Πολιτικη & Οικονομια

Νικαράγουα, ο ξεπεσμός μιας επανάστασης

Απο παγκόσμιο σύμβολο του αγώνα για τη Δημοκρατία, ο πρόεδρος Ορτέγκα κατέληξε άλλος ένας δικτάτορας

agis_avatar_2.jpg
Άγης Παπαγεωργίου
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Μανάγκουα, Νικαράγουα: Μπροστά σε ένα γκράφιτι του Ντανιέλ Ορτέγκα
Μανάγκουα, Νικαράγουα: Μπροστά σε ένα γκράφιτι του Ντανιέλ Ορτέγκα ©EPA/Jorge Torres

Αφού απάλλαξαν τη Νικαράγουα απ τη δικτατορία Σομόζα στη δεκαετία του 80, οι Σαντινίστας συλλαμβάνουν τώρα κάθε πολιτικό αντίπαλο του Ντανιέλ Ορτέγκα

Μέσα στη θολούρα της πανδημίας, ο εντυπωσιακός αυταρχισμός της Νικαραγουανής κυβέρνησης έχει κάνει λιγότερο θόρυβο απ’ όσο θα έπρεπε. Πριν λίγες μέρες, ο Πρόεδρος της χώρας και ηγέτης του σοσιαλιστικού κόμματος των «Σαντινίστας», Ντανιέλ Ορτέγκα, προχώρησε στη σύλληψη του αντιπάλου του στις εκλογές του Νοεμβρίου, Μεδάρδο Μαρέινα· αυτός ήταν ο έκτος πολιτικός αντίπαλος του Ορτέγκα που φυλακίζεται τους τελευταίους μήνες με πρόφαση τη διαφύλαξη της εθνικής ασφάλειας.

Όμως, η Νικαράγουα δε γλίστρησε απότομα προς τον αυταρχισμό. Αντίθετα, η χώρα της κεντρικής Αμερικής δεν υπήρξε σχεδόν ποτέ ελεύθερη στη σύγχρονη ιστορία της, ενώ ο Ορτέγκα και οι Σαντινίστας ουσιαστικά προσπαθούν να πετύχουν από το 2007 και μετά μια δουλειά που έμεινε στη μέση στα τέλη του 20ου αιώνα.

Το καθεστώς Σομόζα και ο Ψυχρός Πόλεμος

Για τον κόσμο μακριά από τις ακτές της, η Νικαράγουα μπήκε στον παγκόσμιο χάρτη κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου. Με τις λατινοαμερικάνικες σοσιαλιστικές δυνάμεις να αποκτούν δυναμική, η γεωπολιτική επιρροή των ΗΠΑ στην «αυλή» τους—όπως ιστορικά θεωρούσαν το υπόλοιπο δυτικό ημισφαίριο από τις μέρες του Προέδρου Τζέιμς Μονρόε—ήταν πλέον υπό πλήρη αμφισβήτηση. Όμως, η Νικαράγουα του δικτάτορα Αναστάσιο Σομόζα αποτελούσε ανάχωμα στην εξάπλωση του κομμουνισμού, με τον θρύλο να θέλει τον Φράνκλιν Ρούζβελτ να παραδέχεται πως «μπορεί ο Σομόζα να είναι καθίκι, είναι όμως το δικό μας καθίκι».  Ακόμα και αν ο Ρούζβελτ δεν έκανε ποτέ αυτή την αφοπλιστικά ειλικρινή διαπίστωση, η ψυχροπολεμική Αμερικανική εξωτερική πολιτική φρόντισε να την επιβεβαιώσει. Ο Αναστάσιο Σομόζα κυβέρνησε τη Νικαράγουα μέχρι τη δολοφονία του το 1956, όταν και τον διαδέχθηκε ο μεγαλύτερος γιός του, Λουίς, ο οποίος κυβέρνησε με τη σειρά του μέχρι το 1963.

