάτια παρουσία της ποιήτριας στα ελληνικά γράμματα, ή μάλλον με τη μεταθανάτια απουσία της. Ο σημαντικός ποιητής Γιώργος Βαφόπουλος, που υπήρξε σύζυγός της και είχε τα πνευματικά δικαιώματα του έργου της, δεν δημοσίευσε μετά το 1936 ποιήματά της, παρ’ όλο που της αφιέρωσε δικά του ποιήματα. Ανάλογη ήταν και η αντιμετώπισή της από τους κριτικούς λογοτεχνίας, αφού οι περισσότεροι την ξέχασαν λίγο μετά τον θάνατό της, κάτι για το οποίο ευθύνονται αφενός το όλο πλαίσιο της μεταξικής δικτατορίας και άλλων μεταγενέστερων ιστορικών συγκυριών και αφετέρου το ότι ήταν γυναίκα.
Στον θεατρικό μονόλογο προσεγγίζω την ποιήτρια και την εποχή της μέσα από το πρίσμα της φυματίωσης και του επερχόμενου θανάτου. Το κείμενο του μονολόγου, αν και προέκυψε ως απόρροια του φιλολογικού μου ενδιαφέροντος για την ποιήτρια, γρήγορα αυτονομήθηκε. Στηρίχθηκα κυρίως σε πραγματικά γεγονότα. Ωστόσο υπάρχουν και λογοτεχνικά ευρήματα και αληθοφανείς αναφορές σε φανταστικά γεγονότα, που θα μπορούσαν όμως να είναι και πραγματικά. Ο μονόλογος αναφέρεται σε μια νέα γυναίκα που περιμένει τον θάνατο στο δωμάτιο του σανατορίου, με τη στήριξη του ποιητή συντρόφου της, που είχε νοσηλευτεί και αυτός με φυματίωση. Έχει ήδη χάσει, κατά σειρά, τον αδελφό της, τη μητέρα της και την αδελφή της. Οι στιγμές χαράς και λύπης που ζει στο σανατόριο μπλέκονται με τις προσωπικές της αναμνήσεις και με τις ευρύτερες κοινωνικές και ιστορικές εξελίξεις, έτσι που να αναδεικνύεται στο τέλος όχι απλώς μια ενδιαφέρουσα ανθρώπινη ιστορία, αλλά η ιστορία μιας γυναίκας που αποτελεί χαρακτηριστική εκπρόσωπο του καιρού της και του φύλου της.
Η περίοδος του Μεσοπολέμου, κατά την οποία δημιούργησε το έργο της, χαρακτηριζόταν από έντονες πνευματικές, καλλιτεχνικές, κοινωνικές και οικονομικές ζυμώσεις, αντιφάσεις και συγκρούσεις: πολιτικοί ολοκληρωτισμοί, φτώχεια και προκλητική πολυτέλεια, εμμονή με την παράδοση αλλά και αναζήτηση νέων τρόπωνέκφρασης, διασκέδαση και εξωστρέφεια χωρίς όρια, σαν να μην υπήρχε αύριο. Και για πολλούς δεν υπήρχε. Η λέξη φυματίωση (ή φθίση) είχε στοιχειώσει το συλλογικό ασυνείδητο. Οι εξ ανταλλαγής πρόσφυγες και οι ντόπιοι κάτοικοι αναζητούν ή διεκδικούν τη μεταξύ τους κοινωνική και πολιτισμική ισορροπία. Στην πολυπολιτισμική τότε Θεσσαλονίκη συνυπήρχαν όλες αυτές οι αντιθέσεις στον μέγιστο βαθμό. Κάποιοι φυματικοί ταξίδευαν σε σανατόρια του Πηλίου ή της Ελβετίας, αλλά για τη μεγάλη πλειονότητα των ασθενών το σανατόριο Ασβεστοχωρίου, λίγο έξω από τη Θεσσαλονίκη, μαζί με τη λεγόμενη Φυματιούπολη που το περιέβαλλε, ήταν η μοναδική προσιτή επιλογή, με πενιχρές συνήθως πιθανότητες επιβίωσης. Εκεί έζησε τους τελευταίους μήνες της ζωής της η ποιήτρια, μετά από μια ζωή γεμάτη πάθος και πνευματική δημιουργία. Είχε γνωριστεί προσωπικά με τη Μυρτιώτισσα, τον Ξενόπουλο, τον Παλαμά, τον Ουράνη, τον Μαλακάση, τον Παπαντωνίου, τον Πεντζίκη και άλλους λογοτέχνες της εποχής και υπήρξε μέλος της παρέας του περιοδικού Μακεδονικές ημέρες. Αντίτυπο της ποιητικής της συλλογής βρισκόταν στην προσωπική βιβλιοθήκη του Καβάφη στην Αλεξάνδρεια. Στη σύντομη ζωή της καθρεφτίζονται αντιφάσεις και αντιθέσεις της εποχής του Μεσοπολέμου, ενώ στο έργο της καταγράφονται οι ποικίλες και συχνά αντικρουόμενες πολιτισμικές επιρροές της, που ξεκινούν από λαϊκά τραγούδια της εποχής και φτάνουν στη μουσική του Βάγκνερ.
