Δυο θάνατοι κι ένας γάμος
Ο Δημήτρης Φύσσας γράφει για ένα θάνατο στον Κορυδαλλό, ένα φόνο στη Χειμάρα κι ένα γάμο στις Σπέτσες
Α. Ο απότακτος συνταγματάρχης Δημήτριος Ιωαννίδης πέθανε πριν δυο βδομάδες σ΄ ένα κελλί του Κορυδαλλού, με ξηλωμένα τα γαλόνια, διανύοντας την ένατη δεκαετία της ζωής του. Ήταν ο άνθρωπος που -αν και δεν υπήρξε επίσημα πρωθυπουργός- κυβέρνησε την Ελλάδα για ένα οχτάμηνο (από τις 25 του Νοέμβρη του 1973 μέχρι τις 23 του Ιούλη του 1974), κι έπεσε επειδή σχεδίασε κι εκτέλεσε το πραξικόπημα κατά του Μακαρίου στην Κύπρο, αυτό που προκάλεσε τη τούρκικη εισβολή, οι συνέπειες της οποίας συνεχίζονται μέχρι σήμερα. Ήταν καταδικασμένος να πεθάνει στη φυλακή, αφού δεν είχε κάνει αίτηση αποφυλάκισης( «Όταν λέμε ισόβια, εννούμε ισόβια», είχε πει ο ορίτζιναλ Καραμανλής) και το ήξερε.
Ο Ιωαννίδης ήταν από κάθε άποψη απομεινάρι μιας άλλης εποχής. Παλαιάς κοπής φασίστας, ανθρωποφύλακας στη διαβόητη Μακρόνησο, μέλος του ΙΔΕΑ και της «μικρής χούντας» που επέβαλε τη δικατορία του 1967, κατά πάσα πιθανότητα πράκτορας της Σι Άι Έι, επικεφαλής της ΕΣΑ (Ελληνική Στρατιωτική Αστυνομία: όχι απλά «ο προκάτοχος της σημερινής Στρατονομίας», αλλά -ιδίως- ένα επίλεκτο σώμα βασανιστών), υπήρξε ο ισχυρότερος και συνάμα ο πιο μισητός άνθρωπος της εποχής του στην Ελλάδα. Υποβιβασμένος στην τάξη του στρατιώτη, βρήκε το θάνατο που του άξιζε, ο προτελευταίος αυτός επιφανής από τους χουνταίους του 1967 (ο τελευταίος, ο Στέλιος Παττακός, κυκλοφορεί ελεύθερος, υπέργηρος και γραφικός, στην ίδια περιοχή όπου ζούσαν με τον Ιωαννίδη και με το «φιλετοφάγο» Παπαδόπουλο, τον αδερφό του αρχικού δικτάτορα: τα Πατήσια), ξεχασμένος από φίλους κι εχθρούς. Το πόσο ακριβώς ξεχασμένος, φαίνεται από το πόσες άγνωστες λέξεις θα πρέπει να έχει ο μέσος αναγνώστης αυτού του άρθρου: ΙΔΕΑ, Μακρόνησος, Μακάριος, χούντα, φιλετοφάγος Παπαδόπουλος κλπ.
Β. Σχεδόν τον ίδιο καιρό, δολοφονήθηκε στην Χειμάρα της Αλβανίας ο Αριστοτέλης Γκούμας, Αλβανός πολίτης αλλά Έλληνας στην εθνικότητα, μέλος της ομογενειακής μειονότητας στη Νότια Αλβανία / Βόρεια Ήπειρο. Σύμφωνα με το ρεπορτάζ, ο φόνος οφείλεται σε εθνοτικές διαφορές που είχε με Αλβανούς συμπολίτες του: αν μάλιστα αποδειχτεί ότι δολοφονήθηκε γιατί επέμενε να μιλάει ελληνικά, τότε το πράγμα θ΄ αποδειχτεί ακόμα χειρότερο. Είναι θετικό ότι η αστυνομία της γειτονικής χώρας δε μάσησε τα λόγια της και δεν έκανε προσπάθειες απόκρυψης των εθνοτικών κινήτρων που φαίνεται πως χαρακτήριζαν τους δράστες, τους οποίους εξαρχής καταδίωξε σ΄ αυτή τη βάση.
Αρκετοί Έλληνες ομογενείς ζούν στη νότια Αλβανία, μέλη αναγνωρισμένης μειονότητας, με πλήρη πολιτικά και ατομικά δικαιώματα- η χρήση της ελληνικής γλώσσας είναι ένα απ΄ αυτά. Πολύ περισσότεροι Αλβανοί ζούν στην Ελλάδα ως μετανάστες, στηρίζοντας την ελληνική, την αλβανική και την προσωπική τους οικονομία. Οι δυο χώρες -αλλά και ο κάθε Έλληνας ή Αλβανός χωριστά που εμπλέκεται με οποιονδήποτε τρόπο και με τις δύο συγχρόνως- έχουν κάθε λόγο να διατηρούν αλώβητες και σε υψηλό επίπεδο τις μεταξύ τους σχέσεις. Δυστυχώς, εθνοτικά επεισόδια με μεμονωμένα θύματα δεν έχουν λείψει, ούτε δω ούτε κει. Μακάρι το αίμα του αδικοχαμένου Γκούμα να είναι το τελευταίο που χύνεται στο βωμό του εθνικισμού, της μίας από τις δύο πιο κατάπτυστες και διαιρετικές των ανθρώπων επινοήσεις (η άλλη είναι οι θρησκείες). Μακάρι οι φονιάδες του να τιμωρηθούν παραδειγματικά- και στα επόμενα χρόνια να θεωρούμε τέτοια επεισόδια απομεινάρια παλαιών εποχών, γιατί τώρα, δυστυχώς, δεν είναι.
