Οι Ιστοριες σας

Όμορφοι και καρα-ντυμένοι: Κοτόπουλο ραπαριστό

Καθημερινές ιστορίες εγκλεισμού

nantia-drakoula.jpg
Νάντια Δρακούλα
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
omorfoi-karantymenoi.jpg

Όμορφοι και καρα-ντυμένοι: Καθημερινές ιστορίες εγκλεισμού από τη Νάντια Δρακούλα στο athensvoice.gr

Το σπίτι έβραζε. Είχαν αφήσει αερόθερμα, καλοριφέρ, τα πάντα όλα ανοιχτά να καίνε από χτες. Η Ελευθερία γύρισε από τη βόλτα του σκυλιού και αισθάνθηκε ότι μπαίνει σε σάουνα. Του καθάρισε σχολαστικά τα πόδια πριν την πόρτα, το λουρί του, τα παπούτσια της και πέταξε το μπουφάν της στο μπαλκόνι. Άνοιξε τα ντουλάπια της κουζίνας να δει τι θα τακτοποιούσε σήμερα. Ήταν όλα στην εντέλεια. «Γαμώτο» σκέφτηκε. «Πάει και η κουζίνα… Μήπως να πιάσω πάλι τα ντουλάπια της κρεβατοκάμαρας ή να καθαρίσω τα παντζούρια της;». Ποια κρεβατοκάμαρα όμως; Ήταν όλες πιασμένες. Τρία υπνοδωμάτια και τα τρία κατειλημμένα.

Ο Διονύσης, ετών δεκατεσσάρων, ήταν κλειδαμπαρωμένος. Το τελευταίο δεκάωρο προπονιόταν στα ηλεκτρονικά παιχνίδια και στα ντραμς του, χτυπώντας με μανία τα τύμπανα. Είχε ζητήσει να του αφήνει η μάνα του το φαγητό έξω από την πόρτα του, γιατί «είχε σοβαρή μελέτη». Η αδελφή του η Ισμήνη διάβαζε για πανελλήνιες. Θα έδινε δεύτερη φορά. Κάποια στιγμή, τα νεύρα της τεντώνονταν από τα ντάπα ντούπα του Διονύση και φώναζε ή χτύπαγε τον τοίχο. Η Ελευθερία προσπαθούσε να επιφέρει ηρεμία στα παιδιά της, άδικα όμως. Η επιβεβλημένη συνεχής συμβίωση των τεσσάρων τους είχε αρχίσει να μυρίζει καπνό…

Καπνό μύριζε και το κοτόπουλο με τις πατάτες στον φούρνο. Τον άνοιξε να δει τι γινόταν και χαμήλωσε τη θερμοκρασία. Ύστερα χτύπησε την πόρτα του μικρού που έγραφε απ' έξω «Stay away bitch!»

-«Ρε Διονύση μου, αγόρι μου όμορφο, δεν είπαμε μια ώρα την ημέρα; Πώς θα μάθει αυτή η έρμη την Iστορία του Νεοελληνικού Κράτους;»
-«Να μη τη μάθει! Τι να την κάνει να τη μάθει; Πάμε για καινούργιο κράτος τώρα»
-« Του παρόντος θα δώσει»
-«Σάμπως θα δώσει ποτέ;» Απάντησε εκείνος ειρωνικά από μέσα
-«Διονύση, σοβαρέψου μη σε κλειδώσω και βγεις Ονούφριος!»
 φώναξε η μάνα του αγανακτισμένη.

Τότε η διπλανή πόρτα άνοιξε απότομα και εμφανίστηκε η Ισμήνη. Φρέσκα κόκκινα σημάδια στόλιζαν το πρόσωπό της. Τα σπυράκια της τα πείραζε σχολαστικά. Είχε βγει ξεκάθαρα για να πάρει το αίμα της πίσω.

«Ρε βλαμένο, εγώ τι να την κάνω την ιστορία;! Να δώσω να γλιτώσω από σένα, να φύγω σε άλλη πόλη! Εσύ που θα γίνεις ντράμερ, πού θα παίζεις ρε;! Δεν θα υπάρχει μπαρ ή συναυλία για να σε ακούσει κανείς! Στους ντελιβεράδες θα παίζεις!»

Η Ελευθερία έπιασε το κεφάλι της.

-«Ρε παιδιά, έλεος, δεν έχει έρθει η συντέλεια!»
-«Έχει έρθει!»
απάντησαν και οι δυο με μια φωνή.