Ο τρόπος που θα παρουσιαστεί ο μονόλογος στη σκηνή εξαρτάται φυσικά όχι μόνο από το κείμενο αλλά κυρίως από τη σκηνοθεσία και βέβαια και από την ηθοποιό. Επιθυμώ να δω το σθένος και η επιμονή μιας ανυπότακτης γυναίκας, που αγαπά τη ζωή και την ποίηση, και που συνεχίζει, ακόμη και στα πρόθυρα του θανάτου, να παλεύει με όση δύναμη της απέμεινε. Θα πρέπει ακόμη να αναφερθεί ότι η Σταθοπούλου είχε παρακολουθήσει μαθήματα στη δραματική σχολή του Ωδείου Θεσσαλονίκης και είχε γράψει, πιθανώς επηρεασμένη και από τον Ξενόπουλο, θεατρικά έργα που ανέβηκαν τότε στη σκηνή με μεγάλη επιτυχία. Τα έργα αυτά ωστόσο, όπως και τα διηγήματά της, υστερούν σε λογοτεχνική αξία, εάν συγκριθούν με τα ποιήματά της''.
Η ηθοποιός Ευτυχία Γιακουμή που ενσαρκώνει την Ανθούλα Σταθοπούλου, σχολιάζει πώς η ποιήτρια με το έργο της και με τον πρόωρο θάνατό της σφράγισε μια ολόκληρη εποχή και μια πόλη, ενώ θα πει για την εμπειρία της.
''Αισθάνομαι την ανάγκη να επικοινωνήσω το έργο με το κοινό, φιλοξενώ στο δικό μου σώμα την πρωταγωνίστρια μου, η οποία δεν είναι σε καμία περίπτωση εγώ, απλώς την οικειοποιούμαι. Ομολογώ πως επάνω στη σκηνή, τελούνται διεργασίες που με κάνουν να νιώθω πιο αληθινή και ολόκληρη, από οτι στη ζωή μου και στην καθημερινότητα μου. Η περίοδος του μέσοπόλεμου που βλέπουμε με την αποσταση ενός αιώνα σήμερα υπήρξε μια άγρια εποχή. Εκτός απο τις τεράστιες αλλαγές που επέφερε, τις οποίες δεν είχε δει ποτέ ως τότε η ανθρωπότητα, οδήγησε σταδιακά αλλά σταθερά στον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο. Απο το άγριο της εποχής του γεννήθηκε το αγριότερο της επόμενης. Προσεγγίζω το κείμενο σαν ζωντανό λόγο που θα απευθυνθεί στον καθένα θεατή χωριστά. Προφανώς ο κάθε θεατής θα είναι μέλος ενός κοινού ακροατηρίου, αλλά για μένα εκεί είναι που σταματάει και η έννοια του "κοινού" ανάμεσα σε έναν και έναν άλλο θεατή. Κατά τα άλλα, ο καθένας που βλέπει μια παράσταση είναι τόσο πολύ ένας "άλλος άνθρωπος", εντελώς διαφορετικός απο τον διπλανό του, τον μπροστινό του ή εκείνον που θα κάθεται απο πίσω του, που η ζωή της Ανθούλας θα σημαίνει γι'αυτόν άλλα πράγματα, θα ξυπνήσει διαφορετικά συναισθήματα και θα ενεργοποιήσει αλλιώς το θυμικό του.
