Στον καναπέ με τη Ρούλα Γεωργακοπούλου: Αν ήμουν πολιτικός, θα έκανα χαρακίρι
Η καυστική χρονικογράφος και σχολιάστρια της επικαιρότητας, η τρυφερή πεζογράφος και θεατρική συγγραφέας, μιλάει για όλα όσα γίνονται, το νέο της βιβλίο, τον φεμινισμό και τη δύναμη της αγάπης και της φιλίας
Ρούλα Γεωργακοπούλου: Χιούμορ που «σπάει κόκαλα», πολιτική καθαρότητα και ένα βιβλίο με... γορίλες | Εντευκτήριο Μελαγχολικών Πιθήκων, εκδόσεις Εστία
Η Ρούλα Γεωργακοπούλου δεν καταλαβαίνει γιατί θέλω τόσο διακαώς να της πάρω συνέντευξη. Λες και δεν έχει τόσες δεκαετίες στην πρώτη γραμμή του κοινωνικού και πολιτικού χρονογραφήματος ή στην αρχισυνταξία του Βήματος ή του Marie Claire· λες και δεν έχει μια λαμπρή θεατρική πορεία ή βιβλία που έχουν αφήσει ποιοτικά ίχνη στη σύγχρονη ελληνική λογοτεχνία ή απαστράπτουσες μεταφράσεις που μας έχουν χαρίσει τουλάχιστον ένα εμβληματικό βιβλίο του 21ου αιώνα, το «Illska: το Κακό» του Ισλανδού Έιρικουρ Ερν Νόρδνταλ από τις εκδόσεις Πόλις. Λες και δεν ξέρει με τι μανία ρουφούν τα άρθρα της και τα σχόλιά της στα κοινωνικά δίκτυα όσοι απεχθάνονται τη συνωμοσιολογία και την τοξικότητα και απελπίζονται μπροστά στη μανιώδη εξάπλωσή τους στη χώρα μας, στις ΗΠΑ, στην Ευρώπη. Τις απόψεις της θέλω να ακούσω, της λέω· το χιούμορ που σπάει κόκαλα, την καθαρή ματιά στο μπερδεμένο κουβάρι που πάει να μας πνίξει όλους. Τόσο δύσκολο είναι να το καταλάβει;
«Μα είμαι αποψίας μόνο στον καναπέ μου», λέει με αφοπλιστική ειλικρίνεια. Από εκεί δεν είμαστε όλοι; τη ρωτώ. Μόνο οι πολιτικοί είναι αποψίες στον δημόσιο χώρο. Αν ήσουν πολιτικός, παρεμπιπτόντως, τι θα έκανες, Ρούλα; «Χαρακίρι», μου απαντάει.
Κάπως έτσι αρχίζει η συνάντησή μας, ένα απόγευμα ενός ακόμα ζεστού Σεπτέμβρη, που τη βρίσκει όμως κλεισμένη στο σαλόνι του σπιτιού της έπειτα από ένα ατύχημα που την αναγκάζει να περπατάει –όχι για πολύ ακόμα, ευτυχώς– με τη βοήθεια ενός πι. Κατά τη διάρκεια της συνέντευξης νιώθω ότι αυτό το πι είναι τελικά ένας φίλος που την αναγκάζει να κατεβάσει ταχύτητες σε μέτρα ανθρώπινα, αλλιώς το αστραφτερό της μυαλό μπορεί να την είχε εκτοξεύσει ξανά σε επικίνδυνα, για τα νεύρα της, χωράφια.
Ξαναπιάνω τη ροή των υποθετικών ερωτήσεων, να την τσιγκλήσω για το εδώ και τώρα. Έχουμε και τις εξελίξεις που λαμβάνουν χώρα στην έδρα του ΟΗΕ αυτές τις μέρες – για να δούμε: τι θα έκανε αν ήταν Γ.Γ. του ΟΗΕ;
«Θα τους μάζευα και θα έλεγα, λοιπόν παιδιά, τέλος η πλάκα, να πληρωνόμαστε και να έχουμε και τζάμπα τόσους συμβούλους και παρατρεχάμενους και να μην κάνουμε και τίποτα. Ας το λήξουμε το ματσάκι».