Ο Λουίς Σομόζα ήταν εκείνος που συστηματοποίησε τη σχέση του Νικαραγουανού καθεστώτος με τις ΗΠΑ. Ενδεικτικά, ο Σομόζα στήριξε τις πρωτοβουλίες του Προέδρου Τζον Κέννεντι για εμβάθυνση των σχέσεων μεταξύ ΗΠΑ και Λατινικής Αμερικής, ενώ παρείχε σημαντική βοήθεια στους εκπαιδευμένους από τη CIA Κουβανούς που εισέβαλαν στον κόλπο των Χοίρων τον Απρίλιο του 1961 με σκοπό να ανατρέψουν το καθεστώς του Φιντέλ Κάστρο. Δύο χρόνια αργότερα ιδρύθηκε το απελευθερωτικό σοσιαλιστικό κίνημα των Σαντινίστας, το οποίο αποσκοπούσε στην πτώση του καθεστώτος Σομόζα, αλλά και στην απεξάρτηση της χώρας από τις ΗΠΑ· ενδεικτικά, οι Σαντινίστας πήραν το όνομα τους από τον Αουγκούστο Σαντίνο, ο οποίος πρωτοστάτησε στις διαμαρτυρίες εναντίον της Αμερικανικής κατοχής στη δεκαετία του ‘30.

 

Ο  «Τσακίτο Σομόζα», ο Τζίμι Κάρτερ,  ο Ντανιέλ Ορτέγκα και ο Ρόναλντ Ρήγκαν

Λίγο πριν ο Λουίς πεθάνει σε ηλικία μόλις σαράντα-τεσσάρων χρονών, τον διαδέχθηκε ο μικρότερος αδερφός του, Αναστάσιο. Ο «Τσακίτο» Σομόζα έγινε ο τρίτος Νικαραγουανός δικτάτορας το 1967, εφαρμόζοντας ένα αρκετά σκληρότερο δόγμα απέναντι στους αντιφρονούντες σε σχέση με τον πατέρα και τον αδερφό του. Με τις ατομικές ελευθερίες να είναι ουσιαστικά ανύπαρκτες, την οικονομική ανισότητα να φτάνει σε ιστορικά επίπεδα και τις περιπτώσεις της πλήρους καταπάτησης των ανθρώπινων δικαιωμάτων να είναι αδιαμφησβήτητες, οι Σαντινίστας σύντομα άρχισαν να απολαμβάνουν διεθνή αναγνώριση και αποδοχή. Όμως, η τύχη του Τσακίτο Σομόζα καθορίστηκε από τη στάση του Προέδρου Τζίμι Κάρτερ· ο Κάρτερ μπήκε στον Λευκό Οίκο το 1976 απόλυτα προσηλωμένος στην προστασία των ανθρώπινων δικαιωμάτων, μια πολιτική κληρονομιά που τον ακολουθεί μέχρι σήμερα. Παρότι γνώριζε πως οι Σαντινίστας είχαν την αθόρυβη στήριξη τόσο της Κούβας, όσο και της Σοβιετικής Ένωσης, ο Κάρτερ αντιστάθηκε στη σημασία της γεωπολιτικής επιρροής που απολάμβαναν οι ΗΠΑ στη Νικαράγουα, αποσύροντας τη στήριξη της Ουάσιγκτον στο καθεστώς Σομόζα και αφήνοντας τον Τσακίτο αβοήθητο στο ξεκίνημα της Νικαραγουανής επανάστασης το 1978. Έναν χρόνο μετά, ο Νικαραγουανός δικτάτορας αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη χώρα διαφεύγοντας στην Παραγουάη—όπου και δολοφονήθηκε από τους Σαντινίστας το 1980—αφού όμως ο Κάρτερ είχε πρώτα αρνηθεί να του παράσχει άσυλο.

Οι Σαντινίστας κληρονόμησαν μια χώρα πλήρως χρεοκοπημένη που μετρούσε σχεδόν 50.000 νεκρούς από τις συγκρούσεις και 600.000 άστεγους πολίτες. Σε αυτά τα πλαίσια εγκαθίδρυσαν τη «Χούντα της Εθνικής Ανοικοδόμησης» της οποίας αποτελούσαν την κύρια πολιτική δύναμη, με τον Ντανιέλ Ορτέγκα να αναλαμβάνει την Προεδρία ως ένας από τους ηγέτες της Νικαραγουανής επανάστασης. Παρότι η Χούντα αρχικά παρουσιάστηκε ως αντιπροσωπευτική όλων των πολιτικών παρατάξεων στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό της χώρας, ο Ορτέγκα άλλαξε σύντομα τους κανόνες του παιχνιδιού έτσι ώστε η κυριαρχία των Σαντινίστας να μη μπορεί να απειληθεί. Όμως, είχε την ατυχία να μην έχει απέναντι του τον καλόπιστο Τζίμι Κάρτερ, αλλά τον μαινόμενο αντικομουνιστή, Ρόναλντ Ρήγκαν· ο “Gipper” όπως ήταν το κινηματογραφικό του προσωνύμιο που τον ακολούθησε μέχρι τον Λευκό Οίκο, δεν κατάφερε ποτέ να αποδεχτεί πως οι Σαντινίστας κατέλαβαν την εξουσία στη Νικαράγουα, στερώντας από τις ΗΠΑ έναν σημαντικό γεωπολιτικό σύμμαχο—αλλά και αυξάνοντας την κομμουνιστική επιρροή στο Δυτικό ημισφαίριο.