Η Σταθοπούλου εμπνέει με τη γενναιότητα της, την επιμονή της, την πολύτιμη καλοσύνη, την σπάνια ενσυναίσθηση. Αυτό που προσωπικά μου μαθαίνει ο δικός της σύντομος βίος μέσα απο τις πρόβες είναι ότι αποδεχόταν όσα δεν μπορούσε να αλλάξει, παλεύοντας όμως αδιάκοπα με θάρρος και πείσμα για όσα μπορούσε. Όσο μπορούσε. Όσο μπόρεσε, καλύτερα. Όσο της δόθηκε η χάρη του χρόνου που έζησε.
Παρόλο οτι απαιτείται να γίνεις ευάλωτος για να ερμηνεύσεις στο θέατρο, αν δεν υπάρχει πρόσβαση στο ευάλωτο του ερμηνευτή μπορεί και να μην περάσει καν το υλικό μέσα στον θεατή. Μπορεί να φτάσει βέβαια μέχρι τις αισθήσεις που σχετίζονται με εξωτερικά ερεθίσματα (βλέμμα, ακοή), ακόμη και μέχρι την κατανόηση μέσω της λογικής αντίληψης, αλλά δεν ξέρω πώς- και αν- θα μπορούσε να φτάσει στην ψυχή. Έχω δει παρόλα αυτά σπουδαίους ηθοποιούς που δεν λειτουργούν έτσι. Απλώς αυτούς που λειτουργούν, τους θυμάμαι με ευλάβεια γιατί ως μια εκ των θεατών- και χάρη σε αυτή την πρόσβαση που μας'δώσαν στο ευάλωτό τους- εγώ κατάφερα να συνδεθώ και με εκείνους και με το υλικό που ερμήνευαν. Προσωπικά δεν έχω βρει ακόμη ένα σταθερό πλαίσιο μέσα στο οποίο να οχυρώσω το ευάλωτό μου όταν ερμηνεύω, ώστε να είναι πιο λειτουργικό και αποτελεσματικό χωρίς να είναι αυτοαναφορικό. Είναι δύσκολο να μην βουτήξεις σε αυτό. Για τους πραγματικά μεγάλους ερμηνευτές αρκεί ένα απλό... βάπτισμα! Δεν θα τους δεις ποτέ να χάνονται στο προσωπικό τους στοιχείο όταν υπηρετούν κάποιο υλικό. Δεν θα τους δεις ποτέ να θυσιάζουν μια στιγμή του προσώπου που ερμηνεύουν για να βγάλουν και να αναδείξουν κάτι δικό τους.