Σαν το ευρωπαϊκό κοινοβούλιο μου ακούγεται λίγο, της λέω και παίρνω αφορμή: κι αν ήσουν η Φον ντερ Λάιεν;
«Αχ, τη λυπάμαι, τρώει μεγάλη πίεση. Θυμάσαι τι της έκανε ο Ερντογάν, που την άφησε όρθια; Τότε την έβριζα, είχα θυμώσει τόσο πολύ, δεν σηκώθηκε να φύγει, να δείξει την ενόχλησή της, να δείξει ότι είναι Ευρωπαία. Έχω αναθεωρήσει όμως. Πήγε εκεί να κάνει μια δουλειά. Εγώ θα έβγαζα τα απωθημένα μου σ’ αυτόν τον απαίσιο σεξιστή. Εκείνη όμως κουβαλούσε μια ευθύνη, να κάνει μια δουλειά για την οποία την έστειλε η Ε.Ε.».
— Πώς τα βγάζεις πέρα αν έχεις να αντιμετωπίσεις διεθνείς bullies σαν τον Ερντογάν και τον Τραμπ;
Τώρα τι να σου πω; Τι διαλέγεις, την αξιοπρέπειά σου ή να γίνει η δουλειά; Νομίζω, κάνεις τη δουλειά σου. Αλλιώς την αφήνεις τη δουλειά, γίνεσαι μύθος, ηρωίδα· και δημιουργείς θέμα επιτόπου. Περνάς σε άλλα επίπεδα διαχείρισης κρίσεων, αφηγηματικά. Επικίνδυνα χωράφια – δες τώρα, με τη δολοφονία του «μάρτυρα» Κερκ κι όλη αυτή τη βία, ας πούμε. Λέμε όλοι ότι η βία είναι απαράδεκτη απ’ όπου κι αν προέρχεται, αυτό δεν λέμε; Κι εγώ αυτό λέω, γιατί μισώ τη βία, δεν αντέχω να τη βλέπω ούτε στην οθόνη ούτε υπογείως ούτε πουθενά.
Μ’ αυτά και μ’ αυτά, όμως, θυμήθηκα τους τυραννοκτόνους στην αρχαία Ελλάδα και το πώς μας έλεγαν στο σχολείο ότι ο Αρμόδιος κι ο Αριστογείτων ήταν ήρωες γιατί σκότωσαν τον τύραννο Ίππαρχο, επειδή ήταν τύραννος. Όμως δεν ήταν έτσι τα πράγματα· όποια πηγή κι αν ανοίξεις πια, σου εξηγεί ότι αιτία της δολοφονίας ήταν η σεξουαλική παρενόχληση: ο Αρμόδιος κι ο Αριστογείτων ήταν ζευγάρι και σκότωσαν τον Ίππαρχο επειδή παρενοχλούσε τον Αρμόδιο. Και οι Αθηναίοι, επειδή είχαν ανάγκη από έναν μύθο για να στηρίξει την επερχόμενη δημοκρατία, τους τίμησαν ως τυραννοκτόνους, ως ήρωες! Απαγόρευσαν κιόλας αυτά τα δύο ονόματα να δίνονται στο εξής σε δούλους. Έφτιαξαν έναν χρήσιμο μύθο. Είδες πόσο πολύ μπορούν ν’ αλλάξουν οι αξίες μιας κοινωνίας ανάλογα με το πού βαδίζει; Τώρα κατασκευάζουν τον μύθο του Κερκ ως ήρωα και του δολοφόνου του ως δήθεν αριστερού: τον χρειάζονται για μια επερχόμενη δικτατορία.
Σκούρα τα πράγματα, της λέω. «Ναι, αλλά από την άλλη δεν ξέρω αν μπορούν να συντηρήσουν αυτόν τον μηχανισμό». Τι εννοείς; «Ό,τι ξεκινούν να κάνουν, σταματάει απότομα. Είναι λες και ο Τραμπ έχει ΔΕΠ-Υ. Μια φλερτάρει τον Πούτιν, μια σταματάει. Μια λέει το ένα, μια το αναιρεί. Αυτό δημιουργεί αστάθεια και συνεπώς τρόμο. Ακόμα χειρότερα, δημιουργεί απάθεια. Ένας Αυστραλός δημοσιογράφος έγραφε τις προάλλες ότι σύντομα θα φτάσουμε να βλέπουμε το ΚΚ Κίνας ως δύναμη σταθερότητας στον πλανήτη... Μιλάμε για τραγικές εξελίξεις.
