- CITY GUIDE
- PODCAST
-
15°
Αποχαιρετισμός στον Κώστα Μπαλάφα
Όσοι εργάζονται στο Μουσείο Μπενάκη και είχαν την καλή τύχη να τον γνωρίσουν, του εκφράζουν ένα μεγάλο ευχαριστώ από τα βάθη της καρδιάς τους, όχι μόνο για την απόφασή του να εμπιστευτεί το έργο του στο Ίδρυμα, αλλά και για τα ξεχασμένα μονοπάτια που τους άνοιξε η στάση της ζωής του, με αξίες που από νέος ενστερνίστηκε και σταθερά ακολούθησε χωρίς παρεκκλίσεις.
Η επαφή μαζί του, όπως τονίζει η Φανή Κωνσταντίνου, μας σημάδεψε. Ήταν ένα από τα ανεκτίμητα δώρα του. Δε θα ξεχάσουμε ποτέ τις συναντήσεις μας στο φιλόξενο σπίτι του, πώς μας μετέφερε με το δικό του μαγικό τρόπο στα δύσκολα χρόνια της νιότης του και πώς μας μεταλαμπάδευε με μεστές και ποιητικές φράσεις το καταστάλαγμα της φιλοσοφίας του.
Η μεγάλη του όμως προσφορά στην ιστορία της ελληνικής φωτογραφίας αλλά και στην ιστορία αυτού του τόπου, είναι το ίδιο του το έργο. Μέσα από 15.000 φωτογραφικά θέματα συμπληρωμένα με κινηματογραφικές ταινίες, ηχητικές και γραπτές μαρτυρίες, κατέγραψε το Αντάρτικο στην Ήπειρο και στη συνέχεια όλες τις εκφάνσεις της μεταπολεμικής ελληνικής κοινωνίας, με συνείδηση ότι ο παραδοσιακός τρόπος ζωής χάνεται. Πρωταγωνιστής στις εικόνες του ο απλός άνθρωπος του μόχθου, μακριά από τα μεγάλα αστικά κέντρα, κατά κύριο λόγο οι κάτοικοι των ορεινών χωριών της Ηπείρου της οποίας δικαίως ονομάστηκε υμνωδός. Εμβληματική μορφή, αυτή της Ηπειρώτισσας μάνας. Η φωτογραφική του γραφή απέριττη, αυστηρή, χωρίς φλυαρία και λυρισμό, δεμένη σφικτά με τα θέματά του.
Έπρεπε να φτάσουμε στη δεκαετία του 1980, για να εκτιμηθεί η φωτογραφική του δημιουργία από νέους φωτογράφους της εποχής και να ακολουθήσει εκθεσιακό και εκδοτικό ενδιαφέρον, με αποκορύφωμα τους μνημειακούς τόμους των εκδόσεων Ποταμός, ενίοτε με τη συνεργασία του Μουσείου Μπενάκη.
Ανήσυχος για την τύχη του έργου του, καθώς είχε απόλυτη συνείδηση της ιστορικής και φωτογραφικής του αξίας, αποφάσισε πριν πέντε χρόνια να το εμπιστευτεί στο Μουσείο Μπενάκη. Ένας έπαινος για το Ίδρυμα αλλά και ένα βαρύ χρέος. Το χρέος αυτό μάλιστα μένει ανοικτό, καθώς όταν τον ρωτήσαμε τι θα μας συμβούλευε σχετικά με την αξιοποίησή του, απάντησε: «Να το σεβαστείτε.» Τα λόγια του αυτά αποτελούν τη βάση για κάθε πρωτοβουλία σχετικά με το υλικό του.
Στην έκθεση Το Αντάρτικο στην Ήπειρο, 1941-1944 τον περασμένο Φεβρουάριο, ήταν η τελευταία φορά που τον είδαμε δημόσια. Η συγκίνηση και η ευχαρίστηση στο πρόσωπό του ήταν έκδηλη, παρά την κλονισμένη ήδη υγεία του.
Πιστεύουμε, πως φεύγοντας για το μακρινό ταξίδι, είναι ήσυχος για την τύχη του έργου του. Το Μουσείο Μπενάκη θα είναι ο θεματοφύλακάς του, ενώ το ίδιο θα ανήκει σε όλους, όπως ο ίδιος πρέσβευε.
Ο Κώστας Μπαλάφας έφυγε από κοντά μας σε μια εποχή σύγχυσης και ταπείνωσης. Οι φωτογραφίες του όμως, θα αποπνέουν πάντα την αγάπη και την υπερηφάνεια που ένοιωσε για αυτόν τον τόπο, και που εμείς οφείλουμε να επαναπροσδιορίσουμε. Το έργο του και η ζωή του ας μας βοηθήσουν να βρούμε το δρόμο.