Έτσι, μέσα από μια σειρά μηχανορραφιών και μυστικών συναλλαγών με το Ιρανικό καθεστώς του Ρουχολάχ Χομεϊνί, ο Ρήγκαν έδωσε εντολή στη CIA να εκπαιδεύσει μια ομάδα Νικαραγουανών αντεπαναστατών—των γνωστών “Contras”—ώστε να ανακαταλάβουν την εξουσία από τους Σαντινίστας του Ορτέγκα. Η εμμονή του Ρήγκαν με τη Νικαράγουα σχεδόν του κόστισε την Προεδρία, πέτυχε όμως να αποδυναμώσει πολιτικά τον Ορτέγκα, οδηγώντας στην εκλογική του ήττα το 1990 απέναντι σε μια ενωμένη και πολυσυλλεκτική αντιπολίτευση.

Η επάνοδος του Ορτέγκα και το σημερινό αυταρχικό καθεστώς  

Αυτό που ο Ρήγκαν δε θα μπορούσε ποτέ να προβλέψει, ήταν η ταύτιση των Σαντινίστας με τον επικεφαλής τους. Μετά τις εκλογές του 1990, ο Ορτέγκα παρέμεινε αρχηγός των Σαντινίστας, χάνοντας τόσο τις εκλογές του 1996, όσο και αυτές του 2001· όμως, το 2006 εκμεταλλεύτηκε τη διάσπαση του αντίπαλου Συνταγματικού Κόμματος, κερδίζοντας ξανά την Προεδρία. Αμέσως μετά την εκλογή του—και έχοντας συνειδητοποιήσει πλήρως πως η εξουσία δε μπορεί να είναι ισόβια σε δημοκρατικά πολιτεύματα—ο Ορτέγκα συγκέντρωσε όλους τους «αρμούς της εξουσίας» υπό τον έλεγχο του, από το Συνταγματικό Δικαστήριο και τις ένοπλες δυνάμεις, μέχρι τα ΜΜΕ και την εκκλησία. Πολύ σύντομα, η κυβέρνηση Ορτέγκα ξεκίνησε τις πρώτες πολιτικές διώξεις απέναντι σε συντηρητικές και φιλοδυτικές πολιτικές δυνάμεις, απαγόρευσε τους εξωτερικούς παρατηρητές σε όλες τις εκλογικές διαδικασίες, ενώ προχώρησε σε όλες τις απαραίτητες συνταγματικές αλλαγές που θα του επέτρεπαν να διεκδικήσει ξανά την Προεδρία της χώρας—κάτι που αποτελεί πάγια τακτική σε ημι-δικτατορικά καθεστώτα. Στην εξωτερική πολιτική, το καθεστώς Ορτέγκα πλησίασε πολιτικά όλες τις ανελεύθερες και ιδεολογικά συγγενείς χώρες της Λατινικής Αμερικής, όπως τη Βενεζουέλα και την Κούβα, ενώ ενδεικτικά στήριξε ανοιχτά τον Μουαμάρ Καντάφι στον Λιβυκό εμφύλιο του 2011.