Ο Διονύσης συνέχισε να παίζει πιο δυνατά. Σε λίγο βγήκε ο πατέρας τους από το υπνοδωμάτιο, που είχε μετατρέψει σε γραφείο όλες τις μέρες της καραντίνας και κατευθύνθηκε στο μπάνιο με μια εφημερίδα στο χέρι. Η Ελευθερία του έριξε ένα βλέμμα απόγνωσης το οποίο εκείνος ανταπέδωσε παθητικά. Μπήκε στην τουαλέτα και φώναξε:

-«Αγάπη μου, το κωλόχαρτο τελείωσε;»
-«Τι λες, αγάπη μου; Πώς να τελειώσει; Αφού ο πατέρας σου μας γέμισε την αποθήκη. Αλλά πρέπει κάποιος να κατέβει…»

-«Α σωστά, το ξέχασα. Καλά, αγάπη μου, μου φέρνεις τώρα χαρτί κουζίνας σε παρακαλώ, αγαπούλα μου;»
-«Τελείωσε αγάπη μου και αυτό…»
είπε εκείνη χαμογελώντας σαρδόνια
-«Σταματήστε με τις αγάπες σας, θα ξεράσω» μουρμούρισε η Ισμήνη και ξανακλείστηκε στο αναγνωστήριό της. Η Ελευθερία αναρωτήθηκε πώς θα τα κατάφερνε ο Τάκης χωρίς χαρτί υγείας και του άνοιξε την πόρτα.
-«Με τι θα σκουπιστείς;»
-«Με το σφουγγαράκι σου! Ρε πας καλά; Λίγο privacy μπορώ να έχω;»
-«Καλά, είπα να βοηθήσω». 
Κάθισε στη μπανιέρα.
-«Τάκη, τι θα κάνουμε με τον Διονύση; Δεν συνεργάζεται!» Η Ελευθερία μπήκε ολόκληρη πια μέσα στη μπανιέρα και άραξε. «Πιφφφφ, μυρίζει ρε Τάκη… άνοιγε κανά παράθυρο» Άνοιξε το παράθυρο, άνοιξε και ένα αφρόλουτρο και το κόλλησε στη μύτη της. Εκείνος καθισμένος και ταπεινωμένος στο καμπινέ με το βρακί κατεβασμένο, κρατώντας την εφημερίδα, την κοίταζε σαν χαμένος.
-«Έλεος κάπου… Ρε Ελευθερία, ασ' τον να ξεσπάσει. Έφηβος είναι. Λίγο χαρτί, το κέρατό μου»

Η γυναίκα γύρισε απογοητευμένη στην κουζίνα της που είχε μετατρέψει σε σχεδιαστικό γραφείο. Έπιασε κάτι σχέδια δουλεμένα με μολύβι, τα κρέμασε με μανταλάκια σε ένα ιπτάμενο σκοινί και άνοιξε τον φούρνο. Τα ντραμς σταμάτησαν και ο μουσικός εισέβαλε με φόρα χαμογελαστός.

-«Τι τρώμε;»
-«Τίποτα»
-«Τι τίποτα, ρε μάνα; Αφού έχεις κάτι να ψήνεται. Το βλέπω!»
-«Τίποτα, Διονύση, για σένα. Μας έχεις διαλύσει το νευρικό σύστημα με τα κλαμπατσίμπανά σου!»
-«Όταν θέλατε να μάθω μουσική, δεν ήταν κλαμπατσίμπανα. Πεινάω, ρε μάνα. Θέλεις να ψωμολυσσάξω;! Να μου πάρετε ηλεκτρονικά»
-«Όταν θέλαμε να μάθεις μουσική, ΔΕΝ ΕΙΧΑΜΕ ΠΑΝΔΗΜΙΑ ΚΑΙ ΚΑΡΑΝΤΙΝΑ ΚΑΙ ΔΕΝ ΜΕΝΑΜΕ ΟΛΟΙ ΜΑΖΙ, ΟΛΟ ΤΟ 24 ΩΡΟ. ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΑ ΘΑ ΣΟΥ ΠΕΡΝΑΜΕ ΦΛΑΟΥΤΟ!!!»
του φώναξε εκείνη στα μούτρα. «Έχω δουλειά, άσε με ήσυχη. Να μαζέψεις από το χαρτζιλίκι σου, να πάρεις…»
-«Είμαι ο μόνος που δεν γκρινιάζει ποτέ και όλο εγώ την πληρώνω. Η Ισμήνη χτες μίλαγε μέχρι τις 03.00 στο Skype και δεν της είπατε τίποτα»

Η Ελευθερία στραβοκατάπιε αλλά προσπάθησε να φανεί ψύχραιμη.