Και ένα παλιότερο κείμενο της Δήμητρας Τριανταφύλλου για το φωτογράφο από το athensvoice.gr
Σε ερειπωμένα πλινθόκτιστα σπίτια το παραπάνω σύνθημα το οποίο στοχεύει κατευθείαν στη συνείδηση φυλακίζεται από το φακό του Κώστα Μπαλάφα την περίοδο του αντάρτικου στην Ήπειρο (1941-44). «Λέξεις πάντα επίκαιρες, ερμηνεύονται ποικιλοτρόπως και σήμερα ακόμα περισσότερο» λέει λακωνικά για το πως έχει καταντήσει να χρησιμοποιείται η λέξη «πατριώτης» σήμερα - η Φανή Κωνταντίνου, σύμβουλος του φωτογραφικού αρχείου του Μουσείου Μπενάκη.
«Επέλεξα και εγώ αυτή την φωτογραφία για να εισάγει τον θεατή στην αφήγηση του σημαντικότερου εν ζωή Έλληνα φωτογράφου. Από το φθινόπωρο αυτή η εικόνα θα βρίσκεται στο νέο ‘Μουσείο Εποχής Μεσοπολέμου’ το οποίο θα εγκαινιαστεί στο σπίτι που έμενε ο Χατζηκυριάκος- Γκίκας» προσθέτει ο διευθυντής του μουσείου Άγγελος Δεληβοριάς για το στιγμιότυπο στην είσοδο της έκθεσης «Το Αντάρτικο στην Ήπειρο 1941-44» στο Μπενάκη της Πειραιώς (11/2-30/4).
Ανήκω και εγώ σε μια γενιά που στα σχολικά βιβλία της δεν βρήκε ποτέ τα κεφάλαια «αντάρτικο» και «απελευθερωτικός αγώνας» ούτε το καυτό κεφάλαιο «εμφύλιος» παρ’ εκτός από ξερές ημερομηνίες και σχηματικές περιλήψεις. Ένα ολόκληρο κομμάτι της νεότερης ιστορίας μας έμεινε άγνωστο - αφού η βελόνα είχε κολλήσει στο 1821. Η επαφή του καθενός με αυτή την περίοδο (και ειδικά με τον εμφύλιο) έγινε μέσα από το πολιτικό στίγμα της οικογένειας του. Ιστορία με ιδεολογικό φορτίο όμως γίνεται; Τον τελευταίο χρόνο μια σειρά τυχαίων γεγονότων (στην αρχή η ταινία «Ψυχή Βαθιά», ύστερα η αυτοβιογραφία της Μαρίας Μπέικου (εκδ. Καστανιώτη), οι μαρτυρίες και άλλων ανταρτών και τέλος ένα ταξίδι στα βουνά Γράμμος και Βίτσι μέσα από χωριά (όπως το Ανταρτικό) μου δημιούργησαν μια «απρόοπτη» έλξη για τα γεγονότα εκείνης της περιόδου, ίσως γιατί αισθάνομαι ότι αν και 60 χρόνια πίσω όλα αυτά με αφορούν μόνο που κανείς δεν μου τα έχει μάθει.
Κάπως έτσι βρέθηκα με αυξημένο ενδιαφέρον στη συνέντευξη τύπου για την έκθεση του Μπαλάφα. Εκεί, η Φανή Κωνσταντίνου μίλησε για την γέννηση του αφιερώματος: «το 1991, που συνταξιοδοτήθηκε από τη ΔΕΗ, πρώτο μέλημα του Κώστα Μπαλάφα ήταν να μας δείξει το φωτογραφικό του αρχείο. Το 2007 πήρε και την γενναία απόφαση να το δωρίσει ολόκληρο στο μουσείο δίνοντας μας αρχικά το πολύτιμο ντοκουμέντο της αντίστασης όπως την έζησε ο ίδιος με το μεγάλο του ήθος (σς. ο Μπαλάφας είχε τη θέση του τουφεκιοφόρου στον ΕΛΑΣ).