Στη Ρωσία δεν ξέρουμε τι γίνεται, γιατί το πέπλο που καλύπτει την κοινωνία της είναι εντελώς αδιαφανές και δεν καταλαβαίνουμε την κουλτούρα τους ούτε την πολιτική τους σκέψη. Δεν είναι ότι μπορώ να διαβάσω Τσέχοφ και να καταλάβω τη σημερινή Ρωσία, μας λείπουν κεφάλαια. Αναρωτιέμαι συχνά: οι άνθρωποι εκεί τι κάνουν; Μαθαίνουν τίποτα από αυτά που γίνονται; Ακούνε τίποτα ή μόνο αυτά που τους λένε; Πού είναι οι αντιφρονούντες; Είναι στα μπουντρούμια; Είναι κάπου, οπουδήποτε; Δεν υπάρχει αντίλογος. Αν υπήρχε, θα τον ακούγαμε. Μόνο αυτός ο κακόμοιρος ο Ναβάλνι υπήρχε και τον καθάρισαν. Δεν μαθαίνουμε τίποτα, μας έχουν πέσει τα fake news με το καντάρι. Τι εμπεριστατωμένη άποψη μπορούμε να έχουμε για τη Ρωσία; Μόνο συναισθηματικές αντιδράσεις μπορούν να έχουν όσοι διατηρούν το κουράγιο να παρακολουθήσουν τις εξελίξεις, κι εγώ δεν έχω άλλο κουράγιο πια, το εξάντλησα. Μου το έφαγε όλο ο Τσίπρας. Είμαι στημένη λεμονόκουπα».
Συζητάμε για λίγο για το πώς εξαντλούν τα ψυχικά αποθέματα των χρηστών τα κοινωνικά δίκτυα, για την τοξικότητα στο Facebook και στο X. Της εξηγώ ότι έχω πάψει να ποστάρω μη λογοτεχνικές αναρτήσεις στο FB και αντ’ αυτού κάθομαι και χαζεύω βίντεο με ζωάκια στο Instagram. «Α κι εγώ» λέει, «έτσι ξεκίνησα να γράφω το καινούργιο μου βιβλίο, που θα βγει από τις εκδόσεις Εστία. Χαζεύοντας ζώα».
Η Ρούλα Γεωργακοπούλου έχει καθιερωθεί ως μία από τις πιο σουρεάλ και τρυφερές (ναι, ταυτοχρόνως) συγγραφικές φωνές στα σύγχρονα γράμματα: είτε μιλάμε για μια φανταστική συνάντηση ηρώων του Ίψεν και του Καρκαβίτσα («Ανάπτυγμα Βατράχου», εκδ. Στερέωμα), είτε για ένα συνειρμικό παραλήρημα καταμεσής της πανδημίας («Η μέθοδος της μπουρμπουλήθρας», εκδ. Πόλις), είτε για μια βαθιά συγκινητική βουτιά στο παιδικό παρελθόν και τη σχέση με τη χαμένη μητέρα («Δέντρα, πολλά δέντρα», εκδ. Πόλις), τα βιβλία της πραγματεύονται την τραγωδία ή την απώλεια, τον τρόμο ή την ακύρωση των προσωπικών ονείρων με χιούμορ, στοργή και μια αδάμαστη αγάπη για τη γλώσσα.
Μιλάμε, ερωτεύτηκα. Ερωτεύτηκα –με όλα τα συμπτώματα– τους γορίλες
Γορίλες στη λιακάδα
«Πριν από δύο χρόνια κάτι έγινε εδώ, σ’ αυτόν τον περίφημο καναπέ που καθόμαστε τώρα. Είχαμε ανοιχτή την τηλεόραση κι έπαιζε μια διαφήμιση, μια χαζομάρα. Και τη σάρκασε ο Νίκος, ο σύζυγός μου, με έναν τρόπο παιδικό, πηγαίο, αθώο. Άρχισα να γελάω και δεν μπορούσα να σταματήσω, δάκρυα έτρεχαν από τα μάτια μου, ήταν λες και ξαφνικά ανακάλυπτα το γέλιο απ’ την αρχή, τη δυνατότητά του. Με συνεπήρε. Ένιωσα ότι κάτι ζωώδες μού έφερνε αυτό το γέλιο, μια πρωτόγονη, εσωτερική περιοχή. Άρχισα αμέσως να ψάχνω και να διαβάζω για τα ζώα, ξεκινώντας από εκεί απ’ όπου έπρεπε να ξεκινήσω: τα πρωτεύοντα, τα πρώτα μας ξαδέρφια. Διάβαζα τα πάντα. Μέχρι και λέιζερ στα μάτια μου έκανα για να μπορώ να διαβάζω επιστημονικά βιβλία, που έχουν γραμματάκια ψείρες! Έβλεπα ντοκιμαντέρ, παρακολουθούσα ολόκληρες γοριλο-οικογένειες, ήξερα ποιος είναι ο σούπερ γορίλας στον ζωολογικό της Πράγας, του Κιότο, του Λονδίνου. Ήξερα τα παιδιά τους, τις μανάδες τους, τι έκαναν σήμερα και χθες. Τους παρακολουθούσα. Μου έστριψε.
