Πολιτικη & Οικονομια

Τέσσερις σκέψεις για έναν κόσμο που γερνάει και αλλάζει ταχύτατα

Η μακροζωία και η γήρανση φέρνουν αλλαγές και οφείλουμε να προετοιμάσουμε καινοτόμα και ρεαλιστικά το άμεσο μέλλον

32014-72458.jpg
A.V. Guest
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
hands-1248727_1280.jpg

Πώς η αποτελεσματική και έγκαιρη διαχείριση της γήρανσης του πληθυσμού θα μπορούσε να μετατραπεί σε μοχλό ανάπτυξης.

Της Μαρίας Καραγιαννίδου*


Πριν από λίγες μέρες υπήρξε έντονη συζήτηση για τον 80χρονο πρόεδρο ενός νοσοκομείου εστιάζοντας στην ηλικία του και όχι στα ελλιπή προσόντα του. Την ίδια στιγμή 65χρονοι άνθρωποι στην Ελλάδα γεμάτοι ενέργεια και εμπειρία (στην καλύτερη φάση της επαγγελματικής τους ζωής) τίθενται στο περιθώριο της οικονομίας και της κοινωνίας.

Στις ΗΠΑ η Νάνσι Πελόζι είναι 80 χρονών, ο πρόεδρος Ντόναλντ Τράμπ είναι 73 και ο Τζο Μπάιντεν 77. Θα πρέπει να αναθεωρήσουμε ως μοναδικό το κριτήριο της ηλικίας που οδηγεί σε ηλικιακό ρατσισμό.

Τον προηγούμενο μήνα είχα την τιμή να συμμετάσχω στην ετήσια συνάντηση εργασίας του «The Longevity Forum», ένα καινούργιο και δυναμικά ανερχόμενο Ινστιτούτο στην Αγγλία, για την μελέτη των επιπτώσεων της γήρανσης στην κοινωνική πολιτική και την οικονομία. Φεύγοντας από τη συνάντηση πήρα μαζί μου και θέλησα να μοιραστώ μαζί σας τέσσερις σκέψεις σχετικά με τις αλλαγές που κυοφορούν η μακροζωία και η γήρανση στον κοινωνικοοικονομικό ιστό κάθε χώρας.

1. Η επιστήμη της γήρανσης εξελίσσεται με γρήγορους ρυθμούς: Σήμερα βρισκόμαστε πιο κοντά στη φαρμακευτική βελτίωση της υγείας και την επιμήκυνση της ζωής. Φαρμακευτικές ουσίες όπως η ραπαμυκίνη και η μετφορμίνη επηρεάζουν ήδη (στην τρέχουσα κλινική πράξη) και αποδυναμώνουν παράγοντες που συνδέονται με την γήρανση του σώματος, όπως είναι  τα αναπνευστικά προβλήματα και ο διαβήτης. Υπάρχουν επίσης πολλές κλινικές μελέτες (μερικές από τις οποίες έχουν γίνει σε ανθρώπους) που μελετούν τη δυνατότητα φαρμακευτικών ουσιών να επιβραδύνουν παράγοντες που συμβάλουν στη γήρανση του σώματος. Πολλοί επιστήμονες πιστεύουν πως μέσα στην επόμενη δεκαετία θα βρεθούν οι φαρμακευτικοί συνδυασμοί που θα οδηγήσουν σε μεγαλύτερο έλεγχο της γήρανσης του ανθρώπινου σώματος.

2. Αλλαγή της θεωρίας του δημογραφικού μερίσματος: Εν συντομία να σημειωθεί πως το τρέχον μοντέλο υπολογισμού του δημογραφικού μερίσματος (επίδραση των δημογραφικών μεταβολών στην οικονομική ανάπτυξη) μετρά την κατανομή της εργασίας στις ηλικιακές ομάδες μεταξύ 15 και 64 ετών. Παρόλα αυτά, σήμερα το προσδόκιμο ζωής στα 65 έτη είναι κατά μέσο όρο 20 χρόνια, δηλαδή όσοι είναι σήμερα 65 ετών αναμένεται να ζήσουν άλλα 20  τουλάχιστον χρόνια. Πρόκειται για μια πρωτοφανή συνθήκη. Ουσιαστικά προστίθεται ένα καινούργιο στάδιο της ανθρώπινης ύπαρξης (+20 χρόνια μετά τα 65) που επιβάλει πλέον ριζικές αλλαγές σε πολλά επίπεδα. Το νέο αυτό ηλικιακό στάδιο προϋποθέτει να ξεπεράσουμε τον μύθο, και παράλληλα τον φόβο, ότι η γήρανση και η μακροζωία είναι αρνητικός παράγοντας για τις κοινωνίες και πηγή οικονομικής αποσταθεροποίησης των κρατών. Τα επιστημονικά στοιχεία που διαθέτουμε δείχνουν πως, αν σχεδιασθούν οι απαραίτητες πολιτικές (διατήρηση καλύτερης υγείας, κίνητρα για απασχόληση, δημιουργία ευκαιριών για συμμετοχή στις κοινωνικές δράσεις), ο πληθυσμός 65+ θα σχηματίσει ένα σταθερό, μοναδικό στη μορφή και τη δυναμική του κοινωνικό κεφάλαιο. Δεδομένου ότι το κοινωνικό κεφάλαιο συμπληρώνει και υποκαθιστά σε μεγάλο βαθμό το οικονομικό κεφάλαιο, η αποτελεσματική και έγκαιρη διαχείριση της γήρανσης του πληθυσμού θα μπορούσε να μετατραπεί σε μοχλό ανάπτυξης.  