Το θεατρικό μονόπρακτο συνοδεύει η έκθεση εικαστικής φωτογραφίας της Πηνελόπης Μασούρη, γραφιστικής επιμέλειας Βασιλικής Κουτσοθανάση. Η φωτογράφος θα αναφέρθει στην έκθεση ως εξής ''Οι εικόνες απο τις φυματουπόλεις του 20ού αιώνα, είναι μια πρόσκληση στο διηνεκές. Η φωτογραφία ανέκαθεν σχετίστηκε με την ασθένεια. Η φυματίωση υπήρξε η δυσθεράπευτη νόσος που τροφοδότησε τις εικαστικές τέχνες. Υπήρξε δημοφιλές και έντονα περιγραφικό μέσο ως memento mori. Αρχειακές φωτογραφίες του 19ου και του 20ού αιώνα που καταγράφουν τη φθίση και τη συγκατάβαση με την επιδημία, απηχούν συγκρουσιακά συναισθήματα κάθε είδους: ιδιοσυγκρασίες ανήσυχες και γοητευτικές, ανεκπλήρωτοι και μονόπλευροι έρωτες, εναλλαγές σκότους και φωτός, ταραχώδεις ζωές, προετοιμασία για το πέρασμα στο κατώφλι των σανατορίων. Εικόνες προσώπων που στιγμάτισαν με την ατομική τους ακροβασία και προαγγελίες ελεγείας επικείμενων θανάτων, συντάσσουν τον άξονα που θα παρουσιάσουμε σε έκθεση φωτογραφίας εικαστικής προσέγγισης του αρχειακού φωτογραφικού απεικονισης νοσούντων στις αρχές του 20ου αιώνα, από ιδιωτικά φυματικά αρχεία συλλεκτών, γιατρών πνευμονολόγων, ερευνητών, μουσειολόγων και επιμελητών οπως των Κυρίων Κωσταντίνου Ι. Γουργουλιάνη, Ζαχαρία Κωσταντίνου, Αλεξάνδρου Ι. Ρεμούνδου, Κρυσταλλίας Μοσχοτά, Αννιτας Κορδατζή-Πρασσά, Ασημίνας Γρηγορίου, των Γενικών Αρχείων του Κρατους, Αρχείου Σωτηρίας, Συλλογής Μουσείου Σωτηρίας, δήμων και νοσοκομείων, όπως των σανατορίων στις παρυφές της Αττικής, Τσαγκάρη, Σισμανογλείου, Θεσσαλονίκης-Ασβεστοχωρίου, Λαμίας, Καβάλας, Πηλίου, Πέτρας Ολύμπου, Σωτηρίας, Πάτρας και άλλων.
Το βιολογικό γεγονός της ασθένειας αποδίδεται στη φωτογραφία μέσω της σωματικής εξουθένωσης και των αλλαγών που επιβάλλει. Ο φακός καταγράφει ριζικές μεταμορφώσεις, που συμπληρώνουν η λογοτεχνία, η ποίηση, η μουσική, δίπλα σε επιστήμες όπως η κοινωνική ανθρωπολογία. Τη ρίζα της ασθένειας, αποδιδόμενη σε αρνητικές επιπτώσεις πρακτικών ή συναισθηματικών στερήσεων, συμπληρώνει ο ψυχολογικός κατακερματισμός, η ρευστή διασύνδεση με τον υλικό κόσμο. Στις φωτογραφίες εμπεριέχονται πληροφορίες και αποδίδεται η ισχύς μιας εντυπωσιακής ατομικότητας που επιβίωσε μετά τον θάνατο του κατόχου της. Η διατήρηση εις το διηνεκές ενός σώματος που υπόκειται σε φθορά το ανάγει στην αθανασία.