» Ο άντρας μου άρχισε να φοβάται. Έγινα αντικοινωνική· σε όποια παρέα πήγαινα, άρχιζα να τους λέω για τους γορίλες. Να τους στέλνω βίντεο. Οι φίλοι μου αρνούνταν πια να τα δουν. Πέρασα μια περίοδο που νόμιζα ότι εδώ κάθομαι εγώ κι εκεί που κάθεσαι εσύ είναι ένας γορίλας, και σκεφτόμουν ότι κάτι πρέπει να του δώσω να φάει, αλλά πώς θα χορτάσει, δεν του φτάνουν αυτά που έχουμε. Είχα πάθει παράνοια. Και κάποια στιγμή, μου λέει ένας φίλος –σπουδαίο πλάσμα, ο πιο ευαίσθητος άνθρωπος του κόσμου, ο Παύλος Τσίμας– μου λέει: “Kαι τι θα τα κάνεις όλα αυτά;”. Ήταν σαν να μου έστελνε κύματα ευθύνης. Κι έτσι έγραψα το βιβλίο, γιατί κάτι έπρεπε να κάνω. Έγραψα μια ερωτική ιστορία με γορίλες».
— Τι δηλαδή, έχει και σεξ;
Πώς δεν έχει. Βεβαίως ο άντρας μου τη διάβασε και απογοητεύτηκε: «Περίμενα τόσο καιρό να γράψεις επιτέλους μια σεξουαλική σκηνή κι εσύ έγραψες αυτό;» (γελάει). Μιάμιση αράδα είναι όλη κι όλη, αλλά ανατρέπει όλο το βιβλίο. Μια ερωτική ιστορία με γορίλες και μία γυναίκα.
— Τύπου Τζέιν Γκούντολ;
Αυτή ασχολείται με τους χιμπατζήδες, εγώ είμαι φραξιονίστρια, γοριλολάγνος. Οι χιμπατζήδες είναι πολύ σαματατζήδες για τα γούστα μου, υπερβολικά έξυπνοι και δραστήριοι, σχεδόν άνθρωποι. Οι γορίλες είναι «τα ζώα μου αργά». Όλο μάζα, δύναμη, παθητικότητα, τρυφερότητα και μικρή επιθετικότητα, σχεδόν καθόλου. Έχουν τον βασιλιά τους και τον προσκυνούν όλη μέρα. Τον προσκύνησα κι εγώ, προσκύνησα επιτέλους έναν βασιλιά, καημό το είχα! Φυσικά ως γυναίκες έχουμε προσκυνήσει άπειρους βασιλιάδες και θα τους προσκυνάμε στον αιώνα τον άπαντα, είμαι πεπεισμένη, αλλά αφού είχα τώρα έναν αυθεντικό βασιλιά γορίλα, γιατί να μην το κάνω με τρόπο σωστό;
— Μισό λεπτό, γιατί θα προσκυνάμε στον αιώνα τον άπαντα;
Γιατί μας πατάνε στον λαιμό. Και πολλές φορές τούς δίνουμε το δικαίωμα.
— Μα έχουν γίνει πάρα πολλά βήματα τα τελευταία εκατόν είκοσι χρόνια, στη Δύση τουλάχιστον.
Εγώ θέλω κι άλλα. Ζούμε συνεχώς διαψεύσεις. Κάνουμε αμέτρητα βήματα πίσω. Εμένα, ας πούμε, δεν μ’ αρέσει να βλέπω άντρες μέσα στο γυναικείο κίνημα. Δεν μας χρειάζονται, μπορούμε και μόνες μας. Κι αν δεν μπορούμε, καλά να πάθουμε. Δεν καταλαβαίνω τι δουλειά έχουν ανάμεσά μας οι μουστακαλήδες supporters. Υπάρχουν πάρα πολλοί καλοί άντρες, μπορεί και καλύτεροι κι από μας, αλλά δεν είναι η δουλειά τους αυτή. Εσείς έχετε στρέιτ συμμάχους στο ΛΟΑΤΚΙ+ κίνημα, αλλά δεν έρχονται να διαμορφώσουν και να χαράξουν πολιτικές ή να κάνουν τη γνώμη τους προτεραιότητα, έρχονται; Εμείς γιατί το έχουμε επιτρέψει αυτό ως φεμινίστριες; Έχουν μπει μέσα και λένε: οι γυναίκες χρειάζονται πλάτες. Αρχίσαμε πάλι τα ίδια δηλαδή…
— Απ’ ό,τι καταλαβαίνω, με την ιδέα της ποσόστωσης δεν τα πας καλά.
Ποτέ δεν τα πήγα καλά.