Γ. Αντιθέτως, αληθινό απομεινάρι παλιάς εποχής υπήρξε ο γάμος του «υψηλοτάτου πρίγκιπος» κ. Νικολάου Γλίξμπουργκ στις Σπέτσες. Έκπτωτη στην πράξη από το 1967 και οριστικά από το 1974, η δυναστεία των Γλίξμπουργκ υπήρξε σε μεγάλο βαθμό ξένη προς τον ελληνικό λαό. Ο Γεώργιος Α΄ κοίταξε κυρίως πώς θ΄ αυξήσει την περιουσία του και μόνο επειδή τον υποχρέωσε ο Τρικούπης ακολούθησε πλήρως τις κοινοβουλευτικές αρχές∙ ο Κωνσταντίνος Α΄ δεν υπήρξε παρά ένας αντιβενιζελικός κομματάρχης∙ ο Αλέξανδρος πέθανε νωρίς· ο Γεώργιος Β΄ επανήλθε δυο φορές με τουλάχιστον συζητήσιμα δημοψηφίσματα, ενώ ταυτίστηκε με το Μεταξά της 4ης Αυγούστου (θυμίζω ότι η ιστορία του Μεταξά δεν αρχίζει, δυστυχώς, αλλά τελειώνει με το «Όχι»)∙ ο Παύλος, ένας μάλλον ήσυχος άνθρωπος, έμεινε στην ιστορία ιδίως λόγω του παρασκηνιακού ρόλου της τερατώδους γυναίκας του, της Φρειδερίκης∙ ο δε Κωνσταντίνος Β΄, ο μπαμπάκας του νεονύμφου «πρίγκιπος», ένας κακομαθημένος άνθρωπος, υπήρξε ο βασιλιάς των Ιουλιανών και της 21ης Απριλίου 1967, διεκδίκησε μέχρι δραχή την περιουσία Του (κεφαλαίο τ) από το ελληνικό κράτος, ποτέ δεν παραδέχτηκε ότι είναι έκπτωτος, επέλεξε το μεγαλομανές επώνυμο «ντεγκρέτσια» (=της Ελλάδας), απαιτεί να προσφωνείται «μεγαλειότατος» και, βεβαίως, παρέμεινε ισοβίως ανεπάγγελτος. Αν βρίσκεται εδώ, αυτό οφείλεται στην επιλησμοσύνη (την επιείκεια; τη μεγαλοψυχία; ή απλά τη μαλακία;) του ελληνικού λαού, αφού ποτέ δεν ψέλλισε μια δόση σοβαρής αυτοκριτικής για το τι ήταν και το τι έκανε (Παρένθεση: άλλα ξεχασμένα αυτά που έγραψα εδώ).
Λιλιά, κοσμήματα, τουαλέτες, παράσημα, μεγάλοι αυλάρχες (υπάρχουν άραγε και μικροί;), πρωτόκολλα, επισημότητες, γελοίοι γαλαζοαίματοι (συμπέθεροι μεταξύ τους, εξάλλου), θα πρέπει να έδωσαν -υποθέτω, γιατί μόνο εφημερίδα διάβασα- ένα φαιδρότατο τόνο στο νησί. Το απλό είναι να πούμε ότι όλοι αυτοί οι τύποι τού γκολφ, της ιππασίας, της θαλαμηγού, των σωματοφυλάκων και των παπαράτσι βρίσκονται εκτός πλαισίου, σε μια χώρα και σε μια εποχή οικονομικής κρίσης. Αλλά δεν έχει σημασία η κρίση: οι εστεμμένοι παντού και πάντα κείνται εκτός τόπου και χρόνου- κι αν αυτό ισχύει μια φορά, για τους Γλίξμπουργκ ισχύει δέκα. Ο γάμος του Νίκου έδωσε τροφή σε σκανδαλοθηρικά έντυπα, σε βασιλόφρονες ιστοσελίδες, άντε και σε μερικά κοριτσάκια που ονειρεύονται ακριβώς «βασιλικούς γάμους» (για τους οποίους οι γονείς τους θα υποχρεωθούν να συνάψουν γαμο-δάνεια). Κατά τ΄ άλλα, ήταν σαν το θάνατο του Ιωαννίδη: ένα ρεπορτάζ από το παρελθόν- σαρκαστικό κι αγανακτισμένο όμως, κάθε άλλο παρά νοσταλγικό.
Normal
0