Μουσικη

Χορεύοντας με τους νεκρούς

Μιλήσαμε με τη Lisa Gerard των Dead Can Dance λίγες μέρες πριν την εμφάνισή τους σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη.

4169-207182.JPG
Γιώργος Δημητρακόπουλος
ΤΕΥΧΟΣ 405
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
26237-57834.jpg

Μιλήσαμε με τη Lisa Gerard των Dead Can Dance λίγες μέρες πριν την εμφάνισή τους σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη. Ένα από τα πιο αγαπημένα γκρουπ όλων των Ελλήνων κάθε ηλικίας και ανεξαρτήτου μουσικού γούστου επανήλθε πρόσφατα (Ανάσταση!) στην επικαιρότητα με το νέο τους άλμπουμ «Αnastasis». Η Lisa Gerrard και ο Brendan Perry είναι ξανά μαζί, με το ίδιο modern classical ιδίωμά τους και, όπως λένε, επιστρέφουν στα χρώματα της παιδικής τους ηλικίας και στο δεύτερο σπίτι τους: την Ελλάδα.

Πόσο έχει επιδράσει η ελληνική μυθολογία στη θεματολογία των Dead Can Dance;

L.G. Φυσικά είναι έντονη. Οι γονείς μου ήταν Ιρλανδοί μετανάστες στην Βικτόρια της Αυστραλίας. Μεγάλωσα σε μια ελληνοτουρκική γειτονιά στο Prahran. Οι επιρροές προήλθαν από το πάθος μου για την ελληνική μυθολογία, ιστορία και πολιτισμό. Ο Μπρένταν είχε κάνει ένα θαλάσσιο ταξίδι στη Μεσόγειο που αποτέλεσε μεγάλη έμπνευση για αυτόν. Δεν θέλαμε ποτέ να περάσουμε στην ποπ μουσική της Δύσης. Μεγαλώσαμε σε περιοχή που η μουσική ήταν πολύ πιο πολύχρωμη και συναρπαστική από τη μουσική της εποχής. Όταν αργότερα βρέθηκα στην Κωνσταντινούπολη και τη Θεσσαλονίκη ήταν να σαν να πηγαίνω σπίτι μου. Οι μυρωδιές, οι γεύσεις, οι φωνές ήταν όλες τόσο οικείες.

Πώς ήταν η ατμόσφαιρα στο Λονδίνο στις αρχές της δεκαετίας του ’80 –οπότε και ξεκινούσατε– σε σχέση με σήμερα;

Ήταν μια χαρά, αλλά για μας ήταν μίζερα γιατί είχαμε χρήματα μόνο για φαγητό και το μόνο που προσπαθούσαμε ήταν να επιβιώσουμε. Το μόνο καλό ήταν ότι είχαμε κοντά μια υπέροχη βιβλιοθήκη που μας έδινε το προνόμιο να διαβάζουμε ωραία βιβλία. Περάσαμε εννέα χρόνια εκεί γεμάτα λογοτεχνία και τέχνη. Επιδιώκαμε συνεχώς να βελτιωθούμε ως μουσικοί, μαθαίνοντας συνεχώς νέα πράγματα. Κάτι που δεν θα μπορούσε να γίνει αν μέναμε στην Αυστραλία. Πώς είναι τα πράγματα στην Ελλάδα;

Στην Ελλάδα, είμαστε στο μάτι του κυκλώνα.

Είναι ντροπή, είναι θλιβερό. Πρέπει να κάνουμε ό,τι μπορούμε για να εμψυχώσουμε τον κόσμο που περνάει τόσο δύσκολες στιγμές. Η συναυλία μας στην Ελλάδα είναι σαν να επιστρέφουμε σπίτι μας. Χρειαζόμασταν αυτή την επιστροφή διότι μείναμε για μεγάλο διάστημα μακριά. Για μας είναι σαν να μπαίνουμε στην αρχή ενός νέου κύκλου. Σαν μια επιστροφή στην παιδική ηλικία κατά κάποιο τρόπο και σε αυτήν η ελληνική και ευρύτερη μεσογειακή κουλτούρα είναι εξαιρετικά  σημαντική για μας.