— Έχει κάνει όμως θαύματα στη Σκανδιναβία.
Στη Σκανδιναβία μπορεί. Εγώ είμαι μεσογειακή, θέλω να πας και να πατήσεις μόνη σου, να κερδίσεις ό,τι κέρδισες μόνη σου.
— Ποιος σου είπε ότι δεν το κερδίζεις μόνη σου; Η ποσόστωση δεν είναι free handout, είναι άνοιγμα πόρτας ευκαιρίας προς μια ομάδα που έβλεπε μόνο τοίχους.
Αχ, δεν μπορώ, έχω φάει τα νιάτα μου μ’ αυτή την κουβέντα! Είδα ποιες μπαίνουν μέσα από αυτές τις πόρτες ευκαιρίας. Κοίτα το κοινοβούλιό μας... Από τη μία έχεις κάτι τύπισσες φουσκωμένες από τα μπότοξ, από την άλλη ακτιβίστριες που έχουν από πίσω μόνο έναν πούρο θυμό, χωρίς θεωρία, χωρίς καλλιέργεια. Εμείς διαβάζαμε, σκεφτόμασταν. Είχαμε έναν πατέρα που μας κλείδωνε μέσα, γάμους με το ζόρι από μικρή ηλικία, οι μισές μου συμμαθήτριες παντρεύονταν όταν τελείωναν το σχολείο, στα δεκαεφτά. Δεν μπορώ να την καταλάβω τη νέα γενιά: πήρε τις ευκαιρίες της, τι τις έκανε; Κι άμα τους και πεις και καμιά καλή κουβέντα, θα σε βρίσουν. Αν πεις σε μια πιτσιρίκα «Τι όμορφη που είσαι», είναι λες και την προσβάλεις. Αμάν πια!
Αδερφική αγάπη
Η Ρούλα Γεωργακοπούλου έχει δύο ακόμα αδερφές. Αγαπημένες. Της ζητώ να μου πει για τη σημασία αυτού του πολύτιμου δεσμού, για τον οποίο λίγοι μιλούν και πολλούς θα ωφελούσε σε μια εποχή μοναξιάς και απομόνωσης.
«Είναι ασφάλεια τ’ αδέρφια κι επίσης μια μαθητεία στο μοίρασμα, στην αγάπη. Γιατί η αγάπη θέλει αιματοχυσία για να την πετύχεις. Αν είναι όλα ανοιχτά κι είσαι μόνος σου, δεν έχεις μάθει βασικές παραμέτρους συνύπαρξης. Με ποιον κοντραρίστηκες για την αγκαλιά της μαμάς σου; Με ποιον δεν μπορούσες να κάνεις χωρίς; Με τα αδέρφια σου έχεις την ίδια ιστορία».
— Ταιριάζατε από μικρές με τις αδερφές σου ή ήταν κάτι το οποίο το κερδίσατε μεγαλώνοντας;
Είχαμε ένα επίπεδο στο οποίο επικοινωνούσαμε πάντα: το διανοητικό. Παρ’ όλα αυτά, ήμασταν πολύ συναισθηματικά παιδάκια και τα τρία, με μεγάλες διαφορές. Ευτυχώς όμως είχαμε πάντα πολύ καλή επικοινωνία στο διανοητικό επίπεδο, με τα βιβλία που διαβάζαμε και συζητούσαμε, τις ιδέες που ανταλλάσσαμε: αυτό ήταν το σπίτι μας. Μετά ήρθε το θέατρο. Μετά και το σινεμά. Ο φεμινισμός, η πολιτική.
— Τι βρήκες στους καλούς σου φίλους που δεν σου έδιναν οι αδερφές σου; Γιατί τη χρειάστηκες μετά τη φιλία αν έχεις τέτοιες αδερφές; Εγώ, που δεν έχω αδέρφια, αναγκάζομαι να φορτωθώ σε άλλους ανθρώπους.
Ηρεμία βρήκα. Είμαστε πάρα πολύ σαματατζούδες μεταξύ μας. Τώρα έχω περιοριστεί στις επαφές μου, ειδικά με τη μία που είναι πολύ χειρότερη από μένα, σε σχέση με τον Τσίπρα βασικά. Τη θυμάμαι τότε, με τους ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ στην κυβέρνηση, να μπαίνει μες στο σπίτι με τις εφημερίδες, να ανοίγει, να διαβάζει και να ωρύεται (γέλια). Γελούσα πάρα πολύ, πόσο παιδική αυτή η αντίδραση! Δεν ήθελε ν’ ακούει τον Τσίπρα ούτε να μιλάει. Κι εγώ που τον άντεχα τι κατάλαβα; Θυμάμαι τότε με το δημοψήφισμα, ούτε που την αντιλήφθηκα την κωλοτούμπα που έκανε, έκλαιγα σαν μικρό παιδί. Αποσβολώνομαι με τα πράγματα που με συνταράζουν, ξέρεις, σαν τον λαγό που κοκαλώνει μπροστά στους προβολείς του αυτοκινήτου. Από το fight, flight, freeze παθαίνω το freeze. Νομίζω θα με βρούνε άγαλμα μια μέρα.