«Πηγαίναμε σπίτι του για να παραλάβουμε τα αρνητικά, ταλαιπωρημένα από την 30χρονη υγρασία και μας επεσήμαινε να τα διαφυλάξουμε με ευλάβεια όπως τους αρμόζει. Είναι σαφές ότι το ηθικό τους αντίκρισμα ξεπερνά τις προσδοκίες της καλαισθησίας», συμπλήρωσε η Γεωργία Ιμσιρίου – επιμελήτρια του φωτογραφικού αρχείου του μουσείου. «Δεν είχε ανάγκη να ωραιοποιήσει τις φωτογραφίες του για να μοιάζουν με έργα τέχνης» έδωσε στη συνέχεια το στίγμα των ντοκουμέντων ο υπεύθυνος των ιστορικών αρχείων και ιστορικός Τάσος Σακελλαρόπουλος. «Η προσέγγιση του είναι ιστορική άρα πολιτική. Δεν βρέθηκε στο βουνό τυχαία, ήταν επιλογή του, ο πατριωτικός του ενθουσιασμός, η νεανικότητα και η ορμητικότητά του τον οδήγησαν εκεί. Στο βουνό γοητεύτηκε από την απουσία των κατακτητών και από τον εναλλακτικό τρόπο ζωής που πρότεινε το αντάρτικο. Γι’ αυτό και οι φωτογραφίες του είναι γεμάτες κέφι και διάθεση, στοιχεία που με το ζόρι δεν αποτυπώνονται ποτέ. Δεν υπάρχει νοσταλγία αλλά καμάρι. Φροντίζει όμως να φωτογραφίζει και τους στρατιώτες του ΕΔΕΣ- αφού θέλει να έχει όλες τις πλευρές του αντάρτικου- μόνο που επειδή δεν είναι μαζί τους, τους φωτογραφίζει με τρόπο ‘επίπεδο’. Οι μετέπειτα διώξεις των αριστερών και η αποτυχία του κινήματος ακύρωσαν την αισιοδοξία του Μπαλάφα για τον αγώνα».
Όταν είδαμε από κοντά τα στιγμιότυπα- εικόνες με κατεστραμμένα χωριά, μάχες, πορείες, θρήνους, τον Άρη Βελουχιώτη να μπαίνει με το άλογο του στα Γιάννενα, 10 χρονους ΕΠΟΝίτες ζωσμένους με όπλα, και μια γυναίκα με τουφέκι περασμένο χιαστί να βγάζει δημόσιο λόγο,
ανακαλύψαμε και ένα στοιχείο «κλειδί» της έκθεσης- τις λεζάντες που έχει γράψει ο ίδιος φωτογράφος: «Άσχημα τα νέα που έφερε ο σύνδεσμος» ή «Ατέλειωτες πορείες. Συχνά από τον κάματο και την αγρύπνια αποκοιμόνταν περπατώντας έναν ύπνο που λίγο διέφερε από το θάνατο». Σε ένα στιγμιότυπο συμμαχικά αεροπλάνα ρίχνουν προκηρύξεις- στον αέρα μοιάζουν με σμήνος λευκών πουλιών.
Από τον ουρανό έπεσε και το κινηματογραφικό φιλμ του Μπαλάφα. Στην κατάρριψη ενός εχθρικού αεροπλάνου ανάμεσα σε αυτά που βρέθηκαν ήταν και εκείνο το φιλμ. «Κάποιος που το βρήκε μου το πούλησε για λίγες οκάδες καλαμποκάλευρο- έτσι γίνονταν οι αγοραπωλησίες τότε» αφηγείται ο ίδιος στο ντοκιμαντέρ της Βέρας Πάλμα –το οποίο και προβάλλεται στην έκθεση-.
Εκτός από τη συγκίνησή μου- αν και ομολογουμένως τα 79 στιγμιότυπα σε αφήνουν κάπως….πεινασμένο- κρατάω ακόμα την τελευταία κουβέντα του Άγγελου Δεληβοριά ο οποίος με φωνή έντονη, ελαφρώς νευριασμένη είπε: «πρέπει κάποτε σε αυτή την χώρα να τιμήσουμε αυτούς μας επιτρέπουν να μη ντρεπόμαστε ως νεοέλληνες».
Αντάρτες σε πορεία, Ήπειρος Ο Βελουχιώτης μπαίνει στα Γιάννενα
Trivia
-Στο τέλος του πολέμου και ενώ η εμφύλια διαμάχη είχε ξεκινήσει ο Μπαλάφας εμπιστεύθηκε το υλικό που είχε συγκεντρώσει στην οικογενειακή του φίλη Ιουλία Γοργόλη η οποία το έκρυψε κάτω από το ξύλινο πάτωμα ενός γιαννιώτικου σπιτιού όπου παρέμεινε για 30 χρόνια, μέχρι το 1974.
-Ο Μπαλάφας γεννήθηκε το 1917 στο ορεινό χωριό Χώσεψη (Κυψέλη σήμερα) της Ηπείρου. Μετά το τέλος του πολέμου εργάστηκε στη Δ.Ε.Η στο Τμήμα Αναπαραγωγής Σχεδίων, από όπου και συνταξιοδοτήθηκε. Υπήρξε από τα ιδρυτικά μέλη της Ελληνικής Φωτογραφικής Εταιρείας. Κατέγραψε τα ήθη και τα έθιμα σε κάθε γωνιά της χώρας ενώ η Ήπειρος και οι κάτοικοί της κατέχουν εξέχουσα θέση στη φωτογραφική του δημιουργία
.