- CITY GUIDE
- PODCAST
-
16°
Του Θανάση Νικολάου
Ο διάσημος αμερικανός σχολιαστής του ΝΒΑ Τζιμ Μάρεϊ είχε πει κάποτε: «Michael Jordan is as unstoppable, as tomorrow». Τον Οκτώβριο του 1982, ο ασταμάτητος Τζόρνταν κλήθηκε να σταματήσει τον Νίκο Γκάλη. Εκείνο το απόγευμα, στο κλειστό του Σπόρτινγκ, ο «Air» που, μεταξύ άλλων, έχει ανακηρυχθεί κορυφαίος αμυντικός του ΝΒΑ, δέχθηκε 50 πόντους από τον Νικ. Τρία χρόνια πριν, με την ευχή της κυρίας Στέλλας, ο Γκάλης ήρθε στην Ελλάδα, 31 χρόνια μετά δάκρυσε για πρώτη φορά δημοσίως στο επίσημο «αντίο» του και αυτές τις καλοκαιρινές μέρες, γεννημένες και αγέννητες γενιές Ελλήνων εξαιτίας του σκάνε ένα γλυκό χαμόγελο, όταν ακούν το «Final Countdown» των Europe.
Ήταν Κυριακή 14 Ιουνίου του 1987. Ο Μάτζικ Τζόνσον στέφεται πρωταθλητής του ΝΒΑ με τους Λέικερς, επικρατώντας 4-2 στη σειρά των τελικών επί των Σέλτικς του Λάρι Μπερντ. Στον στίβο, ο Ντάνι Χάρις βάζει τέλος στο απίστευτο σερί των 122 συνεχόμενων νικών του Έντγουιν Μόουζες στο αγώνισμα των 400 μέτρων με εμπόδια. Και όμως, ένας δασύτριχος τύπος, μόλις 1,83, ήταν το hashtag εκείνης της ημέρας. Η εποχή Νίκου Γκάλη στο παγκόσμιο αθλητικό στερέωμα ξεκίνησε με τον πιο εμφατικό τρόπο. Με μια περίπτωση «Σταχτοπούτας» (όπως αποκαλούν οι Αμερικανοί τις επιτυχίες στον αθλητισμό από ομάδες ή αθλητές που ήρθαν από το… πουθενά), η οποία κατατάσσεται στο Top10 όλων των εποχών σε παγκόσμιο επίπεδο. Αυτοί που έζησαν εκείνες τις 12 μαγικές μέρες θα θυμούνται έναν κοντό (για το μπάσκετ) υπεράνθρωπο να τα βάζει με όλους. Να αγωνίζεται στα παιχνίδια του ομίλου που γίνονταν κάθε μέρα (πέντε σε πέντε μέρες), επί 40 λεπτά στο καθένα, χωρίς ανάσα και παρά το γεγονός ότι οι αντίπαλοι τον κυνηγούσαν σε όλο το γήπεδο, να σημειώνει 188 πόντους (37,6 μέσο όρο). Ήταν η εποχή που, όπου υπήρχε τηλεόραση ανοιχτή στην Ελλάδα, έδειχνε Ευρωμπάσκετ και Νίκο Γκάλη και, σύμφωνα με την ΕΡΤ, την ημέρα του τελικού το νούμερο της τηλεθέασης είχε φτάσει το μυθικό 98%.
Η συνωμοσία των μετρίων
Κάτι παραπάνω από πέντε χρόνια αργότερα, ο υπεράνθρωπος Γκάλης έγινε θνητός. Ήταν καλοκαίρι του 1992 και ο Άρης έχει τερματίσει τρίτος στο πρωτάθλημα πίσω από ΠΑΟΚ και Ολυμπιακό και στη διοίκηση της ομάδας βρίσκεται ο Θεόφιλος (γνωστός και ως «Θεότρελος») Μητρούδης. Το σχέδιο ήταν έτοιμο. Ο Παναγιώτης Γιαννάκης ήθελε να είναι ο ηγέτης. Ο Γιατζόγλου υποσχέθηκε πως θα έφερνε στον Άρη τον Ρόι Τάρπλεϊ και τα τότε κεφάλια του πανίσχυρου συνδέσμου Σούπερ 3 παρείχαν στήριξη στους εμπνευστές του σχεδίου. Εκείνο το βράδυ, ο Νίκος Γκάλης τελείωσε από τον Άρη.