Η φυµατίωση έχτισε αρχικά τον µύθο της στους ευκατάστατους κοινωνικά κύκλους. Η προελαύνουσα βιομηχανική επανάσταση και η αστυφιλία μετέβαλαν την ποιότητα ζωής μετατρέποντας τον αγροτικό πληθυσμό σε αστικό. Τα ανθυγιεινά, χαμηλά, στενόχωρα και ανήλια οικήματα της εργατικής τάξης ευνόησαν τη μετακίνηση της νόσου στα κατώτερα στρώματα. Ανασυνθέτωντας στα πλαισια της εκθεσης αρχιτεκτονικα στοιχεία εγκαταλειμένων σήμερα δομών, απεικονίζοντας την τοπογεωγραφία των εναπομείναντων κτίριων των σανατοριων των δεκαετιών 1920-1930 που βρισκονται σχεδον παντα εγκατελειμενα προς εξερεύνηση, εκει που βίωθηκε η νόσος και επιζεί σήμερα νοερώς. Συνδέωντας το σήμερα με το χθες επαναβρίσκουμε τεκμήρια στα εγκατελειμενα σανατορία, που διαδραματίστηκαν πριν από ένα αιώνα, βουβές ιστορίες ανθρώπων που φιλοξενήθηκαν στα μεγάλα ηλιόλουστα μπαλκόνια των ρημαγμένων πλέον δομών. Αποκωδικοποιούμε την εικόνα της απρόσμενα εμφανούς στρωματογραφίας της ιστορίας και εξερευνούμε τη βιωματική χαρτογράφηση τόπων, προκαλώντας την εγγύτητα των θεατών στο τοπίο ως οντολογική διαδικασία, ως ένα υβριδικό μέσο συλλογικής ιστορικής ανάγνωσης, διαμέσου εικαστικών παραμέτρων της φωτογραφικής τέχνης. Η φωτογραφία, έχοντας από φύση της κύριο υλικό τον χρόνο, αποδίδει τα κυρίαρχα στοιχεία της φυσικής φθοράς, καταγράφοντας μια νέα πραγματικότητα ακίνητης αιωνιότητας του αδάμαστου χρόνου, με τον υποκειμενικό τρόπο αφενός του δημιουργού της και αφετέρου του σε ανάρρωση φθισικού εικονιζόμενου της που το ανεπαίσθητο μειδίαμα του προσώπου του ερχεται σε συγκρουση με τον χώρο του σανατορίου που βρέθηκε. Ως ντοκουμέντο μεταφέρει τη σύγκρουση μέσα από μήνυμα της θνητότητας και αποτυπώνει ίχνη της χαρμολύπης ενός αναπόφευκτα θνήσκοντος ασθενούς, παρόλο που οι ασπρόμαυρες φωτογραφίες ένος αιώνα, τα πορτρέτα νεαρών άντρων και γυναικών, δεν θυμίζουν καθόλου απεικόνισεις μελλοθάνατων. Μορφές άγνωστες, ξεχασμένες στην απομόνωση του σανατορίου, σημαδεμένες κοινωνικά απο το στίγμα της φυματίωσης, νοσούντες και απομακρύσμενες από τις πρότερες ζωές τους συγκρότουν την ελληνική πραγματικότητα των αρχών του περασμένου αιώνα. Θα αποδημησουν, εν γνώση τους, λίαν προσεχώς, λόγω ασθένειας, σε κάποιες περιπτώσεις τη μοναχικοτητα τους συνοδεύει η ποιητική μελαγχολία που εντάσσουν με καλλιγραφικά σχόλια, στο πίσω μέρος της φωτογραφίας τους.
Οι προβολές των φωτογραφιών συνάδουν με τη συμβολική ανάκτησή της ζωής τους, οι ταυτότητες των τόπων δύνανται να αναδείξουν κρυμμένα βιωματικά αφηγήματα των υποκείμενων αποχωρήσαντων και των εσωτερικών τους συγκρούσεων που τους κατέκλυσαν. Στη συγκεκριμενη εκθεση προσκαλούμε τον θεατή να αφεθεί και να γίνει μέρος αυτό του κόσμου που πέρα από το προφανές, τον ενώνει υπαρξιακά με το στοιχείο της δύναμης για ζωή που υπερβαίνει τη θνητοτητα, όπως και την οποιαδήποτε χρονική διαφορά. Αυτό που κάνει την φωτογραφική προσέγγιση ενδιαφέρουσα, είναι η ανακάλυψη και η προβολή του κοινού ανθρώπινου στοιχείου''.
Η παραγωγή πραγματοποιείται στο πλαίσιο του προγράμματος 2024 του θεσμού του Υπουργείου Πολιτισμού «Όλη η Ελλάδα ένας πολιτισμός».
Τη μουσική της παράστασης έγραψε ο Αριστείδης Μυταράς.
Πληροφορίες – προκρατήσεις: www.allofgreeceoneculture.gr
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Γιάννης Σολδάτος, Έφη Βενιανάκη
- ΗΘΟΠΟΙΟΙ: Ευτυχία Γιακουμή
- ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ: Διονύσης Στεργιούλας
κάθε μέρα 21:00