Καθόλου απροσδόκητα, ο Ορτέγκα «εκλέχθηκε» ξανά τόσο το 2011, όσο και το 2016, ενώ οι πρόσφατες συλλήψεις των πολιτικών του αντιπάλων έχουν ως φόντο τις εκλογές του επόμενου Νοεμβρίου.  Ως δικτάτορας όμως, ο Ορτέγκα είναι μάλλον μέτριος· η τεράστια εμπειρία του τόσο στην Προεδρία της χώρας, όσο και στην ηγεσία των Σαντινίστας, ο απόλυτος έλεγχος της δικαστικής εξουσίας, των ενόπλων δυνάμεων, και των Νικαραγουανών ΜΜΕ, η σχετικά καλή μακροοικονομική εικόνα της χώρας, αλλά και ο συνεχής περιορισμός των πολιτικών του αντιπάλων θα έπρεπε να καθιστούν τουλάχιστον απίθανη μια πραγματική απειλή απέναντι στο καθεστώς του. Παρόλα αυτά, από το 2018 μέχρι σήμερα το καθεστώς Ορτέγκα βρίσκεται συνεχώς αντιμέτωπο με μαζικές διαδηλώσεις, οι οποίες έχουν οδηγήσει σε απροσδιόριστους αριθμούς συλλήψεων, τραυματισμών και θανάτων. Σε αυτόν τον παρατεταμένα βίαιο πολιτικό χρόνο, ο Ορτέγκα ουσιαστικά κάνει αυτό που κάθε δικτάτορας προσπαθεί όταν στριμώχνεται πολιτικά, καταστέλλοντας και συλλαμβάνοντας όσους περισσότερους αντιφρονούντες μπορεί ώστε να παραμείνει στην εξουσία. Ενδεικτικά, μόνο τον περασμένο Ιούνιο προχώρησε σε σχεδόν τριάντα συλλήψεις σημαντικών προσωπικοτήτων της Νικαραγουανής αντιπολίτευσης, κατηγορώντας τους λίγο-πολύ ως πράκτορες ξένων δυνάμεων που συνωμοτούν εναντίον του εθνικού συμφέροντος—το οποίο φυσικά μπορεί να εκπροσωπεί μόνο αυτός και το κόμμα του.

Οι διεθνείς αντιδράσεις και η επόμενη μέρα

Τόσο οι ΗΠΑ και η ΕΕ, όσο πολλά δυτικά κράτη της Λατινικής Αμερικής έχουν αντιδράσει στις εξάρσεις αυταρχισμού του Ορτέγκα. Με τη Νικαράγουα να αντιμετωπίζει ήδη δυτικές κυρώσεις από το 2018 και το 2019, οι ΗΠΑ και η ΕΕ έχουν προχωρήσει σε διπλωματικές κυρώσεις όπως σε απαγορεύσεις μετακίνησης και σε πάγωμα της περιουσίας ανθρώπων του καθεστώτος, ενώ χώρες όπως η Αργεντινή και το Μεξικό έχουν ανακαλέσει τους πρεσβευτές τους. Όμως, με τον Ορτέγκα να συνεχίζει τις πολιτικές διώξεις των αντιπάλων του, ο Μπάιντεν δείχνει έτοιμος να κηρύξει εμπορικό πόλεμο στη Νικαράγουα ενώ το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο σύντομα θα συνεδριάσει για το θέμα, εξετάζοντας την επιβολή αυστηρότερων κυρώσεων.

Στην πράξη όμως, οι Νικαραγουανοί πολίτες παραμένουν ανήμποροι να εκφράσουν πολιτικά την αποστροφή απέναντι στον Ορτέγκα και τους Σαντινίστας. Σήμερα, το πιθανότερο σενάριο παραμένει πως οι εκλογές του Νοεμβρίου θα διεξαχθούν όπως τις σχεδιάζει ο Ορτέγκα, ο οποίος θα πανηγυρίσει άλλη μια πλασματική εκλογική νίκη, διατηρώντας όμως την απόλυτη εξουσία· περίπου όπως η Βενεζουέλα, έτσι και η Νικαράγουα αποτελεί μια χώρα που ενώ είχε την ευκαιρία, δεν κατάφερε ποτέ να χτίσει ισχυρούς δημοκρατικούς θεσμούς, παραμένοντας καταδικασμένη να υπηρετεί τις ακροβασίες του εκάστοτε δικτάτορα της. Ειρωνικά, το καθεστώς Ορτέγκα καθρεφτίζει εκείνο των Σομόζα, με τη διαφορά πως ο Τσακίτο Σομόζα δήλωνε απροκάλυπτα πως πολιτικά τον βόλευε ένας απαίδευτος και υποταγμένος λαός, ενώ ο Ορτέγκα εξακολουθεί να βιάζει τη Νικαραγουανή δημοκρατία στο όνομα της προστασίας της—όπως τόσοι άλλοι Λατινοαμερικάνοι και μη δικτάτορες έχουν κάνει πριν από εκείνον.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