Η είδηση μεταδόθηκε από στόμα σε στόμα, καθώς τότε ίντερνετ δεν υπήρχε, και αμέσως χιλιάδες απλού κόσμου μαζεύτηκαν στην Παπαναστασίου, έξω από τα γραφεία της ομάδας μπάσκετ, για να πιέσουν τις δύο πλευρές να τα βρούνε. Ο «Θεότρελος» προτείνει στον Γκάλη συμβόλαιο 150.000.000 δραχμών για να κάνει τον προπονητή στην εφηβική ομάδα και ο Γκάλης αποχωρεί βουρκωμένος. «Ο Άρης χρωστούσε στον Γκάλη 150.000.000 δραχμές από την περασμένη χρονιά και για τη νέα θα μου ζητούσε ακόμα 300.000.000 δραχμές. Πού ακούστηκε να δώσω 450.000.000 δραχμές για έναν 35χρονο;» δήλωσε μετά από χρόνια ο Μητρούδης, που όμως λίγους μήνες αργότερα αγόρασε 40.000 δίσκους της Δήμητρας Παπίου για να την κάνει «πλατινένια». Μετά από χρόνια ο Μητρούδης παραδέχθηκε ότι και ο Γιαννάκης έπαιξε τον ρόλο του στο σχέδιο της απομάκρυνσης του Νικ. Τελικά ο 35χρονος Γκάλης υπέγραψε στον Παναθηναϊκό για τρία χρόνια έναντι 1 δις δραχμών.
Χαμογέλα ρε, τι σου ζητάνε!
Περίπου 21 χρόνια αργότερα, η ομάδα που τον έδιωξε αποφάσισε να τον τιμήσει. Οι συνθήκες, ευνοϊκές (η παρούσα διοίκηση είναι ιδιαίτερα φιλική προς τον ίδιο) και ο λόγος σημαντικός (οικονομική ενίσχυση της ΚΑΕ). Ο Γκάλης είπε το «ναι» και το μόνο που ήθελε ήταν ένα τελευταίο (επίσημο) χειροκρότημα. Τα 300.000 και πλέον ευρώ, που συγκεντρώθηκαν από τις πωλήσεις των εισιτηρίων και των αναμνηστικών, πήγαν για το διάσωση της ΚΑΕ.
Στο γήπεδο βρέθηκαν 6.000 φίλαθλοι. Κάποιοι από αυτούς, αγέννητοι όταν ο Νικ έπαιζε στον Άρη. Τα ονόματα Ρομπέρτο Πρεμιέρ, Μάικ Ναντόνι, Χοακίν Κόστα, Ιγκνάθιο Σολοθάμπαλ και Γουίλι Σιμς (όλοι τους χρεωμένοι με το μαρκάρισμα του Νικ) δεν τους λένε τίποτα. Κάποιοι άλλοι, συνένοχοι στο σχέδιο της αποπομπής του από τον Άρη. Οι περισσότεροι όμως ήταν αυτοί που εκείνο το καλοκαιρινό βράδυ του 1992 βρέθηκαν έξω από το γήπεδο Χαριλάου για να πείσουν τον Μητρούδη να μην «τελειώσει» τον Νικ.