Έκτοτε έχουν γίνει της Παναγιάς τα μάτια. Ο κόσμος προχωράει. Προς τα σκατά. Χους εις χουν (γέλια).
— Και τι προτίθεσαι να κάνεις γι’ αυτό;
Εγώ θα κάνω αυτό που μου λέει το τσιπάκι που βάλαν στον εγκέφαλο στη γενιά μου: διαλέγουμε, δεν απέχουμε. Προσπαθούμε.
— Και όταν δεν είναι οι δικές σου εθνικές εκλογές; Όταν είναι ο Τραμπ και ο Πούτιν;
Τότε λαγός. Freeze.
Κοντός, τσαντίλας κι αεικίνητος Εμμανουέλ Μακρόν και η κρίση του λαϊκισμού
Ξαναπιάνουμε την κουβέντα για τους strongmen, για την Κίνα και την Ινδία και τις νέες (αν)ισορροπίες με τις ΗΠΑ. Για την Ευρώπη, γι’ αυτά που γίνονται στη Γαλλία. «Υπάρχουν κι άλλοι strongmen, ξέρεις, που την πάτησαν και δεν είναι πια strong. Ο Μακρόν, ας πούμε». Με ακούει που σκάω στα γέλια: σιγά μην ήταν ο Μακρόν strongman, σε μια ελεύθερη χώρα! Οι strongmen είναι δικτατορίσκοι, υπάρχοντες ή εξελισσόμενοι.
«Αλλιώς το εννοώ εγώ» λέει. «Στον Μακρόν έβλεπα έναν δημοκράτη τσαμπουκαλή που να μη μασάει κι έλεγα “πάμε, μεγάλε!”. Και τον ερωτεύτηκα και αυτόν (γελάει). Γιατί έχει τα χαρακτηριστικά που μ’ αρέσουν: είναι κοντός, τσαντίλας και αεικίνητος. Περίμενα πάρα πολλά απ’ αυτόν, αλλά τι να κάνεις αν έχεις ολόκληρη εθνοσυνέλευση απέναντί σου; Κι επειδή ξέρω πολλούς Γάλλους, δεν το αντέχω αυτό που γίνεται κάθε φορά. Είναι χειρότεροι από μας. Εμείς τουλάχιστον έχουμε κι έναν φόβο, μια διαγενεακή ανάμνηση φτώχειας, ας πούμε. Αυτοί είναι τόσο κακομαθημένοι που δεν παίρνουν χαμπάρι, δεν καταλαβαίνουν ότι θα την πατήσουν με το χρέος. Και μαζί τους θα την πατήσουμε κι εμείς. Πήγε ο Μακρόν σ’ ένα σχολείο πριν από χρόνια κι ένας μικρός τον αποκάλεσε “Manu”. Και του απαντάει αυτός, άκου να δεις, εγώ είμαι ο πρόεδρος της Γαλλικής Δημοκρατίας και θα με λες “κύριε πρόεδρε”. Και τον έβρισαν, τα ζώα! Πες τα, ρε μεγάλε! Λίγος σεβασμός πια, είναι συντηρητικό αυτό;».
Της αναφέρω ένα σύντομο βίντεο που επανακυκλοφόρησε τώρα τελευταία με τον Τζον ΜακΚέιν, υποψήφιο των Ρεπουμπλικανών κόντρα στον Μπαράκ Ομπάμα το 2008. Ο ΜακΚέιν βρέθηκε αντιμέτωπος με μια τρελαμένη του Tea Party (τραμπική, θα λέγαμε σήμερα), που έλεγε ότι δεν της άρεσε ο Ομπάμα «γιατί ήταν Άραβας». Και της πήρε το μικρόφωνο από τα χέρια και την ξεμπρόστιασε μπροστά σ’ όλο το ακροατήριο: «Κυρία μου, κάνετε λάθος. Είναι όσο Αμερικανός είμαστε εγώ κι εσείς. Είναι ένας οικογενειάρχης. Ένας αξιοπρεπέστατος άνθρωπος κι αυτά τα πράγματα δεν θα τα λέτε στις συγκεντρώσεις μου». Αυτό ήταν το ρεπουμπλικανικό κόμμα το 2008 ακόμα.