«Με ποιον μίλαγε;»
«Πού να ξέρω; Δεν ξέρω τα αγόρια της. Δεν ξέρω τι κάνει με αυτά η πονηρούλα…»
Το αγόρι σφύριξε αδιάφορα.
«Διονύση, την προδοσία πολλοί αγάπησαν, τον προδότη κανένας. Λοιπόν, τράβα να κάνεις τα αγγλικά σου και άσε την Ισμήνη να διαβάσει»
«Και με το φαί τι θα γίνει;»
«Θα αστράψει μαργαρίνη!»
«Τι τι βλακεία είπες, ρε μαμά; Χαχα. Ραπάρεις;»
«Ναι ραπάρω, έχεις κανά πρόβλημα;
«Αφού δεν έχεις ιδέα τι σημαίνει ραπάρω!»

Ο Τάκης ήρθε στην κουζίνα ψάχνοντας κάτι να φάει.

-«Ρε μόμολο, όταν η μάνα σου άκουγε Snoop Dog και Beastie Boys, εσύ ήσουν δεν ήσουν ιδέα, ούτε καν δική μου».
-«Ποιοι είναι αυτοί;»

Η Ελευθερία με τον Τάκη κοιτάχτηκαν με φρίκη και νόημα μαζί.

Εκείνη πληκτρολόγησε στο YouTube: «make some noise beastie boys». O Διονύσης κοίταξε με περιέργεια την οθόνη με το συγκρότημα να σπάει τζαμαρίες, ενώ οι γονείς του άρχισαν να κουνιούνται στη λούπα του τραγουδιού, σε στιλ χιπ χοπ, κάνοντας φιγούρες με τα χέρια τους, χορογραφία που εξελίχθηκε σε έξαλλο χοροπηδητό στο ρυθμό του κομματιού. Ο Τάκης πάνω στη χαρά του έπιασε και ένα ρολό χαρτί υγείας που ανακάλυψε και άρχισε να το τυλίγει γύρω του με την Ελευθερία να τραγουδάει τους στίχους και να του δίνει φιλιά «Back on the mic is the antidepressor». Εκείνος της ανταπαντούσε «We got a party on the left, a party on the right, we gonna party for the motherfucking right». Και οι δυο μαζί ραπάροντας δυνατά στα αυτιά του έκπληκτου Διονύση «Make some noise if you are with me!»

Σύντομα το τραπέζι και το πάτωμα της κουζίνας γέμισαν κωλόχαρτα ενώ το κοτόπουλο έβγαζε καπνούς. Η Ελευθερία και ο Τάκης ενθουσιάστηκαν με τη μουσική και άρχισαν να βάζουν το ένα κομμάτι μετά το άλλο, χορεύοντας ρυθμικά με φιγούρες, όπως ποτέ ξανά. Όταν ακολούθησε το Intergalactic άρχισαν να χοροπηδάνε και με τα δυο πόδια τους προκαλώντας κραδασμούς στο πάτωμα.

«Άκου ρε γατάκι κομματάρα, όταν βγήκε αυτό εμείς παρτάραμε τρελά!» φώναξε ο Τάκης.

Ο Διονύσης, αφού ξεπέρασε το πρώτο σοκ, χάρηκε που είδε επιτέλους τους γονείς του να διασκεδάζουν μετά από πολύ καιρό, άρπαξε δυο πιρούνια και άρχισε να χτυπάει ρυθμικά την κατσαρόλα. Όταν η Ισμήνη εισέβαλε στην κουζίνα, το κοτόπουλο είχε παραψηθεί και έπρεπε να βγει επειγόντως από τον φούρνο. Οι γονείς της χοροπήδαγαν αναψοκοκκινισμένοι και ιδρωμένοι, ο Διονύσης βάραγε σε ένα σκαμπό κατσαρολικά και παντού μα παντού υπήρχε κωλόχαρτο. Η Ελευθερία φώναξε: Έλα, Ισμηνάκι, Dr Dreee, yo,yo!

Η Ισμήνη τους κοίταξε με ύφος κάτι μεταξύ ιερομάρτυρα και ιεροεξεταστή. Άνοιξε αργά το συρτάρι με τα μαχαιροπήρουνα. Πήρε ένα μεγάλο μαχαίρι, τους πλησίασε αργά, εκείνοι πάγωσαν και έκαναν ένα βήμα πίσω, ενώ ο Διονύσης κάλυψε την πλευρά του με ασπίδα την κατσαρόλα. Η Ισμήνη έκανε στην άκρη τη μάνα της, έβγαλε το καψαλισμένο κοτόπουλο από τον φούρνο και κάρφωσε το μαχαίρι στο στήθος του. Έκοψε ένα μεγάλο κομμάτι και το έχωσε ολόκληρο στο στόμα της.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