Τι θυμάσαι από την τελευταία σας συναυλία στην Αθήνα;

Ήταν μια συναυλία σε ένα ανοιχτό θέατρο μια πολύ ζεστή μέρα (σ.σ. Λυκαβηττός, καλοκαίρι του 1996). Είχε πολύ κόσμο και υπήρχαν άνθρωποι παντού, τους έβλεπα σκαρφαλωμένους στα βράχια. Το άλλο πρωί περπατήσαμε ολόκληρα χιλιόμετρα σε κάποιο βουνό, πήγαμε σε ένα μικρό καφέ, στο δρόμο έβλεπα πανέμορφα, λουλούδια και γαϊδουράκια, τόσο ρομαντικά. Στη Θεσσαλονίκη νόμιζα ότι θα τυφλωθούμε από τον ήλιο, τόσο καυτός ήταν, και θυμάμαι το χρώμα της θάλασσας αλλά κυρίως τους ανθρώπους. Όταν φεύγαμε ήρθαν 2-3 γυναίκες στο αεροδρόμιο που μας έφεραν μικροπράγματα για το ταξίδι: λίγο  ψωμί, τυρί και λιχουδιές. Ήταν τόσο ζεστό το ελληνικό καλωσόρισμα... καταπληκτική εμπειρία. Αν η γυναίκα του Μπρένταν δεν ήταν Γαλλίδα, νομίζω πως σίγουρα θα μετακόμιζε στην Ελλάδα. Έχει τόσες ιστορίες για την ελληνική ιστορία και το μπουζούκι να διηγηθεί.

Έχετε χρησιμοποιήσει μπουζούκι στα πρώτα άλμπουμ ή ήταν κάποιο άλλο συγγενικό όργανο;

Eίναι ένα όργανο πιο κοντά στο σάζι, που μας είχε δώσει ένα φίλος. Δεν είχαμε λεφτά τότε, ξέρεις, για όργανα. Ήταν όλα από δώρα φίλων, που έφτιαχνε μετά ο Μπρένταν.

Πώς βλέπετε την κρίση;

Επιδιώκουμε να ενθαρρύνουμε το κοινό να μη φοβάται. Η ζωή έχει γίνει τόσο υλιστική. Προσπαθώ να μεταφέρω στον κόσμο και στα ίδια μου τα παιδιά ότι όταν ήμασταν εμείς στην ηλικία τους δεν είχαμε χρήματα. Ποτέ. Ίσως επιστρέφουμε σε αυτό το παρελθόν. Έγιναν όλα τόσο γρήγορα. Τα πάντα έγιναν κατανάλωση, το χρήμα κυκλοφόρησε και τώρα που έφυγε όλοι κλαίνε. Πρέπει να αλληλοϋποστηριζόμαστε και να μάθουμε να μοιραζόμαστε πράγματα. Υπάρχει ένα τραγούδι στο νέο άλμπουμ που λέγεται «Κiko» (σ.σ. από την ελληνική λέξη ζεϊμπέκικο), που είναι ακριβώς για τους Έλληνες αυτή τη δεδομένη στιγμή. Είναι ένας ρυθμός σε 9/4 σαν να θυμίζει το «Μάνα Κουράγιο». Για να δώσει στους ανθρώπους πίσω τη δύναμή τους.

Πώς μπορεί να γίνει αυτό;

Πρέπει να επαναπροσδιορίσουμε το ποιοι είμαστε. Να μπορέσουμε να αντισταθούμε στο τέρας του ματεριαλισμού και της μετριότητας. Είμαστε ικανοί να βρούμε τον τρόπο για να χορέψουμε. Θυμάμαι, όταν ζούσα στη Βαρκελώνη, 2 η ώρα το πρωί υπήρχαν άνθρωποι που χόρευαν ασταμάτητα για ώρες. Ήταν πραγματικά ευτυχισμένοι. Αυτά είναι τα πράγματα στα οποία αξίζει να επιστρέψουμε.

Ποιοι είναι το κοινό σας;

Εγώ και ο Μπρένταν ποτέ δεν θέλαμε να γίνουμε μέρος μιας μονοδιάστατης καταναλωτικής κουλτούρας. Μας ενδιέφερε να κρατήσουμε ζωντανή την παράδοση, να θυμίσουμε στο κοινό τα τραγούδια και τις ιστορίες που κρύβονται από πίσω, να μοιραζόμαστε πράγματα, την ποίηση, τα έργα ζωγραφικής, τη μουσική, τα όργανα, τα φαγητά, την αγάπη. Για αυτά θέλουμε να αφυπνίσουμε τον κόσμο, με την προτροπή να μην υποκύψουν στο σύστημα. Γιατί τους κλέβει την αγάπη.

info

Θέατρο Λυκαβηττού, Αθήνα. Είσοδος € 40. Προπώληση: Τickethouse, Πανεπιστημίου 42, 210 3608.366. www.ticketpro.gr | www.tickethouse.gr Στις 23/9.

Θέατρο Γης, Θεσσαλονίκη. Είσοδος € 35, 40. Προπώληση: MUSICLAND, Μητροπόλεως 102, 2310 264.880. Στις 21/9.

 

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