«Κι είδες τι έγινε μέσα σε 10 χρόνια;» συμπληρώνει. «Δεν έχει να κάνει με την οικονομία. Περίμεναν πώς και πώς οι τρελαμένοι να εκλέξουν έναν bully. Τον έβγαλαν. Δις! Με φτιαχτά αφηγήματα περί δήθεν απειλών. Αυτά συμβαίνουν και θέλω να γίνω αναχωρήτρια. Έτσι είναι και οι Γάλλοι, μονόμπαντοι. Πάνε σαν τα πρόβατα πίσω από τον κάθε λαϊκιστή. Είναι να σου πέφτουν τα μαλλιά μ’ αυτά που λένε οι φίλοι που έρχονται. Έχουμε σταματήσει να μιλάμε για πολιτική και το μόνο που λέμε είναι αν ήταν καλό το φαΐ ή αν ήταν καλή η θάλασσα... Και δεν είναι ότι είναι καν France Insoumise, ας πούμε, Μακρόν είχαν ψηφίσει, αλλά τώρα είναι θυμωμένοι κι αυτοί. Δεν ξέρουν τι κάνουν! Είναι σαν τους Αθηναίους, που θύμωσαν με τον Μπακογιάννη και πήγαν και ψήφισαν Χάρη Δούκα».
Για πες! «Κι εγώ ήμουν θυμωμένη με τον Μπακογιάννη όταν είδα το κέντρο της Αθήνας. Μ’ αυτά τα πεθαμένα δέντρα! Έβαλε χέρι στη νεοκλασική ψυχή της πόλης. Είναι ποτέ δυνατόν; Ποιος νόμιζε ότι ήταν;» Και ψήφισες Δούκα; ρωτώ. «Όχι! Με το που είδα τον Δούκα στο ντιμπέιτ –γιατί κάθισα να το δω–, κατάλαβα πόσο υπολειπόταν του Μπακογιάννη. Φαινόταν η ανεπάρκειά του ξεκάθαρα. Θυμάμαι τότε με τον Μπακογιάννη, η αδελφή μου είχε ένα ψυγείο που έπρεπε να πετάξει. Παίρνει τον Δήμο Αθηναίων και λέει: “Αφήνω ένα ψυγείο στα σκουπίδια. Πότε θα περάσετε να το πάρετε;” “Σε δέκα λεπτά”, της λένε. Σε δέκα λεπτά είχαν περάσει και το είχαν πάρει. Εγώ πήρα τηλέφωνο να τους πω ότι πρέπει ν’ αφήσω έξω μια μπανιέρα κι ήταν εκεί μια βδομάδα. Έπαιρνα συνέχεια τηλέφωνο κι ο Δήμος τίποτα. Με βρίζανε οι γείτονες. Στο τέλος ήρθαν και την πήρανε οι γύφτοι».
Δημοσιογραφία και χρονογραφήματα
— Πώς άντεξες τριάντα χρόνια να γράφεις χρονογραφήματα, Ρούλα; Πού τα έβρισκες τα θέματα καθημερινά ή εβδομαδιαία;
Ούτε κι εγώ ξέρω. Θα σου πω όμως τι έκανα όταν ήμουν πιο νέα. Άνοιγα το παράθυρο –ήμουνα και σε πιο χαμηλό όροφο τότε– κι έλεγα: την πρώτη φράση που θα ακούσω απ’ τον δρόμο, μ’ αυτή θα ξεκινήσω. Πέρναγε ένας κι έλεγε, ας πούμε: “Ρε, ποιανού είναι αυτό το αυτοκίνητο στη μέση του δρόμου;” ή “Ποιος έχει παρκάρει εδώ;” κι εγώ έγραφα ποιος έχει παρκάρει εδώ; και μετά συνέχιζα. Κι ερχόταν. Το πρώτο που άκουγα έγραφα, δεν πά’ να ήταν έλα, έλα λίγο, κόφ’ το λίγο αριστερά.(γελάμε) Κι αυτό ξεκλείδωνε τα πάντα, ξεκλείδωνε τη γλώσσα μέσα μου. Γιατί αυτό είναι η πραγματική γλώσσα, όχι η γλώσσα που κατασκευάζουμε εμείς στο χαρτί. Αυτή η πρώτη φράση με βοηθούσε να γράψω όπως ήθελα, δηλαδή λαϊκά, χιουμοριστικά και διεστραμμένα. Θυμάμαι ακόμα και τώρα έναν τύπο (πιο πολύ οι άντρες φωνάζουν στον δρόμο, ξέρεις). Εγώ έπινα τον καφέ μου στο μπαλκόνι κι από κάτω ο δρόμος ήταν πολύ στενός, γιατί είχαν τριπλοπαρκάρει, κι αυτός είχε μπροστά του μια κυρία που οδηγούσε πολύ προσεκτικά, να περάσει χωρίς να χτυπήσει. Αυτός από πίσω της άρχισε να φωνάζει: “Έτσι! Ναι! Πέρνα, χωράς! Χωράς, σου λέω, χωράς, χωράς!”. Περνάει τέλος πάντων εκείνη με τα χίλια ζόρια και φωνάζει αυτός αγανακτισμένος: “Χωράς, γαμώ τα δικαιώματά σας!». Τον κακομοίρη! Δεν ήταν υπέροχος; Πρέπει να τον βρω και να γίνει φίλος μου».
