Αθλητισμος

Σάββατο βράδυ στο ΜΠΑΡ-ΤΣΕΛΟΝΑ!

Αποφάσισα να επιχειρήσω το πείραμα με τα παιδιά στη σχολή δημοσιογραφίας.

43242-97219.jpg
Μιχάλης Λεάνης
ΤΕΥΧΟΣ 343
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
13794-30819.jpg

Αποφάσισα να επιχειρήσω το πείραμα με τα παιδιά στη σχολή δημοσιογραφίας. Τους ζήτησα να μου απαντήσουν με το χέρι στην καρδιά (sic φράση που αφυπνίζει με ένα μαγικό τρόπο την ειλικρίνεια των ερωτηθέντων) πόσοι από αυτούς έχουν σχέση. Γκόμενο ή γκόμενα, για να το πούμε πιο απλά, ώστε να μη χαθούμε στο δάσος των διευκρινιστικών ερωτήσεων του τύπου: δηλαδή, δάσκαλε, τι σχέση; Μόνιμη, σταθερή, περιστασιακή, καπάκουλτου-relation ή πλατωνική;

Η συντριπτική πλειοψηφία των παιδιών σήκωσε το χέρι με μια δόση υπερηφάνειας στο βλέμμα, οι δε υπόλοιποι με μια έκφραση απορίας να σουλατσάρει στη φάτσα τους.

Ωραία, τους είπα, κρατήστε ψηλά το χέρι όσοι έχετε σύντροφο και τους άφησα με το άνω άκρο ψηλά, να περιμένουν όπως στις διαφημίσεις των αποσμητικών. Και συνέχισα: Τώρα, όσοι από εσάς βλέπετε ΝΒΑ ξημερώματα Σαββάτου ή ποδοσφαιρικούς αγώνες, όπως λατινοαμερικάνικο πρωτάθλημα ή ματς της Πριμέρα Ντιβιζιόν, ώρες που οι νυχτοφύλακες και οι φαροφύλακες καπνίζουν σαν ατμομηχανές για να σκοτώσουν την πλήξη τους, θα σας παρακαλούσα να σηκώσετε και το άλλο σας το χέρι!!!

Μόνο τρεις απ’ αυτούς έμειναν με τα δυο χέρια σηκωμένα, σαν αιχμάλωτοι πολέμου να κοιτιούνται μεταξύ τους και να αναρωτιούνται πώς την πάτησαν έτσι. Αντίθετα οι πιο πολλοί από τους τηλεθεατές των μεταμεσονύχτιων αθλητικών δραστηριοτήτων ήταν παιδιά μόνα, χωρίς σύντροφο, απογοητευμένα γιατί το χαρτί του έρωτα δεν τους κάθεται ή προδομένοι σε βαθμό που ο στίχος «Θεέ μου, τη δεύτερη φορά που θα ’ρθω για να ζήσω, όσο η καρδιά κι αν λαχταρά δεν θα ξαναγαπήσω» να αποτελεί τον εθνικό ύμνο των συναισθημάτων τους, με αποτέλεσμα τα βράδια να σκοτώνουν τις ώρες τους μπροστά στο φέγγος της τηλεόρασης.

Δεν ήταν επιλογή τους να δουν ΝΒΑ ή ποδόσφαιρο. Το αδιέξοδο, η ανία, τους έσπρωξαν στο εύκολο. Να αράξουν στον καναπέ, χαζεύοντας ένα θέαμα υποκατάστατο της συντροφικότητας. Όταν έξω η νύχτα φουσκώνει τα φτερά της σαν πολύχρωμο παγώνι είναι αδύνατο, ιδιαίτερα σε αυτή την ηλικία, να θέλεις να μείνεις μέσα βράδυ Σαββάτου. Μια φυγόκεντρη δύναμη σε εκτοξεύει σε στέκια, σε μπαρ μικρά ή μεγάλα κλαμπ, ανάβει μέσα σου η ίδια επιθυμία που ενέπνευσε τον Μόρισεϊ στο λυρικότατο και αξεπέραστο “There Is A Light And It Never Goes Out”, να τραγουδά: Take me out tonight. Where there’s music and there’s people, αnd they’re young and alive...