3. Η πολιτική υγείας σε κάθε χώρα οφείλει να στραφεί στην πρόληψη και τη χρήση νέων τεχνολογιών: Η βελτίωση της υγείας του πληθυσμού κι η παράταση των ετών με καλή υγεία είναι σήμερα το ζητούμενο στη δημοσία υγεία, προκειμένου να διασφαλισθεί η δυνατότητα των κρατών να διατηρούν δημόσιο και δωρεάν το σύστημα υγείας και κοινωνικής πρόνοιας. Η έμφαση στις προληπτικές πολιτικές (πρωτοβάθμια: πριν νοσήσει κανείς, δευτεροβάθμια: αφού νοσήσει κάποιος) είναι εκ των ων ουκ άνευ. Όμως η πρόληψη απαιτεί επίσης οικονομικούς πόρους και θα πρέπει να υλοποιείται στοχευμένα, με εποικοδομητικούς τρόπους (χρήση νέων τεχνολογιών) και έπειτα από επιστημονικά τεκμηριωμένους σχεδιασμούς, ώστε να μη σπαταληθεί το διαθέσιμο οικονομικό κεφάλαιο.

4. Οι χώρες και οι επιχειρήσεις θα πρέπει να σχεδιάσουν και να υιοθετήσουν φιλικές πολιτικές εργασίας προς τους ηλικιωμένους: Η αξία που προσθέτουν οι εργαζόμενοι μεγαλύτερης ηλικίας στην οικονομία έχει ήδη τεκμηριωθεί από πολλές μελέτες. Μάλιστα, είναι πραγματικά εντυπωσιακά τα πρόσφατα δεδομένα από τις αναλύσεις της Mercer και την έκθεση της McKinsey. Σύμφωνα με την Mercer, το κόστος απώλειας ενός εργαζόμενου και η αναπλήρωσή του από καινούργιο ισοδυναμεί με το διπλάσιο ετήσιο μισθολογικό κόστος του υπαλλήλου. Σε κάποιες περιπτώσεις, όταν ο/η υπάλληλος διατηρεί υψηλόβαθμη θέση, το κόστος αναπλήρωσής του/της ενδέχεται να ξεπεράσει κατά 300% το κόστος του ετήσιου μισθό του/της. Στην ίδια ανάλυση επισημαίνεται πως η παραμονή  των ηλικιωμένων για έναν επιπλέον χρόνο στην εργασία (με εμπειρία, προσόντα, αποδοτικότητα, συνεχή μετεκπαίδευση) αυξάνει την αποδοτικότητα των επιχειρήσεων κατά 14 εκατ. δολάρια. Τέλος, η McKinsey υπογραμμίζει στην έκθεσή της ότι οι εταιρείες που προάγουν την ισότητα των φύλων και των ηλικιών (διατηρώντας υπαλλήλους μεγάλης ηλικίας) ξεπερνούν σε αποδοτικότητα και ικανότητα λήψης αποφάσεων κατά 87% τις εταιρείες που δεν κρατούν τις παραπάνω ισορροπίες.

Κάτω από το πρίσμα των αλλαγών που θα επιφέρουν η μακροζωία και η γήρανση, οφείλουμε να προετοιμάσουμε καινοτόμα και την ίδια στιγμή ρεαλιστικά το άμεσο μέλλον. Αυτό που χρειάζεται είναι αρκετές ακόμα οικονομικές μελέτες και μελέτες κόστους-οφέλους σε κάθε χώρα ξεχωριστά και ειδικά στην Ελλάδα για τις επιπτώσεις της γήρανσης, της μακροζωίας και των πολιτικοοικονομικών αλλαγών που απαιτούνται.


* Η Μαρία Καραγιαννίδου είναι ερευνήτρια στο London School of Economics και συνεργάτης ΔΙΚΤΥΟΥ για τη μεταρρύθμιση στην Ελλάδα και την Ευρώπη.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