— Είσαι με τα καλά σου; της λέω. «Γιατί; Να πάει χαμένο τέτοιο χιούμορ;»
Όταν πια πατάω το κουμπί να σταματήσει η ηχογράφηση, το iPhone σώζει τη συνομιλία μας αυτομάτως με έναν τίτλο που αντιστοιχεί στο στίγμα της τοποθεσίας μας στους Χάρτες: «Fitness Academy and Yoga». Κοιτάζω τη Ρούλα Γεωργακοπούλου με το πι στο σαλόνι του σπιτιού της, της δείχνω τον τίτλο και σκάμε κι οι δυο στα γέλια.
INFO: Το βιβλίο της Ρούλας Γεωργακοπούλου «Εντευκτήριο Μελαγχολικών Πιθήκων» θα κυκλοφορήσει την επόμενη χρονιά από τις εκδόσεις Εστία.
ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ
ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Ο τόμος προς τιμήν του σε επιμέλεια των πανεπιστημιακών καθηγητών Burkhard Fehr και Παναγιώτη Ροϊλού
Ποτέ δεν με απογοήτευσε αυτός ο Εβραίος συγγραφέας από την Πολωνία, που το 1978 πήρε το Νόμπελ Λογοτεχνίας
Δεν πρόκειται για μια αυστηρή πραγματεία, αλλά για ένα βιβλίο που μετατρέπει τη σύνθετη διαδικασία της αγοράς κατοικίας σε ανθρώπινη κουβέντα.
Από τις Εκδόσεις Βακχικόν, σε μετάφραση Σωτήρη Μηνά
Ένα μυθιστόρημα για όλους όσοι ζουν «σημαδεμένοι» — από την εμφάνιση, από το παρελθόν, από τις συνθήκες
Το Βιβλίο της Ημέρας, από τις Εκδόσεις Gutenberg
Με αφορμή το βιβλίο «Με τη δική σου ματιά μονάχα», η συγγραφέας μιλά αποκλειστικά στην Athens Voice για την πρόκληση να μετατρέψει την κρυφή ζωή της Μάιερ σε μια δυνατή μυθοπλαστική αφήγηση
Το δοκίμιο της συγγραφέα και ιστορικού που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη
Το Βιβλίο της Ημέρας, από τις Εκδόσεις Bell
H συλλογή διηγημάτων «Ουμπίκικους» του Γιώργου Τσακνιά (192 σελίδες, Εκδόσεις Κίχλη), κυκλοφορεί στις 5 Δεκεμβρίου
Η τιμητική εκδήλωση θα πραγματοποιηθεί την Τρίτη, 9 Δεκεμβρίου 2025
Η συλλογή διηγημάτων «Οι Αόρατοι της Γης» είναι το αποτέλεσμα του δημιουργικού διαλόγου των συγγραφέων με ένα έργο της ομότιτλης έκθεσης της Σμαρώς Τζενανίδου
Ο συγγραφέας και μεταφραστής μιλά για το νέο του μεταφραστικό έργο, τη συλλογή του Γεωργιανού συγγραφέα Έρλομ Αχβλεντιάνι «Ο άντρας που έχασε τα λογικά του», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Βακχικόν.
Το «Last Rites» είναι το βιβλίο που έγραψε ο Όζι λίγο πριν φύγει από τη ζωή
Από ένα δάνειο 70.000 λιρών σε πέντε Νόμπελ Λογοτεχνίας
Ο συγγραφέας αναδεικνύει τους δεσμούς ανάμεσα στον Γάλλο συγγραφέα και τον Έλληνα ποιητή
Ο συγγραφέας διερευνά πώς ο σύγχρονος άνθρωπος, υπό την πίεση της επιβίωσης, γίνεται «μηχανιστικός» και χάνει την επαφή με τον εαυτό του
Έχετε δει 20 από 200 άρθρα.