Στο επίσημο «αντίο» του Γκάλη έπρεπε να βρίσκεται και η ομάδα του ‘87. Ο Παναγιώτης Γιαννάκης, παρών. Για πολλά χρόνια οι δυο τους δεν αντάλλασσαν ούτε καλημέρα. Στο Ευρωμπάσκετ του ‘87 η μόνη μορφή επικοινωνίας που είχαν ήταν ένα high five την ώρα της απονομής. Σε όλη τη διάρκεια του τουρνουά μισούσαν τον αέρα που αναγκάζονταν να μοιράζονται. Το πέρασμα του χρόνου όμως μαλάκωσε τον εγωισμό και πλέον μόνο καλά λόγια έχουν να πουν ο ένας για τον άλλο και τη στιγμή του εναγκαλισμού τους στο Αλεξάνδρειο, εκτός από τους ίδιους, βούρκωσαν και όλοι οι μπασκετικοί φίλαθλοι της Θεσσαλονίκης. Δεν αποκλείεται να τους ξαναδούμε μαζί, τον έναν πρόεδρο και τον άλλο προπονητή στον Άρη κάποια στιγμή που θα ολοκληρωθεί η περιπέτεια του «Δράκου» στην Κίνα.
Ο πολιτικάντης Φασούλας, παρών. Μια ζωή αντίπαλος του Γκάλη, ακόμα και στην Εθνική (μέλος της τριάδας με Γιαννάκη, Χριστοδούλου) δεν τον ήθελε τον Νικ και σε κάθε ευκαιρία του τα έχωνε. Ιδίως στο παγκόσμιο της Αργεντινής, όπου ο Γκάλης απουσίαζε λόγω τραυματισμού, δήλωνε πως η Εθνική μπορεί και χωρίς τον Γκάλη.
Φάνης Χριστοδούλου, απών. Ο «μπέμπης» ποτέ δεν συμπάθησε τον Γκάλη. Έχοντας αποσυρθεί εδώ και χρόνια στην Πάρο, αποφεύγει τις δημόσιες εμφανίσεις, για να μη διαλύσει εντελώς τον μύθο του (και την καρέκλα που θα τον βάλουν να καθίσει).
Κώστας Πολίτης, απών. Ίσως ο μετριότερος προπονητής μπάσκετ, με ευρωπαϊκό τίτλο στην κατοχή του. Ποτέ δεν μπόρεσε να κουμαντάρει τον Γκάλη. Σχεδίαζε συστήματα που ποτέ δεν εφαρμόζονταν, καθώς ο Γκάλης προτιμούσε το ένας εναντίον ενός, ή δυο ή όλων. Του τη φυλούσε και, μόλις του δόθηκε η ευκαιρία στον Παναθηναϊκό, τελείωσε την καριέρα του Γκάλη. Ακόμα και σήμερα, καλό λόγο για τον Νικ δεν πρόκειται να πει και ακόμα δεν έχει παραδεχθεί ότι αυτός είναι η αιτία που ο Γκάλης σταμάτησε το μπάσκετ, χρεώνοντας το γεγονός στον εγωισμό του Νικ και τον κακό συμβουλάτορά του, Γιώργο Ραμπότα.
Γιώργος Βασιλακόπουλος, απών. Ο άνθρωπος με τη μεγαλύτερη αντιπάθεια στον Γκάλη. Τι και αν εξαιτίας του Νικ αναρριχήθηκε στα υψηλότερα πόστα του παγκόσμιου μπάσκετ: μέχρι και «αθάνατος» (μέλος της ΔΟΕ) έγινε! Ακόμα και σήμερα, θεωρεί πως ο Γκάλης ναι μεν ήταν παικταράς, του χαλούσε την Εθνική δε. Επί των ημερών του, ποτέ η Ελληνική Ομοσπονδία Καλαθοσφαίρισης δεν θα τιμήσει τον Γκάλη.