Θέλεις να μιλήσεις με κόσμο, να νιώσεις τους χτύπους μιας καρδιάς που δεν σταματάει να λειτουργεί. Όλο και κάποια ταινία με τον αγαπημένο σου σκηνοθέτη ή ηθοποιό θα σου έχει καρφωθεί στο μυαλό, ένα θεατρικό έργο που θα ήθελες να δεις, μια μουσική παράσταση που έχεις τάξει στον εαυτό σου να πας, ένα ρακάδικο να τα πιεις, έτσι χωρίς λόγο να γίνεις ντίρλα, να νιώσεις ότι κάτι μπορεί να γίνει ή να αλλάξει λίγο πριν το τελευταίο τσιγάρο σβήσει σαν το κερί.

Τα Σάββατα στις μέρες μας, κι έτσι όπως μας την έχουν φορέσει, μοιάζουν διαμάντια αν τα συγκρίνεις με τις υπόλοιπες μέρες. Ακόμη και για τους πιτσιρικάδες με τις δυο δουλειές, τις σπουδές και το λοξό την ίδια στιγμή βλέμμα στη βιοπάλη, τα Σαββατόβραδα είναι η ανάσα πριν τη βδομαδιάτικη κατάδυση. Δεν τα χαλαλίζεις πλέον εύκολα στο πρώτο «τηλεθέαμα» ζητιάνο που με απλωμένο το χέρι θα εκλιπαρήσει τη συμπόνια σου.

Εκτός αν το θέαμα αυτό είναι η Μπαρτσελόνα. Γιατί τότε δεν μιλάμε για σκλαβιά, μονοτονία και βαρεμάρα, για αδιέξοδο, για χρόνο που τον πυροβολείς σκοτώνοντάς τον με το βλέμμα στην τηλεόραση. Τότε μιλάμε για συνειδητή επιλογή. Γιατί η Μπαρτσελόνα είναι θέαμα. Είναι διασκέδαση, ανεξάρτητα αν αγαπάς ή όχι το ποδόσφαιρο. Όπως επιλέγεις να στριμωχτείς, να τρέξεις να κόψεις εισιτήρια για τον αγαπημένο σου τραγουδοποιό, με το ίδιο κριτήριο επιλέγεις να απολαύσεις και την ομάδα από την Καταλονία.

Παρακολουθώντας τα παιχνίδια της δεν φυλακίζεσαι. Αντίθετα σου δημιουργείται ένα αίσθημα ελευθερίας και τότε συνειδητοποιείς ότι ψυχαγωγείσαι, ότι ελευθερώνεσαι. Σπάνια να συναντήσεις ομάδες που τα ριπλέι δεν σου φτάνουν για να απολαύσεις τις τελικές προσπάθειες των παικτών. Σαν το αγαπημένο σου κομμάτι που παίζεις και ξαναπαίζεις και ποτέ δεν το χορταίνεις. Δεν έχει τόσο σημασία με ποιον αγωνίζεται. Φτάνει να βρίσκεται στο γήπεδο σε πλήρη παράταξη, σε πλήρη δημιουργία. Να κινούνται οι παίκτες της δίνοντάς σου την εντύπωση ότι γλιστρούν στον πάγο, να φτιάχνουν τρίγωνα, παραλληλόγραμμα, ζωγραφιές με χρώματα που στέκεις να θαυμάζεις. Το παρατηρούσα την περασμένη εβδομάδα, που είχε Τσάμπιονς Λιγκ. Την ίδια ώρα αγωνιζόταν η Τσέλσι με τη Μάντσεστερ σε ένα ματς που ήταν ανοιχτό και η πρόκριση μια εκκρεμότητα. Αντίθετα, το παιχνίδι της Μπαρτσελόνα στο Ντόνετσκ ήταν μια τυπική διαδικασία. Δεν ήταν, όμως, λίγες οι φορές που γύρισα να δω πόσο είναι το σκορ και κόλλησα. Γιατί με τους Καταλανούς να κινούνται στο χώρο ασταμάτητα σαν τα ηλεκτρόνια απολάμβανα  ποδόσφαιρο, ενώ στο Στάνφορντ Μπριτζ όλα μου φαίνονταν στατικά, τυπικά και εμφιαλωμένα.       

info@athensvoice.gr

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