Μιλάει ο θεός;
To πραγματικό του όνομα είναι Νίκος Γεωργαλής. Ήθελε να γίνει πυγμάχος, αλλά δεν τον άφησε η μητέρα του. Στο Σίτον Χολ, το κολέγιο που φοίτησε, έχουν αποσύρει τη φανέλα με το Νο11 που φορούσε. Όταν ξεκίνησε να παίζει στην Εθνική, εξαιτίας του σταμάτησαν οι Γιατζόγλου και Κορωναίος, που αγωνίζονταν στην ίδια θέση, και ο Γιαννάκης αναγκάστηκε να γίνει πλέι μέικερ. Ο αγαπημένος του παίκτης είναι ο Γουόλτ Φρέιζερ, ενώ από τη νέα γενιά των Ελλήνων του αρέσει ο Βασίλης Σπανούλης. Αγαπημένος του προπονητής είναι ο Λάζαρος Λέσιτς. Αγαπημένοι του συμπαίκτες, ο Μιχαήλ Μισούνοφ και ο Βασίλης Λυπηρίδης, γιατί του έκαναν τα καλύτερα σκριν. Πρόσφατα οι «New York Times» τον χαρακτήρισαν «Τζόρνταν της Ελλάδας». Συνολικά αγωνίστηκε σε 854 παιχνίδια με το Σίτον Χολ, τον Άρη, τον Παναθηναϊκό, την Εθνική και τη Μικτή Ευρώπης, έχοντας πετύχει 25.995 πόντους (30,4 μέσο όρο). Είναι μέλος του Hall of Fame της FIBA και σύντομα θα πάρει θέση και σε αυτό του ΝΒΑ δίπλα στον Μάικλ Τζόρνταν και τους υπόλοιπους θρύλους.
Το αγαπημένο του προσωνύμιο είναι το «γκάνγκστερ», και η προέλευσή του έχει να κάνει με τις διαπραγματεύσεις που έκανε σχετικά με την αμοιβή των συμβολαίων του. Κάθε καλοκαίρι γινόταν έρανος προκειμένου να μαζευτούν 300.000.000 δραχμές σε μετρητά και επιταγές για να υπογράψει συμβόλαιο. Μπουτάρης, Μεσοχωρίτης και άλλοι επιφανείς αρειανοί έστελναν επιταγές για τον «γκάνγκστερ». Αν και στις προπονήσεις και τους αγώνες ήταν πιο σοβαρός και από κηδεία, στα αποδυτήρια μέσα ήταν πλακατζής και μόνιμα θύματά του ήταν οι ψηλοί.
Θεωρείται ένας από τους μεγαλύτερους τσιγκούνηδες στην ιστορία του ελληνικού αθλητισμού. Φήμες τον θέλουν, τα 13 χρόνια που προπονούνταν με τον Άρη στο Αλεξάνδρειο, να μην έχει αγοράσει ούτε μία πορτοκαλάδα από το κυλικείο. Η μοναδική φορά που κέρασε, ήταν το 1992, όταν πλήρωσε 42.580 δραχμές στην ψαροταβέρνα που έφαγε με τον Παύλο Γιαννακόπουλο στην Κρήνη. Την επόμενη μέρα όμως, πήρε από τον τότε πρόεδρο του Παναθηναϊκού 1 δις δραχμές για τρία χρόνια.
Έχει βγάλει από μέσα του τον πυγμάχο τέσσερις φορές. Μία το 1981 χτυπώντας τον δημοσιογράφο Θοδωρή Κοτσώνη, μπερδεύοντάς τον με τον Φίλιππο Συρίγο, μία το 1983 στο κλειστό του Σπόρτινγκ με τον Τάκη Κορωναίο, μία με έναν περαστικό που μίλησε άσχημα στην τότε σύζυγό του Τζένη Γκάλη και μία το 1991 με τον Μπάνε Πρέλεβιτς στους τελικούς του πρωταθλήματος. Εξαιτίας του, η αμερικάνικη εταιρία Pony ήταν η πρώτη σε πωλήσεις μπασκετικών παπουτσιών για αρκετά χρόνια στην Ελλάδα, ξεπερνώντας τις παραδοσιακές δυνάμεις της εποχής, Nike και Converse. Έχει παντρευτεί δύο φορές. Την Τζένη Γκάλη και την Ελένη Παναγιώτου. Έχει μία κόρη, την εξάχρονη Στέλλα. Ακόμα και τώρα, σε ηλικία 56 ετών, πιστεύει πως, αν κάνει καλή προετοιμασία, μπορεί να αγωνιστεί για λίγο σε οποιαδήποτε ομάδα στην Ελλάδα.
*Το κείμενο φιλοξενείται στο SOUL #73